της Όλγας Σελλά
Για άλλη μια φορά, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Γιάννος Περλέγκας καταπιάστηκε με ένα έργο του Τόμας Μπέρνχαρντ, του κορυφαίου Αυστριακού συγγραφέα, που τα περισσότερα από τα κείμενά του αφορούν τη βάσανο, το πάθος, την εξάρτηση, τη σαγήνη, το αδιέξοδο που αντιμετωπίζει ο καλλιτέχνης με την τέχνη του, κι όλα αυτά μπλεγμένα με την απολυτότητα και τη σκληρότητα της εξουσίας, τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και τις διαδρομές του, με τις υφέρπουσες φασίζουσες συμπεριφορές. Θέματα που έρχονται ξανά και ξανά στη θεματολογία των κειμένων του Μπέρνχαρντ, λογοτεχνικών και θεατρικών, ένας συγγραφέας που απασχολεί, ξανά και ξανά, τον Γιάννο Περλέγκα. Μετά τον «Ιμμάνουελ Καντ» και την αξέχαστη παράσταση «Ο αδαής και ο παράφρων», αυτή τη φορά ο Γιάννος Περλέγκας μας χαρίζει το έργο «Η δύναμη της συνήθειας» (το οποίο και μετέφρασε), που γράφτηκε το 1974, για να παρασταθεί στο Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ.
Στο θέατρο «Ροές» έχουν στηθεί τα παρασκήνια ενός τσίρκου και ο διευθυντής του, ο Καριμπάλντι, εκτός από τη διοίκηση της οικογενειακής αυτής επιχείρησης, έχει κι άλλη μιαν έγνοια, στην οποία εμπλέκει όλα τα μέλη του περιοδεύοντος αυτού θιάσου: να τελειοποιήσει το «Κουϊντέτο της Πέστροφας» του Φραντς Σούμπερτ. Μια μάχη που δίνει εδώ και 22 χρόνια, προσπαθώντας να τελειοποιηθεί στο βιολοντσέλο, και να φτάσει την απόδοση του μεγάλο τσελίστα Πάμπλο Καζάλς. Δίπλα του έχει τον Θηριοδαμαστή, που είναι ανιψιός του Καριμπάλντι και μπήκε στο θίασο επειδή ο προηγούμενος κατασπαράχθηκε από τις λεοπαρδάλεις κι επειδή ήξερε να παίζει πιάνο. Έχει την εγγονή του, που πήρε τη θέση της μητέρας της η οποία σκοτώθηκε κάνοντας το νούμερό της και η οποία παίζει βιόλα. Έχει τον κλόουν, που παίζει κοντραμπάσο και παλεύει διαρκώς με σκουφί του που πέφτει σε εντελώς ακατάλληλες στιγμές. Και έχει και τον Ζογκλέρ, που παίζει ανόρεχτα βιολί και δεν καταφέρνει να σηκώσει περισσότερα από δεκαοκτώ πιάτα. Όλα αυτά διαδραματίζονται ένα βράδυ του 1974, στη γνωστή πλατεία του Μονάχου Τερεζινβίζεε, εκεί που γίνεται η ετήσια γιορτή μπίρας Οκτόμπερφεστ. Μετά την πρόβα του Κουϊντέτου, ο θίασος Καριμπάλντι πρέπει να αναχωρήσει για τη γειτονική πόλη του Άουγκσμπουργκ. Γιατί οι τσιρκολάνοι ως γνωστόν μετακινούνται διαρκώς. Και η τέχνη αναζητεί διαρκώς άλλα μονοπάτια…
Ήδη ο Μπέρνχαρντ έχει μπλέξει τους τσιρκολάνους, καλλιτέχνες που έχουν μια ξεχωριστή διαδρομή -κάπως αποκομμένη από τις άλλες τέχνες-, με τον Σούμπερτ, με έναν εκπρόσωπο του ευρωπαϊκού πολιτισμού δηλαδή, τον οποίον επιδιώκουν να προσεγγίσουν και να ερμηνεύσουν. Και ταυτόχρονα, ο καθένας από αυτούς τους καλλιτέχνες του τσίρκου και του κουϊντέτου έχει δύο καημούς: αυτόν του ρόλου του και της συμμετοχής του στο κουϊντέτο και εκείνον που αφορά την καθημερινότητα της ζωής του στο τσίρκο. Με μια απλή όσο και αλλόκοτη ιστορία έχει ήδη δώσει το πλαίσιο ο Μπέρνχαρντ: τη μάχη με την καθημερινότητα και τα προβλήματα του κάθε καλλιτέχνη και τη σύνδεση με το υψηλό. Όσο για τον Καριμπάλντι, αυτός τα διευθύνει όλα: τα οικονομικά, τα εργασιακά, τις διαθέσεις των άλλων. Και το κάνει με σκληρότητα, με αναλγησία, με απαίτηση τυφλής υποταγής, κυνηγώντας το δικό του πάθος, το δικό του όραμα, τους δικούς του δαίμονες (όπως και ο Μπέρνχαρντ, σε κάθε λέξη του): να παιχτεί τέλεια το «Κουϊντέτο της Πέστροφας»: «Η πρόβα θα γίνει, ακόμα κι αν χρειαστεί να τους βάλω όλους μπροστά στο όργανό τους με τις κλοτσιές. (…) Όποιος δεν κάνει πρόβα δεν κατορθώνει τίποτα, όποιος δεν εξασκείται δεν είναι τίποτα πρέπει κανείς να κάνει πρόβα ασταμάτητα…», λέει.
Ένα έργο που έχει σουρεαλισμό, στοιχεία παραλόγου κωμικές αλλά και φιλοσοφικές πλευρές –ό,τι έχει ο Μπέρνχαρντ δηλαδή. Στη διάρκειά του συναντάμε τη διαρκή προσπάθεια του καλλιτέχνη, την έπαρση, την αυτοπεποίθηση, τον σνομπισμό, την εμμονική αφοσίωση, τη συγκέντρωση, την αγωνία, την ανασφάλεια, την ανάγκη για αναγνώριση. Αλλά και κάποιες σκέψεις πέρα από την τέχνη. Όπως: «Η νηφαλιότητα ζευγαρώνει με την παραφροσύνη». «Δεν τη θέλουμε τη ζωή, αλλά πρέπει να τη ζήσουμε». «Όταν κανείς σκέφτεται αδιάκοπα, είναι παράνοια». Έτσι κι αλλιώς όλες οι φράσεις αυτού του περίπλοκου όσο και γοητευτικού έργου μπορούν να διαβαστούν με πολλούς τρόπους. Για παράδειγμα: «Ισορροπία πάνω στο σκοινί, ψηλά, στο ύψιστο ύψος».
Ο Γιάννος Περλέγκας γι’ αυτή την παράσταση συνεργάστηκε με την ομάδα χορευτών και ακροβατών «κι όμΩς κινείται» και έστησε ένα γοητευτικό θέαμα, που είχε δυσκολία, κόπο, ακρίβεια. Και πέρα από τον Γιάννο Περλέγκα, που υποδύθηκε τον Καριμπάλντι με τρόπο καθηλωτικό (αξέχαστη η στιγμή που μιλάει για την τέχνη ενώ κρέμεται για ώρα από την οροφή της σκηνής, αποτυπώνοντας στο ακέραιο το μετέωρο της τέχνης), όλα τα μέλη της ομάδας «κι όμΩς κινείται» -με προεξάρχουσα τη Χριστίνα Σουγιουλτζή, που ανέλαβε και έφερε θαυμαστά σε πέρας και το υποκριτικό μέρος- ανταποκρίθηκαν επαξίως σ’ αυτή την παράσταση, που οργανώθηκε με μαθηματική και ακροβατική ακρίβεια, αναδεικνύοντας απολύτως στο πνεύμα του Τόμας Μπέρνχαρντ. Γι’ αυτό και πήρε παράταση και θα συνεχιστεί μέχρι τις 30 Μαρτίου.
Ένα έργο που για πρώτη φορά παραστάθηκε το 1992, στο Θέατρο της Άνοιξης, σε σκηνοθεσία Γιάννη Μαργαρίτη και μετάφραση Σεραφείμ Βελέντζα. Η νέα μετάφραση του Γιάννου Περλέγκα κυκλοφορεί από την «ΚΑΠΑ Εκδοτική», σ’ έναν τόμο που έχει πολλαπλό βιβλιολογικό ενδιαφέρον. Κι αυτό γιατί πέρα από το έργο του Μπέρνχαρντ, στην έκδοση περιέχονται: το παλαιό και εξαιρετικά κατατοπιστικό κείμενο για το έργο και το πνεύμα του Μπέρνχαρντ που υπογράφει ο Σεραφείμ Βελέντζας. Αποσπάσματα από το εξαντλημένο πρόγραμμα της παράστασης «Ρίττερ, Ντένε, Φος», που παρουσίασε ο Λευτέρης Βογιατζής στο Θέατρο της οδού Κυκλάδων το 1991, και φωτίζουν το έργο του Αυστριακού συγγραφέα. Αποσπάσματα από το επίσης εξαντλημένο βιβλίο «Ο άγνωστος Τόμας Μπέρνχαρντ» (εκδ. Νάρκισσος), σε μετάφραση Θεοδ. Λουπασάκη και εισαγωγή-επιμέλεια Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη. Κι ένα εκτενές κείμενο του Άγγλου θεατρικού κριτικού Μάρτιν Έσλιν. Είναι δηλαδή μια έκδοση, που πέρα από το έργο, δίνει μια πλήρη εικόνα της εργοβιογραφίας του σπουδαίου αυτού συγγραφέα.
Η ταυτότητα της παράστασης
Μετάφραση: Γιάννος Περλέγκας, Δημιουργική ομάδα: Γιάννος Περλέγκας, Χριστίνα Σουγιουλτζή, Νώντας Δαμόπουλος, Αντιγόνη Λινάρδου, Πάνος Σολδάτος, Φίλιππος Βασιλείου, Μαρία Αθανασοπούλου, Φανή Μουζάκη και Federico Bustamante, Φωτογραφίες: Χριστίνα Γεωργιάδου
Επί σκηνής: Νώντας Δαμόπουλος, Αντιγόνη Λινάρδου, Γιάννος Περλέγκας, Πάνος Σολδάτος, Χριστίνα Σουγιουλτζή
Συμπαραγωγή των ομάδων «κι όμΩς κινείται» και «εν τω άμα».
Θέατρο «Ροές» (Ιάκχου 16, Γκάζι).
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή και Σάββατο στις 21.00 και Κυριακή στις 20.30.