της Όλγας Σελλά
-«Τι ωραίο!»
-«Ευριπίδης είναι.»
Ήταν η πιο ειλικρινής και δημιουργική προσέγγιση του αρχαίου δράματος από ξένο σκηνοθέτη, από πλευράς κειμένου κατ’ αρχάς. Και ο Πορτογάλος Τιάγκο Ροντρίγκες μοιράστηκε με τους θεατές της Επιδαύρου, τη γοητεία που του προκάλεσε το αρχαίο κείμενο, το δέος του, το σεβασμό του, το πώς εντυπωσιάζεται ένας σημερινός θεατής από τις πολιτισμικές διαφορές σ’ ένα παλιό κείμενο, και το πώς ένας αρχαίος μύθος μπορεί κάλλιστα να βαδίσει παράλληλα μ’ ένα σύγχρονο πρόβλημα. «Εκάβη» του Ευριπίδη, «Hecuba, not Hecuba» του Τιάγκο Ροντρίγκες, ο οποίος ακολούθησε όλη την ιστορία του αρχαίου τραγικού και την μετέφερε, την «κούμπωσε» περίτεχνα με μια σύγχρονη ιστορία, που είχε πραγματική αφορμή, αλλά το ίδιο διακύβευμα μ’ εκείνο της μυθικής Εκάβης. Θέλει να τιμωρήσει και να εκδικηθεί για τη δολοφονία του γιου της Πολύδωρου η Εκάβη, θέλει να ξεσκεπάσει τη συγκάλυψη και να τιμωρηθούν όσοι κακοποίησαν τον αυτιστικό γιο της σ’ ένα κρατικό ίδρυμα η Νάντια (η διαπεραστική όσο και γήινη Elsa Lepoivre). Την Εκάβη η οργή και ο πόνος την οδήγησαν στην αυτοδικία και πριν τυφλώσει τον φυσικό αυτουργό της δολοφονίας του γιου της, τον βασιλιά της Θράκης Πολυμήστορα, δολοφόνησε, σαν αντεκδίκηση, τα δύο μικρά παιδιά του. Ο κυρίαρχος Αγαμέμνων είχε συναισθανθεί, τότε, το δίκιο της και την στήριξε σιωπηρά. Η Νάντια, στον 21ο αιώνα, έχει την ίδια οδύνη και την ίδια οργή, δίνει τη δική της μάχη για να αποκαλύψει ό,τι συνέβη στο γιο της και βρίσκει τον δικό της «Αγαμέμνονα» στο πρόσωπο ενός εισαγγελέα, ενός λειτουργού της δικαιοσύνης.
Ο Τιάγκο Ροντρίγκες έβαλε το θέατρο μέσα στο θέατρο, και το θέατρο μέσα στη σύγχρονη ζωή, τα πάθη της, τα αδιέξοδά της, για να αφηγηθεί αυτές τις δύο ιστορίες παράλληλα και αλλεπάλληλα. Το «σήμερα» είναι ένας θίασος που πρόκειται να ανεβάσει την «Εκάβη» του Ευριπίδη. Τους συναντάμε να κάνουν την πρώτη ανάγνωση και τις πρώτες πρόβες. Τη μία στιγμή βλέπαμε τα μέλη του θιάσου να ψάχνουν τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές του Πολυμήστηρα, του Αγαμέμνονα, της Εκάβης, της Κασσάνδρας και την επόμενη στιγμή, στην ορχήστρα του αργολικού θεάτρου, βλέπαμε την πρωταγωνίστρια της «Εκάβης», τη Νάντια, ν’ αντιμετωπίζει το δικό της πρόβλημα, να συνομιλεί και να επηρεάζεται μ’ έναν διαφορετικό τρόπο από το ρόλο της. Η αλληλεπίδραση ρόλου και πραγματικότητας, η αλληλεπίδραση των κλασικών κειμένων στα σύγχρονα θέματα ήταν αυτό που κινητοποίησε τον Τιάγκο Ροντρίγκες, αφού πιστεύει ότι «το αρχαίο δράμα μοιάζει μ’ ένα ζευγάρι γυαλιά, που φορώντας το μπορούμε να καταλάβουμε τον κόσμο καλύτερα». Κι εμείς, οι λίγοι θεατές της Παρασκευής (περίπου 2.000), όλοι στο κάτω Διάζωμα, σε μια εντελώς διαφορετική συνθήκη από την ασφυξία της γεμάτης Επιδαύρου, παρακολουθούσαμε αυτή τη διαρκή τοπική και χρονική «μετακίνηση» ανάλογα με τους φωτισμούς –τους θαυμάσιους φωτισμούς του Rui Monteiro-, που είχε έντονο λευκό φως για το σήμερα, υπογράμμιζε μ’ ένα κιτρινωπό φως, σαν τίντα, την πρόβα της «Εκάβης» και μ’ έναν γαλαζωπό, σαν ομίχλη, τις αγωνίες και τα αδιέξοδα των ηρώων. Έτσι παράλληλα και εναλλασσόμενα προχωρούσαν όλα. Πρόβα, πραγματικότητα, οργή, αδιέξοδο…
Είναι φανερό ότι είχε περισσότερο στο νου του το ξένο κοινό ο Τιάγκο Ροντρίγκες, γι’ αυτό και η παράσταση ξεκινάει με την αναφορά σε όλο του μύθο της Εκάβης. Άλλωστε πρωτοπαρουσιάστηκε στις 30 Ιουνίου στο Φεστιβάλ της Αβινιόν. Σχολιάζει με χιούμορ τις αντιδράσεις των ανθρώπων του 21ου αιώνα για συμπεριφορές που θεωρούνταν φυσικές 2.500 χρόνια πριν. «Δεν συνηθίζεται οι άντρες να κοιτάνε κατάματα τις γυναίκες» διαβάζουν οι ηθοποιοί του θιάσου στην ανάγνωση του έργου. Εντυπωσιάζονται, αναρωτιούνται, το σχολιάζουν καυστικά. Επιμένει σ’ αυτό ο Ροντρίγκες, θεωρεί απαραίτητο να κατανοήσουμε τις εποχές και τις πολιτισμικές διαφορές τους. Και να κρατήσουμε τα κοινά, τα διαχρονικά στοιχεία που εξακολουθούν να απασχολούν τις κοινωνίες. Κι αυτό έκανε ο Τιάγκο Ροντρίγκες. Συνομίλησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο με το αρχαίο κείμενο, γράφοντας ένα νέο κείμενο. «Ο Ευριπίδης μας συνόδευε, μας ψιθύριζε στο αυτί» έλεγε στη συνέντευξη Τύπου στη Γαλλική Πρεσβεία της Αθήνας, δυο μέρες πριν από την παράσταση στην Επίδαυρο. Ίσως είναι η πιο λειτουργική κειμενική προσέγγιση στο πλαίσιο της αντίληψης Contemporary Ancients (Σύγχρονοι Αρχαίοι) που έχω δει ως τώρα. Όντας διανοούμενος και πολιτικοποιημένος, ο Τιάγκο Ροντρίγκες διάβασε με τη δική του ματιά στο κείμενο του Ευριπίδη, και ενέταξε το σήμερα σ’ αυτή τη ματιά. Το έκανε όμως με συνέπεια, με απλότητα, με καθαρότητα. Είχε θέσεις, αλλά δεν είχε δημαγωγία ούτε διδακτισμό. Υπήρχαν, σίγουρα, κάποια σημεία (ιδίως στην επίλυση της υπόθεσης της Νάντιας και την εξέταση των μαρτύρων) που θα μπορούσαν να είναι πιο σύντομα, μειώνοντας έτσι τη συνολική διάρκεια της παράστασης.
Παραστασιακά τώρα. Είχε στη διάθεσή του τα μέλη της Κομεντί Φρανσέζ, του αρχαιότερου ενεργού θιάσου στον κόσμο. Είχε αυτούς τους ηθοποιούς με τη γήινη στιβαρότητα και την βαθιά φυσικότητα στο παίξιμό τους. Τους θυμόμαστε –ακόμα συνεπαρμένοι- από την τελευταία τους επίσκεψη στην Επίδαυρο, το 2019, στο «Ηλέκτρα/Ορέστης» σε σκηνοθεσία Ίβο βαν Χόβε, σ’ εκείνη την αξέχαστη παράσταση. Αναμφίβολα η Elsa Lepoivre ήταν η καλύτερη όλων. Ήταν άλλωστε πάνω της όλο το έργο. Το πήρε και το μετέφερε με μια απίστευτη και ισχυρή φυσικότητα τόσο μέσα όσο και γύρω από την ορχήστρα, σ’ εκείνη τη σκηνή που μιλάει όπως ο αυτιστικός γιος της, ο Όττις, κοιτάζοντάς μας στα μάτια. Το μόνο που ακουγόταν εκείνα τα λεπτά, όσα της πήρε να διανύσει τον κύκλο της ορχήστρας έχοντας στραμμένο το βλέμμα της προς το κοινό, ήταν τα λόγια της –«Φεγγάρι, όχι φεγγάρι. Νύχτα, όχι νύχτα. Χάδι, όχι χάδι. Παγωτό, όχι παγωτό»- και η απόλυτη σιωπή μας. Hecuba, not Hecuba. Εκάβη, όχι Εκάβη. Και παρότι υπήρχαν πολλές στατικές σκηνές, η Επίδαυρος τελικά το «καλοδέχθηκε» αυτό το καινούργιο έργο, που συνομιλεί με το αρχαίο κείμενο. Ταίριαξε εκεί. Είχε λόγο να είναι εκεί. Όλα έγιναν γέφυρα από το πριν στο τώρα. Και στα κοστούμια και στα σκηνικά (μ’ εκείνο το τεράστιο άγαλμα σκύλου, που ήταν η μυθική μεταμόρφωση της Εκάβης).
Για όλους αυτούς τους λόγους, η παράσταση του Τιάγκο Ροντρίγκες ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα και σημαντική συνεισφορά στην προσέγγιση των αρχαίων κειμένων, στη συνομιλία τους με το σήμερα, στη συνάντηση των σημερινών αδιεξόδων με εκείνα τα παλιά των ανθρώπων. Κι όλη αυτή τη «συνομιλία» και τη διάρκεια, την μετουσίωσε σε παράσταση που είχε πολλά επίπεδα, που «περπάτησε» από το χθες ως το σήμερα μ’ έναν τρόπο γήινο όσο και θεατρικό.
Η ταυτότητα της παράστασης
Κείμενο – Σκηνοθεσία: Tiago Rodrigues, Μετάφραση στα γαλλικά: Thomas Resendes, Σκηνογραφία: Fernando Ribeiro, Κοστούμια: José António Tenente, Φωτισμός: Rui Monteiro, Πρωτότυπη μουσική και ήχος: Pedro Costa, Καλλιτεχνική συνεργασία: Sophie Bricaire, Ελληνικοί υπέρτιτλοι: Δημήτρης Κοσμίδης, Φωτογραφίες: Alex Kat.
Με τον θίασο της Comédie-Française : Eric Génovèse, Denis Podalydès, Elsa Lepoivre, Loïc Corbery, Gaël Kamilindi, Elissa Alloula, Séphora Pondi
Παραγωγή Comédie-Française
Συμπαραγωγή Festival d’Avignon, ThéâtredelaCité Centre dramatique national, Toulouse Occitanie