της Έφης Κατσουρού
Είναι κορίτσι, αυτή είναι η φράση με την οποία ξεκινά και έπειτα από έναν ή πολλούς ομόκετρους κύκλους κλείνει το βιβλίο της Camile Lawrens: είναι κορίτσι. Τι όμως πραγματικά σημαίνει κορίτσι; Αυτό προσπαθεί να ορίσει η συγγραφέας, πέρα και έξω από κανονιστικά πλαίσια, κινηματικές διακηρύξεις και διδακτισμούς, μέσα από ένα ευφυές μυθιστόρημα δουλεμένο σκληρά πάνω στο βίωμα και την προσωπική κοσμοαντίληψη, μέσα στο χώρο και το χρόνο της αφήγησης και της γραφής του. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα χωρισμένο σε ενότητες, που παρακολουθούν εξελικτικά την πορεία της ζωής του δευτερότοκου κοριτσιού, της Λωράνς, μίας οικογένειας που ζει στην πόλη της Ρουέν την περίοδο των 60s. Σε πρώτο πρόσωπο, και σε πλήρη συμφωνία με το ηλικιακό στάδιο το οποίο, κάθε φορά, διανύει, το κορίτσι αφηγείται τη ζωή του, σχεδόν αποστασιοποιημένα, χωρίς εξάρσεις και μελοδραματισμούς -σαν απλός παρατηρητής της. Μήπως όμως τελικά είναι αυτό τα κορίτσια; Απλοί παρατηρητές μίας ζωής που σχεδιάζεται και κυλά ερήμην τους, άλλοτε απροκάλυπτα και άλλοτε κεκαλυμμένα;
Η Λωράνς από τη γέννησή της ακόμη αυτοπροσδιορίζεται από το φύλο της και το γνωρίζει, το νοιώθει βαθιά, τραυματίζεται, μέσα από αυτό, ψυχικά και σωματικά· άλλοτε στο στενό και άλλοτε στον διευρυμένο περιβάλλον της οικογένειας κακοποιείται, εκούσια ή ακούσια. Τα πάθη και τα λάθη σπρώχνονται κάτω από το χαλί και η ηθική της κοινωνίας, μέρα με τη μέρα, καταπίνει αδηφάγα την ηθική του ανθρώπου, δημιουργώντας ένα πλάσμα εσωστρεφές και ενοχικό. Αυτή είναι η μικρή ή μεγάλη ιστορία ενός κοριτσιού, που υπάρχει ως κόρη, μίας μητέρας σχεδόν παραδομένης στη μοίρα της με στιγμιαίες μόνο εκλάμψεις και ενός πατέρα που διαφεντεύει την γένους θηλυκού οικογένειά του, ορίζοντας το δέον και το ηθικό με τα δικά του μέτρα και σταθμά ακόμη και αν αυτό καταλήγει καταστροφικό για τα κορίτσια του, ως αδερφή της πρωτότοκης κόρης της οικογένειας, της μεγαλύτερης, της θελκτικότερης από εκείνη και μίας τρίτης που δεν μεγάλωσε ποτέ, και ως εν δυνάμει μητέρα ενός αγοριού, το οποίο έχασε στη γέννα και ενός κοριτσιού, που θα ήθελε να είναι αγόρι.
Αυτό, όμως, που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι ότι όλα αυτά διαδραματίζονται στη Γαλλία των δεκαετιών 60, 70 και 80, στην ακμή της σεξουαλικής επανάστασης και των φεμινιστικών διεκδικήσεων και μέσα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον, του οποίου το μορφωτικό επίπεδο, θα προδιέθετε μία πολύ πιο ελεύθερη θέαση των οριζόντων. Ο τρόπος που τα νεογέννητα και στη συνέχεια τα παιδιά διαχωρίζονται σε παιδιά και κορίτσια, οι ιατρικές μαγγανείες, όπως η επονομαζόμενη «ραφή του συζύγου» μετά τον τοκετό, η οποία επαύξανε την ηδονή για τον άντρα κατά την σεξουαλική πράξη, η πίστη ότι το φύλο του παιδιού καθορίζεται από την δεινότητά του κατά την επίμαχη επαφή, είναι όλα στοιχεία τα οποία, αν δεν είχε τεθεί σαφώς το χωροχρονικό πλαίσιο, από την συγγραφέα, θα μας παρέπεμπαν σε κοινωνικές δομές χωρών εκτός του τόξου του δυτικού πολιτισμού.
Κάθε σελίδα της Lawrens, αποτελεί ένα οξύ σχόλιο στην ευπρέπεια και την ηθικοφάνεια των δυτικών κοινωνιών, ένα ερωτηματικό αναφορικά με την ειλικρίνεια των προθέσεων των επαναστάσεων και τον βαθμό που αυτές κατάφεραν να εξαπλωθούν ιδρύοντας κοινωνίες εγγενώς ελεύθερες. Ταυτόχρονα, η αναγνωστική απόλαυση που προσφέρει το κείμενο, παρά την τραχύτητα των θεμάτων που αγγίζει, μέσα από την ταχύτητα και την αμεσότητα της γραφής της Lawrens και την πολύ εύστοχη μετάφραση, διανθισμένη με τις απαραίτητες υποσημειώσεις από τη μεταφράστρια Στέλα Ζουμπουλάκη, επιτείνει την διεισδυτικότητά του. Και με τον τρόπο αυτό, έχοντας βαθιά επίγνωση της δυναμικής του κειμένου της και κρατώντας τις λέξεις της σαν ένα όπλο με τριαντάφυλλο στην κάνη η συγγραφέας, έρχεται να επαναπροσδιορίσει έννοιες και αντιλήψεις, στο παρελθόν παγιωμένες οι οποίες κεκαλυμμένα θάλλουν μέχρι σήμερα, σπέρνοντας το σπόρο για να ανθίσουν μεγάλα ερωτηματικά: Μήπως τελικά η Νόρα δεν κατάφερε να αποδράσει ποτέ από το κουκλόσπιτο; Μήπως απλά σήμερα αλλάζουνε τα χέρια που την παραδίδουν και την υποδέχονται; Και είναι τα χέρια πια του εραστή, του κακοποιητή, του εργοδότη, του συνάδελφου, του βιαστή, του συζύγου ή του πρώην συζύγου που την κρατούνε δέσμια και επιθυμούν να ορίσουν τη ζωή της, άλλοτε ηθελημένα κι άλλοτε αθέλητα, χτίζοντας, προθετικά ή μη, ένα μικρό κουκλόσπιτο για να στεγάσουν την πιο σέξυ και δυναμική εκδοχή της πορσελάνινης κούκλας που κάποτε ήταν; Πόσο πραγματικά ελεύθερα είναι τα κορίτσια μέσα στη χειραφέτηση και την απελευθέρωσή τους;
Κλείνοντας, θα ήθελα να επισημάνω ότι σίγουρα υπάρχουν μελετητές και κριτικοί πολύ ειδικότεροι από εμένα στα θέματα φύλου για να παρουσιάσουν αυτό το βιβλίο, περισσότερο διεισδυτικά. Η δική μου προσέγγιση εδράζεται περισσότερο στην ανάγκη που μου γεννήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της περιδιάβασης των σελίδων του να μοιραστώ την αναγνωστική εμπειρία και τους προβληματισμούς που αυτή ανέσυρε. Είναι ένα βιβλίο που σε ωθεί να μιλήσεις για αυτό, που ενεργοποιεί τη μνήμη της προσωπικής προϊστορίας, συναντιέται με αφηγήσεις ιδιωτικές και δημόσιες και ανακινεί τα λιμνάζοντα ύδατα της κοινωνικής συνείδησης γύρω από τα θέματα του φύλου με τρόπο ανεπιτήδευτο. Παρά τον τίτλο του δεν έχει φύλο, είναι το κυοφορούμενο έμβρυο, που καλό θα ήταν να πάψουμε να σπεύδουμε να το φορτώσουμε από τους πρώτους μήνες της κύησης του με αυτό το βάρος. Μπορεί να διαβαστεί και να στοχεύσει με διαφορετικό, αλλά εξίσου οξύ τρόπο, το αίσθημα τόσο των γυναικών όσο και των ανδρών και ίσως αν ακουστεί ο λόγος της Lawrens να ανατραπεί ο λόγος του δελτίου των 20:00 που πρόσφατα μιλούσε για περισσότερες από οκτακόσιες κλήσεις για θέματα έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας την τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου.
(Camille Lawrens, Το κορίτσι, μτφρ.: Στέλα Ζουμπουλάκη, Μεταίχμιο, 2024)