της Όλγας Σελλά
Δύο ειδήσεις είχε το χθεσινό δελτίο Τύπου από το Φεστιβάλ Αθηνών: πότε και με ποια παράσταση ξεκινάει το Φεστιβάλ Επιδαύρου 2024. Έτσι λοιπόν, στις 5 και στις 6 Ιουλίου 2024 το τρομερό παιδί του ρωσικού θεάτρου, ο Τιμοφέι Κουλιάμπιν σκηνοθετεί, σε παγκόσμια πρεμιέρα, την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη, καθοδηγώντας, στην ορχήστρα της Επιδαύρου, Έλληνες και Ελληνίδες ηθοποιούς. Μια «συνταγή», η οποία μετά την περυσινή «Μήδεια» σε σκηνοθεσία Φρανκ Κάστορφ, φαίνεται ότι αποδεικνύεται πολύ ελκτική και πολύ επιτυχημένη για το Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου. Έτσι στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», θα δούμε τους: Ανθή Ευστρατιάδου (Ιφιγένεια), Μαρία Ναυπλιώτου (Κλυταιμνήστρα), Νικόλα Παπαγιάννη (Μενέλαο), Δημήτρη Παπανικολάου (Πρεσβύτη), Θάνο Τοκάκη (Αχιλλέα), Νίκο Ψαρρά (Αγαμέμνονα) και στο χορό τους: Δημήτρη Γεωργιάδη, Χρήστο Διαμαντούδη, Μάριο Κρητικόπουλο, Αλέξανδρο Πιεχόβιακ. Η παράσταση σχεδιάστηκε αποκλειστικά για το αργολικό θέατρο και ο Τιμοφέι Κουλιάμπιν δηλώνει ενθουσιασμένος με την προοπτική αυτή, γιατί «είναι ένας μοναδικός χώρος, με τους δικούς του νόμους και τη δική του ενέργεια».
Τον Τιμοφέι Κουλιάμπιν τον γνωρίσαμε στην Ελλάδα το 2018, όταν, στο Φεστιβάλ Αθηνών, παρουσίασε τις «Τρεις Αδελφές» του Τσέχωφ στη νοηματική γλώσσα, σε μια παράσταση που έμεινε αξέχαστη σε όσους την είδαμε. Γεννήθηκε το 1984, φοίτησε στη διάσημη Ακαδημία Θεάτρου Gitis στη Μόσχα και αποτελεί μια ξεχωριστή παρουσία στο σύγχρονο παγκόσμιο θέατρο, έχοντας σκηνοθετήσει με επιτυχία δεκάδες θεατρικές παραστάσεις και όπερα.
Έκανε το ντεμπούτο του ως επαγγελματίας σκηνοθέτης σε ηλικία μόλις 22 ετών, το 2006, και έκτοτε έχει ανεβάσει παραγωγές σε ρωσικά και ευρωπαϊκά θέατρα, μεταξύ των οποίων το Θέατρο Μπολσόι και το Θέατρο των Εθνών της Μόσχας, το Deutsches Theater του Βερολίνου, το Schauspielhaus της Ζυρίχης, το Residenztheater του Μονάχου κ.ά. Από το 2015 ως το 2022 ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Θεάτρου Red Torch στο Νοβοσιμπίρσκ και έχει ξεχωρίσει για τη ριζοσπαστική ματιά του πάνω σε κλασικούς συγγραφείς, όπως ο Τσέχοφ, ο Ίψεν, ο Γκόγκολ.
«Όταν μου έγινε η πρόταση να σκηνοθετήσω στην Επίδαυρο, δεν δίστασα. Η Ιφιγένεια είναι ένα από τα πιο σύνθετα και ταυτόχρονα συναρπαστικά κείμενα της αρχαίας δραματουργίας. Η βασική συνθήκη του έργου είναι ο πόλεμος. Δεν βλέπουμε μάχες, αισθανόμαστε όμως τη μυρωδιά του πολέμου που επίκειται. Όλα είναι έτοιμα: τα στρατεύματα, τα όπλα. Χρειάζεται μόνο μια μικρή ώθηση για να πάρει μπρος. Είναι ενδιαφέρον να δούμε πώς αυτό μεταφέρεται στο σήμερα. Στο έργο δεν υπάρχει το ερώτημα αν θα γίνει ο πόλεμος αλλά πότε. Για μένα όλα έχουν να κάνουν με τις τεχνολογίες του πολέμου, την πολιτική, τα ΜΜΕ… Σήμερα δυστυχώς ο πόλεμος είναι πάλι παρών στη ζωή μας. Παραδόξως –και παρά την ιστορική εμπειρία– εμείς οι άνθρωποι κάνουμε πράγματα που νομίζαμε ότι ποτέ δεν θα ξαναγίνουν», είπε όταν ρωτήθηκε για την αναμέτρησή του με το έργο του Ευριπίδη. Την ίδια στιγμή, απορρίπτει συνειδητά τη «μουσειακότητα», αναζητώντας μια γόνιμη συνομιλία με το αρχαίο δράμα με σύγχρονους όρους. «Είμαι πάντα πολύ προσεκτικός στο πώς προσεγγίζω τις αρχαίες τραγωδίες. Όχι επειδή αποτελούν μνημεία, αλλά λόγω της καθαρότητάς τους. Η πλοκή είναι απόλυτη, δραματική, συμπαγής. Η πρόκληση είναι να τη συνδέσουμε με τη δική μας εμπειρία».
Αυτή είναι η δεύτερη επίσημη ανακοίνωση για όσα θα δούμε το ερχόμενο καλοκαίρι στο Φεστιβάλ Επιδαύρου, μετά από εκείνην του Εθνικού Θεάτρου για την «Ορέστεια του Αισχύλου, που θα σκηνοθετήσει ο Θόδωρος Τερζόπουλος. Δύο προτάσεις που ανεβάζουν ήδη πάρα πολύ τον δείκτη προσμονής για το φετινό καλοκαίρι.