συνέντευξη στην Δήμητρα Διδαγγέλου (*)
Παλαιστίνιος γεννημένος στη Δαμασκό που ζει μεταξύ Βερολίνου και Στοκχόλμης, ο Ghayath Almadhoun μέσα από την ποίησή του μετουσιώνει το τραύμα του εκπατρισμού, την αδικία, την αντίσταση και την αγάπη.
Το έργο του έχει μεταφραστεί σε σχεδόν τριάντα γλώσσες και θεωρείται ένας από πιο ανερχόμενους ποιητές στον αραβικό κόσμο σήμερα. Η δυναμική φωνή του γίνεται υπενθύμιση της ανθεκτικότητας και της αξίας της τέχνης σε περιόδους αναταραχής.
Στη συνέντευξή του, ο Almadhoun αναφέρεται στις προσωπικές του εμπειρίες, υποστηρίζοντας ότι η ποίησή του, αν και συχνά ερμηνεύεται ως πολιτική, είναι πρωτίστως ένας καθρέφτης της δικής του ζωής και των συναισθημάτων του. Συζητά για την αδιάκοπη δύναμη της αραβικής ποίησης και γλώσσας, για τη δημιουργία σε συνθήκες εξορίας, για το τι σημαίνει για τον ίδιο «σπίτι» και για την εμπειρία του ως μετανάστης ποιητής στη Γερμανία, ιδίως σε μια τόσο ταραγμένη εποχή για την πατρίδα του.
Η συνέντευξη με τον Almadhoun πραγματοποιήθηκε με αφορμή την εκδήλωσή του στις 16 Οκτωβρίου στο Κέντρο Καλών Τεχνών Bozar, όπου μοιράστηκε την ποίησή του με το κοινό των Βρυξελλών.
Πολλά από τα ποιήματά σας συνδυάζουν τον προσωπικό με τον συλλογικό παλαιστινιακό πόνο. Πώς διατηρείτε την ισορροπία μεταξύ της προσωπικής έκφρασης και της αναπαράστασης μιας ευρύτερης, συχνά πολιτικοποιημένης, εμπειρίας στην ποίησή σας;
Στην πραγματικότητα, δεν το κάνω. Απλώς γράφω ποίηση. Επικεντρώνομαι αυστηρά στην ίδια την πράξη της γραφής: στην ποιότητα της γραφής, στην καινοτομία στο ύφος, στον πειραματισμό με τον τρόπο εξατομίκευσης ακόμη και των πιο δημόσιων θεμάτων και στην προσπάθεια να καινοτομήσω σε έναν τομέα όπου η καινοτομία είναι δύσκολη. Δεν δίνω σημασία σε θέματα, ανεξάρτητα από τη σημασία τους, εκτός αν προέρχονται από προσωπική εμπειρία και αναδύονται με τρόπο νέο, διαφορετικό και ανέγγιχτο στο παρελθόν. Για μένα, η ποίηση είναι η ικανότητα να ξαναγράφει το προφανές, όπου ο ποιητής αναδιαμορφώνει τη γλώσσα για να ταιριάζει στη φαντασία του.
Από αυτή την άποψη, μπορώ να πω ότι τα ποιήματά μου είναι απλώς μια αντανάκλαση των εμπειριών μου, της ζωής μου και της φαντασίας μου. Αν νιώθετε ένα μείγμα προσωπικού πόνου και συλλογικού πόνου στα ποιήματά μου, είναι επειδή αντικατοπτρίζουν τη ζωή. Μερικοί άνθρωποι, όμως, δεν έχουν την ευκαιρία να το κατανοήσουν αυτό είτε επειδή δεν διαβάζουν ποίηση είτε επειδή δεν γράφουν ποίηση.
Με μάγεψε ο τρόπος με τον οποίο μπορούσαν να δημιουργηθούν γλωσσικές εικόνες, επιτρέποντας την ανάδυση άγριων φαντασιώσεων μέσα από την ομορφιά της αραβικής γλώσσας. Ανακάλυψα την ικανότητά μου να αναδιαμορφώνω με λεπτότητα τη συνηθισμένη μονοτονία της καθημερινής ομιλίας, μετατρέποντάς την σε κάτι πραγματικά εξαιρετικό. Μου αρέσει επίσης να γράφω ποίηση!
Τα ποιήματά σας συνδέονται στενά με την πολιτική, αλλά έχετε αρνηθεί ότι γράφετε πολιτική ποίηση. Θα μπορούσατε να μας πείτε περισσότερα γι’ αυτό και για το σημείο εκκίνησης στη γραφή σας;
Υπάρχουν δύο πλευρές σε αυτή την ερώτηση. Πρώτα απ’ όλα, δεν νομίζω ότι αυτό που γράφω είναι πολιτική ποίηση. Δεν είναι πολιτική, είναι η ζωή μου, η ζωή μου είναι ανακατεμένη με την πολιτική, γεννήθηκα Παλαιστίνιος στη Συρία και έχασα και τις δύο χώρες. Γράφω για τον εαυτό μου, τη ζωή μου και τις εμπειρίες μου, αντανακλώντας αυτό που ζω και αισθάνομαι ως Παλαιστίνιος, ως πρόσφυγας, ως μετανάστης, ως μουσουλμάνος, ως Άραβας και ως παρείσακτος. Πάρτε για παράδειγμα τους συναδέλφους μου Σκανδιναβούς ποιητές που γράφουν για τη φύση, το σκοτάδι του χειμώνα και την κατάθλιψη. Αν θεωρούμε τα ποιήματά μου πολιτικά, πρέπει να θεωρήσουμε και τα δικά τους ποιήματα πολιτικά. Αντανακλούν τις εμπειρίες τους κι εγώ αντανακλώ τις δικές μου. Το ιδιαίτερο φαίνεται να βρίσκεται στις εμπειρίες μου. Ίσως αν είχα μια φυσιολογική ζωή, θα είχα γράψει φυσιολογική ποίηση, αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε καν τη λέξη φυσιολογική. Φαίνεται ότι το πρόβλημα, αν νομίζετε ότι υπάρχει πρόβλημα, βρίσκεται στη ζωή μου, όχι στα ποιήματά μου. Θεωρώ τον εαυτό μου οργανικό διανοούμενο, όπως λέει ο Γκράμσι, και δεν είμαι αποκομμένος από την πραγματικότητα, ούτε θέλω να είμαι.
Δεύτερον, τα πάντα σε αυτόν τον κόσμο είναι πολιτικά, σχετίζονται με την τάξη, το φύλο, το επάγγελμα, την ιστορία, τον αποικισμό κ.λπ. Αλλά αυτό που συμβαίνει, ειδικά στον δυτικό κόσμο, είναι ότι αφαιρούν από τα ποιήματα την πολιτική διάσταση, ξαναγράφοντάς τα με πολλές επιμέλειες για να τα κάνουν δημοσιεύσιμα. Επίσης, οι περισσότεροι ποιητές στη Δύση έχουν γίνει τόσο επαγγελματίες που έχουν γίνει αυτολογοκριτές των ποιημάτων τους καθώς τα γράφουν. Γίνονται συνειδητοί ενώ δουλεύουν το κείμενο, και στο τέλος δεν μένει καμία λέξη που αγγίζει μια πληγή, καμία ιδέα που προκαλεί σύγχυση, κανένα νόημα που θα μπορούσε να ρίξει έστω και μια μικρή πέτρα σε μια λιμνούλα που λιμνάζει.
Ο Stefan Weidner στην κριτική του στην Frankfurter Allgemeine Zeitung (Γερμανία) σας συνέκρινε με τη Nelly Sachs και τον Paul Celan, λέγοντας ότι η ποίησή σας είναι «ένα χαστούκι στο πρόσωπο» και ότι είστε «ο μεγάλος ποιητής μιας μεγάλης καταστροφής». Νιώθετε έτσι;
Είναι και οι δύο μνημειώδεις συγγραφείς και είναι τιμή μου να με συγκρίνουν μαζί τους. Ενώ με κολακεύει ο χαρακτηρισμός, τον οποίο εκτιμώ βαθύτατα, δεν μπορώ να μην αισθάνομαι λίγο συγκλονισμένος από το βάρος της ευθύνης που συνοδεύει έναν τέτοιο έπαινο.
Η Nelly Sachs και εγώ αναζητήσαμε καταφύγιο στη Σουηδία, ξεφεύγοντας από τη δικτατορία, αλλά αισθάνομαι μια ισχυρότερη πνευματική σύνδεση με τον Paul Celan. Η σύγκριση του έργου μου με αυτούς τους δύο Εβραίους συγγραφείς δεν είναι τυχαία. Οι διασταυρώσεις μεταξύ μας, αν και ίσως ακατανόητες για τον δυτικό πολιτισμό, αποκαλύπτουν την ποιητική φύση του χρόνου και το πώς οι χαμένες ψυχές μπορούν να συγκλίνουν. Για αιώνες, οι Εβραίοι περιπλανιόντουσαν στο χρόνο, νομάδες χαμένοι στο χάρτη και απάτριδες Βεδουΐνοι περιπλανιόντουσαν στη διασπορά. Κουβαλούσαν κάτι μυστηριώδες στα χέρια τους, ένα αίνιγμα, ένα σύμβολο που δεν μπορώ να κατανοήσω πλήρως. Ας το ονομάσουμε μήλο. Αυτό το μήλο που κουβαλούσαν μαζί τους προ αμνημονεύτων χρόνων, ενώ μετακινούνταν από τόπο σε τόπο, χωρίς πυξίδα, έγινε σύμβολο για κάτι ασύλληπτο, κάνοντάς τους να φαίνονται μυστηριώδεις και ελκυστικοί στα μάτια του κόσμου. Ό,τι έκαναν φαινόταν να τους αγγίζει αυτή η αινιγματική ουσία, δίνοντάς τους μια ελκυστική λάμψη.
Στη συνέχεια, το 1948, εγκαταστάθηκαν. Πήραν τη γη μας, την Παλαιστίνη, και μας έδωσαν το μήλο. Και εδώ είμαστε, από το 1948, οι Παλαιστίνιοι, κρατώντας αυτό το μήλο στα χέρια μας. Γίναμε οι νέοι νομάδες, που περιπλανιούνται στο χρόνο, χαμένοι στο χάρτη, οι απάτριδες Βεδουίνοι που περιηγούνται στη διασπορά. Τώρα οι Παλαιστίνιοι εμφανίζονται μυστηριώδεις και ελκυστικοί στα μάτια του κόσμου.
Πείτε μας περισσότερα για την τελευταία σας ποιητική συλλογή. Ποια είναι η θεματική της;
Δεν υπάρχει κεντρικό θέμα στη γραφή μου, έχω δει πολλή σύγχυση σχετικά με την ποίησή μου και δεν κατηγορώ τους ανθρώπους που νομίζουν ότι γράφω για τον πόλεμο. Αλλά η αλήθεια είναι ότι γράφω για τη ζωή, για τους φίλους μου, για τις γυναίκες, για τον έρωτα, για το σεξ, για τον θάνατο, για τις περίπλοκες λεπτομέρειες του ανθρώπινου ψυχισμού και για τον πόλεμο. Σας διαβεβαιώνω ότι όλα μου τα ποιήματα είναι ποιήματα αγάπης, ακόμα κι αν φαίνονται σαν ερωτικά ποιήματα με τη μορφή εφιάλτη, κι αυτό είναι αλήθεια με τον τρόπο του. Προσπαθώ να γράψω ερωτικά ποιήματα σε όλη μου τη ζωή και ακόμα προσπαθώ. Νομίζω ότι τα έχω καταφέρει με τον δικό μου τρόπο. Τα ερωτικά ποιήματα που γράφω ήταν πάντα διαφορετικά από την παραδοσιακή μορφή. Το λεξιλόγιό μου είναι διαφορετικό, το λεξικό μου είναι διαφορετικό και οι εικόνες και οι μεταφορές μου προέρχονται από τις αναμνήσεις μου. Αντλώ από τις δικές μου εμπειρίες. Όπως έχω ξαναπεί, όλα όσα γράφω αντανακλούν την πραγματικότητα και τη ζωή μου, αλλά η πραγματικότητά μου ήταν πάντα διαφορετική και η ζωή μου δεν ήταν ποτέ μονότονη.
Στο ποίημά σας «Εμείς»* γράφετε: «Είμαστε τα πράγματα που έχετε δει στις οθόνες σας και στον Τύπο, και αν κάνατε μια προσπάθεια να ενώσετε τα κομμάτια, σαν παζλ, θα είχατε μια καθαρή εικόνα για εμάς, τόσο καθαρή που δεν θα μπορούσατε να κάνετε τίποτα». Θα μπορούσατε να μας πείτε περισσότερα γι’ αυτό το ποίημα;
Όταν ήμουν ακόμα στη Συρία, δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε με τη γιαγιά μου, επειδή δεν υπήρχαν τηλεφωνικές κλήσεις μεταξύ Συρίας και Ισραήλ, και η Γάζα θεωρείται Ισραήλ επειδή είναι κατεχόμενη και έχει τον ίδιο διεθνή κωδικό. Όταν έφτασα στη Σουηδία από τη Συρία στις αρχές Σεπτεμβρίου του 2008, άρχισα αμέσως να ψάχνω τον αριθμό του κινητού τηλεφώνου της γιαγιάς μου στη Γάζα, αποδείχθηκε ότι δεν είχε κινητό τηλέφωνο, αλλά είχε τηλέφωνο στο σπίτι και μπόρεσα να το βρω. Άρχισα αμέσως να επικοινωνώ μαζί της και της μιλούσα σχεδόν κάθε μέρα. Το Ισραήλ εκδίωξε την οικογένειά μου από το σπίτι μας στην πόλη Ασκελόν κατά τη διάρκεια της Νάκμπα του 1948. Η Ασκελόν είναι η μόνη περιοχή της Λωρίδας της Γάζας που κατέλαβε το 1948, ενώ η υπόλοιπη Λωρίδα της Γάζας κατελήφθη το 1967. Ο πατέρας μου είναι μεγαλύτερος από το Ισραήλ, ήταν 6 μηνών όταν συνέβη η Νάκμπα του 1948, ο παππούς μου και η γιαγιά μου πήγαν με τα παιδιά τους στο εσωτερικό της Λωρίδας της Γάζας, συγκεκριμένα σε αυτό που σήμερα ονομάζεται προσφυγικός καταυλισμός Χαν Γιουνίς. Ο παππούς μου πέθανε στον προσφυγικό καταυλισμό λίγα χιλιόμετρα από το σπίτι του, και ήταν μόλις 33 ετών. Η γιαγιά μου μεγάλωσε μόνη της τα παιδιά, και η σκηνή μετατράπηκε σιγά σιγά σε ένα σπίτι από τούβλα και φύλλα ψευδαργύρου. Όταν ο πατέρας μου έγινε 18 ετών, το 1967, το Ισραήλ κατέλαβε τη Λωρίδα της Γάζας, τη Δυτική Όχθη, την Ανατολική Ιερουσαλήμ, το Σινά από την Αίγυπτο και τα Υψίπεδα του Γκολάν από τη Συρία. Το Ισραήλ δεκαπλασιάστηκε, από 20.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα σε 200.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Ο ισραηλινός στρατός συνέλαβε τον νεαρό πατέρα μου και πολλούς άλλους νέους άνδρες, τους πήγε σε ένα μακρύ ταξίδι μέσα από την έρημο του Σινά μέχρι τη διώρυγα του Σουέζ και στη συνέχεια τους πέταξε στην αιγυπτιακή πλευρά της διώρυγας. Ο πατέρας μου στη συνέχεια πήγε από την Αίγυπτο στην Ιορδανία και κατέληξε στη Συρία, όπου γνώρισε τη Σύρια μητέρα μου και γεννήθηκα στον παλαιστινιακό προσφυγικό καταυλισμό Γιαρμούκ στη Δαμασκό. Άφησαν τη γιαγιά μου μόνη της και παρέμεινε μόνη της στη Γάζα για το υπόλοιπο της ζωής της. Προσπάθησα τα πάντα για να πάρω τη σουηδική υπηκοότητα ώστε να μπορώ να την επισκέπτομαι και να τη βλέπω, αλλά πέθανε το 2012 πριν μπορέσω να πάρω σουηδικό διαβατήριο. Το σημαντικό είναι ότι όταν έφτασα στη Σουηδία, άρχισα να τηλεφωνώ στη γιαγιά μου στη Γάζα, και τότε μου ήρθε μια ιδέα, κανόνισα ένα άλλο κινητό τηλέφωνο, και άρχισα να τηλεφωνώ στο σπίτι της γιαγιάς μου στη Γάζα, και με το άλλο κινητό τηλέφωνο κάλεσα τον πατέρα μου στη Συρία, και άνοιξα τα ηχεία και στα δύο τηλέφωνα ώστε η γιαγιά μου να μπορεί να μιλήσει στο γιο της, τον πατέρα μου, μετά από τόσα χρόνια, και αυτό λειτούργησε. Ξαφνικά, λιγότερο από τρεις μήνες αφότου έφτασα στη Σουηδία, το Ισραήλ διεξήγαγε πόλεμο στη Γάζα στα τέλη του 2008 και στις αρχές του 2009, και το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να βομβαρδίσουν τους τηλεφωνικούς πύργους, οπότε η επικοινωνία με τη Γάζα διακόπηκε, όπως σας είπα, η γιαγιά μου είχε μόνο ένα σταθερό τηλέφωνο. Χρειάστηκε πολύς χρόνος μετά το τέλος των ισραηλινών βομβαρδισμών για να ξαναχτίσουν οι Παλαιστίνιοι τους πύργους και να αποκαταστήσουν την επικοινωνία. Εκείνη την εποχή, όταν δεν ήξερα αν η γιαγιά μου ήταν ζωντανή ή όχι, έγραψα το ποίημα «Εμείς».
Η γλώσσα έχει τεράστια δύναμη στη διαμόρφωση πολιτικών αφηγήσεων. Πώς επηρεάζει η αραβική γλώσσα και η ποιητική της παράδοση την προσέγγισή σας σε πολιτικά θέματα στο έργο σας;
Η δύναμη της αραβικής ποίησης βασίζεται σε τέσσερα πράγματα: Το τεράστιο μέγεθος της αραβικής αυτοκρατορίας στο παρελθόν, το χρονικό διάστημα που κάλυπτε αυτή η αυτοκρατορία, την ιερότητα της αραβικής γλώσσας και το τεράστιο μέγεθος του αραβικού ποιητικού προϊόντος. Η δύναμη της αγγλικής γλώσσας, για παράδειγμα, έγκειται στο γεγονός ότι είναι διαδεδομένη σε ένα μεγάλο μέρος του κόσμου. Τα εβραϊκά, από την άλλη πλευρά, δεν έχουν τη δύναμη που προέρχεται από μια τεράστια αυτοκρατορία, αλλά η δύναμή τους προέρχεται από την αγιότητά τους, από τον Ιουδαϊσμό, από την αγιότητα της Παλαιάς Διαθήκης και τη σύνδεσή τους με την Καινή Διαθήκη. Έτσι, η αραβική γλώσσα μπόρεσε να συνδυάσει τα πλεονεκτήματα της αγγλικής και της εβραϊκής. Μια τεράστια δύναμη και ικανότητα να επηρεάζει τον ακροατή που προέρχεται από το γεγονός ότι συνδυάζει δύο πράγματα, έχει τη δύναμη που βασίζεται στην πολιτική δράση όπως τα αγγλικά και επίσης την ιερότητα όπως τα εβραϊκά.
Η δύναμή της προέρχεται από την εξάπλωσή της στην Αραβική Αυτοκρατορία, η οποία κυριάρχησε στον αρχαίο κόσμο για αιώνες, με τη Δαμασκό, τη Βαγδάτη και την Ανδαλουσία στην καρδιά της, εκτεινόμενη από την Ισπανία μέχρι τα σύνορα της Κίνας, τρεις φορές το μέγεθος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στο απόγειό της, και ακόμη και όταν η Αυτοκρατορία χωρίστηκε σε διάφορα βασίλεια, τα βασίλεια αυτά συνέχισαν να κυριαρχούν στον αρχαίο κόσμο για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Στη συνέχεια, υπάρχει η ιερότητα της αραβικής γλώσσας, η οποία πηγάζει από το γεγονός ότι είναι η γλώσσα του Κορανίου, του τελευταίου βιβλίου των αβρααμικών θρησκειών και του ιερού βιβλίου της δεύτερης μεγαλύτερης θρησκείας στον κόσμο.
Πάντα με γοήτευε η αραβική ποίηση, η οποία μπορεί να υπερηφανεύεται για την πλούσια ιστορία και τη διαχρονική κληρονομιά της. Ένα εντυπωσιακό χαρακτηριστικό αυτής της μορφής τέχνης είναι ότι η αραβική γλώσσα έχει παραμείνει σχετικά αμετάβλητη τα τελευταία 1.500 χρόνια. Αυτή η σταθερότητα μπορεί να αποδοθεί στην ανάγκη ανάγνωσης του Κορανίου στην πρωτότυπη γλώσσα του, μαζί με την απαίτηση να διεξάγονται οι προσευχές στα αραβικά. Σε αντίθεση με τον χριστιανισμό, όπου διάφορες μεταφράσεις της Βίβλου αρκούν για τη λατρεία και την κατανόηση, η αραβική γλώσσα έχει διατηρήσει τη γλωσσική της ακεραιότητα, διαφυλάσσοντας την πολιτιστική της κληρονομιά στο πέρασμα των αιώνων. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που έχω πρόσβαση σε μια τόσο μεγάλη δεξαμενή αραβικής ποίησης. Αυτό μου επιτρέπει να ασχοληθώ με έργα που γράφτηκαν πριν από 1.500 χρόνια χωρίς να αντιμετωπίζω εμπόδια γλώσσας ή νοήματος.
Τελικά, είμαι, χωρίς αμφιβολία, ένας Άραβας ποιητής. Υπενθυμίζω συχνά στον εαυτό μου ότι το κοινό μου αποτελείται από Άραβες αναγνώστες -αυτούς που μπορούν να ασχοληθούν άμεσα με τα λόγια μου στη γλώσσα με την οποία έχουν μεγαλώσει. Το να γράφω στα αραβικά είναι προνόμιο, καθώς την ομιλούν περισσότεροι από 400 εκατομμύρια άνθρωποι σε 22 χώρες, η καθεμία με τον δικό της μοναδικό πολιτισμό, ιστορία και αποχρώσεις. Η ποίησή μου έχει διαφορετική απήχηση σε αυτά τα διάφορα έθνη, αντανακλώντας την κοινή μας κληρονομιά. Η διαμόρφωση των στίχων μου στα αραβικά μου επιτρέπει να εξερευνήσω ένα ευρύ φάσμα πολιτισμικών εκφράσεων, επιτρέποντας στα ποιήματά μου να μεταφέρουν ένα νόημα σε έναν αναγνώστη στην Αίγυπτο και κάτι εντελώς διαφορετικό σε κάποιον στη Συρία, την Τυνησία ή την Υεμένη. Αυτή η δυναμική και ρευστή μορφή επικοινωνίας καθιστά την τεράστια, κοινή μας γλώσσα βαθιά σημαντική, συνδέοντάς μας με βαθύτατους τρόπους.
Όταν γράφετε για τραυματικά γεγονότα, ειδικά για εκείνα που αφορούν τη βία και τον πόλεμο, αισθάνεστε την ευθύνη να παρουσιάσετε μια συγκεκριμένη αλήθεια ή πραγματικότητα;
Όπως έχω αναφέρει, το έργο μου αντανακλά τη ζωή μου, την πραγματικότητα, τις αναμνήσεις και τις εμπειρίες μου – όπως και οι δημιουργίες κάθε καλλιτέχνη. Η πρόκληση έγκειται στο γεγονός ότι η ζωή και οι εμπειρίες μου είναι βαθιά συνυφασμένες με μια άδικη πραγματικότητα. Λέω συχνά ότι η ποίησή μου θα αλλάξει μόνο όταν αλλάξει η ίδια η πραγματικότητα. Ειλικρινά, το μόνο που ήθελα ποτέ ήταν να γράψω ένα ερωτικό ποίημα για μια κοπέλα που μου άρεσε. Κι όμως, να ‘μαι εδώ, τριάντα χρόνια μετά τη συγγραφή εκείνου του ποιήματος ως έφηβος, και εξακολουθώ να προσκολλώμαι στο όνειρο της δημιουργίας του τέλειου ερωτικού ποιήματος.
Ως ποιητής που ζει εκτός πατρίδας, πώς επηρεάζει αυτή η εμπειρία τη γραφή σας; Αισθάνεστε την ευθύνη ότι η ποίησή σας λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ της προσωπικής σας ταυτότητας και της ευρύτερης πολιτικής αφήγησης της Παλαιστίνης;
Ο πιο βαθύς αντίκτυπος του εκπατρισμού σε μένα ήταν η ευκαιρία να αντιληφθώ την αραβική γλώσσα υπό νέο πρίσμα. Η συγγραφή από απόσταση μου επέτρεψε να κατανοήσω και να εκτιμήσω την αληθινή αισθητική και την τεράστια ποιητική δύναμη της γλώσσας από μια νέα οπτική γωνία. Αυτή η αλλαγή με ώθησε να αναδιαμορφώσω τα ποιητικά μου εργαλεία, προσαρμόζοντάς τα στις νέες πραγματικότητες της αποξένωσης και του εκτοπισμού. Το γεγονός ότι είμαι ξένος με ανάγκασε να επανεξετάσω τι σημαίνει να γράφεις ως Άραβας ποιητής στην εξορία. Παραιτήθηκα από την αλαζονεία που συχνά συνδέεται με τους ποιητές. Στην εξορία, συνάντησα ένα διαφορετικό είδος ταπεινότητας. Επιπλέον, η απουσία της δικτατορίας που είχα γνωρίσει έφερε μαζί της μια αίσθηση απελευθέρωσης. Δεν ήμουν πλέον υποχρεωμένος να καλύπτω τα νοήματά μου με συμβολισμούς και λογοπαίγνια για να αποφύγω τη λογοκρισία, όπως κάνουν πολλοί συγγραφείς κάτω από καταπιεστικά καθεστώτα, βρήκα την ελευθερία να εκφραστώ πιο ανοιχτά. Άρχισα να βασίζομαι λιγότερο στη μεταφορά και τη μετωνυμία, πλησιάζοντας περισσότερο στην ουσία της ίδιας της ποίησης. Στόχος μου ήταν οι λέξεις μου να είναι άμεσες και χωρίς ωραιοποιήσεις, αντανακλώντας την ωμή πραγματικότητα της εξορίας, της απώλειας και της επιβίωσης. Αυτή η μεταμόρφωση επεκτάθηκε πέρα από τη γλώσσα- επρόκειτο για την αποκάλυψη μιας βαθύτερης, πιο αυθεντικής φωνής που αναδύθηκε όταν ο φόβος της λογοκρισίας ξεθώριασε. Η απόσταση από την πατρίδα μου επέτρεψε να εκτιμήσω τόσο την ομορφιά όσο και την ευθραυστότητα της γλώσσας και της ταυτότητάς μου.
Θα ήθελα επίσης να προσθέσω μια προσωπική δήλωση σχετικά με την εξορία και τον δυτικό πολιτισμό, επειδή η εξορία ιστορικά έχει αποτελέσει γόνιμο έδαφος για εμπνευσμένους ποιητές. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δυτικοί συγγραφείς βρέθηκαν σε μια μοναδική δυσχερή θέση- δεν υπήρχαν πλέον δικτατορικά καθεστώτα για να ξεφύγουν και οι δραματικές αφηγήσεις της εξορίας που κάποτε τροφοδοτούσαν τη δημιουργικότητά τους έμοιαζαν να μειώνονται. Ως απάντηση, προσπάθησαν να καλύψουν αυτό το κενό με την καθιέρωση υποτροφιών, χρηματοδοτήσεων και πολιτιστικών ανταλλαγών, με στόχο να αναδημιουργήσουν τις πλούσιες εμπειρίες που είχε προσφέρει η εξορία. Η προσπάθεια αυτή ήταν μια προσπάθεια να αντισταθμιστεί η απουσία της εξορίας στη δυτική λογοτεχνία, επιτρέποντας στους ποιητές να εξερευνήσουν νέες προοπτικές και να διευρύνουν τους καλλιτεχνικούς τους ορίζοντες σε έναν κόσμο όπου η σκληρή πραγματικότητα του εκτοπισμού δεν αποτελούσε πλέον εξέχον θέμα.
Γεννηθήκατε στη Δαμασκό, μεταναστεύσατε στη Σουηδία και τώρα ζείτε ανάμεσα στο Βερολίνο και τη Στοκχόλμη. Ποιο είναι το σπίτι σας; Πότε – όχι πού – αισθάνεστε «σαν στο σπίτι σας»;
Οι ποιητές βρίσκονται γενικά σε μια διαρκή κατάσταση μεταβολής, ακόμη και αν η ζωή τους δεν αλλάζει ριζικά. Όταν όμως ένας ποιητής εγκαταλείπει το οικείο περιβάλλον στο οποίο ζει με σταθερή και μονότονη ασφάλεια, και κυρίως όταν βρίσκεται σε έναν τόπο όπου η γλώσσα του δεν ανήκει, η αποξένωση γίνεται πολυεπίπεδη και μετατρέπεται σε διπλή αποξένωση. Για έναν ποιητή με νομαδική ψυχή, αυτού του είδους η απομάκρυνση μπορεί να μοιάζει σαν να έχει εξαφανιστεί η βαρύτητα που τον κρατάει στο έδαφος και το μήλο πέφτει προς τα πάνω, όπως λέω στο ποίημά μου, και γίνεται σημαντικό να συνηθίσει την ισορροπία χωρίς βαρύτητα. Η ουσία της ποίησης έγκειται στην ιδιότητά της να αντικατοπτρίζει αυτές τις περιπλανώμενες ψυχές, αυτές που δεν αναπαύονται ποτέ. Το να απομακρυνθεί κανείς από τον τόπο του και να γίνει ξένος είναι η προϋπόθεση για να γίνει μάρτυρας, τώρα ο ποιητής μπορεί να παρατηρήσει καθαρά τον κόσμο από την οπτική γωνία ενός ξένου, εκπληρώνοντας έτσι τον ρόλο του ως μάρτυρας του κόσμου. Βρίσκω τον εαυτό μου να αντιμετωπίζει το Βερολίνο ως μια δυστοπική ουτοπία, και έχοντας την προοπτική του ξένου μου επιτρέπει να βλέπω την πόλη πιο καθαρά. Αυτό με έχει οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι η μετοίκηση στο Βερολίνο δεν είναι προσωρινή. Και έτσι βρίσκομαι εδώ, υψώνοντας το μεσαίο δάχτυλο στους λευκούς υπερμαχικούς διανοούμενους που με περιβάλλουν, και μπορώ πλέον να πω με βεβαιότητα ότι η ζημιά που προκάλεσε ο βαθιά ριζωμένος ρατσισμός στη γερμανική κουλτούρα δεν με επηρεάζει πλέον, επειδή το πολύ τραύμα μου έχει δώσει δέρμα κροκόδειλου, όπως λέμε στα αραβικά.
Από εδώ και πέρα, η γραφή είναι η πραγματική μου πατρίδα, και όπως λέει ο Theodor Adorno: «Για έναν άνθρωπο που δεν έχει πια πατρίδα, η γραφή γίνεται τόπος ζωής».
Μπορείτε να μας πείτε πώς βιώσατε την πολιτική και πολιτιστική κατάσταση στη Γερμανία από τις 7 Οκτωβρίου;
Αυτή τη στιγμή βιώνουμε μια δύσκολη περίοδο στη Γερμανία, η οποία χαρακτηρίζεται από τη συστηματική καταστολή των φωνών μας και την εκτεταμένη ακύρωση των πολιτιστικών μας δραστηριοτήτων. Εκδηλώσεις κάθε είδους -αναγνώσεις, εκθέσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, τελετές απονομής βραβείων, μουσικές παραστάσεις, διαλέξεις, προβολές ταινιών, ακόμη και το κλείσιμο πολιτιστικών κέντρων- επηρεάζονται. Φαίνεται ότι η Γερμανία απέτυχε να διδαχθεί από την ιστορία της. Αντ’ αυτού, βλέπουμε μια συνέχιση της βάναυσης καταπίεσης κατά των Παλαιστινίων. Οι ακυρώσεις στη Γερμανία αυτή τη στιγμή έχουν γίνει μία από τις πιο εκτεταμένες στην ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης. Επιπλέον, βρισκόμαστε σε μια τοξική ατμόσφαιρα μέσα σε μια μη φιλόξενη κοινωνία που χαρακτηρίζει σταθερά τις ταυτότητές μας ως επικίνδυνες, την επιδίωξή μας για ισότητα ως πολιτικά μη ορθή και τη λαχτάρα μας για ελευθερία ως απειλή. Για άλλη μια φορά, γινόμαστε μάρτυρες των Γερμανών -κυβερνήσεων και πολιτών, σε όλες τις δημόσιες και ιδιωτικές σφαίρες, ομάδων και ατόμων, σε όλο το πολιτικό φάσμα, είτε είναι ανεξάρτητοι είτε όχι- που συμμετέχουν σε μια οργανωμένη, συστηματική συλλογική προσπάθεια να φιμώσουν, να σβήσουν και να λογοκρίνουν τις φωνές μιας ομάδας ανθρώπων. Μας απογυμνώνουν από τις αξίες μας, μας αντιμετωπίζουν ως εχθρούς και μας απανθρωποποιούν.
Ήμουν ένας από τους πρώτους που φιμώθηκαν στη Γερμανία, μετά την ακύρωση της εκδήλωσης παρουσίασης μιας ποιητικής ανθολογίας που επιμελήθηκα για το Haus für Poesie στις 12 Οκτωβρίου 2023. Τώρα, είμαστε μια μεγάλη ομάδα καλλιτεχνών που αντιμετωπίζει αυτή τη συστηματική πολιτική σιωπής, ακύρωσης και λογοκρισίας.
Παρακαλώ ρίξτε μια ματιά στο έγγραφο στο παρακάτω barcode, υπογραμμίζει μερικές περιπτώσεις ακύρωσης και αποσιώπησης, συμπεριλαμβανομένων μόνο εκείνων που συμφώνησαν να μιλήσουν δημόσια. Η πλειονότητα των θιγόμενων δεν περιλαμβάνεται επειδή η αποκάλυψη των εμπειριών τους θα τους εξέθετε σε περαιτέρω αντιδράσεις-κατηγορίες για αντισημιτισμό, πρόσθετες ακυρώσεις, απώλεια εργασίας και ενδεχομένως το τέλος της καριέρας τους:
Κάποτε οι άνθρωποι ισχυρίζονταν ότι αγνοούσαν τι συνέβη κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930. Σήμερα, σας τα λέω αυτά επειδή θέλω να γίνετε μάρτυρες αυτής της ιστορικής στιγμής.
Τώρα ξέρετε!
* Εμείς
Ghayath Almadhoun
Μετάφραση από τα αραβικά: Αγγελική Σιγούρου
Εµείς, τα σκόρπια θραύσµατα και η βροχή από σάρκες, προσφέρουµε τη βαθύτατη απολογία µας στον καθένα από τούτο τον πολιτισµένο κόσµο, στον καθένα χωριστά, άντρα, γυναίκα και παιδί, γιατί άθελά µας µπήκαµε στα φιλήσυχα σπίτια τους χωρίς να ζητήσουµε την άδεια, απολογούµαστε που αφήσαµε ίχνη από τα κοµµάτια µας πάνω στις λευκές σαν χιόνι αναµνήσεις τους, γιατί προσβάλαµε την εικόνα του αρτιµελή, φυσιολογικού ανθρώπου στα µάτια τους, γιατί ξεδιάντροπα τρυπώσαµε στα ξαφνικά µες στα δελτία ειδήσεων, τις διαδικτυακές σελίδες και τα φύλλα των εφηµερίδων, γυµνοί, ντυµένοι µοναχά το αίµα µας και της καρβουνιασµένης σάρκας µας τ’ αποµεινάρια, απολογούµαστε σ’ όλα τα µάτια που δεν τόλµησαν να κοιτάξουν κατάµατα τις πληγές µας για µην τα βρει η φρίκη, απολογούµαστε σε όποιον δεν µπόρεσε ν’ αποτελειώσει το δείπνο του όταν απρόσµενα αντίκρισε πρόσφατες φωτογραφίες µας στην τηλεόραση, απολογούµαστε για την οδύνη που προκαλέσαµε σε όποιον µας είδε έτσι, πληγές ανοιχτές κι απεριποίητες, αποµεινάρια και κοµµάτια που δεν συγκολλήθηκαν πριν βγούµε στις οθόνες, απολογούµαστε επιπλέον στους Ισραηλινούς στρατιώτες που ανέλαβαν το βαρύ έργο να πατήσουν τα κουµπιά στα αεροσκάφη και τα τανκς τους για να µας κοµµατιάσουν, απολογούµαστε σ’ εκείνους για την απεχθή εικόνα στην οποία µετατραπήκαµε αφού έριξαν τις βόµβες τους κατευθείαν πάνω στα τρυφερά µας κεφάλια και για τις ώρες που θα περάσουν τώρα στους ψυχιάτρους για να ξαναγίνουν άνθρωποι, όπως ήταν πριν καταντήσουµε αποτρόπαια µέλη που τους κατατρέχουν κάθε φορά που προσπαθούν να κοιµηθούν, είµαστε τα πράγµατα που είδατε στις οθόνες και τις εφηµερίδες κι αν προσπαθήσετε να βάλετε µαζί όλα τα κοµµάτια όπως συνθέτουµε ένα παζλ, θα αποκτήσετε µια ξεκάθαρη εικόνα για µας, ξεκάθαρη σε τέτοιο βαθµό που δεν θα µπορείτε πλέον να κάνετε απολύτως τίποτα.
(*) H Δήμητρα Διδαγγέλου είναι Ψυχολόγος, M.Sc. Ψυχολογία & Μ.Μ Ε., Contributing Editor The Brussels Review