Το αφιέρωμα στη Λογοκρισία συνεχίζετια με δύο ακόμα κείμενα (επιμ. Μαρίζα Ντεκάστρο)
Πάνος Χριστοδούλου, συγγραφέας, Διευθυντής του Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού.
Το Δίκτυο με μεγάλη εμπειρία στο σχεδιασμό δράσεων και εργαλείων για την προαγωγή και προάσπιση των δικαιωμάτων του παιδιού, δημιούργησε το βιβλίο γνώσης για παιδιά «Έχω δικαίωμα; Έχω δικαίωμα!». Σκοπός του συγκεκριμένου βιβλίου είναι να ενημερώσει σε βάθος, και να ευαισθητοποιήσει τον αναγνώστη στην εφαρμογή και τήρηση των δικαιωμάτων των παιδιών.
Το βιβλίο αυτό αμέσως ξεχώρισε και ήδη έχει βραβευτεί τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς (ενδεικτικά: «Αναγνώστης», διάκριση Διεθνούς Βιβλιοθήκης Νεότητας του Μονάχου «The White Ravens»). Το σκεπτικό για όλες τις διακρίσεις είναι πάνω-κάτω κοινό: Το συγκεκριμένο βιβλίο είναι καινοτόμο, έχει χιούμορ, «μιλά» στα παιδιά με ειλικρίνεια και με γλώσσα απλή και φιλική για τα δικαιώματά τους, τα ενημερώνει σε βάθος με επιστημονικά τεκμηριωμένες πληροφορίες για τη σχετική Διεθνή Σύμβαση (που αποτελεί και νόμο της χώρας μας) και γενικότερα τα εξοικειώνει με την έννοια του δικαίου. Παράλληλα, προσφέρει χρήσιμες γνώσεις για την ιστορία των δικαιωμάτων καθώς και τους διαθέσιμους μηχανισμούς προστασίας και αποκατάστασής τους, ενώ ενθαρρύνει τους αναγνώστες να κινητοποιηθούν υπέρ αυτών. Επιπλέον, αυτό που κάνει ξεχωριστό το «Έχω δικαίωμα; Έχω δικαίωμα!», είναι ότι στις σελίδες του, το κάθε παιδί μπορεί να βρει τον εαυτό του.
Σύμφωνα και με τη Συνήγορο του Παιδιού, το βιβλίο έρχεται να καλύψει κενά δεκαετιών και να αποτελέσει ένα εργαλείο για πλούσιες συζητήσεις, μέσα από τις οποίες τα παιδιά μπορούν να σκάψουν βαθιά στις έννοιες και να αποκτήσουν μια άλλη οπτική, με μεγαλύτερη ενσυναίσθηση, κατανόηση και σεβασμό, για τις σχέσεις και τους συνανθρώπους τους.
Κι όμως! Αυτό βιβλίο αντιμετωπίζεται με φόβο σε κάποια σχολεία. Εκπαιδευτικοί αλλά και υπεύθυνοι σχολικών βιβλιοθηκών (με τους οποίους το Δίκτυο είναι σε συνεργασία στο γενικότερο πλαίσιο της δράσης του αλλά και μέσω εκπαιδευτικών προγραμμάτων-εγκεκριμένων από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, που υλοποιεί σε σχολεία), ενώ αναγνωρίζουν την αξία του συγκεκριμένου βιβλίου φοβούνται να το προτείνουν στους μαθητές τους για να μην αντιμετωπίσουν αντιδράσεις από κάποιους γονείς.
Οι φόβοι αυτοί επιβεβαιώθηκαν. Κάποιοι γονείς σε συγκεκριμένο σχολείο αντέδρασαν όταν διαπίστωσαν ότι το βιβλίο, αναλύοντας το κάθε δικαίωμα των παιδιών που περιλαμβάνεται στη Διεθνή Σύμβαση, ασχολείται και με το δικαίωμα στην οικογένεια αλλά και το δικαίωμα στην ταυτότητα κι έτσι αναφέρεται στα διαφορετικά είδη οικογένειας που υπάρχουν αλλά και στα διαφορετικά είδη ταυτοτήτων. Ακόμη και το δικαίωμα στη υγεία θεωρήθηκε από κάποιους γονείς προβληματικό γιατί σε αυτό, ανάμεσα στα άλλα, αναφέρεται και η προστασία που προσφέρουν τα εμβόλια!
Οι αντιδράσεις θα πρέπει να προκαλούν ανησυχία. Πόσο μπορεί να παρεμβαίνει ένας γονιός και να ακυρώνει τον εκπαιδευτικό ρόλο και τις αποφάσεις ενός σχολείου ειδικά μάλιστα για θέματα που πλέον, πέρα του ότι αποτελούν πραγματικότητα, είναι και νομικά ρυθμισμένα με κατοχυρωμένα δικαιώματα; Όσο κι αν κάποιοι δεν θέλουν να το αποδεχτούν υπάρχουν και διαφορετικές οικογένειες από τις παραδοσιακές, όπως υπάρχουν και άνθρωποι που βιώνουν το φύλο τους με διαφορετικό τρόπο από αυτόν με τον οποίο καταχωρίστηκαν κατά τη γέννησή τους, και όλοι τους αναγνωρίζονται και προστατεύονται από την ελληνική έννομη τάξη, η οποία (ν. 5089/2024, ν. 4491/2017).
Κι αν έστω κάποιος εσφαλμένα δεχτεί ότι είναι επιλογή του γονιού, στο πλαίσιο του γονεϊκού του ρόλου, να αρνείται -αν θέλει- την πραγματικότητα, να μην αναγνωρίζει όσα αναγνωρίζει ο νόμος και να επιβάλει αυτή του την άρνηση και στο παιδί του απαγορεύοντας του να διαβάσει ένα βιβλίο και να εκπαιδευτεί πάνω στα δικαιώματα, γίνεται αυτή η απαγόρευση να συμπαρασύρει ένα ολόκληρο σχολείο; Ο φόβος κάποιων γονέων ότι τα παιδιά τους θα εκτεθούν σε αντίθετες με τις δικές τους αντιλήψεις μπορεί να οδηγεί σε de facto λογοκρισία;
Ποιος μπορεί να υποστηρίξει σχολείο και εκπαιδευτικούς που νιώθουν τρωτοί απέναντι στη βούληση αυτών των γονιών αν όχι η ίδια η πολιτεία, που θα έπρεπε εμπράκτως και σε κάθε επίπεδο να υποστηρίζει τις νομοθετικές της επιλογές; Αλλά και όλοι εμείς οι υπόλοιποι πως αποδεχόμαστε παρεμβάσεις, οι οποίες στην πράξη ακυρώνουν την εκπαίδευση των παιδιών πάνω στα δικαιώματά τους; Επιτρέποντας τέτοιες καταστάσεις, ιδιαίτερα σε μια εποχή έντονων κρουσμάτων bullying (για τα οποία όλοι δηλώνουμε ανήσυχοι!), τι μήνυμα περνάει σε όσα παιδιά τυχόν αποτελούν μέλη «διαφορετικών» οικογενειών ή αισθάνονται διαφορετικά για την ταυτότητά τους σε σχέση με το «συνηθισμένο»;
Προφανώς, η συγκεκριμένη αντιμετώπιση του βιβλίου μας δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό καθώς τέτοιοι γονείς, που σιγοντάρονται από διάφορους υπερσυντηρητικούς κύκλους, υπάρχουν παντού και προσπαθούν να επέμβουν και να απαγορεύσουν οτιδήποτε φοβούνται ή θεωρούν αντίθετο στις προσωπικές τους πεποιθήσεις και αξίες (όπως τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση). Πέραν του ότι γενικά οι απαγορεύσεις δεν εμποδίζουν τα παιδιά να είναι περίεργα για διαφορετικά θέματα, απλώς τα στρέφουν σε άλλες πηγές που μπορεί να είναι και ακατάλληλες, η de facto απαγόρευση ενός βιβλίου δεν προστατεύει τα παιδιά, όπως ίσως πιστεύουν οι συγκεκριμένοι γονείς, αλλά τελικώς τα βλάπτει καθώς περιορίζει τις ευκαιρίες γνώσης τους, εμποδίζει τον διάλογο και την ανταλλαγή ιδεών και αναπόφευκτα καλλιεργεί το έδαφος για την κατάργηση της ελευθερίας της σκέψης. Και γι’ αυτό χρέος μας είναι να αντιδράσουμε.
*****
Καλλιόπη Κύρδη, εκπαιδευτικός
Τι γίνεται με τα σχολεία;
Στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση η επιλογή βιβλίων που θα διαβαστούν στην τάξη ή θα εμπλουτίσουν τη σχολική βιβλιοθήκη μέσω αγοράς (κάτι ιδιαίτερα σπάνιο, αφού δεν προβλέπονται σχετικά κονδύλια) σε μεγάλο βαθμό λαμβάνει υπόψη εκ των προτέρων την «επικινδυνότητα». Δηλαδή, το αν αυτό το βιβλίο θα προκαλέσει ενδεχομένως την αρνητική αντίδραση των γονέων, των προϊσταμένων, της τοπικής εκκλησιαστικής αρχής. Λαμβάνει υπόψη την πιθανότητα ο/η εκπαιδευτικός να κληθεί να δώσει λόγο. Ενδεικτικό παράδειγμα η ένσταση διευθύντριας σχολείου του κέντρου της Αθήνας για βιβλίο που αφορούσε 3 ιστορίες προσφύγων, το οποίο διανεμήθηκε από τους/τις εκπαιδευτικούς τους στα παιδιά της Στ΄ τάξης, διαβάστηκε και συζητήθηκε μαζί τους. Εξέφρασε την αντίρρησή της στην προϊσταμένη της αρχή, ευτυχώς όμως το βιβλίο είχε την έγκριση του Υπουργείου Παιδείας, κι έτσι οι εκπαιδευτικοί δεν κλήθηκαν για περεταίρω εξηγήσεις.
Δεν είχαν όμως παρόμοια πορεία βιβλία που το ίδιο το κράτος εξέδωσε. Είναι γνωστή η διαμάχη γύρω από το βιβλίου Ιστορίας Στ΄ Δημοτικού των Μ. Ρεπούση, Χ. Ανδρεάδου, Α. Πουταχίδη, Α. Τσιβά που αποσύρθηκε το 2007: Οι επικριτές του υποστήριζαν ότι η ιστορική αφήγηση που υιοθέτησε ήταν ανεπαρκής για να ενσταλάξει την εθνική συνείδηση στους μαθητές. Επίσης επικρίθηκε για στρογγύλεμα των γεγονότων προς όφελος όσων δεν επιθυμούν τις λαϊκές διεκδικήσεις. Για έλλειμμα στο εθνικό αφήγημα κατηγορήθηκε και τελικά αποσύρθηκε το 1991, η «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία» της Γ΄ Γυμνασίου, του Βασίλη Κρεμμυδά, αφού διδάχτηκε για κάποια χρόνια με περικοπές. Το 2002 η «Ιστορία του νεότερου και σύγχρονου κόσμου», της Γ’ Λυκείου, γραμμένη από 12 ιστορικούς υπό την εποπτεία του πανεπιστημιακού Γιώργου Κόκκινου, διανεμήθηκε αλλά δεν διδάχτηκε ποτέ, λόγω ενστάσεων από την Ιερά Σύνοδο, εθνικιστικούς κύκλους αλλά το υπουργείο Παιδείας της Κύπρου. Ήδη το 1990 είχε αποσυρθεί και η «Ιστορία του ανθρώπινου γένους», της Α΄ Λυκείου, του Λευτέρη Σταυριανού: Οι αναφορές στη δαρβίνειο θεωρία, στον ρόλο του ιερατείου και στο ότι «δεν υπάρχει έμφυτη ή γενετική ανισότητα μεταξύ των φύλων» προκάλεσαν διαμαρτυρίες παραεκκλησιαστικών οργανώσεων και διαδηλώσεις καθώς και αφοριστικά υπομνήματα της Ιεράς Συνόδου.
Δεν είναι τα μόνα σχολικά βιβλία που αποσύρθηκαν για λόγους εθνικούς. Τα Ψηλά Βουνά, αναγνωστικό της Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης, γραμμένο από τον Ζ. Παπαντωνίου κατηγορούνται ότι «ἐμφανίζουσι τήν τε θρησκείαν καὶ τὸν Ἑλληνισμόν ὑπὸ μορφὴν γελοίαν καὶ βάρβαρον, ἵνα ἑμποιήσωσιν ἀποστροφὴν πρὸς ἀμφότερα, ὥστε οἱ παῖδες νὰ ἀσπασθῶσιν ὕστερον τὰς ἰδέας, πρὸς ἃς ἄγουσι τὰ Ψηλὰ Βουνά, ἤτοι τὸν μπολσεβικισμόν». Αποσύρονται το 1920 και επανέρχονται μετά από κυβερνητική αλλαγή.