Αλεξάνδρα Σαμοθράκη (Λονδίνο).
Πώς αντιμετωπίζεις τη συμφορά; Στη Ελλάδα, εξαρτάται από το αν είναι δική σου ή των άλλων. Αν είναι δική σου οι επιλογές κυμαίνονται από την αξιοπρέπεια μέχρι την ολοσχερή κατάρρευση. Αν όμως είναι των άλλων οι επιλογές είναι μόνο 3: η ενσυναίσθηση (βάζω τον εαυτό μου στη θέση του άλλου), η απλή συμπάθεια (λυπάμαι για τον άλλον) και η αδιαφορία/ ανακούφιση (ευτυχώς που συνέβη σε κάποιον άλλον).
Οποιά αντιμετώπιση και να εκφράζει τον καθένα είναι εξίσου ανθρώπινη και οδηγεί από διαφορετικές οδούς στο ίδιο αποτέλεσμα, την ανατροφοδοτούμενη υστερία, κάτι που γίνεται φανερό από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπου άπαντες κατηγορούν άπαντες ανεξάρτητα από τη στάση που κρατάνε. ‘Γιατί έβαλες τη φωτό της Γαλλίας και όχι του Λιβάνου που επίσης δέχτηκε τρομοκρατική επίθεση με 40 νεκρούς την ίδια μέρα πάνω από τη φωτό του προφίλ σου στο facebook;’,’Γιατί δε μένουν στη Συρία οι πρόσφυγες εμείς στην Ελλάδα πεινάμε’ ‘Γιατί δεν πάνε οι πρόσφυγες στα μουσουλμανικά κράτη;’‘Γιατί οι Ευρωπαίοι αγόραζαν πετρέλαιο από το Ισλαμικό Κράτος;’ Και διάφορα άλλα ωραία που όλα έχουν την ίδια απάντηση: ‘Γιατί εγώ είμαι καλύτερος από εσένα και έχω καλύτερη άποψη.’
Υπάρχει και μια τέταρτη επιλογή που στην Ελλάδα των ψυχοπονιάρηδων ή εγωιστικών ατόμων συχνά ξεχνάμε αλλά που οι Άγγλοι μετά το Blitz (τους ισοπεδωτικούς βομβαρδισμούς του 40 και 41 από τη ναζιστική Luftwaffe κυρίως στη νότια/κεντρική Μ. Βρετανία) έχουν τελειοποιήσε: ας την ονομάσουμε ‘ενσυναισθητική αδιαφορία’.
Η επιλογή αυτή επιτρέπει να συμπονέσεις και να συντρέξεις αν έχεις τη δυνατότητα τα θύματα χωρίς όμως να προβάλλεις τις επιπτώσεις του τραγικού γεγονότος στη ζωή σου. Είναι ορθολογική, κλινική και λίγο σχιζοφρενική, αλλά νομίζω είναι η μόνη επιλογή που όντως θα μπορούσε να είναι το αντίδοτο στην προπαγάνδα του φόβου.
Το μυαλουδάκι μας είναι προγραμματισμένο να ταυτιστεί με την εξαίρεση, με όσους τραυματίστηκαν ή έχασαν τη ζωή τους και είναι όντως φρικτό για τους ανθρώπους που πήγαν να διασκεδάσουν και δε γύρισαν ποτέ σπίτι τους, όμως η πραγματικότητα είναι πως ακόμη και στο Μπατακλάν με τους περισσότερους νεκρούς, περισσότεροι από τους εννιά στους δέκα σώθηκαν.
Η τρομοκρατία βασίζεται στην ενστικτώδη αυτή ανθρώπινη αντίδραση πώς είτε θα φανταστείς τον εαυτό σου να πίνει μπύρα ακούγοντας μέταλ τη στιγμή που θα σε γαζώσει ένα καλάσνικοφ είτε πως θα απαξιώσεις τη μοίρα του συνανθρώπου σου που πέθανε εντάσοντας τον σε μια ομάδα στην οποία εσύ δεν ανήκεις (ήταν άτυχος, ήταν Εβραίος/ Σύριος/ δημοσιογράφος) ώστε να μπορέσεις να ανασάνεις με ανακούφιση που τη γλίτωσες.
Αυτό που προσπαθώ να πω είναι πως οι πιθανότητας να ζήσεις είναι με το μέρος σου και όχι με το μέρος των τρομοκρατών. Ακόμη και αν βρισκόσουν στο Παρίσι το αιματηρό βράδυ της Παρασκευής, ακόμη και αν βρισκόσουν στο 10ο διαμέρισμα στις 21:30, ακόμη και αν βρισκόσουν σε ένα από τα μαγαζιά που δέχτηκαν επίθεση, το πιθανότερο είναι πως δε θα γινόσουν οσιομάρτυρας αλλά αυτόπτης μάρτυρας.
Εγώ φοβάμαι τις αράχνες, φοβάμαι τις ενέσεις, φοβάμαι την αποτρίχωση με κερί και φοβάμαι τα έργα με φαντάσματα. Οι φόβοι μου είναι γελοίοι, το ξέρω, αλλά προέρχονται όλοι από πράγματα που αναγκάζομαι να αντιμετωπίζω στην καθημερινότητα μου. Φυσικά αν είχα μπροστά μου ένα τζιχαντιστή ζωσμένο με εκρηκτικά δε θα ήμουν τόσο ψύχραιμή. Δεν έχω όμως. Και αρνουμαι να δεχτώ να ζω όπως μου υπαγορεύουν οι σκληροπυρηνικοί, ισλαμιστές φανατήλες, σα να είχα.
Όταν βλέπω μια αράχνη φοβάμαι τόσο πολύ που το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να τη σκοτώσω πετώντας της ότι παπούτσι βρω μπροστά μου από τα 3 μέτρα(ας με συγχωρέσουν οι οικολόγοι φίλοι αλλά η εναλλακτική είναι το να πάθω έμφραγμα). Οι τρομοκράτες δεν εξαφανίζονται με παντόφλες. Το καλύτερο όπλο που έχουμε εναντίον τους σαν άτομα είναι η περιφρόνηση.