Δημοσθένης Βουτυράς: Ανταπόκριση από την Κόλαση (Μια φανταστική συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Σαμοθράκη)

0
300

της Αλεξάνδρας Σαμοθράκη

Με αφορμή τα 67 χρόνια από το θάνατο του πλέον αμφιλεγόμενου Έλληνα διηγηματογράφου, του Δημοσθένη Βουτυρά. που γεννήθηκε μέσα σε ένα πλοίο στην Κωνσταντινούπολη το 1872 και πέθανε στην Αθήνα στις 27/3/58 όπως θα έπρεπε να πεθαίνουν όλοι οι συγγραφείς, παραγνωρισμένος και πάμφτωχος,  ο Αναγνώστης δημοσιεύει μια αποκλειστική συνέντευξη του από το υπερπέραν. Η συνέντευξη είναι φανταστική, αλλά οι απαντήσεις του πραγματικές από την νουβέλα του- παρωδία της Κόλασης του Δάντη, «Μεσα στην Κόλαση» (εκδ. Φαρφουλάς).

 

Απ:  Συγνώμη για την ενόχληση αλλά θέλετε να μας πείτε πώς βρεθήκατε από τον Παράδεισο στην Κόλαση;

ΑΠ: Ήμουν συνηθισμένος να βρίζω και να βλαστημώ για το τίποτε, αλλά είχα πάψει απ’ την ώρα που βρέθηκα στον Παράδεισο. Αλλά τι τραβούσα για να μην αφήσω τη βλαστήμια να πεταχτεί έξω! Μου ερχόταν να σκάσω! Μια μέρα, πάνω σε μια στιγμή που τα άπειρα όργανα, οι άπειρες φωνές παίζανε και ψέλνανε τη δύναμη του Δία, δεν κρατήθηκα και φώναξα: «Ε, δεν σκάζετε επιτέλους- που να πάρει ο Διάβολος το Θεό σας!» Τα πάντα πάψανε και οι φωνές και τα μουγκρητά των ωκεανών κι αυτά σωπάσανε. Νεκρή σιωπή έπεσε και μαζί σκοτάδι πυκνό σαν πίσσα. Αλλά με μιας τα πάντα φωτίστηκαν από το φως των ματιών του Δία. Και η φωνή του τρομερή και στριγκιά ακούστηκε να λέει, καθώς όλοι μένανε σκυφτοί και με μισόκλειστα μάτια, μη υποφέροντας το φως εκείνο:

«Αυτός ο αδιόρθωτος, που του κανά τη χάρη και μπήκε μέσα δω, να φύγει!» Σα να σύρθηκα από μια δύναμη μεγάλη, βρέθηκα γρήγορα σαν αστραπή έξω και πετάχτηκα σαν κουρελάκι.

ΕΡ: Τι ήταν το πρώτο πράγμα που πέρασε από το μυαλό σας;

ΑΠ: «Δεν πας να λες ό,τι θέλεις. Εδώ σα να ‘μια πιο καλά! Λεύτερος!» Είδα τις φλόγες να ξεπετιούνται και σκέφτηκα «θα πάω από εκεί να δω τι κάνουν.» αλλά μια δύναμη με εμπόδισε και θύμωσα! «Βρε άσε με που να σε πάρει ο Διάβολος! Άσε με να πάω! Μα λευτεριά λέγεται τούτη! Σα να’μαι στην Ελλάδα! Μπα!»

ΕΡ: Και με τι καταπιάνεστε στην Κόλαση, αν επιτρέπεται;

ΑΠ: Με πήγε ένας Διάβολος, φίλος μου, και την είδα όλη αλλά κουράστηκα να γυρίζω. Μου ‘ρθε μια επιθυμία να πάω να βοηθήσω τους διαβόλους που μαστίγωναν Πρωθυπουργούς στην Πρώτη Κόλαση. Καιρό και καιρούς έμεινα εκεί, στο βάσανο των πρωθυπουργών, χτυπώντας το με το μαστίγι καλό σα διάβολος. Όταν κουραζόμουν, έτρεχα μόνος μου, ή με το φίλο μου το Διάβολο, και έφερνα γύρω όλους τους δικούς μου, φίλους και γνωστούς και τους έβλεπα. Και πάλι, μετά απ’αυτά, έτρεχα στη θέση μου, έδινα βουρδουλιές δυνατές στο Μέτερνιχ και στους άλλους πρωθυπουργούς, που διεύθυναν και βύθιζαν στο αίμα την ανθρωπότητα.

ΕΡ: Είναι αλήθεια πως είχατε δει κάποιους Έλληνες συγγραφείς στον Παράδεισο;

ΑΠ: Ναι! Τον Προβελέγγιο, τον Μαρτζώκη, τον Παπαδιαμάντη και μερικούς άλλους.

ΕΡ: Και ο Καρκαβίτσας;

ΑΠ:  Όχι, αυτός είναι στη Δεύτερη Κόλαση. Παίρνει φάρμακα, όπως διέταζε για τους στρατιώτες.

ΕΡ: Ο Άγγελος Σικελιανό;

ΑΠ: Επίσης, Δεύτερη Κόλαση- πάνω σε ένα βάθρο και κόρες από κάτω του αφήνουν πιατέλες με τηγανητά ψάρια, ψητά κρέατα, φρούτα, ορεκτικά και κρασί κιτρινωπό. Και αυτός αγωνίζεται να σκύψει να πάρει απ’αυτά, σκύβει το κεφάλι πολύ, κουνάει τα χέρια του, αλλά μόνο αυτό, ίσαμε ‘κει. Και ένα σωρό παιδιά ξεφυτρώνουν από κάτι θάμνους, φτωχικά ντυμένα, ξυπόλητα και ρίχνονται στα φαγιά και τα αρπάζουν. Ο καημένος ο Άγγελος ήθελα να γίνει θεός. Και έγινε. Τα πόδια του είναι από μάρμαρο, η μέση του….

ΕΡ: Καλά, καλά. Ο Παλαμάς που σας είχε αναφέρει με τόσο κολακευτικά λόγια στο αφιέρωμα της Φιγκαρό για τη νεοελληνική λογοτεχνία το 1928 αν και επισήμανε τους ενδοιασμούς της κριτικής, τη γλίτωσε;

ΑΠ: Πρώτη Κόλαση. Μαζί με Δροσίνη, Πορφύρα, Γρυπάρη κυνηγούν τις σκιές τους.  Και οι σκιές τους δεν έχουν όπως στη γη, να φαίνονται άλλοτε πως σέρνονται απ ’τις φτέρνες των ανθρώπων ή και να τις σπρώχνουν οι μύτες των παπουτσιών τους σε κάθε βήμα, αλλά βρίσκονται απόμακρα λίγο απ ’αυτούς και ανεξάρτητες. Και τρέχουνε, τρέχουνε κυνηγώντας τις σκιές τους, γυρίζουν πίσω, σκύβουν, όταν σα να τους πλησιάζει λίγο αυτή, ιδρώνουν, αγκομαχάν.

ΕΡ: Ξέρετε, και ο Ξενόπουλος πρώτος είχε μιλήσει για το «πρόβλημα Βουτυρά», δηλαδή για το πόσο εθιστικά είναι τα διηγήματά σας παρά τις ατέλειες που τους προσάπτει η κριτική. Κόλαση και αυτός να υποθέσω;

ΑΠ: Ναι ο καημένος ο Γρηγόρης και είχαμε φιλία. Πρώτη Κόλαση σε ένα μικρό σπίτι με παράθυρα ανοιχτά και κόκκινες κουρτίνες να κρέμονται. Τον είδα όπως ήταν μια φορά και ένα καιρό στη Γη, με τα γυαλιά του, σκυμμένο πολύ στο γραφείο του να γράφει και όσα γράμματα έγραφε να χάνονται και να μην μπορεί να ολοκληρώσει μια κριτική.

ΕΡ: Πικρό μαρτύριο  και θα άξιζε και σε πολλούς σήμερα εν ζωή κριτικούς, πχ στον Περαντωνάκη. Τώρα που πιάσαμε Κρήτη, ο άλλος που δεν περιμένει τίποτε, δεν ελπίζει τίποτε πού είναι;

ΑΠ: Ποιόν λες; Τον ψηλό, αδύνατο, μελαχρινό; Τον Καζαντζάκη; Δεύτερη Κόλαση και αυτός. Όλο γυρίζει και κοιτάζει τη δύση γιατί περιμένει να χαθεί το φως, που δεν χάνεται ποτέ και να ‘ρθει το σκοτάδι, για να πάει σε μια νέα κομμουνίστρια να μιλήσουν κουμμουνιστικά.

ΕΡ: Μα γιατί τα λέτε αυτά; Εσείς δεν είστε κακός.

ΑΠ: Ήμουν. Η καλοσύνη σα να βγαινε αληθινά, σαν πλημμύρα, σαν ποτάμι που τρέχει με ορμή, αλλά μέσα σ’αυτή βρισκόνταν κάτι σα βελόνες, βελόνες ζωντανές! Και όπως το νερό που τρέχει και ποτίζει, κάνει το καλό, έχει μέσα του πολλές φορές και αβδέλες, έτσι ήταν και αυτή! Κάθε τόσο ανακάλυπτα πολλές, πολλές! Και ήταν αυτές σα δεμένες ή σα βγαλμένες από μένα, ενώ η καλοσύνη, όχι! Αυτή σα να ερχόταν από μακριά και αν περνούσε από μένα, όπως περνά κατακάθαρο νερό πηγής από τόπο γεμάτο δηλητήριο!

ΕΡ: Ξέρετε παλιά σας έλεγαν «ταβερνογράφο» επειδή και οι ήρωές σας ήταν μορτάκια, περιθωριακοί, αλάνια κτλ και, όπως και εσείς σύχναζαν στα ταβερνεία. Τι τους απαντάτε;

ΑΠ: Στην αυλή την ανθισμένη

Πάμε να πιούμε, Δημοσθένη

 

 

Δημοσθένης Βουτυράς, Μέσα στην Κόλαση, εκδ. Φαρφαουλας

Προηγούμενο άρθροΔιήμερο για τον Γιώργο Χειμωνά (28-29 Μαρτίου, Αιγινήτειο Νοσοκομείο)
Επόμενο άρθρο15+1 βιβλία που, ίσως, δεν προσέξατε (του Γιάννη Ν.Μπασκόζου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ