της Όλγας Σελλά
Έμεινε ακατάτακτο για πολλά χρόνια, το έργο του Γάλλου Ροζέ Βιτράκ «Βικτόρ ή Τα παιδιά στην εξουσία». Ήταν φάρσα; Ήταν υπερρεαλισμός; Ήταν αστική κωμωδία; Το σίγουρο είναι ότι το κοινό και η κριτική το προσπέρασαν όταν πρωτοπαρουσιάστηκε. Χρειάστηκε να περάσουν 34 ολόκληρα χρόνια από την πρώτη παράσταση του έργου, στις 24 Δεκεμβρίου 1928, μέχρι να το ανακαλύψει και να το συστήσει εκ νέου στο κοινό ο Ζαν Ανούιγ, το 1962, και να βρει το δρόμο του και τη θέση του στην παγκόσμια δραματουργία.
Και στην Ελλάδα άργησε να έρθει, ακόμα και όταν ο Ζαν Ανούιγ το ξανάβαλε στον θεατρικό «χάρτη». Μόλις το 1975 έγινε η πρώτη παρουσίασή του στην Ελλάδα από το Θέατρο Τέχνης και τον Κάρολο Κουν (και ξαναπαρουσιάστηκε στο ίδιο θέατρο τη σεζόν 2016-17, σε σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη και μουσική Σταμάτη Κραουνάκη). Ιστορική ήταν και η παράσταση του έργου σε σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη με τον Δάνη Κατρανίδη στο ρόλο του Βικτόρ, το 2008. Και η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια αρκετοί Έλληνες σκηνοθέτες επιστρέφουν σ’ αυτό το γοητευτικό και πολυεπίπεδο θεατρικό κείμενο (Γιάννης Λεοντάρης, Γιάννης Αναστασάκης, Μάνος Βαβαδάκης, πιθανόν να ξεχνώ κάποιους).
Φέτος το έργο του Ροζέ Βιτράκ παρουσιάζεται στο θέατρο «Σταθμός» σε σκηνοθεσία Κώστα Παπακωνσταντίνου –ένας σκηνοθέτης στον οποίο ταιριάζει η καυστική κωμωδία, που αγγίζει κοινωνικά θέματα. Η ιστορία του έργου είναι σουρεαλιστική και διαχρονικά επίκαιρη. Στο σπίτι της οικογένειας Πομέλ, γνήσια αστική οικογένεια, ετοιμάζεται γιορτή για τα γενέθλια του μοναγιού τους, του Βικτόρ (Μάνος Καρατζογιάννης), που έχει πρόωρη ανάπτυξη, σωματική και πνευματική και διόλου δεν μοιάζει με εννιάχρονο παιδί. Προσκεκλημένοι είναι η οικογένεια Μανιώ, που κατοικούν δίπλα, ένας πληθωρικός στρατηγός (Δημήτρης Φραγκιόγλου) και μια ακάλεστη γοητευτική μαυροντυμένη κυρία με έντονα εντερικά προβλήματα (Αγγελική Μαρίνου). Στη γιορτή παρευρίσκεται φυσικά η μικρή Εστέρ (Ηλέκτρα Φραγκιαδάκη) κόρη της οικογένειας Μανιώ, που κάνει στενή παρέα με τον Βικτόρ.
Ο μικρός Βικτόρ δεν σταματάει να δημιουργεί πονοκέφαλο σε όλους, αλλά έχει την ευφυΐα να χειρίζεται με έξυπνο τρόπο τις σκανταλιές του. Έχει αντιληφθεί τον τρόπο που οι ενήλικες «μπαλώνουν» τις δικές τους «ζημιές», γνωρίζει πώς να πει ψέματα, πώς να χειριστεί τους άλλους, πώς να μην είναι παιδί δηλαδή. Ο μπαμπάς του Σαρλ (Θανάσης Χαλκιάς) έχει παράνομη σχέση με τη μαμά της Εστέρ, την Τερέζ (Νεκταρία Γιαννουδάκη). Η μαμά του Βικτόρ, η Εμιλί (Τζίνη Παπαδοπούλου), μια κομψή και καθώς πρέπει κυρία της τάξης της, προσπαθεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντά της, φτιάχνοντας την εικόνα της άψογης, ευγενικής, φιλόξενης και ευτυχισμένης οικοδέσποινας, αλλά οι ανατροπές της βραδιάς είναι πολλές. Και οι αποκαλύψεις περισσότερες. Σε αντίστοιχη κατάσταση βρίσκεται και μπαμπάς της Εστέρ, ο Αντουάν Μανιώ (Θανάσης Βλαβιανός).
Ο μικρός, πλην εξαιρετικά ώριμος Βικτόρ, συμβάλλει στο να αποκαλυφθούν όσα επιμελώς κρύβουν οι μεγάλοι κάτω από το χαλί. Ξεσκεπάζει τα ζωτικά ψεύδη και τη φαυλότητα των ενηλίκων. Την επιφανειακή στοργή τους στα παιδιά –όταν δεν γίνεται σκληρότητα από βαθιά άγνοια και απουσία αγάπης. Είναι «τρομακτικά έξυπνος». Η εξυπνάδα και η αντίληψή του, όμως, γίνονται βαρίδια. Γιατί έχει αποκτήσει το ασήκωτο «χάρισμα» να αντιλαμβάνεται τον τρόπο που λειτουργούν οι ενήλικες. Ο Βικτόρ δεν είναι πια παιδί.
Δίπλα στον Βικτόρ, υπάρχει ένας ενήλικος που περίπου κάνει το αντίστροφο: ο Αντουάν Μανιώ φέρεται σαν παιδί. Κι αυτό για να αποφύγει, να προσπεράσει, να αποκρύψει όσα τον πληγώνουν. Σαν μια περσόνα του Ροζέ Βιτράκ είδα τον Αντουάν Μανιώ, έναν ρόλο που είχε έντονο σουρεαλισμό, βιτριολικό χιούμορ -που δεν γινόταν αντιληπτό πάντα από τον περίγυρό του- και βαθιά μοναξιά. Ο τρίτος ιδιαίτερος ρόλος αυτού του περίεργου αλλά εξαιρετικά ενδιαφέροντος έργου είναι ο ρόλος της Ίντα Νεκροβάρ, μιας βαμπ γοητευτικής γυναίκας, που κινείται παντού με θράσος, που έχει υψηλές γνωριμίες και πολλά χρήματα, που αναστατώνει και τρομάζει, που δεν διστάζει να πει ή να υπαινιχθεί τρομερές αλήθειες. Και διαρκώς πέρδεται ξεγυμνώνοντας τον καλόγουστο κόσμο της. Και ο μόνος τρόπος να αντιμετωπίσει το ελάττωμά της είναι το γέλιο: «Ένα φάρμακο υπάρχει μόνο, το γέλιο» λέει ο Ροζέ Βιτράκ μέσω της Ίντας.
Παραλλήλως ο Ροζέ Βιτράκ δεν διστάζει να σχολιάσει τις κοινωνικές τάξεις της εποχής του, την πολιτική, τα πολιτικά πρόσωπα, τις νοοτροπίες, τη σκοπιμότητα των πράξεων και των συμπεριφορών, την κομπορρημοσύνη, που δίπλα στην ημιμάθεια γίνεται ένα εκρηκτικό μείγμα κενότητας και την απουσία συναισθήματος και ειλικρίνειας από της σχέσεις των ανθρώπων. Σχεδόν έναν αιώνα μετά τη γραφή του το έργο του Ροζέ Βιτράκ έχει γοητεία, χιούμορ, καυστικότητα, σάτιρα, κατεδαφιστικό σαρκασμό. Και κάποια σημεία που σε καλούν, ακόμα, να αποκρυπτογραφήσεις.
Ο Κώστας Παπακωνσταντίνου έστησε μια παράσταση που συνομίλησε ευθέως με το πνεύμα του Ροζέ Βιτράκ, ανέδειξε όλα τα σημεία του, όλες τις αποχρώσεις της γραφής, όλα τα επίπεδα του σχολιασμού του, όλη τη γλυκόπικρη γεύση του έργου. Η νέα βραβευμένη (στο Eurodram 2025) μετάφραση του Δημήτρη Ντάσκα (κυκλοφορεί από την «Κάπα Εκτοτική» με επίμετρο του Σπύρου Γιανναρά) μετέφερε το χιούμορ, τους υπαινιγμούς, τα σχόλια και τα πολλά παιχνίδια της γλώσσας με εύστοχο και, άλλες φορές, ξεκαρδιστικό τρόπο. Η μουσική του Τηλέμαχου Μούσα και η κίνηση του Ηλία Χατζηγεωργίου λειτούργησαν ευεργετικά και ενισχυτικά στη σκηνοθετική ματιά. Το ίδιο και τα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα. Τα σκηνικά της Βίκυς Πάντσιου έμοιαζαν να σκιτσάρουν την ατμόσφαιρα και το μεγαλοαστικό περιβάλλον και κινήθηκαν μινιμαλιστικά.
Όσο για τις ερμηνείες: όλος ο θίασος κινήθηκε καλοκουρδισμένα, ακολούθησε και συνέβαλε στον ρυθμό της παράστασης. Ξεχωρίζω ιδιαιτέρως: τον Θανάση Βλαβιανό ως Αντουάν Μανιώ, γιατί ισορρόπησε θαυμαστά στην κόχη της ηθελημένης αφέλειας, της καταπιεσμένης απόγνωσης και της ηττημένης αξιοπρέπειας. Ο Μάνος Καρατζογιάννης γίνεται ενήλικο παιδί ή παιδικά ενήλικος με άνεση, χιούμορ και ευαισθησία. Η Τζίνη Παπαδοπούλου υπονομεύει με χάρη και χιούμορ δυσάρεστες στιγμές και δολοφονικές αλήθειες. Η Αγγελική Μαρίνου ζωντανεύει με φινέτσα έναν σουρεαλιστικό ρόλο. Ο Θανάσης Χαλκιάς δείχνει το αναιδές, κυνικό και θρασύ πρόσωπο της εξουσίας. Στον αντίποδα ο στρατηγός του Δημήτρη Φραγκιόγλου γνωρίζει τα πάντα και σαρκάζει τα πάντα. Και τον εαυτό του. Η Νεκταρία Γιαννουδάκη χειρίζεται χαριτωμένα και με χιούμορ έναν ρόλο με εξόχως αρνητικά στοιχεία: είναι βίαιη και αδιάφορη ως μητέρα, είναι σκληρή και υποτιμητική ως σύζυγος, είναι υστερική ως προσωπικότητα. Επαρκέστατη η Μαριάννα Ντίρου στο ρόλο της οικιακής βοηθού. Η Ηλέκτρα Φραγκιαδάκη ζωντάνεψε το μόνο πλάσμα του έργου που διατηρεί την παιδικότητα και την αθωότητά του.
Μια παράσταση που διαχειρίζεται πολύ σοβαρά θέματα, ακολουθώντας τη συμβουλή του Ροζέ Βιτράκ: «Ένα φάρμακο υπάρχει μόνο, το γέλιο»!
* Η μετάφραση του έργου του Ροζέ Βιτράκ «Βικτόρ ή Τα παιδιά στην εξουσία» από τον Δημήτρη Ντάσκα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Κάπα Εκδοτική».

Η ταυτότητα της παράστασης
Μετάφραση – δραματουργική συνεργασία: Δημήτρης Ντάσκας, Σκηνοθεσία: Κώστας Παπακωνσταντίνου, Σκηνικά: Βίκυ Πάντζιου, Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα, Κινησιολογία: Ηλίας Χατζηγεωργίου, Μουσική σύvθεση: Τηλέμαχος Μούσας, Φωτισμοί: Γιώργος Αγιαννίτης, Βοηθός σκηνοθέτη: Λυδία Πολυζώη, Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή.
Παραγωγή: Πολιτισμός Σταθμός Θέατρο
Διανομή (με σειρά εμφάνισης): Βικτόρ: Μάνος Καρατζογιάννης, Λιλή: Μαριάννα Ντίρου, Εστέρ: Ηλέκτρα Φραγκιαδάκη, Εμιλί: Τζίνη Παπαδοπούλου, Σαρλ: Θανάσης Χαλκιάς, Τερέζ: Νεκταρία Γιαννουδάκη, Αντουάν: Θανάσης Βλαβιανός, Στρατηγός: Δημήτρης Φραγκιόγλου, Ίντα: Αγγελική Μαρίνου
Θέατρο «Σταθμός» (Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μεταξουργείο).
Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 9μ.μ., Κυριακή στις 7μ.μ.



























