12+2 non fiction βιβλία που δεν μπορείς να αγνοήσεις (του Γιάννη Ν.Μπασκόζου)

0
6388

του Γιάννη Ν.Μπασκόζου

Δώδεκα non fiction βιβλία που βάζουν τον αναγνώστη σε διαφορετικούς κόσμους, όλα εξαιρετικά στο είδος τους. Ανατολική Γερμανία, Κίνα, Εγκέφαλος, Κρίση κουλτούρας, Ιστορικό Μυθιστόρημα, ελληνικός κομμουνισμός, γυναίκες επαναστάτριες, περιπλανήσεις σε χώρους και ιδέες και δύο απέσιαλ βιβλία στο τέλος του αφιερώματος. 

 

Katjia Hoyer, Πέρα από το τείχος Ανατολική Γερμανία (1949-1990), μτφρ.Νίκος Ρούσσος, Παπαδόπουλος

Ένα βιβλίο που έλειπε από τη σχετική βιβλιογραφία για τις πρώην χώρες του «υπαρκτού». Η συγγραφέας είναι γερμανοβρετανίδα ιστορικός που γεννήθηκε στην Ανατολική Γερμανία, έχει μελετήσει πολλές πηγές και συναντήσει πολλούς γερμανούς, συμπολιτευόμενους  και αντιπολιτευόμενους για να δώσει ένα πανόραμα της ζωής στην Ανατολική Γερμανία. Το βιβλίο της στηρίζεται σε πολλές συνεντεύξεις, δημόσιες δηλώσεις, πολιτών αλλά και στελεχών της τότε ΛΔΓ, (κατά το πρότυπο της γραφής της Σβετλάνα Αλεξέγεβιτς). Η μελέτη της αρχίζει από την εποχή των διώξεων των κομμουνιστών από τον Χίτλερ ακολουθώντας όσους περάσανε στον «παράδεισο» της ΕΣΣΔ για να γνωρίζουν αργότερα νέες διώξεις. Εξετάζει αναλυτικά το πως δημιουργήθηκε το νέο κράτος και πως αυτό διαμόρφωσε το πολιτικο-οικονομικό-κοινωνικό στάτους.  Αναδεικνύει τις όποιες θετικές προθέσεις, οι οποίες παραμερίστηκαν γρήγορα από τη μετέπειτα πλημμυρίδα αντιδημοκρατικών αποφάσεων και διώξεων. Πως προσπάθησε να στηθεί η οικονομία στη βάση υπερεκμετάλλευσης των εργατών αναφέροντας πολλές προσωπικές περιπτώσεις, μια κατάσταση που οδήγησε στην πρώτη εργατική απεργία την 17η Ιουνίου 1953. Ο τότε Πρόεδρος Βάλτερ Ούλμπριχτ ένιωσε για πρώτη φορά πως οι καυχησιολογίες περί ανωτερότητας του καθεστώτος του από τη Δύση ήταν φαινάκη. Η παρέμβαση των σοβιετικών τανκς εδραίωσε τη θέση του Ούλμπριχτ και τον έδεσε ακόμα πιο στενά στον νέο ρώσο ηγέτη Νικίτα Χρουτσόφ. Η συγγραφέας συνεχίζει την εξιστόρηση της της πορείας του νέου κράτους («αυτό δεν είναι κράτος» έλεγε ο Μπέρια και ήθελα να το ανταλλάξει με υλική βοήθεια από τις ΗΠΑ) παρουσιάζοντας τόσο τα παρασκήνια στον ηγετικό πυρήνα της ΛΔΓ όσο και με αφηγήσεις πολιτών που έβλεπαν την καθημερινότητά τους να στριμώχνεται πίσω από μακρόπνοα πλάνα (τα περίφημα πεντάχρονα), τα οποία σπανίως ευοδώνονταν. Οι ανατολικογερμανοί πολίτες είχαν τα μάτια τους στραμμένα στη δύση, πράγμα που η κομμουνιστική διοίκηση προσπαθούσε να αποκαταστήσει κατασκευάζοντας ιμιτασιόν καταναλωτικά προϊόντα, χαμηλής ποιότητας. Με χιούμορ δίνονται οι προσπάθειες του Χόνεκερ να πλησιάσει τη νεολαία εισάγοντας εκατομμύρια μπλου τζιν Levi΄s Strauss και πουλώντας τα φθηνά με την επίδειξη φοιτητικής ταυτότητας ή οι σχέσεις με το επιθετικό Οstrock και η προσπάθεια να συνετιστεί και να προσαρμόσει τους στίχους του στη γερμανική γλώσσα.

Τα τελευταία κεφάλαια αφιερώνονται στις σχέσεις ΛΔΓ – ΕΣΣΔ. Ο Χόνεκερ, τότε πρόεδρος τη Ανατολικής Γερμανίας, αν και συνδαιτημόνας του Μπρέζνιεφ, ένιωσε αφόρητη πίεση όταν η Σοβιετική Ένωση περιέκοψε τα δάνεια και την ποσότητα πετρελαίου που ήταν απαραίτητα για την ισορροπία της εύθραυστης γερμανικής οικονομίας. Εκείνο δε που τον αποσταθεροποίσε εντελώς είναι ότι οι σοβιετικοί παρά τα ανοίγματα (ακόμα και της εποχής Γκορμπατσώφ) που ήθελαν να κάνουν είχαν απορρίψει τις διακρατικές σχέσεις που είχε συνάψει ο Χόνεκερ με τον πρόεδρο Βίλυ Μπραντ της ΟΔΓ. Η πίεση των πολιτών που είχε αρχίσει να εκφράζεται ομαδικά με πολύ πρωτότυπους τρόπους οδήγησε τελικά στην πτώση του τείχους. Η μελέτη της Hoyer προσφέρει μια άλλη οπτική, πολύ ανοικτή, χωρίς προαποφασισμένες αγκυλώσεις, με πολλές αποχρώσεις σχετικά με το τι γινόταν στο εσωτερικό της ΛΔΓ. Βιβλίο χορταστικό στο διάβασμά του.

 

Κωστής Καρπόζηλος, Ελληνικός Κομμουνισμός, Μία διεθνική ιστορία (1912-1974), Αντίποδες

Ο ιστορικός Κωστής Καρπόζηλος επιχειρεί ένα άλμα στην ιστοριογραφία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος. Την ιστορία του ελληνικύ κομμουνισμού οι περισσότεροι την γνωρίζουν από τα βιβλία, μαρτυρίες, ντοκουμέντα και εγχειρίδια που γράφτηκαν με επίκεντρο την εποχή 1940-1944 και μετά. Ο ΚΚ πιστεύει ότι η ιστορία αυτή δεν μπορεί να γραφτεί όπως οι παλιότερες , δηλαδή μόνο με την αφήγηση της δράσης των κομμάτων μέσα στις πολιτικές συνθήκες της εθνικής επικράτειας , το πως συνδέεται με το εργατικό κίνημα , τις διεκδικήσεις, τον ρόλο τους σε σχέση με τα άλλα κόμματα και τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Επίσης δεν πιστεύει ότι η εξιστόρηση της πορείας του κομμουνιστικού κινήματος συνδέεται ευθύγραμμα με τα κέντρα λήψης των αποφάσεων από τις Διεθνείς ή την Σοβιετική Ένωση αργότερα. Ο συγγραφέας εδράζει τη δική του πραγματεία πάνω στη διεθνική ιστορία. Τι σημαίνει αυτό; Μελετά τον ελληνικό κομμουνισμό ως διεθνική κίνηση που εκφράζεται σε όλα τα μέρη που έδρασαν έλληνες κομμουνιστές από τη Μόσχα, όπου κατέφυγαν διωκόμενοι, στα χαρακώματα του Ισπανικού Εμφυλίου που βρέθηκαν εθελοντές, στην Αίγυπτο και την Παλαιστίνη που βρέθηκαν στην διάρκεια του Β΄ΠΠ, στο Βουκουρέστι, την Τασκένδη, στο Παρίσι και την Αμερική και αλλού. Όπως λέει ο συγγραφέας «το βιβλίο αυτό είναι γραμμένο από τη σκοπιά των ανθρώπων που περιπλανήθηκαν, διέσχισαν σύνορα, έγιναν κομμουνιστές ή συνέχισαν να είναι μέσα σε μια χαοτική περιδίνηση, η οποία συναντιέται με τους μεγάλους σχηματισμούς που άλλαξαν τη μορφή του κόσμου και τους ίδιους». Ο συγγραφέας αναρωτιέται συχνά –πυκνά μέσα στη μελέτη του γιατί έχει αποσιωπηθεί η κομμουνιστική πολιτική πριν τον Β΄ΠΠ από όλα τα κόμματα συμπεριλαμβανομένου και του ΚΚΕ μετά την «επανάκαμψη» του το 1974. Ο ίδιος όμως δεν θέλει να γράψει μια νέα ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος (και όσων παρατάξεων δηλώνουν κομμουνιστικές) αλλά μια ιστορία ενός πολιτικού και κοινωνικού ρεύματος που είχε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του ελληνικού αιώνα. Τελικά ο ΚΚ θα σημειώσει ότι οι έλληνες κομμουνιστές με τα δύο κόμματα που προέκυψαν μετά τη διάσπαση, κινήθηκαν πολύ προσεκτικά μετά την Μεταπολίτευση κερδίζοντας την αποδοχή του συστήματος αλλά απεμπολώντας την επνασταστική διέξοδο από αυτό. Από εκεί και πέρα αρχίζει μια άλλη συζήτηση (αν και πόσο οι πολίτες ήθελαν κάτι που πιθανόν θα οδηγούσε σε νέο διχασμό…)

 

Herfried Muenkler, Μαρξ, Βάγκνερ, Νίτσε. Ένας κόσμος σε αναταραχή, μτφρ. Έμη ΒαΪκούση, Διόπτρα

Η τριάδα Μαρξ, Βάγκνερ, Νίτσε, ίσως η πιο φωτεινή τριάδα σκέψης τον 20ο αιώνα δεν συγκλίνει κάπου αλλά οι διαδρομές των τριών φωτισμένων αυτών προσωπικοτήτων αν και διαφορετικές συγκλόνισαν τον προηγούμενο αιώνα, δημιούργησαν οπαδούς και κινήματα και ως εκ τούτου μελετώντας τους η Μίνκλερ βρίσκει στοιχεία συγκριτικά και τους φωτίζει από διαφορετικές οπτικές. Οι παράμετροι που έλαβε υπόψη της στην εργασία αυτή είναι ότι το καθεαυτό έργο τους βρίσκεται κάτω από την «ομίχλη» των πολλαπλών ερμηνειών των «κληρονόμων» τους. Φέρνει ως παράδειγμα ότι ο συνοδοιπόρος του Μαρξ, ο Φρίντριχ Ένγκελς, πολύ πιο σχολαστικός συμμάζεψε τα διάσπαρτα κείμενα του Μαρξ, συμπληρώνοντας ή και  «στρογγυλεύοντας» σημεία που ο ίδιος ο Μαρξ δεν θα το έκανε ποτέ. Το ίδιο συνέβη με την περίφημη Κόζιμα, γυναίκα του Βάγκνερ, όντας απόλυτα εξοικειωμένη με το όραμα του συζύγου της  φρόντισε να επιβιώσει από το έργο του μόνον ότι η ίδια έκρινε σκόπιμο, καίγοντας επιστολές και άλλα χειρόγραφα  ενώ εδραίωσε το άστρο του με το περίφημο Φεστιβάλ, για το οποίο ο Βάγκνερ είχε ενστάσεις. Τέλος η αδελφή του Νίτσε, Ελίζαμπετ Φέρστερ-Νίτσε επιμελήθηκε την έκδοση των απάντων του παρεμβαίνοντας στο έργο του ακόμα και με παραποιήσεις.

Οι κριτικές εκδόσεις των απάντων του Μαρξ και του Νίτσε έδωσαν το έναυσμα για να προσεχτούν πολλές παράτυπες ενέργειες των κληρονόμων και να έρθουν οι μελετητες πιο κοντά στην οπτική των συγγραφέων τους. Για τον Βάγκνερ οι νέες παραγωγές των έργων του έδωσαν και νέο περιεχόμενο , όπως π.χ. «Το Δαχτυλίδι» όπως ανέβηκε από τον Πατρίς Σερό.

Και οι τρεις μαζί δεν βρέθηκαν ποτέ, υπήρξε μόνον μία φιλία που διεκόπη μεταξύ Βάγκνερ και Νίτσε. Όμως υπάρχουν τα γεγονότα της εποχής που ο καθένας τοποθετήθηκε διαφορετικά απέναντί τους, όπως ο γερμανογαλλικός πόλεμος ή η Παρισινή Κομμούνα.  Η συγγραφέας εξετάζει, λοιπόν, διαθεματικές ενότητες συγκρίνοντας τις θέσεις των τριών αυτών διανοητών. Για παράδειγμα στο θέμα της θρησκείας παρατίθενται οι απόψεις του Βάγκνερ για το μέλλον της θρησκείας σε έναν άθρησκο κόσμο, οι απόψεις του Νίτσε για τη χρησιμότητα της θρησκείας και οι γνωστές απόψεις του Μαρξ ότι η θρησκεία κατασκεύασε την εικόνα μιας απελευθερωμένης ανθρωπότητας, απρόσιτη όμως για τους ανθρώπους. Εξετάζει επίσης τη σχέση και των τριών με τον αντισημιτισμό και πόσο αντιφατικές ήταν αυτές. Και βεβαίως εξετάζει το πως βλέπει η περίφημη αυτή τριάδα το μέλλον του κόσμου, τον ρόλο της τέχνης και των αξιών που θα πρέπει να διέπουν τις ανθρώπινες κοινωνίες. Ογκώδες έργο, γραμμένο όμως απόλυτα κατανοητά σε βοηθά να μπεις στις ρωγμές αυτών των προσωπικοτήτων και να δεις πλευρές όχι τόσο φωτεινές τους.

 

Σοφία Ντενίση (επιμ.) Με την πένα σπαθί. Κείμενα ελληνίδων του 19ου αιώνα για τον αγώνα του 1821, Πατάκης

Η επέτειος των 200 χρόνων από το 1821 αναζωπύρωσε το ιστορικό ενδιαφέρον για τα τεκμήρια του αγώνα, έδωσε εκατοντάδες νέα κείμενα με  μαρτυρίες, έρευνες, βιογραφίες και κυρίως φώτισε επί μέρους πτυχές των ηρωικών εκείνων εποχών και ανθρώπων. Η Σοφία Ντενίση, γνωστή για την ενασχόλησή της με τον 19ο αιώνα και ιδιαίτερα με τις γυναίκες, παρουσιάζει (με τη βοήθεια της καθηγήτριας Βαρβάρας Ρούσσου) μια ανθολογία πολύ δυνατών κειμένων γραμμένων από γυναίκες στο πλαίσιο του αγώνα, μια συνεισφορά, κυρίως, στον ιδιαίτερο τομέα της κινητοποίησης των φιλελληνίδων σε όλο τον κόσμο υπέρ του ελληνικού αγώνα. Τα πρώτα κείμενα ανήκουν στην Μαντώ Μαυρογένους, αγωνίστρια που αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στο ιερό καθήκον. Πρόκειται για δύο διαφορετικού ύφους επιστολές. Η πρώτη απευθύνεται στις αγγλίδες φιλελληνίδες   ζητώντας με πολύ ευγένεια τη υλική συμβολή τους στον αγώνα ενώ η δεύτερη προς τις παρισινές κυρίες είναι οργισμένη καθώς οι γάλλλοι υπηρετούσαν τον Ιμπραήμ. Με αυτή την επιστολή η Μαυρογένους τις καλεί να επηρεάσουν τους συζύγους τους να αλλάξουν πολιτική. Ανάλογες επιστολές θα στείλει και η Ευανθία Καΐρη, η οποία θα παρέμβει γράφοντας (ανωνύμως) το πρώτο γυναικείο θεατρικό έργο, Νικήρατος, εμπνευσμένο από τα τραγικά γεγονότα του Μεσολογγίου, αν και ο κύριος λόγος συγγραφής του ήταν η απόδοση ευθυνών για την κρίση του αγώνα σε όσους τον πολέμησαν εσωτερικά και εξωτερικά.  Η Μαρτινέγκου προσπαθεί να σπάσει τα δεσμά του γυναικείου φύλου που η πατριαρχική κοινωνία είχε επιβάλλει. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και η Αγανίκη Μαζαράκη και Άννα Φιλαδελφέως, γυναίκες που έγραφαν χωρίς να τολμούν να εκδώσουν- κάτι ανάλογο με την αμερικανίδα ποιήτρια Έμιλυ Ντίκινσον. Τα γραπτά άργησαν να γίνουν γνωστά αλλά σήμερα έχουμε εποπτεία ενός σιωπηλού, δυνατού αγώνα από μέρους γυναικών φυλακισμένων στο φύλο τους. Από το Μεσολόγγι εμπνέεται επίσης η άγνωστή μας μέχρι τώρα Αγγελική Πάλλη- Μπαρτολομέι, η οποία έζησε και έγραψε στο Λιβόρνο. Στην Ανθολογία αυτή περιλαμβάνονται επίσης ποιήματα της πρώτης ποιήτριας που εκδίδει επώνυμα το έργο της το 1840, της Αντωνούσας Καμπουράκη. Γυναίκα νεαρή που παρακαλεί έμμετρα την Βασίλισσα Αμαλία να βοηθήσει τους και τις κατατρεγμένες στη διάρκεια του Αγώνα. Ανάμεσα στα ανθολογούμενα υπάρχει και το ιστορικό διήγημα μιας 16χρονης αρχοντοπούλας από τους Παξούς εμπνευσμένο από τις ρομαντικές επιφυλλίδες των γαλλικών μυθιστορημάτων. Φυσικά όλα τα κείμενα δεν έχουν την ίδια λογοτεχνική αξία αλλά σίγουρα εκφράζουν τη θέληση των γυναικών συγγραφέων να συνεισφέρουν στον αγώνα , να κινητοποιήσουν τους φιλέλληνες, να εμπνεύσουν τους γηγενείς. Είναι ένα κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και η μελέτη της Σοφίας Ντενίση συνεισφέρει στην ένταξη αυτών των κειμένων στην ελληνική γραμματεία.

 

Δημήτρης Τζιόβας, Ιστορία, Έθνος και Μυθιστόρημα στη Μεταπολίτευση, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Ο Δημήτρης Τζιόβας είναι γραμματολόγος της ελληνικής λογοτεχνίας που ξεφεύγει από την πεπατημένη και αναζητά συνεχώς καινούργια εργαλεία που τα εφαρμόζει σε παλιά θέματα αναθεωρώντας τα. Στο νέο του πόνημα εξετάζει τη σχέση ιστορίας και μυθοπλασίας όπως διαμορφώθηκε στην περίοδο της Μεταπολίτευσης.

Τα ερωτήματα πολλά όπως τα καταγράφει στην εισαγωγή του: Ποια νέα θέματα ή άγνωστες πτυχές έρχονται στο προσκήνιο; Πώς καταγράφεται μια συλλογική εμπειρία  ή ένα ιστορικό γεγονός ;Πώς τα εθνικά τραύματα γίνονται μυθοπλασία Πώς αλλάζουν οι τρόποι καταγραφής των ιστορικών γεγονότων και τι αποσιωπάται σε αυτή τη διαδικασία; Πως το παρελθόν προσεγγίζεται, αναστοιχειοθετείται και ερμηνεύεται από την προοπτική του παρόντος με αποτέλεσμα να αμφισβητείται η αντικειμενική του ανάκτηση και να προβάλλεται η μεταφορική του χρήση; Πώς το μυθιστόρημα χρησιμοποιείται για την παραγωγή εθνικών μεταφορικών αφηγήσεων με τη γεωγραφία να συναγωνίζεται την ιστορία και ο χώρος τον χρόνο; Πώς μέσω μυθοπλασιών περνάμε από το εθνικό στο κοσμοπολίτικο  και μετά-εθνικό σε μια παγκοσμιοποιημένη και διεθνική συνθήκη; Πόσο πίσω στο χρόνο πρέπει να πάει ένα μυθιστόρημα για να θεωρηθεί ιστορικό; Μήπως κάθε μυθιστόρημα εφόσον κινείται μέσα σε κάποια εποχή είναι με τον τρόπο του ιστορικό; Πόσο η εμφάνιση των σπουδών μνήμης ανανέωσε το μυθιστόρημα; Μιλάμε για ένα νέο ιστορικό μυθιστόρημα ή για μια άλλη σχέση ιστορίας και λογοτεχνίας; Τέλος οι έννοιες ετερότητας, τραύματος, μνήμηςταυτότητας κ.ά που ανέκυψαν στις τρέχουσες συζητήσεις περί έθνους επέδρασαν στην οπτική μας για το σύγχρονο μυθιστόρημα; O Τζιόβας επικεντρώνει τη μελέτη του στη σχέση ιστορίας και μυθοπλασίας για να δείξει πως έχει αλλάξει η μεταξύ τους σχέση και πως από το παλιότερο ιστορικό μυθιστόρημα περάσαμε στην ιστοριογραφική μυθοπλασία και από τη διάκριση  γεγονότος και μυθοπλασίας βρεθήκαμε στην αμφισβήτησή τους. Για τον ίδιον η πεζογραφια της Μεταπολίτευσης έχει περάσει σε δύο βασικές κατευθύνσεις που συνυπάρχουν: η αναθεωρητική και η βιοπολιτική (ταυτότητα, συμπερίληψη, φύλο, μετανάστευση, βία, κρίση, οικογενειακές σχέσεις). Η δεύτερη είναι αυτή που ο Τζιόβας πιστεύει ότι θα επικρατήσει τα επόμενα χρόνια.

Η μελέτη του ΔΤ αναζητά τις απαντήσεις σε συγκεκριμένα μυθιστορήματα τα οποία ανακαλεί κάθε φορά που εξετάζει ένα συγκεκριμένο θέμα όπως : Μεταπολίτευση και παροντισμός, Έθνος και ιστορικό μυθιστόρημα, Eθνική αλήθεια και ετερότητα, Νοσταλγία και μεταμνήμη, Παρελθόν και παρόν, Αφηγηματικοί τρόποι, Χρονικότητα , μεταφορά και μυθιστορία, από το Εθνικό στο διεθνικό κ.ά. Με τη μελέτη αυτή ο αναγνώστης θα δει με διαφορετική μάτι το ιστορικό μυθιστόρημα, εν μέρει απαξιωμένο στις μέρες μας και έχει τη δυνατότητα να δπαρακολουθήσει τη δυναμική του ανέλιξη όσο και το παροντικό του στίγμα.

 

Γιούρι Πάϊνς, Η αιώνια Αυτοκρατορία, η πολιτική κουλτούρας της αρχαίας Κίνας και η αυτοκρατορική της κληρονομιά, μτφρ. Μαρία Παπαηλιάδη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

Για χρόνια οι δυτικοί διανοούμενοι «σνόμπαραν» την Κίνα και τη φιλοσοφία της. Μόνο μετά το μισό του προηγούμενου αιώνα έσκυψαν να δουν τι είναι αυτό που κρατάει συνεκτική τη μεγάλη αυτή χώρα, παρά τα κατά καιρούς σκαμπανεβάσματα της. Παρομοίως οι κινέζοι διανοούμενοι με τη σειρά τους «σνόμπαραν» τη δύση θεωρώντας ότι ήταν κατώτερη από την δική τους κουλτούρα.

Ο Γιούρι Πάϊνς στη μελέτη του, αρκούντως εκλαϊκευτική,  εξετάζει την πολιτική σκέψη της Κίνας κυρίως από το 5ο – 3ο αι.π.Χ , περίοδο στην οποίαν διαμορφώθηκαν οι θεμελιώδεις αρχές  και ιδέες του κινεζικού πολιτικού γίγνεσθαι αλλά οι διαπιστώσεις του διαπερνούν τους αιώνες και φτάνουν έως σήμερα. Σημειώνει μάλιστα όπως η άμεση δημοκρατία της Αθήνας του 5ου αι.π.Χ. έχει ομοιότητες αλλά και ουσιαστικές διαφορές με τις σύγχρονες αντιπροσωπευτικές και φιλελεύθερες δημοκρατίες το ίδιο διαπιστώνεται και στις βασικές αρχές της πολιτικής φιλοσοφίας της Κίνας διαμέσου των αιώνων. Η ανθεκτικότητα της κινεζικής Αυτοκρατορίας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην προσαρμοστικότητά της και στη δυνατότητα να ανανεώνεται μέσα από διάφορες καταστροφές. Επειδή η αθηναϊκή Δημοκρατία και η κινέζικη Αυτοκρατορία αναπτύχθηκαν ταυτόχρονα το τρίτο τέταρτο της 1ης π.Χ χιλιετίας υπάρχουν κοινά στοιχεία αλλά και πολλές διαφορές  μεταξύ τους. Π.χ. για τους περισσότερους έλληνες φιλοσόφους θεμέλιο ήταν η πόλις , αγνοούσαν ακόμα και τη λέξη Αυτοκρατορία, αντίθετα για τους κινέζους το χειρότερο πράγμα γι αυτούς ήταν η αναταραχή, η οποία έχει συνδεθεί με τις μακρόχρονες διακρατικές και ενδοκρατικές συγκρούσεις. Η μόνη λύση γι αυτούς ήταν η πολιτική ενοποίηση και η σταθερότητα «των Πάντων υπό τον ουρανό», τον Αυτοκράτορα. Ο συγγραφέας θα αναρωτηθεί τι ήταν προτιμότερο, μια πόλις ή μια παγκόσμια αυτοκρατορία; Εννοεί πως κάθε εποχή και κάθε λαός μπορεί να δίνει διαφορετικές απαντήσεις.

Η Κίνα μετά την κατάρρευση της δυναστείας των Τσινγκ παρέμεινε ένα πεδίο μάχης για αντίπαλες ιδεολογίες. Οι ταπεινωτικές ήττες από τον πόλεμο του Όπιου 1839-1860,  από την Ιαπωνία 1894-1895 και τον πόλεμο των Μπόξερ 1900  έφεραν επί τάπητος την ανάγκη μεταρρυθμίσεων. Η Αυτοκρατορία διαλύθηκε για να έρθει αργότερα στο προσκήνιο η Κινεζική Επανάσταση. Πλέον δεν υπήρχε Αυτοκράτορας αλλά ένα ισχυρό Πολιτικό Γραφείο και μια Κεντρική Επιτροπή που λειτουργούσαν όμως προς τα έξω ως ένας συλλογικός αυτοκράτορας. Διάφορες μεταρρυθμίσεις όπως η θέσπιση ηλικίας υποχρεωτικής απόσυρσης των ηγετών, η αρχή της συλλογικής ηγεσίας κράτησε ενωμένη την νέα Αυτοκρατορία, και όπου δεν υπήρξαν ασφαλιστικές δικλείδες , όπως στα γεγονότα της πλατείας Τιεν αν μεν, κλυδωνίστηκε ισχυρά. Το βιβλίο του Γιούρι Πάινς εισάγει τον αναγνώστη στον κόσμο της κινέζικης αξιακής κλίμακας όπως δημιουργήθηκε από την εποχή της Μεγάλης Αυτοκρατορίας δίνοντας του  ορισμένα εργαλεία κατανόησης του σημερινού της στάτους.

 

Ηλίας Δ. Κούβελας, Ιχνηλατώντας τα μονοπάτια του εγκεφάλου, Καστανιώτης

Ο Ηλίας Κούβελας με ένα βιογραφικό πλούσιο σε έργα και έρευνες σε αυτό το βιβλίο επιχειρεί να μυήσει τον έλληνα αναγνώστη στα μυστικά του εγκέφαλου. Του πιο πολύπλοκου μηχανισμού που φέρει μαζί του ο άνθρωπος. Τον μηχανισμό αυτό δεν τον εφεύρε κάποια τεχνητή νοημοσύνη για κάποιο συγκεκριμένο σκοπό αλλά είναι αποτέλεσμα διαδικασιών που εξελίχθηκαν μέσα στη χοάνη εκατομμυρίων χρόνων. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποκωδικοποιήσουμε τη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου, διότι σε πλήρη αντίθεση με τα προϊόντα της τεχνητής νοημοσύνης, δεν δημιουργήθηκε προκειμένου να επιτευχθεί ένας συγκεκριμένος στόχος με βάση τις αρχές ενός σχεδιασμού. Είναι αποτέλεσμα διαδικασιών που πραγματοποιήθηκαν μέσα στα εκατομμύρια χρόνια της εξέλιξης.Για να βοηθήσει τον αναγνώστη θα κάνει στην εισαγωγή του μια μικρή πραγματεία για το πως φτάσαμε στο σημερινό επίπεδο γνώσης του εγκεφάλου. Ποιες ήταν οι δύο βασικές τάσεις των φιλοσόφων στην αρχαία Ελλάδα, όπου η μία με επικεφαλής τον Δημόκριτο υποστήριζε ότι η νόηση είναι τμήμα του φυσικού κόσμου και η άλλη του Πλάτωνα ότι δεν είναι. Ο Αλκμαίων ο Κροτωνιάτης ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ. ήταν ο πρώτος που αναγνώρισε τον εγκέφαλο ως κεντρικό όργανο με το οποίο συνδέονται όλες οι αισθήσεις η διαφορά ανάμεσα στον άνθρωπο και τα ζώα, έλεγε, είναι ότι ο άνθρωπος κατανοεί ενώ τα ζώα απλώς αισθάνονται. Εναν αιώνα μετά, ο Ιπποκράτης διατύπωσε τη θεωρία ότι «η ευχαρίστηση, η χαρά και το γέλιο, αλλά και η θλίψη, ο πόνος, η λύπη και τα δάκρυα προέρχονται από τον εγκέφαλο και μόνο από αυτόν. Μέσω αυτού σκεφτόμαστε και καταλαβαίνουμε, βλέπουμε και ακούμε, διακρίνουμε το άσχημο από το όμορφο, το ευχάριστο, το καλό από το κακό». Ο ίδιος υποστήριξε, μάλιστα, ότι η επιληψία δεν είναι «ιερά νόσος», όπως πιστευόταν, αλλά διαταραχή της λειτουργίας του εγκεφάλου. Οι θέσεις αυτές τον καθιστούν πρόδρομο της σύγχρονης νευροεπιστήμης. Στη συλλογή των άρθρων που επιλέχθηκαν να αποτελούν το σώμα του βιβλίου ο συγγραφέας διαπραγματεύεται πολλά ζητήματα, άλλα που έχουν ήδη επιλυθεί και άλλα που είναι ανοικτά και διερευνήσιμα, όπως οι λεγόμενες προκλήσεις της νευροεπιστήμης η σχιζοφρένεια, η διπολική ψύχωση, η πάρκινσον και άλλες.  Πρόκειται για βιβλίο που με διάφορες συναφείς θεματικές εισάγει τον αναγνώστη στο να κατανοήσει τη λειτουργία του εγκεφάλου και τις διαδικασίες της νόησης.

 

Γιώργος Χατζηστεργίου, Μεθόριος. Η αυτοκρατορία των ορίων, Αλεξάνδρεια

Ο Γιώργος Χατζηστεργίου είναι ένας διανοητής ερωτημάτων, ανοικτών πεδίων και πολλαπλών οπτικών. Και στα προηγούμενα βιβλία του, κυρίως την Ηδονική Γεωγραφία και το Ο Πολιτισμός των Φαντασμάτων (όλα από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια), όπως και στο πρόσφατο με τον τίτλο Μεθόριος.Η αυτοκρατορία των ορίων θέτει πεδία αναζήτησης που άλλοτε τέμνονται και αλλού αποκλίνουν. Ο ίδιος εξηγεί στον πρόλογό του ποια είναι η αφηγηματική τεχνική και ο σκοπός του: «Discursus (δηλαδή λόγος) κατά τον Ρολάν Μπαρτ σημαίνει αρχικά «τρέξιμο εδώ κι εκεί», «πηγαινέλα», «διαβήματα», «μηχανορραφίες». Αυτός είναι ο σκοπός του βιβλίου «κουβέντα για..» «συζήτηση για..». Ο συγγραφέας επιλέγει αυτόν τον ανοικτό τύπο συζήτησης καθώς πιστεύει ότι η εποχή μας χειραγωγούμενη από μικρές και μεγάλες εξουσίες που διέπονται από ρηχό οικονομισμό  προσομοιώνουν τους ανθρώπους με ρομπότ που εκτελούν προαποφασισμένες κινήσεις. Ακόμα και οι ομάδες που ομνύουν σε μια αντι-εξουσία πολλές φορές έχουν πιο ολοκληρωτική και άκαμπτη σκέψη. Γι αυτόν υπάρχει ανάγκη διαμόρφωσης χώρων συνάντησης ρευμάτων, πέρα από τις αφηγήσεις και τα αφηγήματα του συρμού.

Ως  εκ τούτου τα κεφάλαια του βιβλίου είναι δομημένα πολύ χαλαρά. Η ανέλιξη κάθε κεφαλαίου εμφανίζει πολλές παραποτάμιες οδούς. Συνήθως για να ξεδιπλώσει τη σκέψη του παίρνει αφορμή από ένα μικρό, ασήμαντο ίσως και παράταιρο, γεγονός. Π.χ. μια επίσκεψη σε ένα Μοναστήρι στην Πίνδο του θέτει θέματα συλλογικής αυτογνωσίας, ένας πίνακας του Εντουάρ Βιγιάρ σε μια έκθεση στο Λονδίνο προκαλεί προσωπικούς συνειρμούς και ερωτηματικά, μια ανάμνηση φίλης την περίοδο που ήταν φοιτήτρια στο ΑΠΘ, το τραγούδι του ράπερ Τούπακ Σαρούκ με τίτλο «unspoken». Από εκεί και πέρα οι σκέψεις του ΓΧ αναπτύσσονται με συνειρμικό πολλές φορές τρόπο, όπου ανακαλούνται άλλες εμπειρίες, αναγνώσεις σχετικών βιβλίων, μουσικές και μελωδίες, στοχασμοί διανοουμένων, λεκτικά στολίδια που κάνουν την αφήγηση έναν ρέοντα ποταμό που κάθε φορά που βρίσκει ένα εμπόδιο το παρακάμπτει με ευκολία για να ορμήσει δροσερός και επιθυμητός σε μια ΄νέα κοίτη.

 

Νίκος Κ. Αλιβιζάτος, Οι αρχιτέκτονες του Πολιτεύματος. Από τις όχθες του Τάμεση στην Πλατεία Συντάγματος, Μεταίχμιο

Ο συνταγματολόγος Νίκος Αλιβιζάτος και σε αυτό το βιβλίο του συνεχίζει να συνομιλεί με την σύγχρονη ιστορία , κυρίως από την πλευρά των θεσμών. Εδώ ανατρέχει στα αρχείο για να μιλήσει για τέσσερις κορυφαίους πολιτικούς που καθόρισαν πολιτικά και συνταγματικά τη μορφή της ελληνικής δημοκρατίας στα διάφορα στάδια της. Είναι οι προσωπικότητες του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, του Χαρίλαου Τρικούπη, του Ελευθέριου Βενιζέλου και του Κωνσταντίνου Καραμανλή που τον απασχολούν και διερευνά το στίγμα τους στην ελληνική ιστορία. Και για τους τέσσερις έχει να πει ότι έβλεπαν πιο μακριά από τους περισσότερους συγχρόνους τους, προέβλεπαν τις επερχόμενες εξελίξεις και νομοθετούσαν για  το παρόν και το μέλλον και όχι για το παρελθόν.

Το σημαντικό είναι ότι κανένας τους δεν έμοιαζε με τον άλλον. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ήταν πρίγκηπας και απόγονος μεγάλης φαναριώτικής οικογένειας, χωρίς σημαντικές σπουδές, μαθητής του θείου του Ιωάννη Καρατζά, αναδείχθηκε κορυφαία πολιτική φυσιογνωμία δίπλα στον Καποδίστρια, φιλο- άγγλος κυρίως για ιδεολογικούς λόγους. Ο Χαρίλαος Τρκούπης, από πολιτική οικογένεια, σπούδασε νομικά και η διαμόρφωση της προσωπικότητας του σφυρηλατήθηκε στο Λονδίνο. Κορυφαία του πράξη η καθιέρωση της δεδηλωμένης και η έντιμη κοινοβουλευτική θητεία. Ο Ελεύθεριος Βενιζέλος ξεκίνησε από μια εμπορική οικογένεια της Κρήτης για να αναδειχθεί κορυφαίος πολιτικός της Ελλάδας χάρις στην πολιτική του ιδιοφυία και την διαπραγματευτική του ικανότητα. Ταπεινής καταγωγής ο Σερραίος Κωνσταντίνος Καραμανλής ανεδείχθη σε αυθεντικό πολιτικό ταλέντο. Το Σύνταγμα του 75 απέδειξε ότι είχε καθαρό μυαλό να διαμορφώσει ένα θεσμό που θα πριμοδοτούσε την αποτελεσματική δράση του κράτους. Κατά τη γνώμη του ΝΑ η πολιτεία των τεσσάρων αυτών ανδρών ιδωμένη συνολικά συγκροτεί μια διακριτή συνταγματική ταυτότητα που οι άξονες της είναι η ύπαρξη Συντάγματος, η σταθερή κατά χρονικά διαστήματα διεξαγωγή εκλογών, η καθιέρωση του αυτοδιοίκητου των δικαστηρίων. Σε αυτές τις σταθερές προστίθεται και η πλειοψηφική λειτουργία του ελληνικού κοινοβουλευτισμού που παρήγε θετικά και αρνητικά αποτελέσματα. Ο δικομματισμός έδωσε σταθερές κυβερνήσεις αλλά και έφερε οξύτατες διαμάχες με αποτέλεσμα την ανυπαρξία συναινετικής κουλτούρας. Ο ΝΑ συνοψίζοντας υποστηρίζει ότι η ελληνική πολιτική ιστορία αποτελεί μια χαρακτηριστική περίπτωση πειραματισμού με συνταγματικούς θεσμούς της νεωτερικότητας σε ένα προνεωτερικό περιβάλλον. Στο τελευταίο κεφάλαιο ο συγγραφέας θα αναρωτηθεί αν βρισκόμαστε στο τέλος του συνταγματικού δικαίου, αν υπάρχουν ικανά αντίβαρα στην εκτελεστική εξουσία, πόσο το εθνικό συνταγματικό δίκαιο μπορεί παραχωρήσει δικαιώματα στο διεθνικό (στην περίπτωσή μας το ευρωπαϊκό) και πώς θα είναι ένα νέο σύνταγμα ανοχής, συμπερίληψης αλλά και ορίων.

 

Juan Gabriel Vasquez, Η μετάφραση του κόσμου. Οι διαλέξεις στην Οξφόρδη, μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, Ίκαρος

Αν έχεις διαβάσει έστω κι ένα από τα μυθιστορήματα του Βάσκες ( Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν, Οι πληροφοριοδότες, Η μορφή των λειψάνων, Οι υπολήψεις, Τραγούδια για την πυρκαγιά, Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω) γνωρίζεις ότι πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους σύγχρονους μυθιστοριογράφους του κόσμου. Και τότε θα πρέπει να ανατρέξεις σε αυτές τις διαλέξεις που δεν είναι παρά οι σκέψεις του για το ρόλο του συγγραφέα σήμερα, για τη φύση της δουλειάς του, για τη θέση της συγγραφής στον κόσμο, και την ενδεχόμενη λειτουργικότητά της. Ο Βάσκες πιστεύει ακράδαντα ότι το μυθιστόρημα βοηθάει τη δημοκρατία. Και ο ρόλος του είναι να «μεταφράζει» τον κόσμο, γι αυτό και αντιτίθεται στο ρεύμα της αυτοβιογραφίας και του autofiction που κυριαρχεί σήμερα ανάμεσα σε πολλές συγγραφικές ομάδες. Πιστεύει πως ο μυθιστοριογράφος πρέπει να παρατηρεί τους άλλους, όχι μόνον τον αυτό του. Από τον Όμηρο έως τον συγγραφέα του Λαθαρίγιο δε Τόρμες(πρώτος ανώνυμος πεζογράφος) όπως και όλοι οι μεγάλοι μετέπειτα συγγραφείς παρακολουθούν τους άλλους, τον κόσμο γύρω τους και τον μεταφράζουν σε μυθοπλασία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Ροβινσών Κρούσος μια παράξενη περιπέτεια σε ένα ακατάκτητο νησί που όμως ο συγγραφέας  Ντιφόου επιμένει να γράψει παραπλανητικά στο εξώφυλλο «γραμμένο από τον ίδιο». Σε άλλη ομιλία του διαπραγματεύομενος την έννοια του χρόνου θα σημειώσει: «η ιστορία είναι η επιστήμη των πραγμάτων που δεν μπορούν να επαναληφθούν αλλά η μυθοπλασία είναι ο χώρος όπου τα πράγματα – η αυτοκτονία της Καρένινα σε ένα σιδηροδρομικό σταθμό, η σφαγή στις μπανανοφυτείες  στο Μακόντο κ.α – μπορούν να επαναλαμβάνονται αιωνίως. Σε άλλο κεφάλαιο θα διαπραγματευτεί το μυστικό των μυστικών του μυθιστορήματος λέγοντας ότι το μυθιστόρημα είναι ικανό να αναδείξει  και τα πιο μυστικά στοιχεία αυτού που λέγεται ψυχή (αν και ο ίδιος ως ματεριαλιστής λέει ότι δεν πιστεύει σε αυτήν).  Στην τελευταία διάλεξη του θα επανέλθει στην πολυπλοκότητα του μυθιστορήματος. Αναστοχαζόμενος τον Αϊζάια Μπερλίν καταλαβαίνει ότι η απόλυτη αρμονία δεν είναι εφικτός στόχος, ότι μπορεί δύο συστήματα αξιών να είναι αντιθετικά αλλά ταυτόχρονα και τα δύο νόμιμα- και εδώ είναι ο ρόλος του μυθιστορήματος που αναδεικνύει αυτή την εσωτερική ανθρώπινη αντίφαση, τον πολύπλοκο κόσμο της ανθρώπινης συνθήκης.  Στις ομιλίες του ο Βάσκες θα ανατρέξει σε πλήθος συγγραφέων και απόψεων για να αναδείξει το πολύπλοκο του μυθιστορήματος. Ο Βάσκεζ όπως και ο Κούντερα γράφουν για τους μηχανισμούς του μυθιστορήματος ως τρόπους κατανόησης του κόσμου μας. Και κάτι τελευταίο: ο λόγος του είναι απλός, κατανοητός, χωρίς παραπλανητικά τσιτάτα, ευθύς στις απόψεις που μεταφέρει και ουσιαστικός. Επιπλέον ρέει  – αυτό το χρωστάμε και στον μεταφραστή του, Αχιλλέα Κυριακίδη.

 

Θανάσης Γιαλκέτσης, Περιπλανήσεις στην επικράτεια των ιδεών, Πόλις

Όσοι έχουν παρακολουθήσει την αρθρογραφία  του Θανάση Γιαλκέτση από την τότε Ελευθεροτυπία και αργότερα από την Εφημερίδα των Συντακτων γνωρίζουν ότι είναι «αμετανοήτος» flanuer στο πεδίο των ιδεών. Στο Περιπλανήσεις στην επικράτεια των ιδεών έχει συλλέξει μερικά από τα καλύτερα κείμενα του που έχουν μια εσωτερική συνάφεια: κομμουνισμός, υπαρκτός σοσιαλισμός, φιλελευθερισμός, πολιτική, δικαιώματα, κράτος δικαίου, δημοκρατία και τυραννία, προοδευτικό και μη προοδευτικό και λίγα άλλα που ξεφεύγουν κάπως όπως βιοπολιτική, χριστιανισμός και αντισημιτισμός κ.λπ. Προλογικά όμως δίνει στον αναγνώστη ένα εκτενές δοκίμιο σχετικά με την κατάσταση των ιδεών στο σύγχρονο κόσμο της τεχνολογίας και της υπερπληροφόρησης. Αρχίζει με μια βασική σκέψη: « το κοινό» αν είναι ελεύθερο να εκφράζεται, μπορεί πιο εύκολα να βγει από την ανωριμότητά του και να διαφωτιστεί». Γιατί πιστεύει (όπως οι διαφωτιστές) ότι «Διαφωτισμός είναι η έξοδος του ανθρώπου από την ανωριμότητά του για την οποία φταίεο ο ίδιος. Ανωριμότητα είναι η αδυναμία του ανθρώπου να μεταχειρίζεται το νου του χωρίς την καθοδήγηση ενός άλλου». Και είναι φυσικό να στοχάζεται έτσι αν σκεφτούμε ότι η δημόσια σφαίρα είναι πιο πλουραλιστική παρά πότε καθώς ο κάθε πολίτης έχει εργαλεία για να συλλέγει πληροφορίες για ό,τιδήποτε σχετικό ή άσχετο με αυτόν. Μόνον που αυτές οι πληροφορίες διηθούνται από αλγορίθμους και εν τέλει οδηγούν  σε στοχευμένα μηνύματα.  Όμως η δημοκρατία για να λειτουργήσει χειάζεται την αντιπαράθεση ορθολογικών επιχειρημάτων μέσω ενός απρόσκοπτου διαλόγου. Και μάλιστα σε μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι περισσότερο αναγκαίο αυτός ο διάλογος να γίνεται πριν την στιγμή της ψήφου για την εκλογή των αντιπροσώπων. Δεν αφαιρεί από τη σκέψη του ότι ζούμε σε κοινωνίες αντικρουόμενων συμφερόντων και δράσεων κοινωνικών ομάδων με διαφορετικούς στόχους.  Η πολιτική ισότητα απέναντι από τη μια στην fake υπερπληροφόρησηκαι και από την άλλη σε ισχυρά συμφέροντας αδυνατεί να λειτουργήσει.  Σήμερα η ημερήσια διάταξη της δημόσιας σφαίρας ορίζεται από τα media, αυτά προσδιορίζουν ποια είναι τα σημαντικά ζητήματα και εκεί προσανατολίζουν τη γνώμη του κοινού. Οι δημοσιογράφοι κινούνται και αυτοί σε μεγάλο βαθμό μέσα στο ίδιο πλαίσιο ενώ το διαδίκτυο υπονομεύει αθόρυβα τη συμμετοχή των πολιτών στη δημόσια σφαίρα παρέχοντας ψευδή πεδία διαλόγου. Σε αυτά πρέπει να συνυπολογιστεί η αδυναμία εθνικών πολιτικών καθώς τα πάντα διεθνοποιούνται με μεγάλες ταχύτητες. Η μόνη λύση κατά τον ΘΓ είναι η διεθνής συνεργασία, η δημιουργία υπερεθνικών πολιτικών δομών σε μια προσπάθεια ρύθμισης των αγορών και δημοκρατικής διακυβέρνησης της παγκοσμιοποίησης. Όλα τα κείμενα είναι γραμμένα με στόχο τον προβληματισμό πάνω σε διεθνή γεγονότα και ιδέες που μπορούν να εξακολουθήσουν να παίζουν ένα σύγχρονο ρόλο στη σημερινές κοινωνίες.

 

Ολιβιέ Ρουά, Η ισοπέδωση του κόσμου, Η κρίση της κουλτούρας και η επικράτεια των κανονιστικών προτύπων, μτφρ. Κική Καψαμπέλη, Εστία

Μιλώντας για την κρίση της κουλτούρας ο Ολιβιέ Ρουά διακρίνει τέσσερα πεδία μεταβολών από  την περίφημη δεκαετία του ΄60 και μετά που άλλαξαν τον κόσμο: 1. Μεταβολή των αξιών με την ατομικιστική και ηδονιστική επανάσταση της δεκαετίας του ΄60 , 2. Επανάσταση του διαδικτύου,3. Νεοφιλελεύθερη οικονομική παγκοσμιοποίηση, 4. Παγκοσμιοποίηση του χώρου και της κυκλοφορίας των ανθρωπίνων όντων, δηλαδή απεδαφικοποίηση.  Ο  Ρουά αναρωτιέται αν σήμερα ζούμε σε μια μεταβατική φάση ανάμεσα σε δύο πολιτισμικά πρότυπα : το φιλελεύθερο / διαδικτυακό/ κοσμοπολίτικο / φεμινιστικό ενάντια στο παραδοσιακό/ συντηρητικό/ εθνοκυριαρχιστικό, / πατριαρχικό.  Φυσικά δεν ισχυρίζεται ότι τείχος χωρίζει αυτές τις δύο πολιτισμικές κατηγορίες αλλά συχνά η μία τέμνει την άλλη, συγχέεται ή αποκτά αποκλίνουσα πορεία. Ο Ρουά μετά από αυτές τις προκαταρκτικές διατυπώσεις προχωρά στην εκτίμηση ότι σήμερα δεν είμαστε σε μια μεταβατική περίοδο αλλά βρισκόμαστε στην κρίση της ίδιας της έννοιας της κουλτούρας. Πώς το εννοεί αυτό; Ότι από τη μια έχουμε την κρίση των ουτοπιών και από την άλλη μια επέκταση των κανονιστικών προτύπων. Σημειώνει ότι σήμερα οι διάφορες μεταβολές που γίνονται στο όνομα μιας μεγαλύτερης ελευθερίας του ατόμου, συνοδεύονται από επέκταση της κωδικοποίησης των κοινωνικών πρακτικών, οι οποίες περιορίζουν σημαντικά τους «εσωτερικούς» χώρους (το ενδόμυχο, το ιδιωτικό, το ασυνείδητο). Γι αυτό και πιστεύει ότι ο μετασχηματισμός της κάθε κουλτούρας σε σύστημα ρητών κωδίκων καταστρέφει την ίδια την έννοια της κουλτούρας. Η αναφορά σήμερα  σε αξίες παραπέμπει σε βαθμονόμηση των συμπεριφορών. Ας πούμε  κάτι σαν αυτό που γίνεται στην Κίνα όπου  τα κανονιστικά πρότυπα ρυθμίζουν τα πάντα στη ζωή του πολίτη. Οι ουτοπίες αποδείχτηκαν πολλές φορές δεσποτικές και φονικές και σήμερα έχουν μετατοπιστεί στον εικονικό κόσμο. Σε ένα τέτοιο χώρο η κυριαρχία έχει ανοικτό πεδίο να δράσει ενώ η ίδια η εξουσία πολλές φορές είναι αόρατη. Ο Ρουά είναι απαισιόδοξος, βλέπει τον λαϊκισμό να θριαμβεύει, την πολιτική ως θέατρο σκιών, τους πολίτες να βαυκαλίζονται με τα ριάλιτι αλλά η ζωή τους δεν αλλάζει, όχι μόνον η εξωτερική πλευρά της αλλά και η εσωτερική της. Σε αυτή την τελευταία (στο ενδόμυχο όπως το αναφέρει) στηρίζει τις ελπίδες του για μια «επανάσταση».

 

Και κάποια διαφορετικά αναγνώσματα όχι μικρότερης σημασίας ….

 

Δημήτρης Α.Χατζηνικολάου, 100 σταγόνες δρόμος, εκδόσεις Οίνος ο αγαπητός

Ο οινολόγος Δημήτρης Χατζηνικολάου στην 7η δεκαετία της ζωής του αισθάνθηκε την ανάγκη να κάνει έναν απολογισμό. Δεν αφορά όμως προσωπικά τον ίδιον μόνον αλλά τη μεγάλη του αγάπη, τον οίνο. Η εντρύφηση του αναγνώστη στα απομνημονεύματά του είναι ταυτόχρονα και μια εισαγωγή στη γνωριμία με τα οινολογικά μονοπάτια. Νέος ακόμα θα βρεθεί στο Μπορντώ στο Ινστιτούτο Οινολογίας  με σκοπό να κατακτήσει το DNO (Diplome National d΄Oenologie). Το πρωί διάβαζε στη φοιτητική εστία και το βράδυ εργαζόταν σε μεταφορικές εταιρείες συνοδεύοντας νυχτερινούς νταλικέρηδες στα χιονισμένα Πυρηναία. Μετά την κατάκτηση του Διπλώματος Οινολογίας βρέθηκε στο περίφημο εργαστήριο των Μυκήτων στο Ινστιτούτο Οινολογίας εντρυφώντας στα θέματα της λευκής οινοποίησης. Θα του μείνει αξέχαστη η πρώτη του επαφή με τον διάσημο ερευνητή Ντενί Ντιμπουρντιέ , ο οποίος μετά την ψυχρή υποδοχή («πάρε μια σκούπα και σκούπισε το δάπεδο») θα γίνει ο μεγάλος του δάσκαλος. Σε μια απουσία του μάλιστα θα πειραματιστεί με επιτυχία στην παραγωγή του πρώτου ροζέ οίνου. Αργότερα θα μαθητεύσει δίπλα στον περίφημο οινολόγο Πιερ Κοστ, έναν τύπο που όπως λέει μπορούσε να βρει τον τύπο ενός κρασιού από τον ήχο που κάνει το άνοιγμα ενός φελλού στο διπλανό δωμάτιο. Σε ένα ειδικό κεφάλαιο θα ασχοληθεί με τους μύθους γύρω από το κρασί όπως «είναι το ακριβό κρασί πάντα το καλύτερο», «αξίζει να πιείς χύμα κρασί και πότε», «το παλιό κρασί είναι το καλύτερο», «προσθέτουν χρώμα και άρωμα στο κρασί», «πρέπει να έχει υψηλή ποσότητα αλκοόλ το κρασί», «το ίζημα στο κρασί- είναι κατακάθι φυσιολογικό ή όχι», «ποιο είναι το καλύτερο καπάκι, φελλός ή βιδωτό» «πότε μεθάς με το κρασί», «αν η ρετσίνα είναι καλό κρασί» και άλλα πολλά που τα σιγοψιθυρίζουν οι παρέες και ανάμεσά τους κάποιος «ειδήμων» θα σπείρει ανοησίες.  Αργότερα θα κατέβει στην Ελλάδα ως γευσιγνώστης στο Αθηνόραμα και Σύμβουλος για την ίδρυση αποθηκευτικών χώρων κρασιού στη Σαντορίνη.  Μετά την Σαντορίνη ακολουθούν οι επιφυλλίδες του σε εφημερίδες και περιοδικά με τον διακριτικό τίτλο «Οίνος ο Αγαπητός», που κατέληξε και σε σεμινάρια και εκδοτικό οίκο.   Το βιβλίο βρίθει απλών μυστικών που πιθανόν πολλοί λάτρεις του κρασιού αγνοούν, γι αυτό θα έλεγα ότι Οι 100 σταγόνες δρόμος .. του ΝΧ είναι μια καταβύθιση σε ένα ιερό τοπίο, που έρχεται από την αρχαιότητα και συνεχίζει να αποτελεί ουσιαστικό  μέρος της σύγχρονης ζωής μας.

 

Ντίνος Ρούσσης, Σάπων Ελευσίνος, εκδ. Κυκεών tales. Ελευσίνα, 2024

Η Ελευσίνα παρά την πλούσια ιστορία της είναι μια «ξεχασμένη πόλη». Ακόμα και οι δράσεις για την «Ελευσίνα Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης», καλλιτεχνικά γεγονότα με ποιότητα αποτέλεσαν ένα ωραίο πυροτέχνημα που έσβησε , φευ, με το τέλος του πανηγυρικού έτους. Υπήρχε πάντα η αρχαία Ελευσίνα, με τους μύθους της Περσεφόνης και της Δήμητρας, τα μεταφυσικά ελευσίνια μυστήρια, η θάλασσα και ο κάμπος με τις ελιές όμως ήταν ακατάκοιτη μέχρι τον 5ο αιω. μ. Χ.  οι νέοι κάτοικοί της είναι οι Κουντουριώτες Αρβανίτες και είναι χριστιανοί. Την εποχή εκείνη υπήρχαν τα αρχαία κι ένας Πύργος που υψώθηκε κατά τους χρόνους του Ιουστινιανού και εξαφανίστηκε γύρω στο 1953, όταν τα  υλικά του χρησίμευσαν για να κτιστούν οι πλησίον μικροβιομηχανίες. Ο συγγραφέας, μηχανικός και Ελευσινιώτης καταγράφει σε αυτό το βιβλίο την ιστορία και κυρίως την βιομηχανική ιστορία της Ελευσίνας. Θλίβεται για το σημερινό της κατάντημα, αρχαιολογικός χώρος χωρίς φροντίδα, κατέδαφιση ιστορικών βιομηχανικών κτηρίων, από-ιστορικοποίηση της πόλης που  με γρήγορους ρυθμούς μετατρέπεται σε μια συνηθισμένη άχρωμη γειτονιά όπως αυτές της δυτικής Αττικής. Προσπαθεί να περισώσει με το βιβλίο αυτό τη σύγχρονη μνήμη της πόλης του, δίνοντας μας σημαντικές και άγνωστες στο μεγάλο κοινό ιστορίες.

Η βιομηχανική Ελευσίνα αρχίζει το 1875 με την πρώτη βιομηχανία Σάπωνος που ιδρύει ορμώμενος εκ Μασσαλίας ο Εμμανουήλ Χαρίλαος. Λίγο αργότερα το 1884 περνά από την Ελευσίνα το πρώτο τρένο στη γραμμή Πειραιάς- Αθήνα – Πελοπόννησος. Το 1882 και το 1886 ιδρύονται δύο αλευρόμυλοι ενώ λίγο αργότερα και το δεύτερο σαπωνοποιείο των Χατζηηλία- Δοξαρά διαμορφώνουν τη νέα φυσιογνωμία της βιομηχανικής Ελευσίνας. Είναι η εποχή που οι έλληνες κεφαλαιούχοι του εξωτερικού και της εγχώριας αγοράς ακολουθούν το πρόταγμα του Χαριλάου Τρικούπη  που στόχο είχε τον εκσυγχρονισμό της χώρας στον βιομηχανικό τομέα.

Στη μελέτη του ο ΝΡ θα αναλύσει σε ξεχωριστά κεφάλαια την ιστορία του σαπουνιού (προέρχεται από τους άραβες) και  τον ρόλο του στην πολιτιστική κουλτούρα της Ευρώπης. Κατόπιν θα αναφερθεί στα πρώτα ηρωικά χρόνια δημιουργίαςτου πρώτου εργοστασίου σάπωνος, το Ελαιουργείο και τον ρόλο του και τέλος την εισαγωγή του σάπωνος στην αγορά. Στο τέταρτο μέρος θα αναπτύξει τους θεσμούς που στάθηκαν στο πλάι αυτής της βιομηχανικής επανάστασης και κυρίως θα αναφερθεί στα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν σε αυτή την βιομηχανική εποποιία. Το τελευταίο κεφάλαιο είναι αφιερωμένος στους κατοίκους της Ελευσίνας, στους εργάτες της σαπωνοποιίας, στα πρώτα δυστυχήματα, στα τέλη και τους φόρους ενώ υπάρχει και σχετικό φωτογραφικό υλικό. Σπουδαίο βιβλίο που καταγράφει την ιστορία σε μια πολύ σημαντική πόλη της χώρας και κατά κάποιον τρόπο καλεί τους σύγχρονους ιστορικούς να ασχοληθούν με την μυστηριακή, βιομηχανική, καταρρέουσα σήμερα Ελευσίνα.

 

και κάτι άλλο….

ΥΓ  Διάβασα και το βιβλίο της Άνγκελα Μέρκελ με τον πομπώδη τίτλο Ελευθερία (μτφρ.Έμη Βαϊκούση, Μεταίχμιο).  Από μια τέτοια πολιτικό, ίσως την πιο ισχυρή προσωπικότητα στην Ευρώπη του 20ου αιώνα (την ίδια εποχή Ιταλία, Αγγλία είχαν πρωθυπουργούς καρικατούρες)  περίμενα ένα κείμενο με παλμό. Αντί γι αυτό μάλλον διάβασα μια ξενέρωτη αγιογραφία.

Τα τμήματα που μιλάει για μας τους Έλληνες και που αναφέρονται στην κρίση του 2015 έχουν το πολιτικό τους ενδιαφέρον, εξάλλου δεν υπήρξε εφημερίδα που να μην τα πρόβαλλε.  Κατά τα άλλα το βιβλίο της είναι ανέπνευστο, πιθανόν γραμμένο από τον/την  γραμματέα της. Σε ορισμένα μάλιστα σημεία νομίζεις ότι διαβάζεις απομαγνητοφωνημένες σημειώσεις όπως π.χ. όταν αναφέρεται στα υπουργικά συμβούλια. Το μόνο ενδιαφέρον που βρήκα είναι κάποια στοιχεία από την παιδική της ηλικία. Όντας κόρη πάστορα ήταν εκ των προτέρων καταγεγραμμένη στα κατάστιχα της Στάζι ως αντιφρονούσα. Περιγράφει απλά τα παιδικά της χρόνια, κι ο αναγνώστης μαθαίνει πως ζούσε ένα παιδί στην Ανατολική Γερμανία. Τις συνήθειες, τα πάρτι, το φαγητό, την οικογενειακή κατάσταση. Σημιεώνω ότι η Μέρκελ απέναντι στις αρχές ήταν πάντα πολύ προσεκτική. Παρόλα αυτά και σε αυτό το κομμάτι της ζωής της λείπει το συναίσθημα. Ακόμα και τους έρωτές της με τους δύο άνδρες της ζωής της τους αναφέρει σαν ένα αδιάφορο γεγονός που συνέβη κάποια  μέρα.

Προηγούμενο άρθροO Στάθης Λιβαθινός εκλέχτηκε σήμερα στην έδρα Θεατρικής Τέχνης της Ακαδημίας Αθηνών
Επόμενο άρθροΥπόθεση Στάλιν – Η απίθανη συμμαχία που κέρδισε τον πόλεμο (του Φίλιππου Φιλίππου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ