Κόραξ: Κατηγορώ τον Τεντ Χιούζ (της Κωνσταντίνας Κορρυβάντη)

0
771
Τεντ Χιουζ και Σύλβια Πλαθ

της Κωνσταντίνας Κορρυβάντη

Τον Νοέμβριο του 1972 η φεμινίστρια Robin Morgan δημοσιεύει  το ποίημα “Arraignment”[1], δηλαδή “Καταγγελία” με τους παρακάτω, δίχως περιστροφές, εναρκτήριους κι επιγραμματικά ρυθμικούς στίχους “I accuse / Ted Hughes”.

To κατηγορώ που εξαπέλυσε η Μόργκαν κατά του βρετανού ποιητή Τεντ Χιούζ (1930—1998), ήταν η οργισμένη αντίδραση της στην αυτοκτονία της εμβληματικής αμερικανίδας ποιήτριας Σύλβιας Πλαθ το 1963, μετά το χωρισμό της από τον Χιούζ και την διάλυση του γάμου τους.

Αυτή η κλήτευση σε δίκη από την Μόργκαν με τα μέσα της ποίησης ήταν μόνο ένα συμβάν σε μία μακρά περίοδο αρνητικής δημοσιότητας, δημόσιας απαξίωσης και στιγματισμού του Χιούζ ως κακοποιητικού συζύγου, ηθικά υπεύθυνου τόσο για την αυτοκτονία της Πλαθ, όσο και για την αυτοκτονία της συντρόφου του Άσια Ουέβιλ και της κόρης τους Σούρα το 1969, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που είχε αφαιρέσει η Πλαθ την ζωή της, εισπνέοντας φωταέριο στην κουζίνα του σπιτιού τους.

Ο Χιούζ, δίχως να του έχουν επιβληθεί ποτέ επίσημες κατηγορίες, δέχθηκε δριμεία κριτική  και για την διαχείριση του συγγραφικού έργου της Πλαθ [2]. Αμφισβητήθηκαν  οι πραγματικές του προθέσεις ως προς την επιμέλεια και τις παρεμβάσεις του στα ποιήματα και τα ημερολόγια της Πλαθ που δημοσιεύθηκαν μετά τον θάνατό της και είδε την τραγωδία της προσωπικής του ζωής να ρίχνει βαριά την σκιά της στο έργο του. Είδε την σχέση του με την Πλαθ να θρυλείται, λαμβάνοντας βυρωνικές διαστάσεις, σηκώνοντας μία πολεμική εναντίον του για τον ποιόν του ανδρός που έως και σήμερα οδηγεί ένα μεγάλο μέρος του αναγνωστικού κοινού να ακυρώνει και να  αποστρέφεται έναν σημαντικό ποιητή του 20ου αιώνα.

Σ’ αυτό το HerStory θα συζητήσουμε την πρόσφατη κυκλοφορία μίας ακολουθίας ποιημάτων του Χιούζ υπό τον τίτλο Κόραξ Από τη ζωή και τα τραγούδια του Κόρακα σε μετάφραση και επίμετρο του Ορφέα Απέργη, από τις εκδόσεις Gutenberg.

Τα ποιήματα του Κόρακα γεννήθηκαν ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1950, για να εκδοθούν αρχικά το 1970 και έπειτα – σε ολοκληρωμένη έκδοση με την συμπερίληψη άλλων επτά ποιημάτων – το 1972. Την πλήρη αυτή έκδοση με τον επετειακό πρόλογο της Marina Warner από την αγγλική έκδοση του 2020 έχουμε την ευκαιρία να προσεγγίσουμε πλέον στην γλώσσα μας.

Ο Χιούζ με τα ποιήματα του Κόρακα, βιβλίο αφιερωμένο στην Άσια και την τετράχρονη Σούρα, επανέρχεται στοιχειωμένος από αυτό το θηριώδες πλάσμα, αυτό το ανθρωπόμορφο μαύρο πουλί, με μία γραφή κυνική και βίαιη. Με μία γλώσσα όπου, σύμφωνα με την Alice Oswald, το συντακτικό έχει αντικαταστήσει την μετρική και ο μόνος νόμος στον οποίο υπακούει ο Κόραξ είναι η μελωδία της αγγλικής γραμματικής.

O Χιούζ στα ποιήματα του Κόρακα μεταχειρίζεται έναν λόγο άσχημο, θρασύ, γκροτέσκο κι απλό στην εκφορά του, έναν λόγο που την ίδια στιγμή είναι αποτέλεσμα μίας δια βίου αφοσίωσης του ποιητή στην μυθοποιητική παράδοση, στην φύση, σε δοξασίες και αρχαίες θρησκευτικές λατρείες, στους ιρλανδικούς και ουαλικούς θρύλους του 14ου αιώνα, στις μπαλάντες, τα γητέματα, τα παλίνδρομα, ακόμα και τα κέλτικα ξόρκια.

Οι μυθικοί ποιητές, έγραψε ο Xιούζ  στο Shakespeare and the Goddess of Complete Being, είναι ένας ξεχωριστός βιολογικός τύπος. Την περίοδο που ο Χιούζ μας συστήνει τον Κόρακα, στέκεται απέναντι σε ποιητές όπως ο Φίλιπ Λάρκιν και αντιτάσσει στην κουλτούρα του καθημερινού, το μυθικό στοιχείο, φιλοδοξώντας να σταθεί στην ίδια γραμματολογική σειρά με έργα όπως η Έρημη Χώρα του Έλιοτ.

Ο Χιούζ στον Κόρακα δεν βρίσκει απλώς ένα φρικώδες αρχέγονο σύμβολο ή μία πεισιθάνατη μετωνυμία. Βρίσκει, σε αυτόν τον άντι-ήρωα – που προοριζόταν να πρωταγωνιστεί σε ένα βιβλίο για παιδιά  –  το πρωταρχικό κακό. Όπως μας θυμίζει η Warner στον πρόλογό της: “η μεταμόρφωση σε πουλί προκαλείται συχνά από μία πράξη βεβήλωσης εντός της οικογένειας”. Στο ποίημα “Σόι” όπου “έν αρχή ήν η Κραυγή” που γέννησε την θλιβερή ύπαρξη του Κόρακα διαβάζουμε άλλωστε τον καταληκτικό στίχο: “άφτεροι αγκώνες τρέμοντας στην βρώμα της φωλιάς” και αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε την τρομώδη υπόσταση και εικονοποιία του Κόρακα.

Για την φεμινιστική κριτική [3], η ζωή και τα τραγούδια του Κόρακα αντανακλούν και ενισχύουν πατριαρχικές απόψεις, συρρικνώνοντας την γυναικεία εμπειρία. Πολλά ποιήματα της συλλογής απεικονίζουν γυναικείους χαρακτήρες που υπόκεινται παθητικά σε βία και εκμετάλλευση, αντιμετωπίζοντας την ολική τους καταστροφή από αρσενικές και κοσμικές δυνάμεις. Ο ίδιος ο Κόρακας, μάλιστα, είναι άγριος, βάναυσος, κακοποιητικός. Κάτι που σήμερα μπορεί να διαβαστεί ως σχόλιο για τον τρόπο και τον βαθμό με τον οποίο οι θηλυκότητες έχουν καταπιεστεί και φιμωθεί ιστορικά στην πορεία τους προς την χειραφέτηση. Χαρακτηριστικά είναι τα ποιήματα “Εξέταση στη μήτρα-πόρτα”, “Κόραξ και Μαμά”, “Ο διεκδικητής” και “Ερωτικό τραγούδι”.

Ωστόσο, ο Χιούζ ούτε ενδυναμώνει ούτε και δίνει φωνή στις γυναίκες που εμφανίζονται στα ποιήματά του. Η σχέση αρσενικού/θηλυκού στο βιβλίο αυτό αντανακλά μια άνιση, ιεραρχική δομή, όπου οι ανδρικές φιγούρες κυριαρχούν και ελέγχουν τη θηλυκή φύση. Όμως, ο Κόρακας του Χιούζ δεν ησυχάζει. Η μάχη (και τελικά η ένωση) των φύλων μοιάζει να τον αφορά πολύ.

Τι είναι αυτό που ψάχνει; Ψάχνει την κατά Robert Graves Λευκή θεά, τη θηλυκή δημιουργό του κόσμου. Επιστρατεύει τη δυτική μυθολογία, την κουλτούρα των ακτών του Βορείου Ειρηνικού, τις πρακτικές των Σαμάνων, τον χριστιανισμό αλλά και τον βουδισμό.  Περνά από την Εδέμ στον Αρμαγεδδώνα με ασύγκριτη ευκολία, δημιουργώντας ένα αμάλγαμα μύθου, κόμικς και επιστημονικής φαντασίας [4]. Με τα λόγια του ίδιου του Χιούζ, ο δικός του Κόρακας είναι δημιούργημα ενός εφιάλτη. Πιο συγκεκριμένα, της εφιαλτικής προσπάθειας του Θεού να βελτιώσει τον άνθρωπο [5].

Ο Κόραξ χαρακτηρίστηκε σκληρό και απάνθρωπο βιβλίο παρά την καλλιτεχνική αξία που του αναγνωρίστηκε. Ήχησε σαν την πραγματική φωνή του μηδενισμού [6], ενώ για κάποιους αποτέλεσε ένα εναλλακτικό θεολογικό παράδειγμα[7] με βάσεις σε ποιήματα όπως το “Η θεολογία του Κόρακος”, “Μία παιδαριώδης πλάκα” και το “Ο Κόραξ πιο μαύρος από ποτέ”, το οποίο στην ελληνική έκδοση συνοδεύεται από ένα ενδιαφέρον σχόλιο του μεταφραστή σχετικά με το κατά πόσο ο Χιούζ σε αυτό το ποίημα αναπαράγει τη βιβλική φαλλοκρατική προκατάληψη, ώστε έμμεσα να την κατακρίνει.

Ο Θεός στη Γένεση είναι αποστασιοποιημένος από την επίγεια δημιουργία του, είναι μια  αρσενική φωνή που παρατηρεί τα όσα διαδραματίζονται από τους ουρανούς. Ο Χιούζ από την άλλη, όπως αναφέρει ο Keith Sagar, προσπαθεί να επαναφέρει στις σελίδες του το θηλυκό, το συχνά δαιμονικό μέσα από την ανάσταση της  Θεάς, της Μητέρας Φύσης [8].

Την δεκαετία του 1970 ο Χιούζ με έργα όπως τα Κόραξ, Gaudete και Cave birds, αλλά και με την μελέτη του Shakespeare and the Goddess of Complete Being μοιάζει να εστιάζει στο μυθικό αφήγημα, φέρνοντας την έννοια της ύβρεως στο προσκήνιο, αναγνωρίζοντας πως μόνο ένας θηλυκός δημιουργός μπορεί να φέρει την κάθαρση.

Ωστόσο, o Κόρακας του Χιούζ σταθερά εγκληματεί. Αποτυγχάνει με κάθε τρόπο, κάθε φορά που προσπαθεί να πλησιάσει ένα θηλυκό πλάσμα. Ο Κόραξ δεν καταφέρνει ποτέ να προφέρει την λέξη “Αγάπη” (βλ. ποίημα “Το πρώτο μάθημα του Κόρακα”. Έτσι, ο Κόρακας επιστρέφει όχι μόνο σε όσα αναγνώρισε ο Χιούζ ως δικά του μοιραία, θανάσιμα λάθη, αλλά και σε όλα τα σφάλματα των ανθρώπων, εκκινώντας από τον Οιδίποδα και το θάνατο της Σφίγγας στο ποίημα “Τραγούδι για έναν φαλλό” που δεν αποτελεί παρά την τέλεια αναλογία με τη Μητέρα Φύση [9]

Ο Κόραξ είναι το σκοτάδι που έγινε ορατό. Αισθητό με κάθε τρόπο. Είναι το σκοτάδι που έγινε τραγούδι. Κι αυτό που καλούμαστε να ακούσουμε δεν είναι τόσο τί έχει να πει ο ίδιος ο Χιούζ, αλλά περισσότερο τί έχουμε να πούμε εμείς ακούγοντάς τον. “Μαύρο ήταν το έξω μάτι/ Μαύρο η μέσα γλώσσα / Μαύρο η καρδιά”.

 

[1]. Morgan, Robin. “Arraignment III.” The Feminist Art Journal, vol. 1, p. 4.

Morgan, Robin. “Arraignment III.” The Spokeswoman, vol. 3, p. 5

[2]. Kean, Danuta. “Unseen Sylvia Plath letters claim domestic abuse by Ted Hughes.” The Guardian, 2017. https://www.theguardian.com/books/2017/apr/11/unseen-sylvia-plath-letters-claim-domestic-abuse-by-ted-hughes.

Rollyson, Carl. “The Last Days of Sylvia Plath.” The Boston Globe, 2013. https://www.bostonglobe.com/magazine/2013/01/20/the-last-days-sylvia-plath/Dlpv1hzF4OFO6gtxoGNG5I/story.html.

[3]. Ενδεικτικά, περισσότερα στο κεφάλαιο “Hughes and feminism” της Laura Blomvall από την μελέτη Ted Hughes in Context (Cambridge University Press , 2018) σε επιμέλεια του Terry Gifford.

[4] Hughes, G. (May 1977) ‘Crow: Myth or Trickster?’ Theoria: A Journal of Social and Political Theory, σελ. 25-36.

[5] Hughes, T. (January 1971) London Magazine.

[6] Bedient, C. (1974) Eight Contemporary Poets, London: Oxford University Press, σελ. 114.

[7] Hibett, R. (2003) Ted Hughes’s Crow: An Alternative Theological Paradigm’, Literature and Theology, Vol. 17. No. 1, σελ. 17-31.

[8] Sagar, K. (2009)΄Ted Hughes and the Classics’, Roger Ress (επιμ.)  στο Ted Hughes and the Classics, Oxford University Press.

[9] Solnick, S. (2017) Poetry and the Anthropocene: Ecology, biology and technology in contemporary British and Irish poetry, σελ. 86 – 97.

 

Τεντ Χιουζ, Κόραξ, μτφρ.Ορφέαε Απέργης, Gutenberg

Προηγούμενο άρθροΓια τη στρατηγική του αινίγματος: οι “Αντικριστές Πολιτείες” του Ι.Α. Ιωαννίδη (της Μάρθας Βασιλειάδη)
Επόμενο άρθροΔικαστική απόφαση : Μόνο οι άνθρωποι μπορεί να είναι δημιουργοί και να κατέχουν πνευματικά δικαιώματα

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ