Της Κωνσταντίας Σωτηρίου (*)
Όταν τρώω τα παιδιά με πονά η κοιλιά μου. Η Μ. μου λέει να τα τρώω αργά. Πιο αργά. Ή αργότερα. Δεν θέλω να με βρει ο Κ. να τρώω. Σιχαίνεται την ακαταστασία. Η ακαταστασία τον ενοχλεί. Αυτό με αναγκάζει να τρώω πιο γρήγορα. Δεν απολαμβάνω την γεύση. Με ενοχλεί να τρώω όταν φυσάει. Όταν ήμουν μικρή στο σχολείο μου έριχναν το φαϊ μου κάτω. Έμαθα να τρώω γρήγορα. Όταν τρώω γρήγορα με πονάει η κοιλιά μου. Ο Κ. νομίζω με αγαπάει. Κάθε βράδυ που τον περιμένω να ‘ρθει σίγουρα με αγαπάει. Το πρωί, δεν ξέρω. Εκτός από την ακαταστασία τον ενοχλεί το φως. Όταν έχει φως δεν με αγαπάει. Αυτό το ξέρω σίγουρα. Είμαι σχεδόν πεπεισμένη. Φως. Η Μ. μπαίνει στο δωμάτιο, τραβά τις κουρτίνες, ανοίγει το παράθυρο. Μπαίνει αέρας. Δεν μου αρέσει όταν φυσά. Φως. Ο αέρας κάνει άνω κάτω το δωμάτιο. Ο Κ. σιχαίνεται την ακαταστασία. Ευτυχώς τα παιδιά είναι τρυφερά. Τα τρώω μικρά, ίσως για αυτό. Ορκίστηκα να βρω αυτόν που έριχνε κάτω το σάντουιτς. Ορκίστηκα μια μέρα να τον σκοτώσω. Μπαίνει η Μ. παίρνει τα σερβίτσια. Συγυρίζει το δωμάτιο. Αποχωρεί. Επιστρέφει. Αύριο πώς να τα κάνω; Με ρωτάει. Αύριο φρικασέ, της λέω. Δεν έχουμε μαρούλι. Γκρινιάζει. Τότε γιατί με ρωτάς; Ο Κ. δεν τρώει μαρούλι. Δεν βλέπει τα πράσινα, για αυτό. Του φαίνονται όλα καφέ. Βλέπει τα πράσινα σε καφέ αποχρώσεις. Γονίδιο που του έδωσε η μάνα του. Το παίρνουν μόνο τα αγόρια. Μην ανησυχείς, δεν μπορούν να το πάθουν τα παιδιά μας. Πώς μπορείς να ξέρεις; Ευτυχώς δεν ξέρει ότι έχουμε παιδιά. Τα τρώω πάντα λίγο πριν έρθει. Θα τον στεναχωρούσε περισσότερο αν δεν έβλεπαν το πράσινο παρά που τα τρώω. Ο Κ. με το φως δεν με αγαπά. Δεν αγαπά εμένα, όχι τις άλλες γενικά. Έχω ωραία σκούρα μαλλιά και που δεν βλέπει το πράσινο δεν με αφήνει να βάλω ένα ταγιέρ που αγόρασα κυπαρισσί που δείχνει την αντίθεση με τα μαύρα. Αν έβλεπε τα μαύρα μου μαλλιά να απλώνουν στο πράσινο φόρεμα πιστεύω θα μπορούσε να με αγαπήσει με το φως. Δοκιμάζω να βάλω το πράσινο φόρεμα. Με στενεύει στην μέση. Είναι που μου προκαλούν τα παιδιά τα φουσκώματα. Φωνάζω στην Μ. Μπαίνει αργά στο δωμάτιο. Σέρνει τα πόδια της. Φοράει κάτι σχισμένες παντόφλες. Μην τρώς τόσο γρήγορα. Μην τρως τόσο πολύ. Καλύτερα από ξυπόλητη. Παρά με σχισμένες παντούφλες. Πώς το αντέχουν οι φτέρνες σου. Σκύβει, προσπαθεί να με κουμπώσει. Το πράσινο φόρεμα. Δεν μπορώ πια να το βάλω. Όταν ήμουν μικρή ζούσαμε σε ένα σπίτι με κήπο γεμάτο δέντρα, λεμονιές και χαμηλές μανταρινιές, με κάτι άλλα δέντρα που τα λέγανε χρυσομηλιά και ποτέ δεν κάνανε φρούτα, μόνο είχανε κάτι κορμούς που βγάζανε κάτι χρυσά στα κλαδάκια τους, σαν πίσσα με μέλι, που τα άγγιζες και ήταν κρύο και σαν λεκιάζανε τα χέρια μου, η μαμά μου με έπαιρνε στο σπίτι να πλυθώ και μου έδινε φιλιά στις παλάμες, δεν πειράζει μου έλεγε, πήγαινε έξω να παίξεις, πήγαινε, μήπως περάσει το βασιλόπουλο, σκέφτηκες να περάσει το βασιλόπουλο κι εσύ να λείπεις, και πώς θα το καταλάβω της έλεγα, πώς θα ξέρω πως είναι το βασιλόπουλο, θα φοράει μετάξια μου έλεγε, μετάξια πράσινα και ύστερα αν είναι να ξέρεις πώς είναι αυτός τότε σίγουρα δεν θα είναι εκείνος, πήγαινε έξω να παίξεις, και πήγαινα στις λεμονιές και στις χαμηλές μανταρινιές και σε εκείνα τα άλλα δέντρα που τα λέγανε χρυσομηλιά και ποτέ δεν κάνανε φρούτα, μόνο είχανε κάτι κορμούς που βγάζανε κάτι χρυσά στα κλαδάκια τους, σαν πίσσα με μέλι, που τα άγγιζες και ήταν κρύο και λεκιάζανε τα χέρια μου και μετά πήγαινα στο σπίτι αλλά η μαμά έλειπε από το σπίτι, που είσαι μανούλα μου; Έφυγε είπε η Μ. Την μαμά μου την έλεγαν Ευανθία. Η Μ. είναι αδελφή της μαμάς μου. Με φροντίζει πολύ. Έχω να φάω χρυσόμηλα από τότε. Ο γιατρός είπε να μην τρώω φρούτα με τη φλούδα. Με φουσκώνουν. Ο γιατρός είπε να μην τρώω πολύ. Αν παχύνεις δεν θα σε αγαπά άλλο ο Κ. λέει η Μ. Δεν θα σε αγαπά ούτε και στο σκοτάδι. Δεν μπορώ να σταματήσω να τρώω τα παιδιά. Είναι που όλα είναι αγόρια. Κάποτε θα γεννήσω ένα κορίτσι, θα το λέω Ευανθία, θα το πάρω να ζήσουμε μόνες μας σε ένα μεγάλο σπίτι με πολλά δέντρα και ψηλά παράθυρα να μπαίνει παντού φως και θα έχουμε για ζώα κάτι βατράχια πράσινα που δεν πειράζει αν τα βλέπεις και καφέ, μόνο να γίνει να φτάσει το κορίτσι. Δεν αντέχω άλλο. Να τρώω. Αγόρια. Η Μ. μπαίνει στο δωμάτιο, αρχίζει να συγυρίζει. Πηγαίνει στο παράθυρο. Κλείνει τα παντζούρια, τραβά τις κουρτίνες. Κάνει το χέρι έτσι να διώξει το φως. Θα έρθει σε λίγο ο Κ. Εδώ. Σκοτάδι. Όταν τρώω τα παιδιά με πονά η κοιλιά μου. Μην τα κάνεις φρικασέ, της φωνάζω. Μην κάνεις τίποτα. Άσε με αύριο, θα μαγειρέψω εγώ. Θα πω στον Κ. να μείνει κι αυτός. Να κάτσει μαζί κι αυτός να τα φάει.
(*) Η Κωνσταντία Σωτηρίου είναι συγγραφέας. Το βιβλίο της “Η Αισέ πάει διακοπές” ήταν στη μικρή λίστα του Αναγνώστη 2016. Τελευταίο της βιβλίο το “Φωνές από χώμα”.