γράφει ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης
Σχεδόν από την αρχή της δεύτερης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η περιοχή του Βόρειου Πόλου της γης και ειδικότερα η Γροιλανδία ήρθαν στο προσκήνιο και αύξησαν το ενδιαφέρον των μεγάλων παγκόσμιων παικτών γι’ αυτή, κάτι όμως που δεν είναι πρωτόγνωρο, έχοντας υπ’ όψιν μας ότι και σε παλιότερες εποχές οι ΗΠΑ είχαν αποπειραθεί να αποκτήσουν τις παγωμένες εκτάσεις της Γροιλανδίας, προσφέροντας ένα χρηματικό ποσό. Έτσι λοιπόν, από την εποχή της Ανασυγκρότησης μέχρι τον Ψυχρό Πόλεμο, πολλές αμερικανικές κυβερνήσεις προσπάθησαν, αλλά δεν στάθηκαν ικανές να αποκτήσουν το Αρκτικό νησί. Η Γροιλανδία παρέμενε πάντα απρόσιτη, αλλά δεν σταμάτησε ποτέ να έχει μεγάλη γεωστρατηγική σημασία. Η ιστορία, στην οποία αναφερόμαστε, πηγαίνει αρκετά πίσω, κάπου ένα αιώνα, μέσα στον οποίο η συγκεκριμένη θέση της και οι φυσικοί πόροι της Γροιλανδίας που διαθέτει, την έχουν τοποθετήσει στο στόχαστρο των αμερικανικών φιλοδοξιών, φτάνοντας ακόμα και στην χρονική περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, αλλά με την παράλληλη και σθεναρή απόρριψη των αμερικανικών προτάσεων και πιέσεων από τους πολιτικούς ηγέτες της Γροιλανδίας.
Ωστόσο, η ιστορία γράφει ότι η εκπεφρασμένη γοητεία των ΗΠΑ με την συγκεκριμένη τοποθεσία χρονολογείται από τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ο υπουργός Εξωτερικών Γουίλιαμ Σιούαρντ (William Seward), ο οποίος μόλις είχε αγοράσει την Αλάσκα από τη Ρωσία για 7,2 εκατομμύρια δολάρια το 1867, άρχισε να αναλογίζεται και να εξετάζει τη Γροιλανδία και την Ισλανδία ως πιθανά μελλοντικά αμερικανικά εδάφη. Μια έκθεση του 1868 που ανατέθηκε από τον Σιούαρντ, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω, εποφθαλμιούσε επίσης και τον Καναδά, επισήμανε την τεράστια αλιεία, την πανίδα και τον ορυκτό πλούτο της Γροιλανδίας. Ταυτόχρονα, η απόκτησή της, ανέφερε η έκθεση, θα μπορούσε επίσης να εξαναγκάσει τον Καναδά, που γεωγραφικά βρίσκεται ανάμεσα στην Αλάσκα και τη Γροιλανδία, να ενταχθεί στις ΗΠΑ. Η αναφορά ουδόλως έλαβε υπ’ όψιν της και αδιαφόρησε για το ότι η Γροιλανδία, ως αυτόνομο έδαφος της Δανίας, φιλοξενούσε αυτόχθονες κοινότητες, κυρίως τους Ινουίτ, εδώ και πολλούς αιώνες, κοινότητες που είχαν δραστηριοποιηθεί στο αφιλόξενο και σκληρό αρκτικό περιβάλλον της Γροιλανδίας, με τις δικές τους παραδόσεις και τις καθημερινές τους δραστηριότητες που επικεντρώνονταν στην αλιεία, το κυνήγι και με στενούς δεσμούς που είχαν αναπτύξει διαχρονικά με την παγωμένη τους γη. Εκείνο λοιπόν το πρώιμο ενδιαφέρον των ΗΠΑ, δεν έλαβε υπ’ όψιν και αγνόησε σε μεγάλο βαθμό όλες αυτές τις παραμέτρους, εστιάζοντας περισσότερο στη στρατηγική θέση του νησιού και στους φυσικούς του πόρους, μια τάση που θα συνεχιζόταν με μανία για τις επόμενες δεκαετίες.
«Όλα καταλήγουν σε δύο παράγοντες: Την τοποθεσία και τα ορυκτά και στην πραγματικότητα δεν έχουν αλλάξει», λέει ο Πήτερ Χάρμσεν (Peter Harmsen), δημοσιογράφος με έδρα την Κοπεγχάγη και συγγραφέας του βιβλίου «Οργή και Πάγος: Η Γροιλανδία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γερμανία στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο» (Fury and Ice: Greenland, the United States and Germany in World War II). Αν και η παλιά προσπάθεια του Γουίλιαμ Σιούαρντ απέτυχε, το ενδιαφέρον εν τούτοις παρέμεινε. Το 1910, ο πρέσβης των ΗΠΑ στη Δανία Μωρίς Ίγκαν, πρότεινε μια περίπλοκη εμπορική συναλλαγή. Οι ΗΠΑ θα αντάλλασσαν εδάφη στις Φιλιππίνες με τη Γροιλανδία και τις Δανικές Δυτικές Ινδίες ή Δανικές Παρθένοι Νήσοι, ή Δανικές Αντίλλες (από τη Δανία). Στη συνέχεια, οι Δανοί θα αντάλλασσαν εδάφη με τη Γερμανία. Ωστόσο, για άλλη μια φορά, οι προσπάθειες ναυάγησαν.
Η σημασία της Γροιλανδίας κατέλαβε κεντρική θέση κατά την διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος προσέφερε καινούργιες ιδέες και ευκαιρίες για τις ΗΠΑ ώστε να ικανοποιήσουν επιτέλους τον διακαή τους πόθο. Με την κατάληψη της Δανίας από τη Γερμανία το 1940, οι Ηνωμένες Πολιτείες κινητοποιήθηκαν για να αποκτήσουν πρόσβαση το νησί, ακολουθώντας το γνωστό Δόγμα Μονρόε, το οποίο εφιστούσε την προσοχή και προειδοποιούσε τις ευρωπαϊκές δυνάμεις για πιθανή επέκτασή τους στο δυτικό ημισφαίριο. Λίγο μετά, τον Απρίλιο του 1941, οι ΗΠΑ υπέγραψαν τη συμφωνία «Άμυνα της Γροιλανδίας» (Defense of Greenland) με τον Δανό πρέσβη, η οποία παραχωρούσε στις ΗΠΑ το δικαίωμα να κατασκευάζουν και να έχουν πρόσβαση σε στρατιωτικές βάσεις σε διάφορα σημεία του νησιού. Βεβαίως, οι ΗΠΑ γνώριζαν καλά ότι τα κοιτάσματα κρυόλιθου που βρίσκονταν θαμμένα, ήταν εξαιρετικά πολύτιμα και ζωτικής σημασίας για την παραγωγή αεροσκαφών, ενώ την ίδια στιγμή οι μετεωρολογικοί σταθμοί της Γροιλανδίας ήταν απαραίτητοι για τον έλεγχο των υφιστάμενων συνθηκών στην Ευρώπη, προσφέροντας και την απαραίτητη βοήθεια στα σχέδια των συμμάχων. Μετά την οριστική παράδοση της ναζιστικής Γερμανίας τον Μάιο του 1945, οι Δανοί περίμεναν ότι οι αμερικανικές δυνάμεις θα επέστρεφαν στη χώρα τους, αλλά εκείνοι είχαν αντίθετη γνώμη. Ήθελαν να παραμείνουν εκεί στη θέση τους, θεωρώντας την κρίσιμη παράμετρο για την ασφάλεια των ΗΠΑ.
Με τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όμως, οι ΗΠΑ έστρεψαν το ενδιαφέρον και την προσοχή τους σε μια νέα πιθανή απειλή, η οποία τώρα προερχόταν από την ισχυρή Σοβιετική Ένωση. Εκείνη την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, οι πολιτικοί και οι στρατιωτικοί των ΗΠΑ συνειδητοποίησαν τη σημασία της θέσεως της Γροιλανδίας στην Αρκτική ως ενδιάμεσου σημείου μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ. Την θεωρούσαν και τότε απαραίτητη, στρατιωτική αναγκαιότητα, πέρα από το γεγονός ότι ήταν πλημμυρισμένη από ευκαιρίες για εξερεύνηση και έρευνα. Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την Γροιλανδία, εκείνη την χρονική περίοδο, επιβεβαιώθηκε πολύ καιρό αργότερα από το Associated Press, το οποίο προέβη στην αποκάλυψη ότι, το 1946, οι ΗΠΑ πρότειναν κρυφά να πληρώσουν στη Δανία εκατό εκατομμύρια δολάρια σε χρυσό, με αντάλλαγμα τη Γροιλανδία, δελεάζοντας ταυτόχρονα τη Δανία και με την ανταλλαγή πλούσιας σε πετρέλαιο γης στην περιοχή Πόιντ Μπάρροου της Αλάσκας με συγκεκριμένα τμήματα του νησιού. Οι ΗΠΑ τότε προσπαθούσαν να δημιουργήσουν σε όλη τη Δυτική Ευρώπη μια εικόνα για τον εαυτό τους ως μια θετική δημοκρατική δύναμη, διατηρώντας ανυπέρβλητες αξίες, και αναγνωρίζοντας την ανεξαρτησία και την αυτονομία, γενικώς. Αλλά η πρόταση εξέπληξε δυσμενώς την δανική κυβέρνηση. Ενώ οφείλουμε πολλά στην Αμερική, δεν πιστεύω ότι τους οφείλουμε και ολόκληρο το νησί της Γροιλανδίας, δήλωσε ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Δανίας, Γκούσταβ Ράσμουσεν (Gustav Rasmussen).
Αλλά, όπως ήταν ευνόητο, το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη Γροιλανδία, συνεχίστηκε. Το 1951, οι ΗΠΑ και η Δανία στα πλαίσια πάντοτε του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ) που σχηματίστηκε το 1949, συνήψαν μια νέα συμφωνία, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ είχαν την άδεια να συνεχίσουν να λειτουργούν και να εγκαθιστούν στρατιωτικές βάσεις στο νησί. Και εκείνη η συμφωνία ενίσχυσε ξανά τον στρατηγικό ρόλο της Γροιλανδίας στην άμυνα της δύσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Κάποια έγγραφα των Εθνικών Αρχείων των ΗΠΑ που αποχαρακτηρίστηκαν στη δεκαετία του 1970, αποκάλυπταν απόπειρες αγοράς της Γροιλανδίας και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ωστόσο, μόλις το 1991 αναφέρθηκε κάτι τέτοιο από δανική εφημερίδα, πυροδοτώντας μια ανανεωμένη συζήτηση σχετικά με την κυριαρχία της Γροιλανδίας και τις διαχρονικές φιλοδοξίες των ΗΠΑ. Σήμερα, η σημασία της Γροιλανδίας συνεχίζει να αυξάνεται καθώς η περιοχή της Αρκτικής θερμαίνεται, απελευθερώνοντας νέες ναυτιλιακές οδούς και πρόσβαση σε ανεκμετάλλευτους πόρους. Ωστόσο, τόσο η Δανία όσο και η Γροιλανδία έχουν μείνει σταθερές στο ότι η Γροιλανδία δεν πωλείται, όπως έγραφαν τα πλακάτ των κατοίκων της πρόσφατα. Η Γροιλανδία ανήκει στον λαό της Γροιλανδίας, έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ο πρωθυπουργός της, Μούτε Έγκεντε (Múte Egede), και ότι «Το μέλλον μας και ο αγώνας για ανεξαρτησία είναι δική μας υπόθεση».
Φτάνοντας στο σήμερα, διαπιστώνουμε ξανά ότι το εμπόριο, οι στρατιωτικές βάσεις και ο πλούσιος ορυκτός πλούτος κάνουν την περιοχή του βόρειου πόλου εξαιρετικής στρατηγικής σημασίας για τους γνωστούς μεγάλους παίκτες της διεθνούς σκακιέρας. Ο Ντόναλντ Τραμπ ποτέ δεν έχει κρύψει τις προθέσεις του για αυτή την περιοχή, η οποία βρίσκεται στο κέντρο της νέας οικονομικής και γεωπολιτικής διαμάχης των ΗΠΑ, τόσο με τη Ρωσία, όσο και την Κίνα. Όμως ειδικά η Μόσχα επιθυμεί διακαώς να εκμεταλλευτεί την περιοχή μεταφέροντας εμπορεύματα μέσω της Βόρειας Θαλάσσιας Διαδρομής (Northern Sea Route, NSR), να αναπτύξει εκεί νέες ρωσικές στρατιωτικές βάσεις και φυσικά να αποκτήσει μεγαλύτερη πρόσβαση στον πολύτιμο ορυκτό πλούτο που βρίσκεται θαμμένος στο υπέδαφος της Αρκτικής. Έτσι σίγουρο ότι τις επόμενες δεκαετίες θα δούμε τις μεγάλες δυνάμεις να αποστέλλουν πλοία και παγοθραυστικά στα οποία υπερτερεί η Ρωσία, σε διάφορα μέρη της Αρκτικής, για σχετικές έρευνες και εξορύξεις. Για την Ρωσική Ομοσπονδία, η Βόρεια Θαλάσσια Διαδρομή είναι ένα ακόμα στοίχημα του σημερινού προέδρου της, ο οποίος φιλοδοξεί με αυτή να ανταγωνιστεί τις διώρυγες του Σουέζ και του Παναμά, στη μεταφορά φορτίων από την Ασία προς την Ευρώπη, και στα μεγαλόπνοα αυτά σχέδιά της φαίνεται πως βρίσκει σύμφωνη και συνοδοιπόρο την Κίνα.
Έτσι λοιπόν η σημασία της Γροιλανδίας, έρχεται πάλι στην επικαιρότητα. Είναι το μεγαλύτερο νησί του κόσμου, με μόλις 56.000 κατοίκους. Ο Ντόναλντ Τραμπ πέραν όλων των άλλων ζήτησε να αυξήσουν οι ΗΠΑ τον στόλο των παγοθραυστικών, ώστε να ανταγωνιστούν τη Ρωσία, ειδικά τελευταία που αυτή είναι απασχολημένη με την σύγκρουση στην Ουκρανία. Το βιβλίο «Οργή και Πάγος: Γροιλανδία, Ηνωμένες Πολιτείες και Γερμανία στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο» (Fury and Ice: Greenland, the United States and Germany in World War II) του Πήτερ Χάρμσεν, κυκλοφόρησε το 2024. Ο Χάρμσεν προβάλλει το πειστικό επιχείρημα ότι η κατοχή της Γροιλανδίας είναι σημαντική υπόθεση για τις μεγάλες δυνάμεις, λόγω της ζωτικής στρατηγικής της θέσης. Ένα γνωστό παράδειγμα, αναφέρει, της κρίσιμης συμβολής της Γροιλανδίας στις μετεωρολογικές υπηρεσίες των Συμμάχων υπήρξε η σωστή πρόγνωση καιρού τον Ιούνιο του 1944 που οδήγησε στην απόφαση να ξεκινήσει η εισβολή στη Νορμανδία. Επιπλέον, τόσο πριν όσο και μετά την Ημέρα D, η ροή μετεωρολογικών δελτίων από τη Γροιλανδία ήταν απαραίτητη για την ικανότητα των συμμάχων να πραγματοποιήσουν την επίθεση βομβαρδισμού εναντίον της Γερμανίας. Οι Γερμανοί γνώριζαν την αξία της Γροιλανδίας από μετεωρολογικής άποψης και προσπάθησαν επανειλημμένα να εγκαταστήσουν κάποιους μετεωρολογικούς σταθμούς κατά μήκος της αραιοκατοικημένης ανατολικής ακτής του νησιού. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα έναν επικό ανταγωνισμό στον οποίο το προσωπικό της Ακτοφυλακής των ΗΠΑ, με τη βοήθεια μιας περίφημης περιπολίας με έλκηθρα επανδρωμένα από Σκανδιναβούς τυχοδιώκτες, αγωνίστηκε να εντοπίσει και να εξαλείψει τις σχεδιαζόμενες γερμανικές βάσεις πριν αυτή προλάβει να τις αποκτήσει. Είναι μια ιστορία που σπάνια λέγεται, αλλά το γεγονός παραμένει, ότι δηλαδή η Γροιλανδία ήταν το μόνο μέρος της βορειοαμερικανικής ηπείρου στο οποίο γερμανικά στρατεύματα διατήρησαν την παρουσία τους σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Ταυτόχρονα, η είσοδος των ΗΠΑ στον πόλεμο πυροδότησε μια τεράστια αμερικανική προσπάθεια να δημιουργήσει βιαστικά την απαραίτητη υποδομή με τη μορφή λιμανιών και αεροπορικών βάσεων που κατέστησαν τη Γροιλανδία έναν ζωτικό κρίκο στην προσπάθεια αποστολής ανδρών και προμηθειών σε όλο τον Βόρειο Ατλαντικό, παρά την έντονη αντίθεση του Γερμανικού Ναυτικού. Ενώ τα συμμαχικά πλοία έπλεαν μέσα από τα ύδατα της Γροιλανδίας σε μαζικούς αριθμούς, αεροπλάνα πετούσαν στη λεγόμενη Διαδρομή της Χιονοστιβάδας (Snowball Route) από τη Γροιλανδία, πάνω από την Ισλανδία προς τα Βρεττανικά Νησιά. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα σειρά τραγικών περιστατικών, όπως η βύθιση του μεταγωγικού πλοίου Ντόρτσεστερ (SS Dorchester) στα ανοικτά της Γροιλανδίας τον Φεβρουάριο του 1942, η οποία οδήγησε στον θάνατο τους 674 από τους 904 άνδρες που επέβαιναν, συμπεριλαμβανομένων των Τεσσάρων Ιερέων οι οποίοι έδωσαν τα προσωπικά τους σωσίβια για να σώσουν άλλους. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, επίσης, σε μια από τις πιο μαζικές, αναγκαστικές προσγειώσεις στην ιστορία, «η Χαμένη Μοίρα», αποτελούμενη από έξι μαχητικά αεροσκάφη P-38 Lightning και δύο βομβαρδιστικά B-17 Flying Fortress, προσγειώθηκαν βίαια λόγω κακών καιρικών συνθηκών πάνω σε έναν παγετώνα της Γροιλανδίας. Οι πιλότοι και τα πληρώματα διασώθηκαν, αλλά τα αεροσκάφη εγκαταλείφθηκαν και θάφτηκαν τελικά κάτω από χιλιόμετρα πάγου. Και φτάνοντας στο σήμερα, για ακόμη μια φορά ο αμερικανός Πρόεδρος ξεδίπλωσε το καινούργιο ενδιαφέρον της χώρας του για την Γροιλανδία, λέγοντας ότι αυτή ίσως αποτελέσει μέρος του μέλλοντός τους!