από την Αλεξάνδρα Χαΐνη
Για πολλά χρόνια ο Ocean Vuong παρακολουθούσε την εκπομπή της Oprah Winfrey. Κάθε μεσημέρι στο νυχάδικο της μητέρα του, ο χρόνος σταματούσε στις 4 μμ.: όταν οι πελάτισσες, μεταξύ μανόν και λιμαρίσματος, στήνονταν ευλαβικά μπροστά στην tv για να δουν άλλες γυναίκες, πολλές φορές ίδιες με εκείνες, να αφηγούνται τις ιστορίες τους· μέσα από τις κουβέντες και τα ενθαρρυντικά λόγια της διάσημης Αμερικανίδας παρουσιάστριας, οι ταλαιπωρημένες γυναίκες της εργατικής τάξης αποκτούσαν δύναμη και φωνή, ψήλωναν, ενώ ο μικρός Ocean γινόταν μάρτυρας αυτής της μεταμόρφωσης, θεατής ενός θαυμαστού καινούργιου κόσμου.
Όταν λοιπόν του τηλεφώνησε η Oprah για να εμφανιστεί στο Book Club της δεν το πίστευε. «Αναγνώρισα τη φωνή σου, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τον λόγο για τον οποίο με καλούσες. Σκέφτηκα όμως, αυτή είναι η φωνή που άκουγα όλη μου τη ζωή στις τέσσερις το απόγευμα».
*
Ο Ocean Vuong έφτασε στις ΗΠΑ σε πολύ μικρή ηλικία και παρόλο που μεγάλωσε με τρεις Βιετναμέζες αναλφάβητες γυναίκες, τη μάνα του, τη θεία και τη γιαγιά του, γαλουχήθηκε με το αμερικάνικο όνειρο – όσο άπιαστο κι αν φάνταζε και φαντάζει για την πλειοψηφία των μεταναστών και προσφύγων (ειδικά σήμερα). Δεν είναι τυχαίο οπότε που η Oprah θα αποτελεί πάντα γι’ αυτόν την απόλυτη ενσάρκωση αυτού του ονείρου.
Διάβασα διάφορες συνεντεύξεις του Vuong με αφορμή την κυκλοφορία του πολυαναμενόμενου νέου του μυθιστορήματος «The Emperor of Gladness», το οποίο κυκλοφόρησε το καλοκαίρι ως «Ο Αυτοκράτορας της Χαράς» από τις εκδόσεις Gutenberg σε μετάφραση Δημήτρη Μαύρου.
Τολμώ να πω ότι η συνέντευξη στην Oprah -παρόλο που είχα κάποιους ενδοιασμούς (και προκαταλήψεις) μου φάνηκε η πιο ειλικρινής. Είτε επειδή και η ίδια η Oprah είχε περάσει πολύ επώδυνα παιδικά χρόνια και τις μύριες όσες δυσκολίες μέχρι να καταφέρει να σταθεί στα πόδια της, να ένιωσε ότι βρέθηκε μπροστά σε μια αδερφή ψυχή, είτε γιατί βρέθηκε νοητά πίσω στο νυχάδικο της μάνας του (το βιβλίο κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό της). Όπως και να έχει στη μία αυτή ώρα που κάθεται μαζί της στο κατάμεστο καφέ των Starbucks (στο απόλυτα αμερικάνικο σκηνικό δηλαδή), είναι διαρκώς συγκινημένος αλλά ταυτόχρονα σοβαρός και συγκροτημένος στον λόγο του και ανοιχτός στη συζήτηση για τη ζωή και την πηγή έμπνευσής του, καθώς και για την κατάσταση στις ΗΠΑ γενικότερα.
Η Oprah από την άλλη δεν τον προκαλεί, δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει με τις γνώσεις ή την εμπειρία της σε σχέση με τη βιβλιοκριτική (δεν νομίζω άλλωστε ότι το έχει ανάγκη) αλλά του αφήνει χώρο, δίνοντάς του παράλληλα τις κατάλληλες πάσες για να μιλήσει ελεύθερα.
Εδώ θα προσπαθήσω να μεταφέρω την αίσθηση που έκανε σε μένα το βιβλίο, παρεμβάλλοντας όσα είπε στην Oprah o Vuong όχι για κανέναν άλλον λόγο αλλά επειδή θεωρώ ότι είναι τύχη ένας συγγραφέας του διαμετρήματός του να ανοίγει τόσο απλόχερα στο κοινό το εργαστήρι του. Και επειδή τέλος πάντων όσα λέει είναι χρήσιμα και ενδιαφέροντα – σε ένα ευρύτερο πλαίσιο.
Η περιστασιακή οικογένεια
Το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή του 19χρονου Αμερικανο-βιετναμέζου Χάι (που στα βιετναμέζικα σημαίνει θάλασσα, όπως άλλωστε και το μικρό όνομα του Vuong, Ocean), τον οποίο σώζει από την αυτοκτονία μια 82χρονη γυναίκα από τη Λιθουανία, η Γκραζίνα, που ζει μόνη παρότι έχει διαγνωστεί με άνοια. Οι δυο τους θα δεθούν σε μια ιδιαίτερη σχέση αγάπης και αλληλοεξάρτησης με κωμικοτραγικές ιστορίες, και περιπέτειες που κάποιες φορές θυμίζουν ακόμη και εκείνες των εφηβικών βιβλίων του David Walliams ή του Roald Dahl – χωρίς να θέλω να υπονοήσω ότι ο «Αυτοκράτορας της χαράς» είναι ένα αστείο μυθιστόρημα· κάθε άλλο. Ο Χάι λοιπόν, που η Γκραζίνα αποκαλεί «Λάμπα» (εδώ ο Vuong παίζει με τη λέξη hi -γεια- που στα λιθουανικά λέγεται λάμπας – το οποίο στα ελληνικά είναι πηγή φωτός, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα), για να τα βγάλει πέρα πιάνει δουλειά στο φαστφουντάδικο HomeMarket της Ανατολικής Χαράς, μιας μισοκατεστραμμένης πολίχνης του Κονέκτικατ, την Πολιτεία όπου μεγάλωσε και ο ίδιος ο Vuong.
Στο HomeMarket θα γνωρίσει μια παράταιρη ομάδα ανθρώπων, οι οποίοι θα γίνουν η νέα, «περιστασιακή» του οικογένεια – η μόνη οικογένειά του, στην ουσία. «Η Αμερική βασίστηκε στην ιδέα της πυρηνικής οικογένειας. Το αντίδοτο σε αυτό θα μπορούσε να είναι η οικογένεια που βρήκαμε στην πορεία, όμως αν κοιτάξουμε την ιστορία του πολιτισμού μας, είναι η περιστασιακή οικογένεια, η τυχαία, εκείνη που σχετίζεται με την εργασία… και η οικειότητα που συνδέεται από τις περιστασιακές σχέσεις στη δουλειά, αυτή που συνιστά τα θεμέλια της χώρας μας», λέει ο Vuong στην Oprah και εξηγεί: «Με τους συναδέλφους μας από τη δουλειά υπάρχει μια οικειότητα που μας επιτρέπει να τους λέμε πράγματα που δεν θα λέγαμε ούτε στον ιερέα μας, ούτε στους αγαπημένους μας, ούτε καν στους φίλους μας – επειδή δεν θα μας επικρίνουν.»
Για τον Vuong εκεί ακριβώς βρίσκεται και η πηγή της καλοσύνης. Μιλά όμως για την ανιδιοτελή καλοσύνη, για το κάνε-το καλό-και ρίξτο-στο γιαλό, για τις πράξεις που δεν ζητούν αντάλλαγμα. Η ιδιαιτερότητα είναι ότι οι ήρωές του όχι μόνο δεν περιμένουν αντάλλαγμα αλλά αντιθέτως, για τους περισσότερους δεν έρχεται καν η κάθαρση – όπως θα περίμενε ίσως κανείς από ένα μυθιστόρημα.
Αν και μπορεί να μην υπάρχει μια συγκεκριμένη απάντηση στο τι μπορεί να είναι η καλοσύνη χωρίς ανταπόδοση, στον Αυτοκράτορα της Χαράς ο Vuong δίνει στους αναγνώστες μια ιστορία για το πώς θα μπορούσε να μοιάζει κάτι τέτοιο: τρυφερές συνδέσεις μεταξύ ανθρώπων που έχουν βιώσει τις επιπτώσεις του πολέμου, του εθισμού και της θλίψης και τους δεσμούς που δημιουργούνται στα πιο απίθανα μέρη.
«Το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο είναι να ζήσεις μονάχα μια φορά. Οπότε φρόντισε να αξίζει όχι μόνο για σένα αλλά και για τους άλλους» λέει ο ίδιος.
Άνθρωποι στο περιθώριο
Γι’ αυτό και διαλέγει να γράψει για εκείνους που βρίσκονται στο περιθώριο, που ζουν στις παρυφές της κοινωνίας και δεν έχουν τίποτα να χάσουν, γιατί απλούστατα δεν έχουν τίποτα και δεν ελπίζουν σε τίποτα. Είναι άνθρωποι που βλέπει σε όλη του τη ζωή οι οποίοι όμως δεν μνημονεύονται στα μυθιστορήματα· είναι εκείνοι που μένουν, που δεν έχουν τη δυνατότητα να ξεφύγουν: «Δεν γράφουμε για εκείνους που μένουν γιατί είναι πιο εύκολο να φύγεις για τη μεγάλη πόλη και να αλλάξεις ζωή, αλλά είναι πιο δύσκολο και πιο ενδιαφέρον να αναρωτηθείς πώς μπορώ να τα καταφέρω χωρίς να το σκάσω. Αυτό είναι μια υπαρξιακή ερώτηση: Πώς θα τα βγάλω πέρα με αυτό το σώμα αν δεν μπορώ να το εγκαταλείψω;»
Η Γκραζίνα, ο Χάι, ο ξάδερφός του ο Σόνι, η Μπι Τζέι, η Μορίν, ο Γουέιν. Άνθρωποι πληγωμένοι, με πολλά βάρη στους ώμους τους, misfits -απροσάρμοστοι και μεταξύ τους αταίριαστοι, που όμως με έναν αξιοθαύμαστο τρόπο καταφέρνουν να κρατάνε ο ένας τον άλλον ζωντανό. Οι άνθρωποι χωρίς φωνή, στους οποίους κανένας δεν δίνει σημασία. Αυτούς θέλει να βγάλει στο φως ο Vuong -ο Λάμπας-, μικρούς και μεγάλους: «Τόσο οι πολύ νέοι όσο και οι πολύ γέροι ζουν στο περιθώριο της κοινωνίας», λέει. Ειδικά οι ηλικιωμένοι, αφότου παύουν να βρίσκονται στο κέντρο, είναι καταδικασμένοι να υποφέρουν από αιώνια μοναξιά. «Είσαι ο συγγραφέας εκείνων των οποίων τις ιστορίες δεν έχει πει ποτέ κανείς» του λέει η Oprah κάποια στιγμή.
Ο Vuong είναι πολύ ακριβής στον τρόπο που δίνει ζωή στον κάθε χαρακτήρα – όσο δευτερεύων κι αν είναι. Διάβαζα κάπου ότι καθώς το μυθιστόρημα βασίζεται κυρίως στην αλληλεπίδραση των χαρακτήρων, πρέπει να το διαβάσουμε αργά· γιατί μόλις πλησιάσουμε στο τέλος, θα ευχόμαστε οι χαρακτήρες να ήταν άνθρωποι που θα μπορούσαμε να καλέσουμε, να τους βλέπουμε καθημερινά και να αλληλεπιδρούμε μαζί τους στην προσωπική μας ζωή.
«Είσαι ο Χάι αλλά δεν είσαι ο Χάι», σχολιάζει κάποια στιγμή η Oprah. «Έχω ένα μόνο προσχέδιο στη ζωή και συνήθως τα κάνω μαντάρα. Ο Χάι είχε 12 και είναι πιο εκλεπτυσμένος!» της απαντά.
Τοπίο «στο χρώμα της βρώμης»
Δεν κάνω σπόιλερ, αυτή είναι μια φράση που αναφέρει στην πρώτη σελίδα του Αυτοκράτορα όπου περιγράφει την Ανατολική Χαρά. Η περιγραφή καλύπτει όλο το πρώτο κεφάλαιο και είναι εξαιρετικά λεπτομερής. Ποιητικές εικόνες μπλέκονται με πραγματολογικά/ιστορικά στοιχεία για την περιοχή, ποπ χαρακτηριστικά με σκληρές παρομοιώσεις και πάει λέγοντας: το αμερικάνικο melting pot σε 10 πυκνογραμμένες σελίδες, οι οποίες σχεδόν αναπνέουν (ασθμαίνοντας).
Ο Vuong άρχισε να γράφει το βιβλίο το 2020 αμέσως μετά τις προεδρικές εκλογές. Η κατάσταση στη χώρα ήταν χαοτική, κανείς δεν ήξερε τι θα ξημέρωνε την επόμενη ημέρα, οπότε αποφάσισε να νοικιάσει μια καμπίνα μακριά από το σπίτι του στη Μασαχουσέτη. Απομονώθηκε από ραδιόφωνα και τηλεοράσεις και ξεκίνησε να γράφει στο χέρι για την κοιλάδα του ποταμού Κονέκτικατ και τις κωμοπόλεις του τόπου όπου μεγάλωσε. «Ήθελα να σκεφτώ ποια είναι η Αμερική μου. Ήθελα να βυθιστώ στην πόλη ως χαρακτήρα. Ήθελα να την αγαπήσω πραγματικά, με όλες τις δυσκολίες της, να παρουσιάσω εκείνη, πριν προχωρήσω στην πλοκή. Οπότε ξεκίνησα με τον χώρο, με τη γη και την Ιστορία της γης, γιατί αυτά τα δύο συνδέονται· και νομίζω ότι στο τέλος της ημέρας έγραψα ένα ιστορικό μυθιστόρημα, όχι με την παραδοσιακή έννοια, αλλά με την έννοια ότι είναι ένα μυθιστόρημα που εμπεριέχει ιστορικά στοιχεία, μιας και η γη είναι κομμάτι της Ιστορίας.»
*
Πολλά ακόμη θα μπορούσα να γράψω για τον Αυτοκράτορα, αλλά προτιμώ να το κλείσω εδώ με μια σύντομη αναφορά στην αμφισημία του τίτλου, μέσα από την εξήγηση που δίνει ο Ocean Vuong: «Μου αρέσει ο τίτλος γιατί έχει διπλή σημασία. Βλέπεις το βιβλίο σε ένα βιβλιοπωλείο και έχεις την αίσθηση του θριάμβου. “Ο Αυτοκράτορας της Χαράς, θα το διαβάσω και θα νιώσω όλα τα καλά πράγματα”. Αλλά, να, η Χαρά, ως πόλη δεν υπάρχει, όπως μαθαίνουμε από το πρώτο κεφάλαιο έχει μετονομαστεί σε Μίλσαπ, οπότε το να είσαι Αυτοκράτορας της Χαράς είναι σα να είσαι αυτοκράτορας του τίποτα.»
Who is who: Ο συγγραφέας, καθηγητής και φωτογράφος, Ocean Vuong κέρδισε τα βραβεία American Book Award, Mark Twain Award και New England Book Award για το πρώτο μυθιστόρημά του «Στη γη είμαστε πρόσκαιρα υπέροχοι» (εκδόσεις Gutenberg, μετάφραση Έφη Φρυδά). Το μυθιστόρημα έμεινε επί έξι εβδομάδες στη λίστα με τα μπεστ σέλερ των New York Times και έκτοτε έχει πουλήσει περισσότερα από ένα εκατομμύριο αντίτυπα σε 40 γλώσσες. Από τον Gutenberg κυκλοφορούν επίσης οι βραβευμένες ποιητικές συλλογές του «Ο χρόνος είναι μάνα» και «Νυχτερινός ουρανός με τραύματα εξόδου» και τα δύο σε μετάφραση Δημήτρη Μαύρου. Το περιοδικό Foreign Policy έχει επιλέξει τον Ocean Vuong ως έναν από τους 100 Κορυφαίους Παγκόσμιους Στοχαστές, και κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά The Atlantic, Granta, Harpers, The Nation, New Republic, The New Yorker, The New York Times, The Paris Review, The Village Voice και American Poetry Review, το οποίο του απένειμε το Βραβείο Stanley Kunitz για Νεότερους Ποιητές. Ο Vuong γεννήθηκε το 1988 στη Σαϊγκόν του Βιετνάμ και μεγάλωσε στο Χάρτφορντ του Κονέκτικατ σε μια εργατική οικογένεια. Σήμερα μοιράζει τον χρόνο του μεταξύ Νορθάμπτον της Μασαχουσέτης και Νέας Υόρκης, όπου εργάζεται ως καθηγητής Σύγχρονης Ποίησης και Ποιητικής στο Πρόγραμμα MFA του NYU. Περισσότερα: www.oceanvuong.com
Ocean Vuong | «Ο Αυτοκράτορας της Χαράς», Εκδόσεις Gutenberg, μετάφραση Δημήτρης Μαύρος.