«Δεξιά της κοίτης», «Συνεδρία πολέμου» και το «αίνιγμα» της Μικρής Επιδαύρου (της Όλγας Σελλά)

0
333

της Όλγας Σελλά

Ήταν ανάμεσα στα έργα που ανατέθηκαν –από το 2021 μέχρι σήμερα- από το Φεστιβάλ Αθηνών σε σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς, ώστε να εμπνευστούν και να συνομιλήσουν με κάποιο από τα κείμενα του αρχαίου δράματος και να παρουσιάσουν ένα σύγχρονο θεατρικό κείμενο. Ο μονόλογος του Γιάννη Παλαβού «Δεξιά της κοίτης» και ο μονόλογος του Άρη Αλεξανδρή «Συνεδρία πολέμου» ήταν ανάμεσα στα περίπου 15 έργα που παρουσιάστηκαν στη Μικρή Επίδαυρο, στο πλαίσιο του κύκλου Contemporary Ancients. Και ήταν οι δύο ιστορίες που έκλεισαν τον φετινό κύκλο, στις 25 και 26 Ιουλίου στο θεατράκι της Παλαιάς Επιδαύρου.

Δύο μονόλογοι, και πάλι, σε ενιαία παράσταση, έστω κι αν θεματικά δεν συνδέονταν καθόλου μεταξύ τους. Παρ’ όλα αυτά ο σκηνοθέτης των δύο μονολόγων, ο Γιάννης Σκουρλέτης, κατάφερε να βρει ένα σκηνικό μοτίβο για να τις συνδέσει κάπως.

Στη σκηνή της Μικρής Επιδαύρου, κρύβοντας σχεδόν τελείως το μικρό σπιτάκι στο πίσω μέρος της ορχήστρας, έχει στηθεί ένα μαραζωμένο επαρχιακό καφενείο. Η ταμπέλα γράφει «Η Παναγούλα», αλλά υπάρχει και μια άλλη ταμπέλα που γράφει «Χαίρε ξείνε παρ’ άμμι φιλήσεαι». Και δίπλα υπάρχει αφίσα με τους τραγουδιστές ενός πανηγυριού της περιοχής. Στην ορχήστρα του θεάτρου, γύρω από τα τραπεζάκια του καφενείου, χορεύουν δύο άντρες, που φορούν μέρος της στολής των περιστρεφόμενων δερβίσηδων, ενώ κινούνται και με τον βηματισμό των ευζώνων.

«Δεξιά της κοίτης» τιτλοφορείται ο μονόλογος που έγραψε ο Γιάννης Παλαβός, εμπνεόμενος από τον «Οιδίποδα επί Κολωνώ». Η κόρη ενός σπουδαίου λαϊκού οργανοπαίκτη, που έπαιζε μαγικά κλαρίνο, έναν χρόνο μετά το θάνατο του πατέρα της,  ξαναθυμάται τη ζωή της, τη ζωή του, όσα τον έκλεισαν φυλακή, πώς τον συνόδευε μετά την αποφυλάκισή του στα λίγα πανηγύρια που τον δέχονταν, αυτόν που «στο παίξιμό του παντρεύονταν, όχι στην εκκλησία», τον τρόπο που θυσίασε τη δική της ζωή υπηρετώντας την πατρική φιγούρα, κι άλλα, αμίλητα… Ένα σπαρακτικό κείμενο είναι αυτό του Γιάννη Παλαβού, συγκινημένο, συγκινητικό, βαθύ, ουσιαστικό. Που ακτινογραφεί τη ζωή της επαρχίας, τη σκληρότητα των σχέσεων, το στραγγάλισμά τους, τις ταγμένες ζωές, όπως αυτήν της κόρης του οργανοπαίχτη. Η Ρένια Λουϊζίδου έφερε στην ορχήστρα της Μικρής Επιδαύρου αυτή την στραγγισμένη γυναίκα, που μόνο υπηρετούσε, που μόνο κατανοούσε, που μόνο φοβόταν. Η ερμηνεία της είχε, με γήινο και απλό τρόπο, την ταπεινότητα, τη συστολή, τον τρόμο του «δικαστή» της μικρής κοινωνίας, τα δάκρυα που ποτέ δεν έτρεξαν. Το κλαρίνο του νεαρού Γιάννη Τσιπλακούλη, η φωνή της Μαριάμ Ρουχάτζε και ο τρόπος που σκηνοθέτησε την ιστορία ο Γιάννης Σκουρλέτης, εντάσσοντας την παράδοση στο σήμερα, όπως συχνά κάνει, συνομίλησαν μ’ ένα σύμπαν παπαδιαμαντικό.

«Συνεδρία πολέμου». Είναι ο μονόλογος του  Άρη Αλεξανδρή σε εντελώς διαφορετικό ύφος και περιεχόμενο. Ο Άρης Αλεξανδρής εμπνέεται από τη Λυσιστράτη (και μ’ αυτόν τον τρόπο φέρνει και τον απόντα Αριστοφάνη από το φετινό Φεστιβάλ Επιδαύρου). Στο παρακμιακό καφενείο τώρα εμφανίζεται μια χυμώδης γυναίκα, έντονα βαμμένη, μια εντελώς κιτς εικόνα. Είναι ο  Χάρης Χαραλάμπους-Καζέπης σε μια εντυπωσιακή μεταμφίεση. Είναι μια ψυχολόγος, στην οποία όλοι λένε τα ερωτικά τους θέματα. Κι από αυτό το σημείο, ο Άρης Αλεξανδρής, με μια γλώσσα σύγχρονη, με πολύ χιούμορ και σαρκασμό, αλλά και πολλή αλήθεια ακτινογραφεί τις ερωτικές σχέσεις την εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης και της τεχνολογικής κυριαρχίας. Το σύγχρονο πεδίο πολέμου είναι οι σχέσεις, όπως λέει. Οι διαπροσωπικές σχέσεις κάθε είδους. Φυσικά και οι ερωτικές: «Όλοι βρίσκονται σε πόλεμο μεταξύ τους, γιατί δεν ξέρουν πια τι τους ενώνει», λέει μεταξύ άλλων. Ο Χάρης Χαραλάμπους-Καζέπης κάνει μια ερμηνεία με μπρίο, με αυτοσχεδιασμό, με χιούμορ, δίνοντας και μια άλλη πτυχή της ερμηνευτικής του παλέτας, και πηγαίνοντας αρκετά πιο πέρα τη φιγούρα που είχε υποδυθεί , πάλι με σκηνοθέτη τον Γιάννη Σκουρλέτη, στο «Μάθε με να φεύγω», του Άκη Δήμου.

Ο Γιάννης Σκουρλέτης συνέδεσε με τον δικό του τρόπο δύο εντελώς διαφορετικά κείμενα, που του ανέθεσαν να συνδυάσει, με άξονα το χορό και τη μουσική, που με άλλον τρόπο συμβολοποιούσαν στοιχεία της κάθε ιστορίας.

Η ταυτότητα των παραστάσεων

Σκηνοθεσία Γιάννης Σκουρλέτης, Σκηνικά Κωνσταντίνος Σκουρλέτης, Κοστούμια – props Κωνσταντίνος Σκουρλέτης, Βενετία Λονγκ, Κίνηση Διονύσης Νικολόπουλος, Φωτισμοί Γιώργος Μαρουλάκος, Bοηθός σκηνοθέτη Έλενα Παληγιάννη, Φωτογραφίες Μαίρη Λεονάρδου

Παίζουν Ρένια Λουιζίδου, Χάρης Χαραλάμπους-Καζέπης

Χορός Μαριάμ Ρουχάτζε, Διονύσης Νικολόπουλος, Δημήτρης Οικονομίδης, Γιάννης Τσιπλακούλης κλαρίνο, Άρτεμις Κωνσταντίνου κρουστά, νταούλι

Διεύθυνση παραγωγής Γιώργος Παπαδάκης

Εκτέλεση παραγωγής bijoux de kant

Τα δύο έργα κυκλοφορούν σε ενιαία δίγλωσση έκδοση, στο πλαίσιο της Θεατρικής Σειράς του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου σε συνεργασία με τις εκδόσεις Νεφέλη.

Το άλυτο «αίνιγμα» της Μικρής Επιδαύρου

Όμως, αυτούς τους δύο μονολόγους δεν θα τους ξαναδούμε. Παίχτηκαν μόνο γι’ αυτές τις δύο παραστάσεις στο θεατράκι της Μικρής Επιδαύρου. Όπως και οι περισσότερες από τις παραστάσεις αυτού του κύκλου. Γιατί η πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα που είχε η Κατερίνα Ευαγγελάτου ως καλλιτεχνική διευθύντρια, αυτός ο κύκλος που ονομάστηκε Contemporary Ancients, δεν στηρίχτηκε όσο έπρεπε. Έμεινε μόνο ιδέα, που έφτασε σε πολύ μικρό κοινό.

Από το 2021 ως σήμερα έχουν παρουσιάσει έργα τους, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, εμπνεόμενοι από ένα αρχαίο δράμα δηλαδή, πολλοί σύγχρονοι Έλληνες και Ελληνίδες συγγραφείς. Δεκατέσσερις για την ακρίβεια: Το 2021 ο Γιάννης Μαυριτσάκης («Κρεουργία» σκηνοθεσία Γιώργος Σκεύας), η Αλεξάνδρα Κ* («γάλα, αίμα», σκηνοθεσία Γιάννος Περλέγκας), ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης («Το σπίτι με τα φίδια» σκηνοθεσία Ελένη Σκότη και η Αμάντα Μιχαλοπούλου («Η Φαίδρα καίγεται», σκηνοθεσία Γιάννης Καλαβριανός). Το 2022 η Κάλλια Παπαδάκη («Ρίζες από βαμβάκι», σκηνοθεσία Έφη Θεοδώρου) και ο Ηλίας Μαγκλίνης («Φάκελος Βάνκαου» σκηνοθεσία Σύλλας Τσουμέρκας. Το 2023 ο  Γιάννης Σκαραγκάς («Συμπτώματα από την έλλειψη βάρους» σκηνοθεσία Έμιλυ Λουίζου), ο Χρήστος Οικονόμου («Φιλοκτήτης» σκηνοθεσία Σαράντος Γεώργιος Ζερβουλάκος), ο Χρήστος Χωμενίδης(«Γίνεται δέντρο το πουλί;», σκηνοθεσία Τάκης Τζαμαργιάς) και η παράσταση, μεταξύ ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας του Παντελή Φλατσούση «Θήβα: A Global Civil War». Ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης («Εγώ, μια δούλα» σκηνοθεσία Νίκος Χατζόπουλος) και η Βίβιαν Στεργίου («Ιφιγένεια/Βορά», σκηνοθεσία Αικατερίνη Παπαγεωργίου το 2024 (τα μόνα που επαναλήφθηκαν φέτος στο πρόγραμμα της Πειραιώς 260). Στο Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου του 2025  ήρθαν στη Μικρή Επίδαυρο με κείμενά τους ο Κυριάκος Χαρίτος («Θήβα, μοναξιά», σκηνοθεσία Όλια Λαζαρίδου), ο Γιάννης Παλαβός και ο Άρης Αλεξανδρής στις παραστάσεις στις οποίες αναφερόμαστε σ’ αυτό το κείμενο. Δεκατέσσερις συγγραφείς, τα έργα των οποίων κυκλοφορούν από τις εκδόσεις του Φεστιβάλ Αθηνών σε δίγλωσση έκδοση από τις εκδόσεις «Νεφέλη». Μπορεί να τα διαβάσει, δηλαδή, όποιος ενδιαφέρεται. Δεν μπορεί όμως να τα ξαναδεί.

Αντικειμενικά, ελάχιστοι από τους σταθερούς (επαγγελματίες και μη) θεατές έχουν συνολική εικόνα όλων των παραστάσεων αυτού του κύκλου στη Μικρή Επίδαυρο –δεν είναι εύκολη διαδικασία η διαδοχική και αυθημερόν κάθοδος στην Επίδαυρο (και Παρασκευή και Σάββατο), ούτε, φυσικά, η παραμονή στην Επίδαυρο κάθε εβδομάδα.  Έτσι μια ενδιαφέρουσα ιδέα έγινα μια δύσκολα προσβάσιμη επιλογή για το θεατρόφιλο κοινό.

Μία μόνο χρονιά επαναλήφθηκαν στην Αθήνα, αλλά κι εκείνη τη φορά παρουσιάστηκαν σ’ ένα δύσκολα προσβάσιμο θέατρο, στο Θέατρο Πέτρας, στην Πετρούπολη. Η συνεργασία με το Εθνικό Θέατρο και το θαυμάσιο θερινό θέατρο στο «Ειρήνη Παπα», π.χ.,  θα μπορούσε να δώσει την ευκαιρία να δουν περισσότεροι θεατές τις συγκεκριμένες παραστάσεις.

Η αλήθεια είναι ότι μέχρι τώρα καμία καλλιτεχνική διεύθυνση του Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου δεν βρει την επιτυχημένη «συνταγή» για το πρόγραμμα της Μικρής Επιδαύρου, από τότε που το υπέροχο αυτό θεατράκι πέρασε στη διαχείριση του Φεστιβάλ. Και ο Γιώργος Λούκος το έψαχνε, και ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος και η Κατερίνα Ευαγγελάτου. Όλοι δοκίμασαν είδη, θεάματα, καλλιτέχνες, προτάσεις.

Έχω τη γνώμη όμως, εκ του αποτελέσματος, ότι το θέατρο είναι μια επιλογή που έχει δείξει τα όριά της. Και γιατί χρειάζεται μικρές παραγωγές λόγω σκηνικού χώρου και λόγω εξωτερικών θορύβων και γιατί απευθύνεται στην ίδια δεξαμενή κοινού με το μεγάλο θέατρο της Επιδαύρου. Τι ταιριάζει τελικά στη Μικρή Επίδαυρο;  Είναι στη δικαιοδοσία του επόμενου καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου, του Μιχαήλ Μαρμαρινού να δώσει την απάντηση.

Προηγούμενο άρθροΜια μη “κανονική” προσέγγιση της ιστορίας (της Δήμητρας Ρουμπούλα)
Επόμενο άρθροΘὰ γίνουν όλα με τα μάτια ανοιχτά (γράφει ο Σταύρος Ζαφειρίου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ