του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου
Ο Θεόφιλος Καΐρης (1784-1853) ήταν ένα από τα επίκεντρα της σύγκρουσης των εκπροσώπων του Νεοελληνικού Διαφωτισμού με τους θρησκευτικούς του αντιπάλους και υπήρξε πηγή ανατροφοδότησης των παθών των ιδεών ακόμα και πολλά χρόνια μετά τον θάνατό του. Μήλον της έριδος, η «θεοσέβεια», ένα ίδιο σύστημα θρησκείας, επηρεασμένο από τον γαλλικό ντεϊσμό, με δικό του τελετουργικό και με έμφαση στην ισότητα και την ελευθερία του ατόμου. Αυτό είναι το πεδίο στο οποίο μας εισάγει η πυκνή μελέτη του Γιάννη Παπαθεοδώρου Αθώα μάρμαρα: μια διαμάχη για την προτομή του Θεόφιλου Καΐρη (1912), εκδόσεις Αμολγός.
Πρόκειται για την ιστορία της αντιπαράθεσης γύρω από την προτομή του Θ. Καΐρη στην Άνδρο, στις αρχές του 20ού αιώνα. Η προτομή φιλοδοξούσε να αποκαταστήσει έναν δυσφημισμένο εν ζωή φιλόσοφο και ιερωμένο, για τη σκιά του αγάλματος του οποίου χύθηκε πολύ μελάνι εξήντα χρόνια μετά τον θάνατό του. Ο Παπαθεοδώρου δεν περιορίζεται στο αναπαραγάγει τους φιλοσοφικούς, τους θεολογικούς και τους ιδεολογικούς όρους αυτής της μετατοπισμένης χρονικά διαμάχης. Θέλει να συγκροτήσει μια σειρά κειμένων και προσώπων που πρωταγωνίστησαν στη διαμάχη υποστηρίζοντας τον Καΐρη στο πλαίσιο της ανάδειξης του πολιτικού φιλελευθερισμού και της εκκοσμίκευσης, των θεμελιακών αρχών, με άλλα λόγια, τόσο του ευρωπαϊκού όσο και του ελληνικού αιώνα των Φώτων.
Μεγαλωμένος με κοραϊκά νάματα, έχοντας πιει το παλαμικό αθάνατο κρασί του 1821 και έχοντας επίσης πολεμήσει στις τάξεις των επαναστατημένων αγωνιστών του, ο Καΐρης ήρθε αντιμέτωπος με την Εκκλησία, η οποία και επί της ουσίας τον έστειλε στον αφανισμό, όταν η «θεοσέβειά» του αντέταξε στον μύθο της θρησκευτικής πίστης έναν ένθρησκο ορθολογισμό. Πρώτο κεφάλαιο στη σειρά των κειμένων και των προσώπων που θα στηρίξουν μεταθανατίως τον Καΐρη, όταν η αντίθεση μεταξύ διαφωτιστών και αντιδιαφωτιστών αναζωπυρώνεται, ένα ποίημα το οποίο δημοσίευσε το 1912 ο Παλαμάς. Ποιητής που ζει στα σπλάχνα της κοινωνίας και της πολιτείας της, αλλά και σπεύδει να απομακρυνθεί από αυτή όταν πρέπει να επικρίνει την καθυστέρηση και την παρακμή της, ο Παλαμάς πρόθυμα αναλαμβάνει τον ρόλο του οδηγητή σε μια υπόθεση την οποία άλλωστε ξέρει από παλιά, από τη δεκαετία του 1890. Και το οδηγητικό νήμα εν προκειμένω δεν θα είναι παρά ο φιλελευθερισμός της ατομικής φρόνησης και της δημοκρατικής πολιτείας. Τα ανάλογα θα συμβούν με τον Ζαχαρία Παπαντωνίου, που θα κάνει λόγο για το σκάνδαλο της προτομής, με τον Παύλο Νιρβάνα, που θα αντιπαραβάλει στη λογοκρισία την «αναζήτηση της αλήθειας», με τον Γ. Λίχνο, που θα ζητήσει πανστρατιά για τη σωτηρία της μνήμης του Καΐρη, και με τον Ανδρέα Καραντώνη και με τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο, που θα διατρανώσουν εν έτει 1953 την αξία της πολιτισμικής του μνήμης.
Του ποιήματος του 1912 έχει προηγηθεί στον Δωδεκάλογο του Γύφτου (1907) η μνημόνευση της φιλοσοφικής αποσκίρτησης του Πλήθωνα Γεμιστού από τη χριστιανική ορθοδοξία, με τον Παλαμά να κρατάει απόσταση τόσο από τους χριστεπώνυμους εχθρούς του όσο και από τους ουτοπικούς απολογητές του, κατατείνοντας προς μια θέση η οποία θα συγκεράζει τους δύο κόσμους σε ένα αναγεννητικό βλέμμα για τον ελληνισμό. Με αυτή την επιστροφή στο παρελθόν, ο Παπαθεοδώρου επαναφέρει επί σκηνής άλλους φιλελεύθερους υποστηρικτές του ζώντος ακόμη Καΐρη: τον Αλέξανδρο Σούτσο, που θα μιλήσει για τη θρησκευτική καπηλεία την οποία μετέρχονται οι κατήγοροί του, τον Ν. Ι. Σαρίπολο, που θα προτάξει ως συνταγματολόγος την υπερίσχυση των κοσμικών έναντι των θρησκευτικών αρχών, και τον Μάρκο Ρενιέρη, που θα ζητήσει ορθολογισμό για τη δίκαιη κρίση του.
Ανιχνεύουμε στα λόγια του Παπαθεοδώρου τα λόγια του Κ. Θ, Δημαρά όταν μιλάει για το πνεύμα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και για την κριτική συνείδηση του Παλαμά, της Αικατερίνης Κουμαριανού όταν συζητάει για τον Καΐρη και του Αντώνη Μανιτάκη όταν εξηγεί τον συνταγματισμό του Σαρίπολου. Ο διάλογος με τη νεότερη γραμματολογική, φιλοσοφική και νομική έρευνα του ελληνισμού όχι δια της απλής αναγωγής, αλλά με τη διεύρυνση του ερευνητικού φάσματος σε περιπλοκότερα σχήματα, με τη μεταφορά της διαφωτιστικής παράδοσης και πέραν της ρομαντικής περιόδου 1830-1880 και με ερμηνευτικό βλέμμα το οποίο κοιτάζει στην καρδιά των ημερών μας, συν τον πλούτο της θεωρίας σε επίπεδο ιστορίας των ιδεών, ιστορίας της λογοτεχνίας, πολιτικής επιστήμης, κοινωνιολογίας και πολιτικής φιλοσοφίας. Να μην παραλείψω και το στρατόπεδο των εχθρικών προς το πνεύμα του Καΐρη επικριτών, όπου ο Παπαθεοδώρου υποδεικνύει πόσο προσεκτικοί οφείλουμε να είμαστε με τις αντιπαρατάξεις μια και συχνά δεν διαμορφώνουν τα αντίπαλα στρατόπεδα με τη βολική συμμετρία την οποία πιθανόν φανταζόμαστε.
Γιάννης Παπαθεοδώρου Αθώα μάρμαρα: μια διαμάχη για την προτομή του Θεόφιλου Καΐρη (1912), εκδόσεις Αμολγός.