Ο λόγος και η φόρμα της συνείδησης στην εποχή των μικρών και μεγάλων καταστροφών – δηλαδή στην εποχή μας (του Δημήτρη Τρίκα)

0
427
Spread the love

 

του Δημήτρη Τρίκα

Ο Γιώργος Δρόσος στην ατομική του έκθεση-εγκατάσταση The Argument from Consciousness, που παρουσιάζει στο Ξενοδοχείο Μπάγκειον (6-8 Νοεμβρίου 2025), αντλεί τον τίτλο – κεντρική ιδέα της έκθεσης από το ιστορικό δοκίμιο του Άλαν Τούρινγκ «Υπολογιστικά μηχανήματα και νοημοσύνη» (1950), στο οποίο ο Τούρινγκ απαριθμούσε εννέα επιχειρήματα κατά της δυνατότητας της μηχανής για νοημοσύνη. Μεταξύ αυτών, το «επιχείρημα της συνείδησης» το χαρακτήριζε ως «το πιο ισχυρό».

Το «επιχείρημα της συνείδησης» επαναλαμβάνεται, ακριβώς, ως το απόλυτο μέτρο σύγκρισης και αξιολόγησης κάθε ανθρώπινης επιλογής και σε κάθε περίπτωση εξατομικευμένης ή συλλογικής – κοινωνικής δράσης. Ο Γιώργος Δρόσος δηλώνει με τα έργα του, αλλά και με τα ερμηνευτικά κείμενα που τα συνοδεύει, ότι είναι καλλιτέχνης που ακούει, βλέπει, σκέπτεται και εντέλει επιλέγει πάντα το σύμπαν των άλλων. Ποιων άλλων όμως; Όλων των άλλων ή κάποιων εξ αυτών; Kαι ποιοι θα μπορούσαν να είναι αυτοί που έλκουν την προσοχή του ώστε να συνηγορήσει υπέρ τους; Κι από ποιους αυτοί κινδυνεύουν να στερηθούν δικαιώματα και συνθήκες ζωής που κάποιοι θεωρούν αυτονόητα για τους ίδιους και πολυτέλεια για τους (πολλούς) άλλους;

Ο Δρόσος θα δώσει μία και μόνη απάντηση: Η συνείδηση είναι το μέτρο πάντων και αυτή διαμορφώνεται μόνο σε σχέση με τους άλλους και τον Κόσμο. Άρα η συνείδηση λειτουργεί και υφίσταται μόνον εν κοινωνία και, παρότι αφορά το κάθε άτομο ξεχωριστά, ποτέ δεν φύεται στο πεδίο του ατομικιστικού ναρκισσισμού, όπου ο ναρκισσισμός ισούται, κατά τον θεωρητικό του πολιτισμού Anselm Jappe, με «το ψυχικό θεμέλιο του καπιταλισμού». Ο γερμανός θεωρητικός επιχειρεί να συνδέσει την εξέλιξη των ψυχικών μορφών με την κριτική στην πολιτική οικονομία και το μαρξικό πλαίσιο σκέψης και, όπως αναφέρει στη μελέτη του Ο ναρκισσισμός ψυχικό θεμέλιο του καπιταλισμού (Εκδόσεις των Ξένων, 2022), ο ναρκισσισμός φαίνεται να βρίσκεται στην καρδιά του καπιταλιστικού υποκειμένου, του υποκειμένου, δηλαδή, που διέπεται και ορίζεται υπό το βάρος της αρχής της εμπορευματικής αξίας. «Ο εξωτερικός κόσμος συρρικνώνεται σε απλή ποσότητα μιας μη ποιότητας: σε χρόνο εργασίας, δηλαδή στη λεγόμενη αφηρημένη εργασία, στην περίπτωση της αξιακής μορφής , ή σε σκέτες προβολές ενός αφυδατωμένου αρχαϊκού εαυτού, στην περίπτωση του ναρκισσισμού» γράφει, και συμπεραίνει ότι ο ναρκισσισμός, πολλούς αιώνες πριν, απορροφά ολοένα και περισσότερο ανθρώπινο χρόνο, μέχρι που κυριαρχεί πλέον στον ατομικό και συλλογικό ψυχισμό (σ. 12). Είναι ενδιαφέρουσα μάλιστα η επισήμανση που αφορά την εξέλιξη του φαινομένου από το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα μέχρι και σήμερα, όπου από την κυριαρχία της υπακοής και της καταπίεσης του εαυτού, που απαιτείται να προσαρμοστεί στις ηθικολογικές επιταγές με τις οποίες ντύνεται ο καπιταλισμός στην γέννηση και αρχική του εξέλιξη, με την εγκαθίδρυση και την απόλυτη κυριαρχία της καταναλωτικής κοινωνίας «το κεντρικό σύνθημα έχει αλλάξει και έχει γίνει: Να χαίρεσαι τη ζωή! Αγόρασε ό,τι θέλεις! Just do it!» (σ. 11). Αυτό, βεβαίως, συμβαίνει πρώτα στην καπιταλιστικά αναπτυγμένη Δύση ως πραγματικότητα και επεκτείνεται στον υπόλοιπο κόσμο ως φαντασίωση – στόχος ζωής… Το δίπολο πλέον, στον τρέχοντα αιώνα, την εποχή των καταστροφών, της επιστροφής στους εμφυλίους –συμβολικούς και πραγματικούς– και των μαζικών μετακινήσεων πληθυσμών ολόκληρων από την λεηλατημένη περιφέρεια στη προνομιούχα μητρόπολη, διαμορφώνεται στην αδυσώπητη σύγκρουση των κατεχόντων απέναντι στους «εισβολείς» που ζητούν μερίδιο από τα κέρδη.

Το «επιχείρημα της συνείδησης», λοιπόν, στον Δρόσο λειτουργεί υπέρ εκείνων εκ «των άλλων» που κινδυνεύουν να περιπέσουν στη συνθήκη του «Homo Sacer», στη συνθήκη, δηλαδή, που ο ιταλός φιλόσοφος Τζόρτζιο Αγκάμπεν εύγλωττα εξήγησε ως την γυμνή από δικαιώματα ζωή, ελέω κυρίαρχης εξουσίας. Μιας εξουσίας που έχει άλλες προτεραιότητες και άλλα συμφέροντα να υπηρετήσει από αυτά των αιτούντων ισονομία και ισότητα ευκαιριών και αγαθών από όσους από τούτον τον «πρώτο κόσμο» τα διαθέτουν εν αφθονία και προτιμούν να τα καρπώνονται κατ’ αποκλειστικότητα.

Ο ευφυής στον συμβολισμό, την αφαίρεση και τον υπαινιγμό του τίτλος του έργου του Παρ’ ολίγον τεϊοποτείον αποδεικνύει του λόγου το ασφαλές και η τετρακάναλη προβολή ξεδιπλώνει μια ισχυρή αφήγηση που θέλει να ρηγματώσει καταχρηστικές βεβαιότητες και ασφάλειες και να διαταράξει εφησυχασμένες ή ακόμα χειρότερα, ανησυχούσες συνειδήσεις.

Πολλές φορές, μάλλον στις περισσότερες, «ο δρόμος για την κόλαση είμαι στρωμένος με καλές προθέσεις». Όταν ο νομικός και φιλόσοφος Τζέρεμι Μπένθαμ οραματιζόταν και υποστήριζε μια ριζοσπαστική φιλελεύθερη αντίληψη για τον νόμο που θα κατοχύρωνε τα συμφέροντα των πολλών, αφού το κριτήριο θα έπρεπε να είναι η κοινή ωφέλεια της οποιασδήποτε ρύθμισης από τον νομοθέτη και το κράτος, προφανώς δεν θα φανταζόταν ότι θα έμενε στην ιστορία κυρίως ως ο εμπνευστής του Πανοπτικόν! Της ιδέας, δηλαδή, της αποτελεσματικής και πλήρους επιτήρησης της φυλακής χωρίς να το αντιλαμβάνονται οι έγκλειστοι τρόφιμοι. Προφανώς δεν πρόκειται για μεταφυσικού τύπου παραξενιές της ιστορίας αλλά για τη βολική μεταφορά της μπενθαμικής ευρηματικότητας, όπως εντόπισε ο εξίσου όμως ευρηματικός Φουκώ, αλλά σε ολόκληρη την κοινωνία, που οφείλει πλέον, κατά τους κρατούντες, να πορεύεται ολοένα και περισσότερο επιτηρούμενη, μαλθακή και κατά προτίμηση αφασική και σιωπηλή. Το Fireburnt cities ή το imMATERIAL -2- έρχονται να αποτυπώσουν την κατ’ εξακολούθηση καταστροφή κάθε υποδομής του «εχθρού» που ονειρεύεται και αποπειράται να διεκδικήσει ό,τι, κατά την κρίση των κρατούντων, δεν τους ανήκει, ενώ η εικόνα μιας μπανάνας κι ενός μπάτσου παίζει με την ασφάλεια της πεποίθησης που εκτρέπεται σε ψευδαίσθηση, ακόμα και εξαπάτηση, και σίγουρα στην υπονόμευση της βεβαιότητας ότι αυτό που βλέπω αρχικά ισχύει. Αν προτιμάτε, η βεβαιότητα υποβάλλεται σε δοκιμασία με όπλα το χιούμορ και ενίοτε τον σαρκασμό.

Η έκθεση στο Μπάγκειον ανοίγει τη βεντάλια των ερωτήσεων και σε πιο λεπτεπίλεπτα ζητήματα, που αφορούν τη φύση και την κοινωνική λειτουργία του έργου, αλλά και της σύγχρονης τέχνης με το έργο Art to be executed by someone else ή Πώς να στηριχτεί μια πτώση; να θέλει τον Γιώργο Δρόσο να αναθέτει έργο προς εκτέλεση στην Άμη Μπενέκου,
παίζοντας με το ερώτημα της ιδιοκτησίας και υπονομεύοντας τη συνθήκη του ανήκειν, γενικότερα και ειδικότερα ως προς το έργο τέχνης. Όπως εξηγεί ο Δρόσος, «αυτό το τμήμα της εγκατάστασης πραγματεύεται τη χειρονομία της ανάθεσης ως βασικό συστατικό της δημιουργικής διαδικασίας. Έγινε πρώτα η περιγραφή του προβλήματος: η ανάγκη δημιουργίας μιας ασταθούς, υπερυψωμένης στήριξης για τρία καθημερινά αντικείμενα. Στη συνέχεια, ανατέθηκε η λύση –τόσο λειτουργική όσο και αισθητική– στην καλλιτέχνιδα Άμη Μπενέκου. Το έργο, επομένως, δεν είναι απλά το δημιουργημένο αντικείμενο, αλλά το ίδιο το σκηνικό του προβλήματος… Η πράξη αυτή αμφισβητεί το καλλιτεχνικό εγώ, τη ρομαντική ιδέα της ατομικής χειρονομίας και τις ιεραρχίες μεταξύ ιδέας και εκτέλεσης. Η φυσική στήριξη είναι διπλή: κρατάει τα αντικείμενα, ενώ ταυτόχρονα υπονομεύει την έννοια της ενιαίας καλλιτεχνικής πηγής. Το ερώτημα, λοιπόν, παραμένει ανοιχτό: Σε ποιον ανήκει τελικά αυτό το έργο;»

Στην περιοχή που εμφανίζεται, λοιπόν, Το επιχείρημα της συνείδησης, με έναν δημιουργικό τρόπο τα πεδία του ατομικού-ιδιωτικού και του συλλογικού-δημόσιου λειτουργούν ως οργανικά μέρη ενός συνόλου, που διεκδικεί την ταυτότητα του «πολιτικού» και της επιστροφής του στη λίστα των αναγκαίων υλικών ενός «βιωτού βίου» και όχι μιας γυμνής ζωής. Η επιστροφή στην αγκαλιά του συλλογικού ίσως είναι η μόνη λύση στη βαρβαρότητα του σολιψιστικού υποκειμένου, που δεν ορρωδεί μπροστά σε περιορισμούς ούτε καν των νομικών κανόνων που το ίδιο θέσπισε σε προηγούμενες ιστορικές συνθήκες, μετά την έξοδο από την καταστροφή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και με τον φόβο της επανάληψής του στο μέλλον…

 

info

Γιώργος Δρόσος, The Argument from Consciousness, εικαστική εγκατάσταση

Επιμέλεια: Δημήτρης Τρίκας

Ξενοδοχείο Μπάγκειον, πλατεία Ομονοίας 18

Εγκαίνια: Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2025 (19.00)

Διάρκεια: 6-8 Νοεμβρίου 2025

Ώρες λειτουργίας: 16.00-21.00

Είσοδος ελεύθερη

Προηγούμενο άρθροΗ μελαγχολία της παλινόρθωσης (και της γήρανσης) [γράφει ο Θανάσης Μήνας]
Επόμενο άρθρο«Μέχρι να σβήσουν τ’ άστρα» – Η παράσταση της «διπλανής πόρτας» του Βαγ. Θεοδωρόπουλου (της Όλγας Σελλά)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ