Νικόλαος Κάλας: “Οι κατηγορίες των εικόνων” (μτφρ. Αλεξάνδρα Δεληγιώργη)

0
466
Spread the love

 

Νικόλαος Κάλας  (επιμέλεια- μετάφραση:Αλεξανδρα Δεληγιώργη)

 

Το    CONFOUND THE WISE,  (Arrow’s  ed.,  New York , 1942, σ. 275,  του Νικόλα Κάλας,  παραμένει αμετάφραστο στα ελληνικά. Το βιβλίο αποτελείται από εισαγωγή και τρία  μέρη, το καθένα από τα οποία περιλαμβάνει   υπό μορφή κεφαλαίων  δοκίμια  που δομούνται σε  σειρές ξεχωριστών  ενοτήτων.

Εισαγωγή:  ΤΟ ΡΟΛΟΙ, Πρώτο Μέρος :  ΧΡΟΝΟΣ, Ι. Το Φως των λέξεων.  ΙΙ. Η διαλεκτική  κρασοπότηρου και χρυσού, Δεύτερο μέρος: ΧΩΡΟΣ, ΙΙΙ. μπερδεμένοι  Καθρέφτες ΙV. To  ρόδο  των ανέμων  V. Βελούδινες φλόγες.Τρίτο Μέρος : ΤΟ ΠΑΡΟΝ. VI.H σωτήρια εικόνα VII   Κινήσεις του μπλε  στο σκοτάδι. ΕNVOI : Νέα Υόρκη, Το διαβολικό μάτι.

Βιβλιογραφικές σημειώσεις: Η μετάφραση , που ακολουθεί,   της ενότητας «ΟΙ  ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ»  αποσπασμένη  από το  πρώτο κεφάλαιο   του    βιβλίου,  είναι ένα κάλεσμα  σε « ‘Ελληνες εκδότες για  μετάφραση και  έκδοση του βιβλίου , 83 χρόνια μετά την κυκλοφορία του στα αγγλικά.

 3. Οι ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ.

Με βάση την ανάλυση  ανακαλύπτουμε  δυο κατηγορίες εικόνων∙ η πρώτη  αποτελείται από εικόνες αντικειμένων κι αυτές είναι  ουσιαστικά  και τα συμπληρωματικά τους,   όπως  επίθετα,  αντωνυμίες  και, σε ορισμένες περιπτώσεις, επιρρήματα. Η δεύτερη κατηγορία  είναι φτιαγμένη από  εικόνες  κίνησης που  εκφράζονται  με το ρήμα  και το συμπληρωματικό του, το επίρρημα. Χωρίς ρήματα ,  η ποίηση θα ήταν απλή  περιγραφή  ή  υπαινιγμός  μιας  εικόνας. Εάν η πρώτη ζωγραφιά  του ανθρώπου  ήταν το ελάφι   που  ο κυνηγός  σκότωσε   με μια πέτρα  του σπηλαίου του, το πρώτο  ποίημα του ανθρώπου  , μετά την καθαρά σεξουαλική κραυγή  που καλούσε τη γυναίκα,   ήταν η άλλη κραυγή με την οποία  ο φύλαρχος  πρόσταζε  τους άνδρες του  να επιτεθούν. Η κραυγή, κάλεσμα της γυναίκας για  ηδονή και των ανδρών για έφοδο  , σε μια πιο ανεπτυγμένη γλώσσα, θα γίνει ρήμα.

Αργότερα , η δράση   που ωθούσε στην υπακοή στον αρχηγό της φυλής   πολλαπλασιάστηκε   τόσο ώστε να γίνει  αναγκαία η  διάκριση  διαφόρων ειδών δράσης.  Γι΄αυτό  και σήμερα,   οι κανόνες που ακολουθεί  ένα δεδομένο γραπτό  και που  έγιναν  δομική επιταγή –   προσταγή  και  δράση του-  είναι είτε  φιλοσοφικοί  και  πολιτικοί είτε  ποιητικοί.  Σύμφωνα με την ερμηνεία που επιλέγουμε να δώσουμε  σε ένα δεδομένο κείμενο,  το χαρακτηρίζουμε  είτε  δοκίμιο είτε μανιφέστο  είτε ποίημα.

Αλλά  αυτά τα τρία γένη  σαν υγρό σε συγκοινωνούντα δοχεία  επηρεάζουν  το ένα την ανάπτυξη του άλλου. Στη φιλοσοφική  γραφή ή  στο μανιφέστο, η καθαρότητα  υπάρχει μόνο υπό μορφή  έννοιας.  Κάθε φορά που η ποίηση οδηγείται σε κρίση λόγω του ότι έγινε είτε υπερβολικά   αφηρημένη είτε υπερβολικά πολιτική, οι αληθινοί ποιητές  αισθάνονται την ανάγκη να αντιδράσουν με μιαν απότομη στροφή στην συγκεκριμένη πραγματικότητα,  τη μόνη  ικανή  να  ξαναδώσει  στην ποίηση  το χαμένο της σφρίγος.   Το κυρίως μειονέκτημα της   ακαδημαϊκής ποίησης  είναι ότι έγινε  υπερβολικά ορθολογική.  Κατακλύστηκε  τόσο πολύ   από  συλλογισμούς  ώστε να  θεωρείται   φτωχό   βλαστάρι φιλοσοφίας.  Η ποιητική εικόνα  ήταν συχνότερα  μια αλληγορία , δηλαδή,   μια σκέψη  με μορφή εικόνας παρά μια εικόνα  γεννημένη από συναίσθημα. Με άλλα λόγια,  οι ποιητές,   ιδιαιτέρως  , αυτοί του 19ου αι.,   κατέληγαν να σκέφτονται   τα συναισθήματά τους παρά να αισθάνονται τα πάθη τους.  Για περισσότερους αιώνες, αυτό προκάλεσε  μια διπλή αντίδραση, ακουστική  και οπτική.  Η ακουστική ,  ποιητών όπως ο Τiek και ο  Verlaine,  απέτυχε εντελώς, γιατί  η ποίηση,  όπως  έχω ήδη πει,  δεν μπορεί  να  υπαχθεί στη μουσική∙ αντιθέτως, η τελευταία,  με οδηγό τον  Lautréamont, υπήρξε υπερβολικά γόνιμη σε αποτελέσματα.  Μόνον η οπτική ποίηση ,  που ανθούσε τόσο,  στην Αγγλία,  επί των ημερών των  μυστικών ποιητών της, επιτυγχάνει πάλι να  μεταμορφώσει το ποιητικό υλικό  σε ποίημα∙ πράγμα που  οφείλεται  στο μάζωμα   όλων των εικόνων που γεννά η μνήμη   σε μιαν ευαίσθητη καρδιά.

Ακριβώς λόγω  αυτής της επιστροφής  στις εικόνες και στην  ακατέργαστη  δύναμή τους, πολλοί θεωρητικοί  πίστεψαν ότι  η ποιητική γλώσσα  είναι  πιο πρωτόγονη  μορφή λόγου  από τον φιλοσοφικό . Πρόκειται για οφθαλμαπάτη.  Γιατί το ότι  η ποίηση, στις μέρες μας,  ανακάλυψε εκ νέου την  συγκεκριμένη πραγματικότητά της δεν σημαίνει  ότι  οι φιλοσοφικές προθέσεις  εκφράζονται με το ίδιο σθένος. Αν δικαιούμαστε να  λέμε  ότι οι  ποιητικές επαναστάσεις  οδήγησαν στην  επανανακάλυψη της υπόθεσης της ποίησης , μπορούμε επίσης να βεβαιώσουμε  ότι η φιλοσοφία  εξακολουθεί να χάνεται  στα νεφελώματα ενός  σύμπαντος, που  μια μόνο κουκίδα του  είναι  η  Γη μας. Γιατί για  τέτοιου είδους αφαιρέσεις είναι κατάλληλη μόνο  μια γλώσσα που  έχει χάσει το αίμα της.  Είναι λάθος να λέμε ότι  η γλώσσα της ποίησης  είναι  εγγύτερη  στον πρωτόγονο λόγο  και στο λόγο του παιδιού  από όσο  η φιλοσοφική γλώσσα.  Γιατί  το  ότι το παιδί και ο πρωτόγονος  δεν έμαθαν ακόμη να χρησιμοποιούν  την αφαίρεση  διόλου δεν σημαίνει   ότι η φιλοσοφική ομιλία  θα έπρεπε  να αποφεύγει την υλική πραγματικότητα.  Όταν η φιλοσοφία  ανακαλύψει   το πλήρες φάσμα της πραγματικότητας, πράγμα που  αναπόφευκτα θα κάνει  ωθούμενη από την ακατανίκητη  τάση του υλισμού, τότε η φιλοσοφική γλώσσα  θα γίνει λιγότερο σχολαστική και  ως εκ τούτου  θα φανεί στους  εχθρούς της  χυδαία ,  ακριβώς όπως  στην περίπτωση της σύγχρονης ποίησης. Το ίδιο  φαινόμενο  συνέβη,   αρκετές φορές  στην ιστορία∙  τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, για τους αντιδραστικούς, την εποχή του Δάντη  και   επί των ημερών του (Πορτογάλου επικού ποιητή)  Καμόενς , του Λούθηρου, του Καλβίνου, ήταν  χυδαίες γλώσσες.  Παλιότερα,   οι αντιδραστικοί θεωρητικοί ,   αν ήταν ικανοί να  μελετήσουν την  παιδική ψυχολογία και  τα ήθη της πρωτόγονης κοινωνίας,   θα αποκαλούσαν  αυτές τις γλώσσες  παιδικές. Αλλά στην Κίνα,  στην Ρωσία, στην Ελλάδα, παντού όπου  νέες δυνάμεις  χρειάζεται  να  πολεμήσουν τον   αντιδραστικό  πουρισμό,  η επιστροφή  σε μια περισσότερο  «πρωτόγονη» γλώσσα  έγινε αισθητή και  στην φιλοσοφία.

( ακολουθεί η ενότητα 4. Η Εικόνα  στην σύγχρονη  ποίηση , ό.π.σς. 26-29.)

 

 

Προηγούμενο άρθρο«Το παρελθόν», Ζυλιέν Γκοσλέν, Λεον. Αντρέγεφ: συναρπαστική συνάντηση λόγου και εικόνας (της Όλγας Σελλά)
Επόμενο άρθροΣυνταγογράφηση βιβλίων. Μπορεί να εφαρμοστεί στην Ελλάδα; (της Δήμητρας Διδαγγέλου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ