Ανταγωνισμός  λογοτεχνίας και  ιστορίας για το μετατραυματικό στρες (γράφει ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης)

0
60

 

 

Γράφει ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης

Με αφορμή την συνέχιση των δύο πολεμικών συγκρούσεων που λαμβάνουν χώρα στις γνωστές γωνιές του πλανήτη μας, ξαναήρθε στην επικαιρότητα και στη μνήμη μας,  ο όρος μετατραυματικό στρες. Η ιστορία γράφει ότι μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο βρεττανικός στρατός είχε να αντιμετωπίσει κάπου ογδόντα χιλιάδες εναπομείνασες περιπτώσεις μετατραυματικού στρες ή ‘Shell Shock syndrome’, όπως είναι ευρέως διαδεδομένος ο αγγλικός όρος. Αλλά και κατά την διάρκεια του πολέμου, χιλιάδες στρατιώτες υποβλήθηκαν σε θεραπεία για εκείνο το περιβόητο στρες, μια εφιαλτική κατάσταση η οποία περιελάμβανε σειρά δραματικών ψυχοσωματικών εκδηλώσεων. Το στρες αυτό, αποτέλεσμα της  έκθεσης νεαρών στρατιωτών στη φρίκη του πολέμου, ολοένα και περισσότερο τείνει να θεωρείται ως ένα από τα ισχυρά  σύμβολα των δεινών που επέφερε ο συγκεκριμένος πόλεμος σε όσους άτυχους ενεπλάκησαν εκόντες άκοντες  στα πλοκάμια του.

Ο μεγαλύτερος όγκος της διεθνούς βιβλιογραφίας, απαντάται στο Ηνωμένο Βασίλειο και περιγράφει τις προκλήσεις της ψυχιατρικής απέναντι σε αυτό το σοβαρό πρόβλημα δεδομένου ότι συνετέλεσε τα μέγιστα στη διαμόρφωση της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής από τις αρχές του εικοστού αιώνα και εντεύθεν. Εκτεταμένος επίσης είναι ο όγκος της βιβλιογραφίας όσον αφορά τις λογοτεχνικές προσεγγίσεις και αντιλήψεις του μετατραυματικού τραύματος ως διαχρονικού και αναλλοίωτου φαινομένου με το πέρασμα του καιρού.  Τον Νοέμβριο του 2009, η βρεττανική εφημερίδα Γκάρντιαν, δημοσίευσε την ‘Μία ισότιμη φωνή’ (An Equal Voice), ένα ποίημα που γράφτηκε από τον βραβευμένο ποιητή, μυθιστοριογράφο και βιογράφο, Σερ Άντριου Μόσιον, 1952-). Το συγκεκριμένο ποίημα αρχίζει κάπως έτσι:

 

Ο πόλεμος πίσω απ’ τις γραμμές είναι ένα ιλιγγιώδες χάος.

Περιστρεφόμενες καρέκλες, βαρετά γραφεία, στεγνά σαν σκόνη

Αναφορές, σχέδια τη μια μέρα και την άλλη

με τη βοήθεια ενός σαραβαλιασμένου αυτοκινήτου

και λίγων γαλονιών βενζίνης – άνδρες που βαδίζουν

με πρόσωπα λερωμένα από ιδρώτα και λαμπερά μάτια,

άλογα ζορισμένα   και ορμούν στη μάχη,

μικρές λακκούβες στη λάσπη  ανοιγμένες κάτω από κάθε πατημασιά,

και σωροί ματωμένων  ρούχων  και περικνημίδες

έξω από την  πόρτα από μουσαμά   ενός υπαίθριου νοσοκομείου…

 

 

War from behind the lines is a dizzy jumble.

Revolving chairs, stuffy offices, dry as dust

reports, blueprints one day and the next –

with the help of a broken-down motor car

and a few gallons of petrol – marching men

with sweat-stained faces and shining eyes,

horses straining and plunging at the guns,

little clay-pits opening beneath each step,

and piles of bloody clothes and leggings

outside the canvas door of a field hospital…

Ο ποιητής περιέγραψε σε αυτό όλα εκείνα τα θλιβερά γεγονότα, δίνοντας στην ουσία φωνή σε όλους τους ανθρώπους που υπέφεραν από  μετατραυματικό σοκ, από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι και στις μέρες μας, μια  απαίσια και επαναλαμβανόμενη μάστιγα του εικοστού, και δυστυχώς και του καινούργιου μας  αιώνα. Οι γιατροί, οι ιστορικοί και άλλοι ειδικοί έχουν τεκμηριώσει τις  επιπτώσεις και τα αποτελέσματα του μετατραυματικού στρες,  και χάρη σε αυτά, γνωρίζουμε ότι ο όρος καλύπτει  πληθώρα παθήσεων, που είναι αποτέλεσμα κάποιας σοβαρότερης επενέργειας  απ’ ότι η απλή έκρηξη μιας οβίδας, δήλωνε  κάποτε ο Άντριου Μόσιον. Αλλά, συνεχίζει, κάνοντας αναφορά στο βιβλίο «Ένας Πόλεμος Νεύρων: Στρατιώτες και Ψυχίατροι στον Εικοστό Αιώνα» (A War of Nerves: Soldiers and Psychiatrists in the Twentieth Century) του Μπεν Σέπαρντ  που εκδόθηκε το 2003 και παριστά στην πραγματικότητα κεφάλαιο μέσα στον μεγάλο κορμό της  ιστορίας της Ψυχιατρικής, ότι οι άνθρωποι που είχαν υποφέρει απ’ αυτό ήταν συνήθως πολύ άρρωστοι για να μιλήσουν, κι έτσι δεν έχουν καταγραφεί οι βαθύτερες και μύχιες απόψεις τους για όλα εκείνα. Ο ποιητής όμως, ήθελε να τους ακούσει, και γι’ αυτό προχώρησε σε συρραφή των φωνών των σοκαρισμένων ανθρώπων από τις εκρήξεις των οβίδων. Οι λέξεις και φράσεις  τους, ελήφθησαν από μια ποικιλία πηγών, από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι της συγγραφής του ποιήματός του και παρουσιάζονται σε αυτό με χρονολογική περίπου σειρά. Μέσα σ’ αυτό βρίσκεται κι ένα τμήμα του Ζίγκφριντ Σασούν, αλλά τα περισσότερα είναι αγνώστων στρατιωτών. Όλο το υλικό μαζί, δίνει την αίσθηση της κίνησης μέσα στο χρόνο για να πιστοποιήσει  τελικά ότι έχει σχέση με  την συγκεκριμένη περίεργη μορφή κατάθλιψης.  Ακούμε, είπε ο Μπεν Σέπαρντ,  περισσότερα απ’ τους γιατρούς απ’ ότι από τους ασθενείς. Ωστόσο όσο σκληρά κι αν προσπαθεί, ο ιστορικός δεν μπορεί να διηγηθεί, δεν μπορεί να δώσει στους ασθενείς  ισότιμη φωνή, επειδή οι περισσότεροι από αυτούς επέλεξαν να μην διηγηθούν τις εμπειρίες τους ή ήταν πολύ άρρωστοι για να μιλήσουν. Αυτό αργότερα πυροδότησε δημόσια αναταραχή από αντικρουόμενες απόψεις, σχετικά με το αν και κατά πόσο η λογοτεχνία μπορεί να επικοινωνήσει με ορισμένες πτυχές του πολέμου πιο αποτελεσματικά από την ιστορία.

Βρεττανός στρατιώτης που καταδικάστηκε για λιποταξία είναι δεμένος πίσω από τις γραμμές του μετώπου κατά τη διάρκεια του Πρώτου Μεγάλου Πολέμου και θα εκτελεστεί. Συχνά, όλοι οι εμπλεκόμενοι υπέφεραν από αυτό που ονομαζόταν τότε ‘shell shock’, και σήμερα αναφέρεται ως μετατραυματικό στρες.

Απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα, βεβαίως, είναι δύσκολο να δοθούν και πολλοί μελετητές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, πήραν τη μια ή την άλλη θέση.  Η δημόσια αντιπαράθεση σε όλα αυτά, φυσικά δεν είναι τίποτα περισσότερο από  ένας μικρόκοσμος των συζητήσεων αυτών, δεδομένου ότι το κεντρικό στοιχείο είναι αναμφίβολα εκείνο που μας υπενθυμίζει ότι το μετατραυματικό  σοκ βρίσκεται στο επίκεντρο της όλης συζήτησης. Ωστόσο, όμως, δεν παραβλέπουμε ότι υπάρχουν διακριτές διαφορές μεταξύ λογοτεχνίας και ιστορίας ως προς τους στόχους και τις μεθόδους τους.

Στο σύγχρονο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήρθε στο προσκήνιο κυρίως μέσα από τις λογοτεχνικές αναφορές και καταγραφές  των άμεσα  συμμετεχόντων σε αυτόν. Γιατί ήταν  πόλεμος στον οποίο έλαβαν μέρος εγγράμματοι στρατιώτες, άτομα που ήταν φανατικοί αναγνώστες και συχνά ταλαντούχοι και πολλά υποσχόμενοι συγγραφείς. Σήμερα, μπορεί να υποστηριχθεί άφοβα, ότι οι δημόσιες αντιλήψεις του μεγάλου εκείνου πολέμου, εξακολουθούν να συνδέονται περισσότερο με τα γραπτά του Γουίλφρεντ Όουεν, του Ζίγκφριντ Σασούν, του Ρόμπερτ Γκρέιβς, της Βέρας Μπρίτεν και τόσων άλλων συναδέλφων τους, και όχι από τους ιστορικούς και τις γνωστές καταγραφές τους.  Πρόκειται για  γραπτά,  στα οποία γίνονται εμφανή σε όλη τους τη μεγαλοπρέπεια η ψυχική αστάθεια και κατάρρευση, ο πόνος και η θλίψη που προκάλεσε ο πόλεμος. Κατά την άποψη ορισμένων μελετητών, η λογοτεχνία αυτού του είδους ενσωματώνει μια ουσιαστική και διαχρονική αλήθεια όχι αποκλειστικά για τη φύση αυτού καθ’ εαυτού του πολέμου, αλλά και για τις  καταστροφές και τη ματαιότητα όλων των σύγχρονων πολεμικών συγκρούσεων. Το σύνδρομο των εκρήξεων των οβίδων ή του μετατραυματικού σοκ, εξελίχτηκε σε εμβληματική διαταραχή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η οποία ενσωματώθηκε στις φαντασιώσεις του τετράχρονου πολέμου, αλλά υπάρχει επίσης, ειδικά τα τελευταία χρόνια,  μια  περίεργη γοητεία με αυτόν. Από το πέρας του πολέμου, οι αφηγήσεις του ψυχολογικού πόνου ως  διαχρονικής αλήθειας της εμπειρίας της μάχης, έχουν κατακτήσει μια ολοένα και σημαντικότερη θέση στις αναφορές και τα κείμενα που αναφέρονται στον πόλεμο,   λογοτεχνικά, ιστορικά και δημοσιογραφικά. Ο μεγάλος εκείνος πόλεμος διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό το χωνευτήρι της σύγχρονης μνήμης, επειδή δημιούργησε ένα μοντέλο κατανόησης που χώριζε αμετάκλητα τις γενιές πριν και μετά από αυτόν.  Παρά τις αντικρουόμενες απόψεις και θέσεις, πάντως, η απεικόνιση του πολέμου που αναφέρεται και τονίζει το ψυχολογικό τραύμα και την πολύπλευρη τραγωδία, συνεχίζει να διαμορφώνει και να καθορίζει αρκετές αντιλήψεις των τεσσάρων εκείνων καταστροφικών ετών. Άλλοι υποστηρίζουν ότι, αυτό που έχει σημασία δεν είναι η λάσπη, το αίμα και τη φρίκη της καθημερινής εμπειρίας της πλειοψηφίας των στρατιωτών που πολέμησαν στον πόλεμο, αλλά ο πόλεμος που δημιούργησε όλα αυτά τα ακραία. Κλείνοντας,  μάλλον πρέπει να γίνει αποδεκτό και  να καταστεί σαφές στις μέρες μας  ότι δεν υφίσταται άκαμπτος διαχωρισμός ανάμεσα στη λογοτεχνία και την ιστορία, την λογοτεχνική και την ιστορική  προσέγγιση, κι’ ότι η μια προσπάθεια συμπληρώνει την άλλη, έστω και αν απευθύνονται σε  διαφορετικά ακροατήρια και με διαφορετικά εργαλεία ερμηνείας ή διαδρομές για την βαθύτερη κατανόηση, όχι μόνον εκείνου του πολέμου που σημάδεψε την ήπειρό μας πριν από ένα αιώνα, αλλά και των επόμενων!

Το 2008, κυκλοφόρησε και το βιβλίο «Το μετατραυματικό στρες και τα μαθήματά του» (Shellshock and Its Lessons) από τους  Grafton Elliot Smith και  Tom Pear, μια ψηφιακή επανέκδοση και πολύτιμη ιστορική αναπαραγωγή που είδε αρχικά το φως της δημοσιότητας  πριν από το 1923, ως μικρή απόδειξη της σημασίας  του μετατραυματικό στρες στους σύγχρονους πολέμους που μαίνονται στις γειτονιές μας.

 

 

Προηγούμενο άρθροΠέθανε ο τσέχος συγγραφέας Ιβάν Κλίμα

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ