της Αλεξάνδρας Χαΐνη
Τα βιβλία του Τάκη Καμπύλη είναι πολύπλευρα. Δεν είναι μονοσήμαντα. Ακόμη κι αν θεωρηθεί ότι έχουν κάποια επαναλαμβανόμενα αγαπημένα (για τον συγγραφέα, υποθέτω) μοτίβα, καλύπτουν μια μεγάλη γκάμα θεμάτων, γι’ αυτό και πιστεύω ότι μπορούν να διαβαστούν και να γοητεύσουν πολλούς/ές διαφορετικούς/ές αναγνώστες και αναγνώστριες.
Θα εξηγήσω αμέσως τι εννοώ. Κατ’ αρχάς κρύβουν πάντα ένα μυστήριο. Που άλλοτε εξελίσσεται σε ιστορικό θρίλερ με πρωταγωνιστές τα οστά κάποιου άγνωστου νεκρού οπλίτη στο «Γίγαντες και Φασόλια ή Δεν γίνονται αυτά εδώ» (2020)· άλλοτε φτάνει μέχρι τη στυγερή δολοφονία με αφορμή έναν περίεργο ιό, όπως στη νουβέλα «Γενικά συμπτώματα» (2021)· άλλοτε κυκλοφορεί στα πολιτικά σαλόνια με τις ίντριγκες και τα ανάλογα σεξουαλικά σκάνδαλα, όπως στο μυθιστόρημα «Το κόμμα του καλού θεού» (2023), για να καταλήξει παρέα με μια αταυτοποίητη οικογένεια σκελετών σε ένα απομακρυσμένο νησί στο Αιγαίο, στο τελευταίο του μυθιστόρημα «Ο γάτος Πετεφρής» (2025).
Παρόλα αυτά, δεν πρόκειται για αστυνομικά μυθιστορήματα. Μπορεί στην πλοκή να σκοντάφτουμε σε πολλά ανεξιχνίαστα στοιχεία, όμως δεν είναι εκεί η ουσία. Εξάλλου ούτε στη λύση του όποιου αινίγματος ή μυστηρίου βρίσκεται η ουσία. Απλώς αυτό λειτουργεί κάπως σαν διευκολυντής, σαν ένα τέχνασμα κατά κάποιο τρόπο για να πει ο συγγραφέας όλα όσα θέλει, χωρίς το κλίμα να γίνεται βαρύ, ενώ βοηθά στο σασπένς, στο να κρατήσει τους αναγνώστες σε εγρήγορση, σε αγωνία, στο να γυρίσουν τις σελίδες ώστε να μάθουν τι θα γίνει παρακάτω.
Δίπολα
Το δεύτερο είναι ότι υπάρχει πάντα η ιστορικο-πολιτική διάσταση. Τα βιβλία του Καμπύλη αποπνέουν αριστερή διανόηση, αν μπορώ να πω κάτι τέτοιο, χωρίς όμως επιτήδευση και ακρότητες. Άλλωστε, οι ήρωές του κινούνται με άνεση σε όλους τους χώρους. Το απέδειξε με ιδιαίτερη μαεστρία στο πρώτο και στο προηγούμενο βιβλίο του. Από τη μια στους «Γίγαντες και Φασόλια» βουτήξαμε στα άδυτα του αναρχικού χώρου (έμαθα πολλά ομολογουμένως) και από την άλλη στο «Κόμμα του Καλού Θεού» είδαμε πώς δουλεύει ένας κομματικός μηχανισμός που με τα κατάλληλα κονέ, την ανάλογη οργάνωση και το απαραίτητο χρήμα, μπορεί να ανεβοκατεβάσει τον οποιονδήποτε τυχάρπαστο υποψήφιο, λίγη σημασία έχει αν είναι νέο-μεσσίας ή ακροδεξιός, αρκεί να είναι λαοπρόβλητος, charmer και να μπορεί να πει κάνα δυο λέξεις-κλειδιά.
Ο Καμπύλης δείχνει να αγαπάει τα δίπολα, του αρέσει να παίζει με αυτά. Με την Αριστερά και τη Δεξιά, με την Ανατολή και τη Δύση. Στον «Γάτο Πετεφρή», το παιχνίδι αυτό αποθεώνεται: στην αρένα βάζει μαζί δυο εντελώς αντίθετους χαρακτήρες, σχεδόν αντίπαλους. Δύο ανθρώπους που σε κανονικές συνθήκες δεν θα μπορούσαν να συνυπάρξουν καν. Και τους καλεί όχι μόνο να μοιραστούν τον ίδιο ζωτικό χώρο πάνω στο εξ ορισμού περιορισμένο περιβάλλον ενός «Νησιού», αλλά επιπλέον τους επιβάλλει και μία ακόμη επίπονη πρόκληση: να αφηγηθούν τα έργα και τις ημέρες τους, μέσα από ημερολογιακές καταγραφές τις οποίες αντιπαραβάλλει τη μία μετά την άλλη, δημιουργώντας σταδιακά ένα όλο και πιο θερμό κλίμα.
Εδώ οι αντιθέσεις είναι απόλυτες, φαινομενικά δεν αμβλύνονται με τίποτα. Ο ένας ήρωας -«Εκείνος»- σφύζει από ζωή, ο άλλος -«Αυτός»- βρίσκεται στο χείλος του θανάτου. Εκείνος υπήρξε επιφανής πολίτης του κόσμου και connoisseur, Αυτός, πάλαι ποτέ παραβατικός και κατατρεγμένος, επιβιωτικός και χειρώναξ εξ ανάγκης, αρκείται στα λίγα. Η μάχη θα μπορούσε να είναι ανελέητη, αλλά η ανάγκη για ζωή (έστω και βραχυπρόθεσμα) είναι ισχυρότερη.
Χάρη δε ακριβώς σε αυτές τις αντιθέσεις, όσο διάβαζα το βιβλίο, είχα την αίσθηση ότι αν μπορούσα θα το διάβαζα και ανάποδα – σαν να έχει δυο όψεις, όπως τα τραπουλόχαρτα.
Το τρίτο στοιχείο που θέλω να αναφέρω είναι ότι τα βιβλία του Καμπύλη μοιάζουν με σύγχρονες παραβολές – δεν εννοώ με αυτό ότι σώνει και καλά έχουν ένα ηθικό δίδαγμα, αλλά σίγουρα η αφήγηση είναι αρκετά αλληγορική και παραπέμπει σε κάποια γενικότερα συμπεράσματα για την ανθρώπινη κατάσταση, την πορεία και την εξέλιξή της. Με άλλα λόγια, όσο κι αν διαδραματίζονται στο σήμερα ή σε ένα σχετικά κοντινό αν και δυστοπικό μέλλον, εξετάζουν όσα συμβαίνουν με ακρίβεια, κάνουν προβολές και συγκρίσεις με το παρελθόν, τολμώ να πω ότι είναι πολύτιμη παρακαταθήκη για τη σύγχρονη Ελλάδα και παρότι αφορούν την γενιά των περίφημων μπούμερς, θα μπορούσαν άνετα (και θα έπρεπε) να διαβαστούν και από τις νεότερες – και γιατί όχι ακόμη και να χρησιμοποιηθούν στις σχολικές τάξεις.
Ας μην ξεχνάμε ότι ο Καμπύλης είναι δημοσιογράφος· έχει μάθει να αντιμετωπίζει καταστάσεις και γεγονότα με επιφύλαξη -και διορατικότητα-, έχει εκπαιδευτεί θέτοντας ερωτήματα.
Χαμαιλέων
Η κυρίαρχη ωστόσο αίσθησή μου ιδιαίτερα μετά το τελευταίο βιβλίο είναι ότι ο πρωταγωνιστής των βιβλίων του Τάκη Καμπύλη είναι ένας και μοναδικός άντρας με πολλές όψεις· ένα πρόσωπο σχεδόν χαμαιλεοντικό που μπορεί και προσαρμόζεται σε όλες τις συνθήκες δια μέσω των αιώνων. Δεν ξέρω γιατί αλλά διαβάζοντας τον Πετεφρή θυμήθηκα την ταινία του Jim Jarmusch «Μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί», όπου ο μοναχικός μουσικός -και βαμπίρ- Άνταμ θρηνεί την κατάσταση του σύγχρονου κόσμου, σε ένα ερειπωμένο σπίτι στο Ντιτρόιτ, όντας σίγουρος ότι η ανθρωπότητα είναι καταδικασμένη και ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ζόμπι. Με τη μόνη διαφορά ότι στο συγκεκριμένο βιβλίο εκτός από βαμπίρ, δεν υπάρχει και love story. Και αυτό είναι κάτι που περιμένω να δω – στο επόμενο, ίσως;
Info: Ο Τάκης Καμπύλης γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ναύπλιο. Ξεκίνησε τη δημοσιογραφία στα «Νέα» ως ρεπόρτερ και αργότερα ως αρχισυντάκτης. Στη συνέχεια στον νέο «Ελεύθερο Τύπο» ως διευθυντής σύνταξης. Εργάστηκε ως επιτελικό στέλεχος και αρθρογράφος στην «Καθημερινή» και μετά ως γενικός διευθυντής του ραδιοφωνικού σταθμού «Αθήνα 9,84». Επίσης, στο γραφείο Τύπου του Συνηγόρου του Πολίτη. Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν το μυθιστόρημα «Γίγαντες και φασόλια ή Δεν γίνονται αυτά εδώ» (2019), η νουβέλα «Γενικά συμπτώματα» (2021), το μυθιστόρημα «Το κόμμα του καλού θεού» (2023).
Το μυθιστόρημα «Ο γάτος Πετεφρής», κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του 2025 από τι εκδόσεις Καστανιώτη.