του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου
Η συλλογική μνήμη και η πολιτική ιστορία τροφοδοτούν, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, και τα τέσσερα μυθιστορήματα του Αντρέα Φραγκιά: από το Άνθρωποι και σπίτια (1955) και την Καγκελόπορτα (1962) ως τον Λοιμό (1972) και το Πλήθος (1985 και 1986), ο συγγραφέας δεν παύει να επανέρχεται στα τραυματικά βιώματα της Κατοχής, του Εμφυλίου και της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου, για να υποδείξει τα βαθιά χαραγμένα ίχνη τους σ’ ένα ούτως ή άλλως στρεβλό και εν πολλοίς ακρωτηριασμένο κοινωνικό σώμα. Θα αποτελούσε, ωστόσο, αβλεψία πρώτου μεγέθους να περιορίσουμε το έργο του στον ιστορικό του ορίζοντα, εκλαμβάνοντας στην κυριολεξία τις πραγματολογικές αναφορές του και μεταφράζοντας στενά και μονόδρομα τους πολιτικούς υπαινιγμούς του.
Τα πλέον αλληγορικά μυθιστορήματα του Φραγκιά είναι τα δύο τελευταία. Και μπορεί στον Λοιμό να αναγνωρίζουμε χωρίς μεγάλες δυσκολίες το μακρονησιώτικο τοπίο και στο Πλήθος να συναντάμε όχι μόνο την Κατοχή και τον Εμφύλιο, αλλά και την απριλιανή δικτατορία – τούτα, όμως, δεν σημαίνουν σε καμία περίπτωση πως ο Φραγκιάς αναλαμβάνει κατ’ εργολαβίαν το έργο της ρεαλιστικής καταγραφής της εποχής του, με όλα τα πολιτικά, τα κοινωνικά και τα οικονομικά της συμπτώματα. Το αντίθετο ακριβώς θα έλεγα ότι συμβαίνει στην πεζογραφία του, και ειδικά στον Λοιμό, που κυκλοφορεί σε νέα έκδοση από τον Ποταμό, σε πυκνό κριτικό επίμετρο του Δημήτρη Χριστόπουλου. Το ιστορικό υλικό μοιάζει εν προκειμένω να προσφέρει απλώς την αφορμή για να πάρει σάρκα και οστά και να αρχίσει να ξετυλίγεται κομμάτι–κομμάτι ένας μυθοπλαστικός κόσμος ο οποίος γρήγορα φανερώνει τα πραγματικά χαρακτηριστικά του, που δεν είναι άλλα από την αφαιρετική μέθοδο στην εισαγωγή και την παρουσίαση των αφηγηματικών του προσώπων, όπως και από τη γενίκευση –την αναγωγή στη σφαίρα του καθολικού– των μυθιστορηματικών του καταστάσεων. Και τα χαρακτηριστικά αυτά παραπέμπουν, βεβαίως, στη συμβολική και στην αλληγορική λειτουργία του μυθιστορηματικού του λόγου του Φραγκιά, όπως τον συλλαμβάνουμε να εκδηλώνεται σε κάθε αναβαθμό της ανάπτυξής του, από το πρώτο ως το τελευταίο του στάδιο.
Ένα σημείο στο οποίο μπορούμε να εστιάσουμε με αρκετή ασφάλεια είναι ο ρόλος των αφηγηματικών προσώπων στον Λοιμό. Δύο στοιχεία κατά βάσιν τα συνιστούν και τα προσδιορίζουν: το ένα είναι η εγνωσμένη περιστολή της ατομικότητάς τους` το άλλο, άμεσα συναρτημένο με το πρώτο, η ως εξ ορισμού πληθύς τους. Εκείνο που προέχει για τον συγγραφέα ως προς τη διαγραφή και τον σχηματισμό των ηρώων του δεν είναι το πλάσιμο συγκεκριμένων χαρακτήρων, με τις αντιφάσεις και τις συγκρούσεις τους ή με τα πάθη και τις εμμονές τους, αλλά η δημιουργία τυπολογικών περιγραμμάτων, στην επιφάνεια και στο εσωτερικό των οποίων αντανακλώνται oι μορφές που τείνει να πάρει η ανθρώπινη συνείδηση υπό καθεστώς δημόσιας πίεσης και καταστολής ή μαζικής στέρησης και υφαρπαγής. Κι εδώ, βεβαίως, καταλαβαίνουμε καλύτερα τη σημασία της πληθύος των προσώπων, τα οποία εμφανίζονται στη μυθιστορηματική σκηνή ως πολυκινητικός θίασος, που ερμηνεύει και αποδίδει μια παράσταση–συνθήκη. Από τους βασανιστές και τους βασανιζόμενους του Λοιμού (όπως και από τους κατά συρροήν καταδικασμένους του Πλήθους), κανένα από τα πρόσωπα του Φραγκιά δεν μπορεί και δεν προτίθεται να σταθεί ως ατομική, αμιγώς ψυχολογική μονάδα: κάθε ατομικό όνομα είναι μια αρνητικά και ταυτοχρόνως ειρωνικά φορτισμένη ιδιότητα (βλ. και τις παρατηρήσεις του Χριστόπουλου), αντιστοιχεί σ’ έναν σπασμένο κοινωνικό δεσμό ή σε έναν πανίσχυρο αρμό του μηχανισμού μιας άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο οργουελιανής εξουσίας. Και υπ’ αυτή την έννοια, οι ήρωές του όχι μόνον δεν εκπροσωπούν κατ’ ιδίαν περιπτώσεις μα και μεταμορφώνονται τάχιστα σε μέλη ενός εγγενώς άφωνου χορού, που έχει μεταβιβάσει εκών άκων τα χορικά του στην έκφραση μιας απρόσωπης και έκκεντρης (καλύτερα είναι να πω διάχυτης στον χώρο) τάξης.
Ανάλογη είναι η μέθοδος με την οποία χειρίζεται ο Φραγκιάς και τις μυθιστορηματικές του καταστάσεις. Απουσιάζουν κατά κανόνα τόσο ο αυστηρά δομημένος και συνεκτικός μύθος όσο και η ιεραρχημένη, σε διαδοχικά ή επάλληλα στάδια πλοκή. Κι όσα πάλι λαμβάνουν χώρα σ’ ένα τέτοιο πεδίο λιγότερο τροφοδοτούν μια σειρά αφηγηματικών συμβάντων και περισσότερο παραπέμπουν σε μια μόνιμη αιώρηση των ηρώων στον εντέλει αποϊστορικοποιημένο και αχρονικό τους χρόνο. Η ιστορία του Εμφυλίου και του ελληνικού μεταπολεμικού κράτους στον Λοιμό είναι από αυτή την άποψη η εν δυνάμει ιστορία κάθε πολιτικής και κοινωνικής εξαχρείωσης και τα πάντα στοιχειοθετούνται τώρα για άλλη μια φορά ως καθολικές μορφές της ανθρώπινης ύπαρξης ενόσω αποξενώνεται από τις ουμανιστικές της προσδοκίες και αποδιωγμένη από οποιοδήποτε καταφύγιο κατακυριεύεται από τον πανικό, για να σαπίσει στο τέλος ανήμπορη μέσα στη βία και τον φόβο. Η δύναμη ολοκληρωτικής επιβολής των κρατούντων επί οιουδήποτε ζωντανού οργανισμού στον Λοιμό (και στο Πλήθος) ανακαλεί ένα είδος αρχετύπου της διαλεκτικής δούλου και αφέντη, όπου τα καθορισμένα περιστατικά και οι γενεσιουργοί τους προϋποθέσεις απαλείφονται βαθμιαία προς όφελος του γενικού υποδείγματος υπό το οποίο προβάλλει το σχήμα της – σχήμα που δεν ενσωματώνει παρά τον αφανισμό, την παραποίηση και την καταστροφή ως μεγέθη οντολογικής πλέον τάξεως.
Έχει γίνει, φαντάζομαι, φανερή η συμβολική και η αλληγορική λειτουργία της πεζογραφίας του Φραγκιά στον Λοιμό για την οποία προειδοποίησα εισαγωγικά. Τα αφηγηματικά του πρόσωπα δεν είναι, καθώς το είδαμε κιόλας, τα ονόματά τους ή οι πράξεις με τις οποίες συνδέονται εκάστοτε στη δράση, αλλά τα υποκείμενα μιας οργανικής υπαρξιακής και πολιτικής ανελευθερίας, ενώ οι μυθιστορηματικές του καταστάσεις σπεύδουν να αποβάλουν το πρώτο, το ρητό και σαφώς αναφορικό τους νόημα, για να βάλουν στη θέση του μια δεύτερη θέαση της πραγματικότητας που ανακινούν προκειμένου να θίξουν τη βαθύτερη ηθική της υπόσταση. Και δεν θέλω να παραλείψω, κλείνοντας, το σημαντικότερο, πιστεύω, συμπέρασμα από αυτή τη σύντομη περιήγηση στη συμβολική και αλληγορική γραφή του Λοιμού. Ο έντονα αναγωγικός και αφαιρετικός της χαρακτήρας, που οδηγεί με ταχύτητα το έργο του Φραγκιά έξω από τα ιστορικά και τα άμεσα πολιτικά ή κοινωνικά του συμφραζόμενα, του παρέχει την ίδια ώρα και τα εχέγγυα ή τα διαπιστευτήρια για το μέλλον (τωρινό και αυριανό), όπου σίγουρα θα μπορέσει να διεκδικήσει έγκυρα, αλλά και έγκαιρα τις περισσότερες από τις πιθανές ανασημασιοδοτήσεις του. Αυτό ακριβώς αναδεικνύει και υπηρετεί η ανά χείρας έκδοση.
Αντώνης Φραγκιάς, Λοιμός, Ποταμός
![]()



























