10+1 λίγο περίεργα βιβλία που μου έκαναν εντύπωση (του Γιάννη Ν. Μπασκόζου)

0
1437

 

 

Του Γιάννη Ν. Μπασκόζου

 

 

Δημήτρης Τζιόβας, Η Ελλάδα από την χούντα στην κρίση. Η κουλτούρα της μεταπολίτευσης. Μτφρ. Ζωή Μπέλλα, Γιάννης Στάμος, Gutenberg

O συγγραφέας παρουσιάζει μια μελέτη που επεκτείνεται από την εποχή της μεταπολίτευσης μέχρι την κρίση. Αμφισβητεί αν ο όρος Μεταπολίτευση μπορεί να καλύψει όλο αυτό το φάσμα των εποχών. Ο ίδιος προτείνει ως ορισμό της μακράς αυτής περιόδου την «εποχή των ταυτοτήτων». Μέχρι το 1990 κυριαρχεί η κρίση ταυτότητας λόγω της επικείμενης εισόδου της χώρας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα ενώ στην επόμενη περίοδο κυριαρχεί η αναζήτηση πολλαπλών ταυτοτήτων λόγω της παγκοσμιοποίησης.  Σήμερα , σημειώνει ο ΔΤ, δεν υπάρχει «κοινό» και μάλιστα «εθνικό» αλλά διαφορετικά ακροατήρια και κοινότητες ένδειξη της αυξανόμενης διαφορετικότητας και του πλουραλισμού.  Στην ουσία η χώρα περνά από την εποχή της πολιτιστικής ομογενοποίησης που σημειώνεται τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης στην εποχή της πολιτισμικής διαφοράς.  Η έρευνά του εντοπίζεται στην κουλτούρα αυτών των χρόνων : έθνος και αρχαιότητα, Ευρώπη και ευρωσκεπτιμισμός, το ζήτημα ταυτότητας και θρησκείας, τα γλωσσικά ζητήματα, νεολαία, φεμινισμός, σεξουαλικότητα. Η μελέτη του ΔΤ κατευθύνεται κυρίως στα πολιτιστικά προϊόντα : λογοτεχνία, ποίηση, κινηματογράφος, μουσική και πως αυτά διαμορφώνουν τον νέο πολιτιστικό κανόνα ή καλύτερα τους διαφορετικούς πολιτιστικούς κανόνες. Συμπερασματικά ο ΔΤ πιστεύει ότι η αναζήτηση ταυτοτήτων ακόμα και εν μέσω ισχυρών αντιπαραθέσεων είναι αυτό που χαρακτηρίζει την εποχή από την πολιτική μεταπολίτευση έως σήμερα.

 

Κυριάκος Πετρόπουλος, Η βασιλόπιτα που μοιραζόμαστε. Σκέψεις και απόψεις για τη γαστρονομία και την ελληνική κουζίνα. Ρόζας-γαστρονομικές εκδόσεις

Τον Κυριάκο Πετρόπουλο τον γνώρισα στο βραβευμένο του μικρό εστιατόρια «Ρόζα», σε ένα εσωτερικό χωριό, το Βουρβούλο, στη Σαντορίνη. Το βιβλίο του μου προξένησε την περιέργεια και με προκάλεσε να το διαβάσω, αν  και δεν ασχολούμαι ιδιαίτερα με τα τεκταινόμενα στη γαστρονομία, κυρίως γιατί έχει γραφτεί να υποστηρίξει μια ιδέα. Αυτή της σύγχρονης ελληνικής κουζίνας. Που δεν είναι η Νέα Ελληνική κουζίνα του Επίκουρου – Αλβέρτου Αρούχ ούτε οι μοντερνιστικοί ακροβατισμοί των αυτοπροσδιοριζόμενων master chef. O K.Π. γράφει για μια κουζίνα σύγχρονη η οποία διακρίνεται για τη σχέση της με την γευστική μνήμη, είναι ταυτόχρονα ανοικτή και συνεκτική, κουζίνα της σύνθεσης και της προσαρμογής. Είναι βαθιά κοινωνική, της συνεύρεσης και της συμμετοχής. Μια κουζίνα που δοξάζει το φαγητό ως τροφοδότη της ζωής και όχι καταναλωτικό αντικείμενο τέχνης και ηδονής. Ο συγγραφέας δίνει μεγάλη προσοχή στην πρώτη ύλη, μέσα από την οποία αναγνωρίζουμε τον τόπο μας, τη σχέση και την διαφορά με τους άλλους τόπους άρα είναι μια κουζίνα χωρίς μακιγιάζ στηριγμένη στην φρεσκάδα, την εντοπιότητα και την εποχικότητα. Ο συγγραφέας αρνείται την επιτήδευση, την άσκοπη χρήση παράταιρων υλικών και προτείνει μια κουζίνα που συνδέεται με την παράδοση, τα έθιμα ενώ ταυτόχρονα είναι σύγχρονη και παρακολουθεί τον κόσμο που αλλάζει χωρίς να ξιπάζεται.  Ο συγγραφέας πιστεύει ότι ήρθε ο καιρός οι νέοι σεφ να μπορούν να δώσουν σύγχρονες και καλές εκδοχές π.χ. ενός στιφάδου, ενός ντοματοκεφτέ και μιας μαγειρίτσας. Να προτείνουν στα άθλια μεζεδοπωλεία να αντικαταστήσουν τις «ποικιλίες» με νέους μεζέδες που θα αξιοποιούν τα παραδοσιακά υλικά. Να ξαναδούν τους γευστικούς συνδυασμούς δημιουργώντας ολοκληρωμένα πιάτα με σωστά συνοδευτικά. Να μάθουν να φτιάχνουν παραδοσιακά γλυκά και ροφήματα, να ψάξουν μια νέα αισθητική στο παραδοσιακό τραπέζι της παρέας και της οικογένειας. Και τέλος οι νέοι σεφ να συναντηθούν και πάλι με τους παραγωγούς, τους γεωργούς, τους κτηνοτρόφους, τους ψαράδες για να έχουν την ποιοτική πρώτη ύλη, πεμπτουσία μας ελληνικής κουζίνας. Το βιβλίο χωρίζεται στο πρώτο μέρος με αναλυτική περιγραφή των πρώτων υλών της ελληνικής επικράτειας και το δεύτερο μέρος όπου επιχειρείται μια φιλοσοφική προσέγγιση της γαστρονομίας ως στοιχείο πολιτισμών. Μανιφέστο ; Οδηγός; Μάλλον μα πρόταση και πρόκληση για σκέψη.

 

Γιάννης Κτενάς, Στέφανος Μπατσής (επιμ), Αρνητικό φορτίο. Δεκατρία κείμενα για τον Μισέλ Ουελμπέκ, Αντίποδες

Να ένα χρήσιμο βιβλίο για όσους διαβάζουν επιπόλαια τον Μισέλ Ουελμπέκ. Βεβαίως δικαιούνται να μην τους αρέσει αυτός ο μισογύνης, σεξιστής, ισλαμόφοβος, τεχνοφοβικός συγγραφέας που ανιχνεύει τις πιο μύχιες , σκοτεινές όψεις ενός κόσμου σε παρακμή. Δεκατρείς  μελετητές αποφάσισαν να εντρυφήσουν στο «φαινόμενο Ουελμπέκ». Ξεκαθαρίζουν ότι δεν ταυτίζουν τους ήρωες του Ουέλμπεκ με τον ίδιο τον συγγραφέα αν και ο τελευταίος πολλές φορές οικειοποιείται τις απόψεις των χαρακτήρων του. Όμως πως εξηγείται ότι αναγνώστες διαφορετικών ιδεολογιών και πεποιθήσεων βρίσκουν στο συγγραφικό ορυχείο του γάλλου συγγραφέα πικρές αλήθειες του σύγχρονου κόσμου. Όπως επισημαίνουν οι επιμελητές του τόμου η τέχνη  Ουελμπέκ είναι αυτή της παρόξυνσης. Η εξώθηση στα άκρα που μοιάζει να απωθεί δεν είναι μια καρικατούρα της κοινωνίας μας αλλά η στρεβλή εικόνα του στην βαθύτερη ουσία του. Ή όπως λένε οι επιμελητές αν ο Μπαλζάκ συνέλαβε το πνεύμα της αστικής κοινωνίας, ο Κούντερα  τον απόηχο της Ευρώπης την εποχή της κρίσης του υπαρκτού τότε ο Ουελμπέκ είναι αυτός που μας δίνει την εικόνα της εποχής του νεοφιλελευθερισμού, του οξυμμένου ανταγωνισμού και της διαδικτυακής συνδεσιμότητας.

 

Γιώργος Ι. Αλλαμανής, Στον καιρό της Λιλιπούπολης, Τόπος

Και αν ήσαστε νεότεροι και δεν ακούσατε ποτέ Λιλιπούπολη, αυτό το σουρεαλιστικό ραδιοφωνικό σίριαλ εντούτοις θα σας ενδιαφέρει γιατί είναι η μελέτη μιας εποχής. Αυτής της μεταπολίτευσης, της πιο συκοφαντημένης αλλά και  δημιουργικής εποχής που χαρακτήρισε το πέρασμα της χώρας σε μια ήπια, κανονική αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία με όλες τις πληγές που έσερνε μαζί τη από την επάρατο δικτατορία. Η Λιλιπούπολη είναι η επιτομή μιας μάχης του καινούργιου που γεννιέται με το παλιό που αιμορραγεί. Εμπροσθοφυλακή σε αυτή την δημιουργική ραδιοφωνική, και όχι μόνον περίοδο, το φωτεινό αστέρι του Χατζηδάκι. Μια χρυσή τριετία (1977-1980) όπου το ραδιόφωνο έψαχνε ένα νέο ρόλο μέσα από συμπληγάδες και οπισθοδρομήσεις. Ο Μάνος Χατζιδάκις και οι συνεργάτες του έδωσαν μια μάχη που έληξε άδοξα αλλά έδωσε δεκάδες νέες ιδέες στους επόμενους. Ο Γιώργος Αλλαμανής με την επιμέλεια ενός δημοσιογράφου και με την απαιτητικότητα ενός ερευνητή συγκέντρωσε τα δεδομένα των τεσσάρων εποχών που χαρακτήρισαν την Λιλιπούπολη, παρουσιάζοντας τις διαμάχες των συντελεστών με την εξουσία και τις καθεστηκυίες απόψεις ενώ ανέδειξε τη φρεσκάδα των συντελεστών της εκπομπής που αργότερα γνωρίσαμε και με το δικό τους σπουδαίο έργο. Βιβλίο- σταθμός!

 

Κώστας Π.Κατάρας, Σιωπηλός καινούργιος κόσμος, Carpe Librum

Ένα βιβλίο ολιστικό. Δηλαδή μια μελέτη για το σύγχρονο κόσμο με σκέψεις για την οικονομία, την πολιτική, το ψηφιακό μέλλον και τον ρόλο του πολίτη μέσα σε αυτόν. Ο υπότιτλος του βιβλίου «ανιχνεύοντας τη νέα κανονικότητα την εποχή της μετα-δημοκρατίας» προδιαθέτει για το που κινείται ο συγγραφέας.  H βασική ιδέα είναι ότι έχουμε περάσει σε μια εποχή μετα-δημοκρατίας όπου οι ψηφιακές ευκολίες έχουν αντικαταστήσει την ανθρώπινη παρέμβαση, τον ανθρώπινο λόγο.  Ότι η  αριθμητικοποίηση των πάντων έχει οδηγήσει τις κοινωνίες σε ακραίες ανισότητες, με κινητήρια δύναμη έναν άδικο και άπληστο καπιταλισμό. Η χειραγώγηση από αλγόριθμους, ψηφιακές προπαγάνδες, ολοκληρωτικά σχέδια που δήθεν διευκολύνουν την ανθρώπινη ζωή μετατρέπουν τους πολίτες σε σιωπηλή μάζα, η οποία έχει αφήσει το μέλλον της σε αυτόματους μηχανισμούς. Ο συγγραφέας δεν αυθαιρετεί ούτε ιδεολογίζει, αντιθέτως παραθέτει πλήθος ερευνών από μαθηματικούς, δημοσιολόγους, πολιτικούς αναλυτές, επιστήμονες/μελετητές των κοινωνικών δικτύων, γενετιστές, συγγραφείς βιβλίων για το μέλλον του ανθρώπινου κόσμου για να τεκμηριώσει τις απόψεις του.   Το βασικό του συμπέρασμα είναι ότι ο άνθρωπος /πολίτης χάνει την ελευθερία του, μετατρέπεται σε δέσμιο μηχανισμών που οδηγούν στην καταστροφή του. Αν σας αρέσει η Ναόμι Κλάιν και αυτό το βιβλίο θα σας συναρπάσει!

 

John Berger, Η εικόνα και το βλέμμα, μτφρ.Ειρήνη Σταματοπούλου, Μεταίχμιο

Κλείνει πενήντα χρόνια από τότε που εκδόθηκε αυτό το βιβλίο και εντούτοις παραμένει ισχυρό  στο σώμα των μελετών που ασχολούνται με το πως βλέπουμε τον κόσμο. Ο κανονικός τίτλο είναι Ways of Seeing, δηλαδή οι πολλοί τρόποι με από τους οποίους βλέπουμε τον κόσμο. Με τον ίδιο τίτλο υπήρξε μια σειρά τεσσάρων τηλεοπτικών επεισοδίων (BBC,1972) που αποδείχτηκαν προφητικά.   Η πρώτη πρόταση του βιβλίου δίνει και το στίγμα της μελέτης:  «Η οπτική αντίληψη προηγείται των λέξεων». Σε αντίθεση με τις μέχρι τότε ακαδημαϊκές αισθητικές ο Μπέργκερ διέγνωσε τον πλουραλισμό της αισθητικής ερμηνείας του κόσμου, δίνοντας προεκτάσεις οικονομικο-πολιτικές.  Για παράδειγμα έγραφε ότι αν ένας αναγνώστης διαβάσει ένα βιβλίο και αυτό τον επηρεάσει σε ένα μικρό έστω βαθμό, αυτό θα τον επηρεάσει και σε άλλες απόψεις που πιθανόν δεν φαίνονται, για να καταλήξει ότι οι επιρροές ενός έργου τέχνης δεν μπορεί να ποσοτικοποιηθούν. Αν και έζησε πολύ πριν την ψηφιακή εποχή εντούτοις του έργο του επηρεάζει ακόμα και σήμερα τις δικές μας οπτικές. Το βιβλίο του συνομιλεί με το γνωστό έργο του Walter Benjamin Το έργο τέχνης στην εποχή της τεχνολογικής του αναπαραγωγιμότητας ενώ διαφοροποιείται αρκετά από τη Σχολή της Φρανκφούρτης και τις απόψεις περί μαζικής κουλτούρας. Επέμενε ότι το ζήτημα δεν είναι να βλέπουμε όλοι το ίδιο αλλά ο καθένας να έχει τη δικιά του ατομική οπτική μέσα όμως σε αυτή την μάζα, στην οποία ο καθένας βλέπει κάτι διαφορετικό.

 

Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης, Η αυτοκρατορική νοσταλγία της Ρωσίας, – Ο ευρασιανικός πειρασμός, Επίκεντρο

Ίσως ένα από τα πιο επίκαιρα βιβλία (μαζί με το μυθιστόρημα Γκρίζες μέλισσες του Ουκρανού συγγραφέα Κούρκοφ( σε μετάφραση του Δ.Β.Τριανταφυλλίδη). Ο συγγραφέας μελετητής της ρωσικής κουλτούρας και πολιτικής διαπιστώνει ότι είναι λάθος να κρίνουμε τη Ρωσία και την πολιτική της με τα κριτήρια της Δύσης. Η ίδια η Ρωσία αυτοπροσδιορίζεται ως ένας ξεχωριστός και διαφορετικός από τον δυτικό πολιτισμό οργανισμός. Αυτό σημαίνει ότι έχει δικές τους πολιτισμικές ρίζες που διαμορφώνουν δικό του αξιακό σύστημα. Αυτές στηρίζονται αφενός στην  ορθοδοξία, τον εγγενή απολυταρχισμό και τον ρωσικοί εθνικισμό. Ο συγγραφέας αναλύει διεξοδικά την αρχή της ευρασιανικής ιδέας, όπως αναπτύχθηκε από τη ρωσική εμπιγκράτσια μετά το 1917 έως σήμερα. Κορμός αυτής της ιδέας είναι ότι η Ευρασία είναι μια ενδιάμεση ήπειρος μεταξύ Ευρώπης και Ασίας με δικό της διακριτό πολιτισμικό ειδικό βάρος.  Για τους ευρασιανιστές η ενότητα της Ευρασίας είναι ενότητα υλικών και πνευματικών αρχών, γεωγραφικών και πολιτισμικών συζεύξεων.  Η γεωγραφία δηλαδή δημιουργεί τις προυποθέσεις για μια ξεχωριστή ανάπτυξη της κουλτούρας και του πολιτισμού. Ο συγγραφέας αναλύει τις σύγχρονες απόψεις, ειδικά του Τσιμπούρσκι για την νέα κατάσταση της Ρωσίας, τις σχέσεις με τις όμορες χώρες και τη σχέση της με το ΝΑΤΟ. Ο ουκρανικός πόλεμος δείχνει ότι η Ρωσία σήμερα ανάμεσα σε δύση και ανατολή επιλέγει το ευρασιανικό μοντέλο, το οποίο προμηνύει και άλλες εξελίξεις. Πολύ διαφωτιστικό βιβλίο!.

 

Geert Mak, Μεγάλες Προσδοκίες, μτφρ. Ινώ βαν Ντάικ- Μπαλτά, Μεταίχμιο

Τον Μακ τον είχαμε γνωρίσει και από το σπουδαίο προηγούμενο βιβλίο του με τίτλο Στην Ευρώπη, ταξίδια στον 20ο αιώνα (Μεταίχμιο). Είναι ένας δημοσιογράφος – flaneur / περιπατητής στην ευρωπαϊκή ιστορία. Το βιβλίο Μεγάλες Προσδοκίες, είναι συνέχεια του προηγούμενου καθώς πιάνει την ιστορία από εκεί που την άφησε, το 1999, και φθάνει στις μέρες μας έως το 2021. Πρόκειται για ένα ταξίδι στη συγχρονία. Αρχίζει με την ευημερία που υποσχόταν το 21ος (Τόνι Τζαντ- ο 21ος θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο αιώνας της Ευρώπης), την άνοδο των χρηματιστηρίων, την προσδοκία για μια ενωμένη Ευρώπη, τις υποσχέσεις της παγκοσμιοποίησης, την προσδοκία μιας παγκόσμιας ομογενοποιημένης αγοράς για να πάρει μια αντίστροφη πορεία μετά την 11/9/2001 που θα καταλήξει σε μια παγκόσμια οικονομική κρίση, στην πανδημία και σε πολέμους. Πληθωρισμός, ανεργία, περικοπές δαπανών, ενεργειακό προσγείωσαν τους πολίτες της Ευρώπης σε μια πραγματικότητα και ένα μέλλον οπισθοδρόμησης. Ο Μακ παρουσιάζει την ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης σαν ένα μυθιστορηματικό οδοιπορικό σε χώρες, πολιτισμούς, συνθήκες ζωής αλλά και σε έρευνες, γεγονότα, απόψεις.  Σε αυτό το οδοιπορικό περνά και από την Αθήνα, παρουσιάζοντας την κρίση μέσα από ένα νιόπαντρο ζευγάρι που επένδυε τα όνειρά του σε ένα  περίπτερο και ένα διαμέρισμα στην Κυψέλη. Με το μάτι του δημοσιογράφου, τις πηγές των εφημερίδων, τις απόψεις σχολιαστών, ερευνητών και πολιτικών ο Μακ καταφέρνει να παρουσιάσει το ρεαλιστικό μυθιστόρημα της Ευρώπης σήμερα.

 

Κλημεντίνη Βουνελάκη, Σώματα αλλιώς, 15 χορογράφοι ανάμεσα στον 20ο και τον 21ο αιώνα, Ποταμός

Ο χορός όπως και το θέατρο είναι για να βλέπουμε το θέαμα, η θεωρία έρχεται σε δεύτερο χρόνο. Ίσως γιατί ο χορός διαθέτει μια εφήμερη σωματικότητα αλλά τη στιγμή της πράξης την υπερβαίνει. Η κριτική θεώρηση του χορού λείπει, τα ειδικά περιοδικά δεν υπάρχουν πια και οι στήλες των πολιτιστικών ένθετων απασχολούνται με τον χορό μόνον όταν κάποια διάσημη ομάδα έρθει για παραστάσεις. Η Κλημεντίνη Βουνελάκη μεγάλωσε με τον χορό, εργάστηκε για τον χορό, έγραψε για τον χορό. Στο βιβλίο της παρουσιάζει δεκαπέντε πρόσωπα του χορού που άφησαν όχι απλώς το στίγμα τους πάνω στη σκηνή αλλά πρωταγωνίστησαν στην ιστορία του ίδιου του χορού στην καμπή του αιώνα από τον προηγούμενο στον 21ο. Η συγγραφέας δεν είναι μία κλασική θεωρητική του χορού, παρακολούθησε την εξέλιξη του ως δημοσιογράφος, ως πρώην χορεύτρια αλλά και κυρίως ως  συνομιλήτρια  με αυτά τα πρόσωπα. Ο χορός αλλάζει στην εξέλιξη του στο χρόνο και η ΚΒ παρακολουθεί τις τάσεις του: μοντέρνος, σύγχρονος, μετα-μοντέρνος, εννοιολογικός, μετά – χορός, περφόρμανς, υβριδικός με άλλες τέχνες  αλλά πάντα μέσα από τα σημαίνοντα πρόσωπα που άλλαζαν τους κώδικες επιβάλλοντας νέες μορφοπλαστικές / εννοιλογικές αναζητήσεις. Παρουσιάσεις –  συνομιλίες που εισάγουν στη σκέψη του χορού με απλό τρόπο και ιδιαιτέρως σαγηνευτικό ακόμα κι αν για πρώτη φορά πιάσει κάποιος τέτοιο βιβλίο στα χέρια του. Συνιστάται!

 

Michael J. Sandel, Η τυραννία της αξίας, μτφρ. Μιχάλης Μητσός, Πόλις

Από τα καλύτερα δοκίμια της χρονιάς. Σε μια αναλυτική όσο και διεισδυτική ματιά ο συγγραφέας δίνει τη σχέση αξίας και κοινωνικού καλού. Από άποψη ηθικής ο Σαντέλ υποστηρίζει ότι στο σύστημα μας (το αστικό κοινοβουλευτικό)  οι επιτυχημένοι ακόμα κι αν έχουν ταλέντο προσπορίζονται περισσότερα οφέλη από αυτούς που δουλεύουν σκληρά αλλά δεν έτυχε να βρεθούν στην κορυφή του κοινωνικού κύματος. Αυτό οδηγεί τους ελίτ στην αλαζονεία και στον εξευτελισμό των ηττημένων, ακόμα και πολιτικά. Η τεχνοκρατική εκδοχή της αξιοκρατίας που χαρακτηρίζει την εποχή μας αποκόπτει την αξία από την ηθική κρίση. Επικαλούμενος τον συγγραφέα Thomas Frank o Σαντέλ σημειώνει πως η εκπαίδευση από μόνη της δεν εξασφαλίζει σωστές πολιτικές και ότι «το πραγματικό πρόβλημα είναι η ανεπαρκής ισχύς των εργαζομένων και όχι η ανύπαρκτη ευφυία τους». Δεν μέμφεται το εκπαιδευτικό σύστημα (ούτε προτείνει την ισότητα προς τα κάτω όπως ορισμένοι εγχώριοι αριστεροί βλέπουν ως λύση) αλλά προτείνει την ενδυνάμωση της οικονομικής κατάστασης των εργαζομένων. Και κυρίως την ύπαρξη ευρείας ισότητας ευκαιριών που επιτρέπει σε όσους δεν κατορθώνουν να αποκτήσουν μεγάλο πλούτο η υψηλή κοινωνική θέση να ζήσουν ευπρεπώς και αξιοπρεπώς με δουλειές που χαίρουν κοινωνικής εκτίμησης, συμμετέχοντας σε μια ευρέως διαδεδομένη κουλτούρα της μάθησης και συζητώντας και συναποφασίζοντας με τους συμπολίτες τους για τις δημόσιες υποθέσεις. Γι αυτό το τελευταίο ο Σαντέλ χρησιμοποιεί πολλά παραδείγματα από την πολιτική των «προοδευτικών»  Κλίντον, Ομπάμα κ.ά που δεν κατανόησαν την βαθύτερη αιτία των κοινωνικών ανισοτήτων και πίστεψαν πως μόνον η εκπαίδευση μπορεί να λύσει θέματα κοινωνικής αδικίας. Το ζητούμενο για τον Σαντέλ δεν είναι η τέλεια ισότητα αλλά η δυνατότητα όλοι, όντας διαφορετικοί, να συζητάνε, να κατανοούν τις διαφορές και να εργάζονται δημοκρατικά για το κοινό καλό.

 

Βασίλειος Π.Βερτουδάκης, Ο Υπερίων στα ερείπια των Αθηνών. Η ιδέα της Ελλάδας και ο Friedrich Hoelderlin. Περισπωμένη

Από τις μελέτες που σε έναν μικρό κύκλο ανθρώπων των γραμμάτων δεν πέρασε απαρατήρητη (ήταν στη μικρή λίστα των Βραβείων του Αναγνώστη). Ο συγγραφέας ανατέμνει την εποχή που οι γερμανοί διανοούμενοι έλκονταν από το αρχαιοελληνικό όραμα και δεν ήταν λίγοι αυτοί: Χέρντερ, Σίλλερ, Φίχτε, Καντ και άλλοι πολλοί, οι οποίοι πρωτοστάτησαν στην άνθηση των τεχνών στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα στις γερμανικές χώρες- μια άνθηση που ο συγγραφέας συγκρίνει με τη μεγάλη ακμή του ελληνικού πνεύματος από τον Αισχύλο ως τον Αριστοτέλη. Οι καλλιτέχνες αυτοί έχουν πίσω τους την κίνηση της Αναγέννησης μετά την Μεταρρύθμιση και στην ουσία επανακαθορίζουν, επιλέγουν θα λέγαμε, το παρελθόν που επιθυμούν για τον εαυτό τους. Στόχος του συγγραφέα είναι να αντικρούσει τις θεωρίες αγγλοσαξόνων μελετητών που ήθελαν πίσω από την αναζήτηση του ελληνικού ιδεώδους που δονούσε τις καρδιές πολλών γερμανών καλλιτεχνών να βλέπουν τον προάγγελο του επικίνδυνου γερμανικού ιδεαλισμού. Μελετά τον Χέλντερλιν μέσα από το λυρικό και φιλοσοφικό πεζογράφημα Υπερίων την αντίληψη του ποιητή για τη σχέση τέχνης- ζωής αλλά και ιδεώδους – υψηλού. Η σχέση του με το απώτερο παρελθόν δεν συνιστά ρομαντική νοσταλγία ενός ερειπωμένου κόσμου αλλά σπόρος για αλλαγή του παρόντος κόσμου. Η Αθήνα γι αυτόν δεν είναι μόνον ένα ιδεώδες αλλά και μια ιστορική δυνατότητα. Το αναστοχαστικό αυτό έργο δίνεται στη δυναμική του, ως γέφυρα από το παρελθόν στο μέλλον.

 

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΣχόλια για την ελληνική λογοτεχνία (του Γρηγόρη Παπαϊωάννου)
Επόμενο άρθροΕκατό Χρόνια Ελληνικής Μοναξιάς (της Ιωάννας Μπουραζοπούλου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ