Τι γίνεται με τα “καλά παιδιά”; (της Ελένης Σβορώνου)

0
411

της Ελένης Σβορώνου

 Παιδιά και έφηβοι παραβατικοί, βίαιοι ή νταήδες: προσπαθούμε να τους καταλάβουμε και αναζητούμε τι κάνουμε λάθος ως γονείς ή εκπαιδευτικοί. Δημιουργούμε πλατφόρμες καταγγελιών σχολικής βίας, αυστηροποιούμε τις ποινές, κάνουμε και την αυτοκριτική μας ως κοινωνία, συζητάμε το θέμα με φόβο και δέος, ιδίως μετά την παγκόσμια επιτυχία της σειράς Adolescence, –μήπως το «αυγό του φιδιού» εκκολάπτεται και στο παιδικό δωμάτιο του σπιτιού μας; Ένα πράγμα πάντως έχουν σίγουρα καταφέρει οι «παραβατικοί»: να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον της κοινωνίας. Ως και στα δελτία ειδήσεων καταλαμβάνουν ένα διακριτό μέρος, περίπου όπως τα αθλητικά και ο καιρός. «Και τώρα τα νέα της εφηβικής παραβατικότητας», για να το πούμε κομψά. Το πνεύμα είναι άλλο: «Τρομάξτε μαζί μας».

Εκείνο που συζητείται λιγότερο, έως και καθόλου, επειδή δε μοιάζει με πρόβλημα, είναι «τα καλά και υπάκουα παιδιά». Εκείνα τα παιδιά που είναι επιμελή, κάνουν τα μαθήματά τους, είναι παντού και πάντα στην ώρα τους, και είναι πάντα πρόθυμα να βοηθήσουν όπου υπάρχει ανάγκη: στο σπίτι, στο σχολείο, στην παρέα. Εξελίσσονται σε μια κατηγορία ενηλίκων που επίσης περνά απαρατήρητη. Συχνά τους βλέπουμε στον επαγγελματικό μας χώρο, είναι εκείνοι θα προσφερθούν να κάνουν την πιο άχαρη δουλειά. Ή στη συνέλευση της πολυκατοικίας όπου πηγαίνουμε με βαριά καρδιά, αν πάμε. Ή και στον στρατό, από αφηγήσεις γνωστών, είναι εκείνοι που θα κάνουν εθελοντικά τις πιο δύσκολες βάρδιες. Και αλλού. Είναι βολικό να τους προσπερνάμε γιατί ενοχλούν τη συνείδησή μας. Αν συμβαίνει, δε, να έχουν και μια ευχάριστη προσωπικότητα και την ευφυία και μεγαλοψυχία να φροντίζουν να μη μας δημιουργούν ενοχές, τότε είναι λαμπερά, όμορφα άτομα αλλά και πάλι δεν τους συγχαίρουμε, ούτε τους ευχαριστούμε, για την προθυμία τους να καθαρίσουν την κόπρο του Αυγεία. Ασχολούμαστε με το λαμπερό κομμάτι τους. Θεωρούμε αυτονόητες τις μικρές θυσίες τους (που κάποτε είναι και μεγάλες).

Μα τι συμβαίνει στα «καλά παιδιά»; Στην εποχή του ναρκισσιστικού «εγώ» και των «θέλω» των παιδιών, που πρέπει να ακούγονται και να γίνονται σεβαστά ως ιερά, πώς αυτά αναπτύσσουν τόσο έντονη την αίσθηση του χρέους;

Η Μαρία Ρουσάκη, που από την εποχή της Μέλπως της μοναδικής δε σταματά να είναι ευαίσθητος δέκτης των προκλήσεων που αντιμετωπίζει ένα παιδί σήμερα και να τις χειρίζεται με τρυφερότητα και ευφυία στα βιβλία της, πλάθει ένα τέτοιο καλό παιδί, την Τάμι, στο Η Τάμι είναι ακροβάτισσα, εκδ. Διόπτρα που μόλις κυκλοφόρησε.

Η Τάμι έχει μάθει να βοηθά όλους μες στο σπίτι. Είναι μια αληθινή ακροβάτισσα. Τρέχει να τους εξυπηρετήσει τους πάντες. Τίποτα στην υπέροχη εικονογράφηση της Ναταλίας Καπατσούλια  ή στην αφήγηση δε δηλώνει ότι η οικογένεια της Τάμι βρίσκεται σε ανέχεια, είναι πολύτεκνη ή δυσκολεμένη με κάποιον άλλον τρόπο ώστε να αναγκάζεται η ηρωίδα να αναλαμβάνει όλους αυτούς τους ρόλους που της αναθέτουν. Αλλά συμβαίνει. Και, ευφυώς, η συγγραφέας και η εικονογράφος δείχνουν ότι η Τάμι το χαίρεται, και με το παραπάνω. Είναι η ταυτότητά της πλέον αυτή. Αυτό ακριβώς είναι το σημείο είναι που αναδεικνύει θαυμάσια η συγγραφέας. Η Τάμι έγινε αυτό που αναμένουν οι άλλοι από εκείνοι να είναι. Γιατί εισπράττει ένα (σιωπηλό) μπράβο από όλους. Γίνεται αποδεκτή εξυπηρετώντας τις επιθυμίες τους. Και ποιο παιδί δε θέλει να γίνεται αποδεκτό από την οικογένειά του, τη δασκάλα, και από όποιο σύστημα στο οποίο ανήκει; Γι’ αυτή την αποδοχή πασχίζουν τα παιδιά. Για το μπράβο των γονιών, των εκπαιδευτικών, των φίλων, όλων των σημαντικών Άλλων. Το κάθε παιδί βρίσκει τον τρόπο του. Ακόμη και η βία είναι συχνά ένα μέσο προς την αποδοχή. Αλλά τα καλά και φρόνιμα και «του καθήκοντος» παιδιά υπάρχουν όπως η Τάμι. Ακροβατώντας ανάμεσα στις επιθυμίες των άλλων που θέτουν πάνω από τις δικές τους.

Ώσπου η Τάμι κάποια στιγμή αρρωσταίνει. Η πρώτη που καταρρέει, όταν συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στα καθήκοντά της, είναι η ίδια η Τάμι. Και τώρα; Πώς θα συνεχιστεί η παράσταση; Οι λέξεις της Ρουσάκη είναι πολύ προσεκτικά επιλεγμένες.. Γιατί περί παράστασης πρόκειται αυτό που κάνει η Τάμι. Παράσταση με θεατές του κρίσιμους Άλλους.

Τι θα γίνει λοιπόν τώρα; Θα της γκρινιάξουν οι δικοί της; Θα σηκώσουν το φρύδι ψηλά; Θα της ρίξουν ένα βλέμμα αποδοκιμασίας; Κάτι τέτοιο περιμένει η Τάμι, κι ας μην το λέει. Να όμως που η οικογένειά της θα την εκπλήξει. Τα μέλη της μπορούν όχι μόνο να αυτοεξυπηρετηθούν αλλά και να φροντίσουν την ασθενή.

Το να σε αφεθείς στη φροντίδα των άλλων, ιδίως για τις Τάμι του κόσμου, είναι μια τέχνη που πρέπει να μάθεις. Πόσο συχνά βλέπουμε κάποιον να δέχεται ένα δώρο αμήχανα; «Μα δεν ήταν ανάγκη…». Όχι, δεν ήταν, αλλά το δώρο δεν προκύπτει από ανάγκη. «Το δώρο θέλει αντίδωρο και κείνο πάλι δώρο», λέει η παροιμία. Δημιουργεί υποχρέωση αλλά και δεσμό. Έτσι είναι οι σχέσεις. Οι Τάμι κινδυνεύουν να μην μπορούν να αφεθούν στη φροντίδα του άλλου, στην ισότιμη σχέση με τους άλλους.

Κινδυνεύουν και από κάτι ακόμη πιο επικίνδυνο: να αποκοπούν από τον εαυτό τους, από τις δικές τους επιθυμίες. Να γίνουν άλλοι εξ άλλων σε τέτοιο βαθμό που να γίνουν δυστυχισμένοι. Γιατί ποιος μπορεί να ευτυχήσει όταν είναι αποκομμένος από τις δικές τους επιθυμίες;

Είναι λοιπόν καίριο το θέμα που θέτει η ακροβάτισσα Τάμι. Η οποία ευτυχώς χαλαρώνει και απολαμβάνει τελικά τη φροντίδα των δικών της. Προς μεγάλη χαρά και της Τάμι και δική τους.

Τα φώτα λοιπόν για λίγο στα «καλά παιδιά»! Γιατί μέσα τους μπορεί να μην είναι τόσο χαμογελαστά όσο φαίνονται. Και να την το ξέρουν ούτε και τα ίδια. Πρέπει να μάθουν να αντέχουν να μην ευχαριστούν τους άλλους. Να αντέχουν την αποδοκιμασία που, ω τι έκπληξη, μπορεί να μην έρθει ποτέ. Αντ’ αυτής μπορεί να κερδίσουν αληθινές σχέσεις.

Χαριτωμένο και το δεύτερο βιβλίο της σειράς, Ο Ρόκο είναι πειρατής. «Οικιακή περιπέτεια» και αυτό, για τη σχέση του παιδιού με το βιβλίο. Μικρές ιστορίες για μικρά παιδιά. Τα θέματα όμως μεγάλα.

 

 

 

Μαρία Ρουσάκη, εικ. Ν.Καπατσούλια, Η Τάμι είναι ακροβάτισσα, εκδ. Διόπτρα, 2025

Προηγούμενο άρθρο“Η ψυχή μου ζητάει διάλογο με το μέλλον της” (γράφει ο Ευάγγελος Αυδίκος)
Επόμενο άρθροΤα in & out της φετινής 21ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης (από την Αλεξάνδρα Χαΐνη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ