της Βαρβάρας Ρούσσου
Η νουβέλα της Χλόης Ταχυδρομική θυρίδα: Κιβωτός αποτελεί την εκτεταμένη μορφή του 30σέλιδου θεατρικού μονολόγου σε επιστολική μορφή με τίτλο Ιερό δοχείο που κυκλοφόρησε το 2015 (εκδ. θίνες).
Η βασική ιδέα του βιβλίου παραμένει η ίδια: η 16χρονη Σιγκάλ επιλεγμένη από τον Νώε λόγω ευσέβειας, νεανικού σφρίγους και ομορφιάς ως σύζυγός του προκειμένου βάσει του θεϊκού σχεδίου να κυοφορήσει το Νέο αναμάρτητο άνθρωπο τον ακολουθεί στην Κιβωτό μαζί με τους τρεις γιούς του τις γυναίκες τους και «50.000 ζώα και 1 εκατομμύριο έντομα». Οι τρεις γιοί του Νώε και οι γυναίκες τους δεν αντιμετωπίζουν θετικά την παρουσία της Σιγκάλ αλλά δέχονται βαρύθυμα την πατρική και θεϊκή απόφαση. Η νεαρή σύζυγος δεν περνά καλά στην Κιβωτό και αποφασίζει να γράψει στην πρώτη, γηραιά πλέον γυναίκα του Νώε, την Εμζάρα, που εγκαταλείπεται εκτός Κιβωτού επειδή λόγω ηλικίας δεν είναι πλέον γόνιμη ούτε και ελκυστική. Στο βιβλίο περιλαμβάνονται και οι επιστολές της Εμζάρα στον αγαπημένο, μικρότερο, και όπως αποδεικνύεται, περισσότερο ευαίσθητο, γιό της, τον Ιάφεθ στον οποίον αποκαλύπτει έναν άλλο, γυναικείο κόσμο, μια παράλληλη γυναικεία «θρησκεία».
Η απάνθρωπη πράξη του Νώε όπως και τα ονόματα -πλην εκείνων των τριών γιών του- αποτελούν στοιχείο μυθοπλασίας.
Το είδος και οι συμβάσεις
Ειδολογικά, διατηρείται η αρχική μορφή της επιστολογραφίας και συνεπώς ο ιδιωτικός εξομολογητικός χαρακτήρας που, παρά το μυθικό πλαίσιο, επισφραγίζουν τον τόνο οικειότητας διευκολύνοντας τις αποκαλύψεις μύχιων σκέψεων και συναισθημάτων.
Το εύρημα του παπύρου και της αποστολής των επιστολών με δυο σπάνια είδη πουλιών, τα οποία και εξαιτίας της εξόδου τους από την Κιβωτό εξαφανίζονται ως είδος, συντελεί στην αληθοφάνεια. Σημαντικότερο όμως είναι το εύρημα του αλφαβητισμού της νεαρής Σιγκάλ που έμαθε παράνομα μυήθηκε στη γραφή, ικανότητα μόνο των αντρών. Ήδη απ’ την αρχή η Κουτσουμπέλη υπενθυμίζει μια καίρια παράμετρο της θέσης των γυναικών και βασικό αρχικό αίτημα του γυναικείου κινήματος: την εκπαίδευση και τη σημασία της.
Έχοντας επιλύσει ορισμένα τέτοιου είδους μικρά πραγματολογικά ζητήματα η συγγραφέας επιτυγχάνει ακόμη περισσότερο την πειστικότητα, απαραίτητη στο πεζό αυτό καθώς συμβάλλει στην στερεότητα μιας αφήγησης η οποία επιδιώκει την αληθοφάνεια στοχεύοντας στη συστηματικά δομημένη διαβρωτική λειτουργία του κειμένου.
Η εξομολογητικότητα δεν εκπίπτει ούτε στον μελοδραματικό λυρισμό ούτε στη φλύαρη, επιφανειακή παράθεση σκέψεων και τις αναλύσεις. Καίρια, με φράσεις λιτά περιγραφικές αλλά μεστές αναγνωρίζεται στο ύφος της Σιγκάλ ο φόβος, η αγωνία, η απειρία του νεαρού κοριτσιού σε ένα εχθρικό οικογενειακό κλειστό σύστημα. Η Κουτσουμπέλη ανατέμνει την επίδραση της καθημερινότητας στον ψυχισμό της κοπέλας. Αντίστοιχα, το ύφος της ώριμης Εμζάρα συστοιχεί με την πείρα, την ωριμότητα, τη γνώση και την κατασταλαγμένη πλέον πικρία της για όσα έχει βιώσει. Πρόκειται δηλαδή για μια ισόρροπη υφολογικά απόδοση των σκέψεων και των αντιδράσεων των χαρακτήρων στη βάση της ηλικίας και των εμπειριών τους.
Ο μύθος
Από το Ιερό Δοχείο διατηρείται ο βιβλικός «ιερός» μύθος περί κατακλυσμού και Κιβωτού και χρησιμοποιείται ως αφορμή και ιδεώδες υπόβαθρο για να καταδειχθεί η μυθοποίηση της ιστορικής πραγματικότητας αποτελώντας κατάλληλο πεδίο για ριζικές ανατροπές τις οποίες επιχειρεί η Κουτσουμπέλη στη βάση της θεϊκής εντολής για μια νέα, μετακατακλυσμιαία ανθρωπότητα απαλλαγμένη από την αμαρτία.
Από εδώ και πέρα όμως αρχίζει η re-vision όπως το θέτει η Rich: «Χρειαζόμαστε τη γνώση της γραφής του παρελθόντος, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Όχι για να περάσουμε μια παράδοση παρακάτω, αλλά για να σπάσουμε το κράτημά της επάνω μας.». Με αιτία τον τρόπο εφαρμογή της θεϊκής εντολής από τον Νώε και με κριτήριο τη βιολογική δυνατότητα αναπαραγωγής αποανθρωποποιεί την γηραιά Εμζάρα που δεν μπορεί να τεκνοποιήσει και εργαλειοποιεί τη Σιγκάλ. Η προτεραιοποίηση του βιολογικού ρόλου και ο ηλικιακός ρατσισμός προβάλλονται μέσω του παλαιού μύθου. Το ζήτημα της ηλικίας υπενθυμίαζω ότι έχει τεθεί ξανά από την Κουτσουμπέλη στον Αρχαίο πίθηκο.
Η απουσία του δικαιώματος επιλογής στο γάμο και τη μητρότητα, συστατικό στοιχείο της νεωτερικής υποκειμενικότητας, δεν υφίσταται στην προνεωτερική κοινωνική οργάνωση της Κιβωτού. Πόσο όμως υφίσταται στη σημερινή ιστορική συγκυρία; Εξαναγκαστικοί γάμοι ανήλικων κοριτσιών με πολύ μεγαλύτερους άντρες, βιασμός εντός γάμου, η μήτρα ως μηχανή παιδοποιΐας που εξασφαλίζει την γνησιότητα των τέκνων στα οποία θα μεταβιβαστεί η πατρική περιουσία, ηχούν ως γνωρίσματα άλλων κοινωνιών ενώ ορισμένα εξ αυτών αποτελούν σκληρή καθημερινότητα και του δυτικού κόσμου και αυτό νομίζω αποτελεί την αρχική αφόρμηση της Κουτσουμπέλη. Το μυθικό πλαίσιο, παγκόσμιο με διαφορετικές παραλλαγές, στην πιο οικεία σε μας εκδοχή του, παρέχει τη διαχρονική και οικουμενική διάσταση αλλά και η επανεγγραφή του του από τη συγγραφέα τον μεταφέρουν στη συγχρονία.
Το φύλο και οι λόγοι του
Ο λόγος περί φύλου, ιδίως ο θεωρητικά τεκμηριωμένος, και η συνεχής ανάδειξη των καταπιεστικών δομών και των τρόπων με τον οποίο συγκροτήθηκε η γυναικεία υποταγή δεν βρίσκουν εύκολα ευήκοα ώτα ούτε στις/στους δημιουργούς ούτε στην κριτική. Μια αιτία αποτελεί ίσως η διαστρέβλωση των φεμινιστικών προταγμάτων ακόμη και όταν μεταπλάθονται με τρόπους που εξασφαλίζουν την διαρκή επίκληση στην ζητούμενη λογοτεχνικότητα. Η Κουτσουμπέλη όμως επιμένει να επανέρχεται σε μια πάγια θεματική της με σταθερό τρόπο: γυναίκα και ποικιλόμορφη αξιοποίηση των μύθων το δεύτερο όχι αναγκαστικά πάντοτε σε σύζευξη με το πρώτο. Έρχεται λοιπόν στο έργο αυτό να συνδυάσει την μεταποίηση, τη δημιουργική επανεγγραφή ενός καταγωγικού ιδρυτικού μύθου με την επίμονη επαναφορά της πολιτισμικής κατασκευής του γυναικείου ρόλου, να δημιουργήσει δηλαδή ένα φεμινιστικό έργο.
Ο μυθιστορηματικός χρόνος ταυτίζεται με τον ιστορικό χρόνο της πατριαρχίας την περίοδο που η μητριαρχία και το μητρικό δίκαιο έχουν καταλυθεί καθώς οι συνθήκες οργάνωσης της κοινωνίας μεταβάλλονται και έχει συντελεστεί η μεγάλη ήττα «Η ανατροπή του μητρικού δικαίου ήταν η κοσμοϊστορική ήττα του γυναικείου φύλου» κατά Ένγκελς στην Καταγωγή της οικογένειας. Η οικογένεια της Κιβωτού αποτελεί τη νέα μορφή κοινωνικής οργάνωσης με κλειστές οικογενειακές σχέσεις όπου ο Νόμος του Πατέρα-Θεού ορίζει τα πάντα.
Ο κύριος χαρακτήρας είναι ο Νώε. Για να μιλήσω γι αυτόν παραθέτω ξανά από την Rich: «τι έχουν υπάρξει οι γυναίκες και οι άνδρες ο ένας για τον άλλον· και βαθιά μέσα στην ψυχοσύνθεση της γυναίκας συγγραφέα […] ο Άνδρας εμφανίζεται, αν όχι ως όνειρο, ως γοητεία και τρόμος. και ότι η πηγή αυτής της γοητείας και του τρόμου είναι, απλά, η δύναμη του Άνδρα — να κυριαρχεί, να τυραννά, να επιλέγει ή να απορρίπτει τη γυναίκα. Η γοητεία του Άνδρα φαίνεται να προέρχεται αποκλειστικά από την εξουσία του επάνω της και τον έλεγχο που ασκεί στον κόσμο μέσω της βίας, και όχι από κάτι γόνιμο ή ζωοποιό μέσα του.»
Ο Νώε της Κουτσουμπέλη διατηρεί μερικά στοιχεία του βιβλικού χαρακτήρα: την ηλικία -γέρων 600 ετών- με συνοδά τη σεβάσμια όψη με την επιβλητική γενειάδα που παραπέμπει στη συσσωρευμένη από τα χρόνια πείρα και σοφία και την άμεση επικοινωνία με το Θεό. Όμως, επανεγγράφεται ως το αντρικό πατριαρχικό αρχέτυπο, κοινός πατέρας αφέντης, με το Θεό «ο Θεός και ο Νώε, αυτοί οι δυο αρσενικοί,» να αναδεικνύεται ηθικός αυτουργός, εισηγητής μιας αντρικής εξουσιαστικής ηθικής. Η διπλή αυτή αντανάκλαση του Νώε στην Σιγκάλ διαφαίνεται σε σημεία του κειμένου: «Χρειάζεται χρόνο και απομόνωση, είναι τόσο σοφός, τόσο πραγματικά σπουδαίος…».
Οι λοιποί αντρικοί χαρακτήρες -τυραννικά αδέλφια και μέθυσος πατέρας- δεν αποτελούν παρά τη γήινη εκδοχή του Νώε: «όλοι, με εξαίρεση τη μανούλα μου, μου φέρονταν σαν να ήμουν ένα άχρηστο σκουπίδι, ένα οικιακό σκεύος» εξομολογείται η Σιγκάλ στην πρώτη επιστολή. Οι δυο γιοι του Νώε φαίνονται υποταγμένοι στην εξουσία του ενώ στον Ιάφεθ αποδίδονται γνωρίσματα διαφορετικά από τα στερεοτυπικά αντρικά/πατριαρχικά των άλλων χαρακτήρων.
Ο χώρος της γυναίκας ταυτίζεται με τον περιορισμό είτε πρόκειται για το ξύλινο κλουβί της Εμζάρα που της παρέχει παρηγορητικά ο Νώε, και όπου ουσιαστικά εγκλωβίζεται με την ελπίδα να σωθεί είτε η Κιβωτός η οποία δε γίνεται το σωτήριο μεγα-πλοίο αλλά η φυλακή όπου ως ένα άλλο πανοπτικόν ο πατριάρχης εφορεύει και δυναστεύει.
Σε όλο τον εγκλεισμό και υποχρεωτικό γάμο της Σιγκάλ μέσω της αφήγησης παρακολουθούμε σταδιακά την ενδυνάμωσή της από την εμπειρία της Κιβωτού, την αυτονόμηση και ωρίμανσή της. Θεωρώντας, ήδη από την πρώτη επιστολή, την Εμζάρα μητέρα και μεγαλύτερη αδελφή, αισθάνεται ενοχή για την απόρριψη της της από τον Νώε. Η εμπιστοσύνη μεταξύ των γυναικών στην Κιβωτό πραγματώνεται σταδιακά και δύσκολα έως που με την γέννα της Σιγκάλ αναδεικνύεται διαμορφώνοντας μια γυναικεία συμμαχία στη βάση της κοινής γυναικείας εμπειρίας.
Η Εμζάρα, η αρχετυπική γυναίκα αποτελεί υπόδειγμα, μια διορθωτική αντιστροφή της Εύας-αμαρτίας, πρότυπο υπακοής, φαίνεται να αποδέχεται στωικά τη θεϊκή επιταγή εντούτοις έχει ως ισχυρό αντίβαρο την κρυφή γυναικεία κοινότητα της σπηλιάς, όπου έχει από νέα μυηθεί. Η αναφορά στις ιδιαίτερες, μαγικές ιδιότητες των γυναικών αυτής της κοινότητας παραπέμπει στις παρεξηγημένες μάγισσες και στις λησμονημένες γυναικείες κοινότητες του Μεσαίωνα, στις θεραπεύτριες και Σοφές γυναίκες, στις συντεχνίες που διαλύθηκαν ως επικίνδυνες για την οικονομική ισορροπία που επέβαλε η πατριαρχία. Την ύπαρξη της κοινότητας αυτής αποκαλύπτει στον Ιάφεθ, τον ξεχωριστό γιό που έχει λάβει την αγάπη της μητέρας και των γυναικών της κοινότητας και γι αυτό ξεχωρίζει, αντίποδας του Νώε και του Θεού του αφού «στην αυγή του κόσμου ο Θεός ήταν γυναίκα». Η βάση της οποιασδήποτε κοινότητας αποκαλύπτεται: είναι η αγάπη και η αποδοχή, η φροντιστικότητα και η αλληλεγγύη, στοιχείο που μπορούν οι γυναίκες να διαδώσουν.
Έχει σημασία ο τρόπος που η Κουτσουμπέλη θέτει, πέρα από το παραμυθιακό στοιχείο, το όραμα αυτής της κοινότητας, και τη Θεά βασισμένο σε μια αλληλεγγύη σχεσιακή, άρρηκτη με την ευαλωτότητα και την αλληλεξάρτηση. Εδώ βρίσκεται τόσο ο καταγγελτικός όσο και ο οραματικός, προτρεπτικός, θα έλεγα, χαρακτήρας του βιβλίου, η ρητή αναφορά στις μορφές της βίας και καταπίεσης και η υπογείωση των εννοιών αλληλεγγύη, συντροφικότητα, μοίρασμα, ασφαλής χώρος για όλες και όλους. Πώς συγκροτήθηκε το παρελθόν και το παρόν και πώς φανταζόμαστε ένα διαφορετικό μέλλον.
Το μωρό που γεννά η Σιγκάλ είναι αγόρι, ο νέος άνθρωπος. Η νεαρή αρχίζει να αγαπά το μωρό επειδή στην αγωγή του υπάρχει η ελπίδα της αλλαγής. «Η εμπειρία της μητρότητας ήταν εκείνη που τελικά με ριζοσπαστικοποίησε.» αναφέρει η Rich. Το όραμα μιας κοινότητας γυναικείας αλληλεγγύης και παράλληλα ενός νέου κόσμου επεκτείνεται. «Και να πορευτείτε μαζί, αδελφός και αδελφή, στην οικοδόμηση ενός άλλου κόσμου, διαφρετικού.» προστάζει η Εμζάρα τον Ιάφεθ. Η νέα κοινωνία παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα συναισθημάτων και όχι επιταγής ενός μακρινού, αντρικού Θεού. Η φεμινιστική προοπτική δεν αποκλείει, δεν προτείνει κυριαρχία επί των αντρών, δεν απορρίπτει τους άντρες αλλά προτρέπει για ισότητα στη βάση της αγάπης.
Εξάλλου, ο μύθος της Κιβωτού επανασημασιοδοτείται σήμερα στο πλαίσιο της αγωνίας και του προβληματισμού ενώπιον της κλιματικής αλλαγής. Ένας κατακλυσμός ή μια ξηρασία ή άλλη οικολογική καταστροφή θα είναι αποτέλεσμα της αλόγιστης στάσης και των δραματικών αλλαγών που εξεργάστηκε η ανθρώπινη κυριαρχία επί της φύσης στην ανθρωπόκαινο (ή κατ’ άλλους καπιταλόκαινο) περίοδο. Η λογοτεχνία τροφοδοτείται από τον επικείμενο κίνδυνο με έργα δυστοπικού μέλλοντος. Η πτυχή αυτή αντανακλά στη νουβέλα της Κουτσουμπέλη.
Γι αυτά όλα θεωρώ αυτό το βιβλίο, πέρα από ένα συγκροτημένο και επιτυχές πεζό, ένα μάθημα με τον τρόπο που μόνο η λογοτεχνία μπορεί να κάνει.
Χλόη Κουτσουμπέλη, Ταχυδρομική θυρίδα: Κιβωτός θίνες 2025