της Κωνσταντίνας Κορρυβάντη
Σε μια εποχή όπου η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να συνθέτει σαιξπηρικά έργα κατά παραγγελία, ο ερωτικός λόγος καλείται να επαναπροσδιοριστεί εντός γλωσσικών μοντέλων και ψηφιακών πλαισίων. Τίθεται το ερώτημα: μπορεί ένα ερωτικό ποίημα, παραγόμενο από έναν αλγόριθμο, να συγκινήσει πραγματικά; Και αν ναι, με ποιον τρόπο, αφού δεν προέρχεται από ανθρώπινο βίωμα, αλλά από στατιστική προσομοίωση του ερωτικού λόγου;
Η σωματικότητα του ερωτικού λόγου και η συμμετοχή όλων των αισθήσεων είναι μία κρίσιμη παράμετρος για τα έργα ή έστω για τα προσχέδια των λογοτεχνικών κειμένων που προκύπτουν από ΑΙ εργαλεία. Από όλες τις αισθήσεις επιλέγω να εστιάσω στην ταχύτερη, εκείνη που μπορεί να πιάσει τον βηματισμό της τεχνολογίας του ψηφιακού: την όραση.
Θα δανειστώ έναν στίχο: «Εσύ που το μάτι σου είναι χείλι». Ο στίχος αυτός ανήκει στη Μάτση Χατζηλαζάρου, την μεταπολεμική εκείνη φωνή του υπερρεαλισμού που ο Γ. Π. Σαββίδης χαρακτήρισε ως την «πιο ερωτική ποιήτρια στην Ελλάδα». Σ’ αυτόν τον στίχο βρίσκω μία τέλεια αντίστιξη των αισθήσεων: από τη μία το μάτι – η όραση· από την άλλη, μέσω του χείλους, η γεύση, η αφή, η ακοή. Είναι ένα ποιητικό αίτημα ολιστικότητας. Είναι και μία αντίσταση στον κυρίαρχο οφθαλμοκεντρισμό, μια ποιητική πρόταση ενάντια στην κυριαρχία της εικόνας, και κατ’ επέκταση της οθόνης: είναι η επιθυμία ως πολυαισθητηριακή εμπειρία, όχι ως ψηφιακό αισθητικό αποτύπωμα.
Γιατί τι θα ήταν η ποίηση χωρίς τις αισθήσεις; Και πώς θα έμοιαζε ένας κόσμος όπου η όραση γίνεται κυρίαρχη και οι άλλες αισθήσεις εκτοπίζονται; Η κυριαρχία του βλέμματος ενισχύεται σήμερα από την πληθωρική τεχνολογική παραγωγή εικόνων — αυτόν τον «καταρράκτη εικόνων» που περιέγραφε ο Ίταλο Καλβίνο. Αν ισχύει ακόμη πως το μέσο είναι το ίδιο το μήνυμα, πώς επιδρά η προέλαση της Τεχνητής Νοημοσύνης στη λογοτεχνική παραγωγή; Στον τρόπο πρόσληψης, διάδοσης, αλλά και στη βιωματική εμπειρία ενός ερωτικού ποιήματος που συντίθεται κατά παραγγελία «à la manière de»;
Στον ψηφιακό ερωτισμό, όσο στιγμιαίος και διαμεσολαβημένος κι αν είναι, βρίσκουμε ακόμα τον ερωτικό λόγο, αλλά σε νέες μορφές: στα captions ενός story, στα φευγαλέα μηνύματα ενός chat, στα αποσπάσματα ποιημάτων που δραπετεύουν από τις σελίδες και εισβάλουν στις οθόνες μας. Ο ψηφιακός ερωτισμός είναι ένα υβρίδιο: αποσωματοποιημένος, ακαριαίος, αλλά με ρίζες βαθιές στον ερωτικό λόγο του παρελθόντος.
Ο Ρολάν Μπαρτ, στο Αποσπάσματα του ερωτικού λόγου, περιγράφει τον ερωτευμένο ως κάποιον που μιλά χωρίς εγγυημένο συνομιλητή. «Ο ερωτευμένος είναι μόνος με τη γλώσσα του», γράφει. Ο λόγος του ερωτευμένου είναι θραυσματικός, εκ βαθέων, μονήρης — και γι’ αυτό λογοτεχνικός. Στην ψηφιακή εποχή, αυτή η μονήρης φωνή επιμένει, ακόμη και μέσα σε pixels και φευγαλέα emoji. Ο ψηφιακός ερωτισμός είναι μια νέα επιτέλεση της επιθυμίας: φιλτραρισμένη, εσωτερικευμένη, ενίοτε εξιδανικευμένη, μα πάντως παρούσα.
Αν δεχτούμε την σεφερική διαπίστωση πως οι ποιητές έχουν ένα μόνο θέμα —το ζωντανό σώμα τους— τότε η Τεχνητή Νοημοσύνη γράφει χωρίς θέμα. Μπορεί να μιμηθεί τον τόνο, να παρωδήσει και να δοκιμαστεί στο ύφος, να φέρει στο φως μορφικά και μετρικά σωστά ποιήματα· όμως θα λείπει η κρίσιμη συνθήκη της αυθεντικότητας: το πρόσωπο που ποθεί και πάσχει. Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν ποθεί. Και άρα, δεν πενθεί. Δεν θυμάται. Δεν αποσιωπά.
Στα Μάτια του δέρματος, ο αρχιτέκτονας και στοχαστής Γιούχαάνι Πάλασμα υπερασπίζεται την αφή, την απτικότητα και την αίσθηση του βάθους, απέναντι στον οφθαλμοκεντρισμό του μοντέρνου κόσμου. Σημειώνει πως, στις στιγμές βαθιάς συγκίνησης ή σκέψης, η όραση καταπνίγεται — δεν αρκεί. Το ίδιο ισχύει και στον έρωτα· η ερωτική ποίηση δεν απευθύνεται μόνο στο βλέμμα, αλλά σε ένα πλήρες αισθητηριακό βίωμα. Είναι, τελικά, μια πρόσκληση να αισθανθούμε ολοκληρωτικά, καθώς στον ψηφιακό ερωτισμό αυτό που χάνεται είναι η ίδια η εμπειρία. Η ερωτική ποίηση δεν είναι τεχνική, αλλά μαρτυρία. Δεν χωράει ούτε στην εικόνα ούτε στον αλγόριθμο. Μέσα από τις ρωγμές του ψηφιακού, το ερωτικό ποίημα θα επιμένει.



























