Barroux επί τρία κι ένας ονειροπόλος (της Ελένης Γεωργοστάθη)

0
125

 

της Ελένης Γεωργοστάθη

Κυκλοφόρησαν πριν από λίγες μέρες από τις Εκδόσεις Στερέωμα και σε μετάφραση του Γιάννη Χαραλάμπους τα δυο πρώτα, στα ελληνικά, βιβλία της σειράς «Λίνα» του Barroux: Πρωταθλήτρια της μπανιέρας και Μια φοβερή μεταμφίεση. Δυο βιβλία που απευθύνονται σε πολύ μικρά παιδιά, με ηρωίδα μια ζωηρή, απρόβλεπτη πιτσιρίκα, τη Λίνα, που μετατρέπει σε υπερπαραγωγή μικρές καθημερινές στιγμές. Το μπάνιο της, για παράδειγμα, από διαδικασία ρουτίνας, μετατρέπεται σε αγώνα παγκόσμιου πρωταθλήματος κολύμβησης με απρόβλεπτες συνέπειες, που απαιτούν άμεσες αντιπλημμυρικές παρεμβάσεις, παγκοσμίων και πάλι διαστάσεων… Ενώ η προετοιμασία της για το πάρτι της καλύτερής της φίλης γίνεται brainstorming που παράγει τις πιο απίθανες μεταμφιέσεις, αλλά και κανονικό μανιφέστο, αφού η ηρωίδα, σε φουλ φούξια φόντο, διαδηλώνει την αντιπάθειά της για πριγκίπισσες και νεράιδες, αλλά και ξεκαθαρίζει ότι με τους φίλους δεν ξεμπερδεύουμε στα γρήγορα με συμβατικές και χιλιοφορεμένες λύσεις, ότι το καλύτερο κομμάτι της φαντασίας μας και της δημιουργικότητάς μας είναι το δώρο που τους αξίζει.

Λιγοστό κείμενο σε κεφαλαιογράμματους χαρακτήρες, σκίτσα σε απλές γραμμές, με τη μικρή Λίνα να κυριαρχεί σε έντονα γαλάζια ή φούξια φόντα, λιγοστά χρώματα στα περισσότερα σαλόνια, με εξαίρεση ένα δυο στα οποία κάποια έντονη χρωματική αντίθεση ή η τρανταχτή πολυχρωμία έρχονται να υπογραμμίσουν το παράδοξο ή κωμικό του πράγματος.

Ο Barroux μέσα σ’ αυτά τα δυο αξιαγάπητα βιβλία αντλεί έμπνευση από το απρόβλεπτο της παιδικής σκέψης και φαντασίας, από την άσβεστη ανάγκη αλλά και ικανότητα των παιδιών να φτιάχνουν κόσμους ακόμα και σ’ ένα δωματιάκι δύο επί τρία. ΠΡΟΣΟΧΗ: Δε θα μάθει τους μικρούς αναγνώστες πώς να κάνουν μπάνιο, ούτε θα τους διδάξει τρόπους καλής συμπεριφοράς σε παιδικά πάρτι, θα περιπλανηθεί όμως μαζί τους στην ομορφιά του να χαίρεσαι, να απολαμβάνεις, να μετατρέπεις κάθε στιγμή σε δημιουργικό παιχνίδι. Κάτι που τα παιδιά μας, από τρυφερή ήδη ηλικία, φορτωμένα με τα αβάσταχτα βάρη πλήθους «υποχρεώσεων» και «πρέπει», έχουν σε μεγάλο βαθμό ξεχάσει πια να κάνουν.

Από την απλή καθημερινή ζωή ενός νηπίου, ο ίδιος δημιουργός μάς μεταφέρει σε έναν κόσμο πλούτου και χλιδής με την Πιο πλούσια αγελάδα του κόσμου, που κατέφτασε στα ελληνικά χάρη στη μετάφραση της Πετρούλας Γαβριηλίδου και στις Εκδόσεις Μάρτης. Μια φιλήσυχη αγελαδίτσα κοιμάται σε ένα χλοερό λιβάδι κάτω από μια μηλιά, όταν εμφανίζεται μπροστά της ένας δαιμόνιος επενδυτικός σύμβουλος, στο πρόσωπο ενός γουρουνιού, και της προτείνει ένα οικονομικό πλάνο που θα την καταστήσει μεγαλοπαραγωγό, μεγαλοβιομήχανο, μια κοσμοπολίτισσα μπιζνεσγούμαν, η οποία, αφού λιώσει στη δουλειά για να κατακτήσει την οικονομική κορυφή, θα μπορέσει να… Η συνέχεια στο βιβλίο.

Ιδιαίτερο ρόλο στην κομίστικη εικονογράφηση του βιβλίου παίζει ο τρόπος με τον οποίο ο Barroux διαχειρίζεται το χρώμα: Αν στα πρώτα σαλόνια τα σκόρπια κόκκινα μήλα είναι μια ευχάριστη νότα στο ειδυλλιακό τοπίο του πράσινου δέντρου και του τριγύρω λιβαδιού, οι σωροί από μήλα που πλημμυρίζουν τα επόμενα προξενούν ένα αγχωτικό αίσθημα ασφυξίας. Το πορτοκαλί, από την πλευρά του, μοιάζει να εισβάλλει επιθετικό στο πράσινο, ντύνοντας αγροτικά μηχανήματα και κτίρια αποθηκών ή εργοστασίων κι αποτυπώνοντας τη μεθοδική αλλοίωση και μετάλλαξη του φυσικού περιβάλλοντος. Στην πορεία εμφανίζεται και το γκρίζο της ψυχρής πολυτέλειας αλλά και της αφόρητης μοναξιάς μες στο απρόσωπο αστικό τοπίο. Αν το καλοσκεφτεί κανείς, η σίγουρη συνταγή επιτυχίας του γουρουνιού δε μοιάζει και τόσο σίγουρη, ούτε η μέλλουσα ζωή της καημένης της αγελάδας τόσο ειδυλλιακή καθώς ζωντανεύει μπροστά στα μάτια του αναγνώστη. Ο Barroux πετυχαίνει έτσι να διατυπώσει ένα αιχμηρό σχόλιο πάνω στην υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων, την αλλοίωση του φυσικού τοπίου, το μάταιο του ανελέητου κυνηγιού του πλούτου, που καθιστούν τις γαλήνιες στιγμές απόλαυσης της φύσης νοσταλγικό όνειρο. Στην προσπάθειά της να κατακτήσει τον κόσμο, η αγελαδίτσα του θα υποθηκεύσει και εντέλει θα χάσει ό,τι ως τότε ήταν αυτονόητο για εκείνη, όντας υποχρεωμένη στη συνέχεια να δουλέψει πάρα πολύ σκληρά για να μπορέσει να το ξαναβρεί, και μάλιστα πληρώνοντας αδρά.

Χωρίς διδαχές, χωρίς κηρύγματα, να ένα καίριο σχόλιο πάνω στην καταστροφικότητα της ανθρώπινης απληστίας, στον βιασμό του φυσικού περιβάλλοντος, στην ανάγκη για έναν επαναπροσδιορισμό αξιών και στόχων των μελλοντικών γενεών.

Αυτών των μελλοντικών γενεών που, εγκλωβισμένες στα κυρίαρχα πρότυπα και στις τυποποιημένες συνταγές επιτυχίας του εκπαιδευτικού συστήματος, στο έλλειμμα καλλιέργειας της δημιουργικότητας και της καλλιτεχνικής έκφρασης, συχνά διστάζουν να εκφράσουν όνειρα, αμφισβητούν ή και θυσιάζουν ταλέντα στον βωμό μιας στενόμυαλης ερμηνείας περί του πώς πρέπει να διαχειριστούν το μέλλον τους. Για ένα τέτοιο, μπερδεμένο, ανασφαλές παιδί μιλά ο Ονειροπόλος του Μαρκ Γιάνσεν, που σε μετάφραση Μαργαρίτας Μπονάτσου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη. Σε μια απογευματινή βόλτα στο δάσος, ένας γιος εξομολογείται στον μπαμπά του ότι, σε αντίθεση με τους περισσότερους συμμαθητές του, παιδιά της σκέψης ή της δράσης, ο ίδιος δεν ξέρει τι θέλει να κάνει στη ζωή του. Ο μπαμπάς όμως δεν ανησυχεί. Γνωρίζει πως κοντά στους μελλοντικούς – και τόσο χρήσιμους και πολύτιμους– πυροσβέστες, γιατρούς, μηχανικούς κτλ. υπάρχουν και κάποιοι άλλοι, που βλέπουν κι ακούν αλλιώς, που οραματίζονται, φαντάζονται έναν κόσμο διαφορετικό, πιο χαρούμενο και πιο όμορφο. Έναν κόσμο πάντως στον οποίο κανείς δεν περισσεύει, κανείς δεν είναι λιγότερο καλός ή άξιος από τον άλλο. Καθένας βάζει το λιθαράκι του, αρκεί να έχει αποδεχτεί τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν τα πράγματα μέσα του.

Το πολύ ενδιαφέρον στο βιβλίο του Γιάνσεν είναι το εικαστικό του κομμάτι. Ένα πανέμορφο δάσος στα χρώματα του απογεύματος, στο οποίο σταδιακά, κι ενώ η κουβέντα μπαμπά και γιου προχωρά, εισβάλλουν σαν σκιές πλάσματα της φαντασίας, που από σαλόνι σε σαλόνι πυκνώνουν, μέχρι να κυριαρχήσουν ολοκληρωτικά, καθώς η προσωπική, ονειρική ματιά του παιδιού στον κόσμο απελευθερώνεται, ενώ ταυτόχρονα ο λόγος του πατέρα υποχωρεί, σταδιακά εξαρθρώνεται, γίνεται ήχοι φτερών, κραυγές ονειρικών πλασμάτων. Επιστρέφοντας στην πραγματικότητα, ο Άρον, το αγόρι, ξέρει πως δε χρειάζεται να βιαστεί, να αγχωθεί για τίποτα. Το ίδιο κι ο τρυφερός, υποστηρικτικός μπαμπάς του.

Στον επίλογο του βιβλίου, ο Μαρκ Γιάνσεν απαριθμεί ένα πλήθος ετερόκλητων ονειροπόλων, εμπλουτισμένο μάλιστα και με αρκετά ονόματα Ελλήνων. Όχι μόνο πνευματικών ανθρώπων και καλλιτεχνών, αλλά και πολιτικών, ακτιβιστών, αθλητών, εφευρετών, εξερευνητών. Ανθρώπων που, σύμφωνα με τον δημιουργό του βιβλίου, με τον τρόπο του ο καθένας είδαν αλλιώς τον κόσμο και προσπάθησαν να τον αλλάξουν.

INFO

Barroux, Λίνα, Μια φοβερή μεταμφίεση και Πρωταθλήτρια της μπανιέρας, μτφρ. Γιαννης Χαραλάμπους, Στερέωμα 2025.

Barroux, Η πιο πλούσια αγελάδα του κόσμου, μτφρ. Πετρούλα Γαβριηλίδου, Μάρτης 2025.

Μαρκ Γιάνσεν, Ονειροπόλος, μτφρ. Μαργαρίτα Μπονάτσου, Καστανιώτης 2025.

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΤραγούδια, συνθέσεις και η μουσική κατάσταση στην Ελλάδα στην κήρυξη του Πολέμου (του Γιάννη Μουγγολιά)
Επόμενο άρθροΦίλλις  Ουίτλεϋ, η σκλάβα ποιήτρια, 1753–1784 (γράφει ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ