γράφει ο Πάνος Ιωαννίδης
Με την περηφάνια ενός δόκιμου μοναχού της συγγραφής, που βρήκε στην αρχή της διακονίας του, τον πνευματικό δάσκαλο του, ή ακριβέστερα την πολυδιάστατη σκιά του, θα επιχειρήσω να γράψω κάποιες λέξεις για τον Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν (Βαρκελώνη 1939-Μπανγκόγκ 2003). Το κείμενο εστιάζει στο αποτύπωμα των νουάρ μυθιστορημάτων του, με ήρωα τον απαράμιλλο ιδιωτικό ντετέκτιβ Πέπε Καρβάλιο. Το καινοφανές έργο του εκτείνεται σε 18 μυθιστορήματα, 6 συλλογές διηγημάτων και 1 βιβλίο συνταγών, εκ των οποίων έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά 16 μυθιστορήματα, 1 συλλογή διηγημάτων και οι συνταγές.
Ο σπουδαίος Καταλανός, έβαλε τα πρώτα λιθαράκια στο οικοδόμημα της μεσογειακής αστυνομικής λογοτεχνίας, σμίγοντας το μυστήριο με τον λυρισμό, το έγκλημα με την κοινωνική διάσταση του, την Ιστορία με το συναίσθημα. Μας έμαθε να ψάχνουμε, το γιατί και όχι το πως συνέβη το κακό. Το παρόν κείμενο μελετά επιγραμματικά τα 16 μυθιστορήματα που εκδόθηκαν στην Ελλάδα, ακολουθώντας τη χρονική στιγμή της έκδοσης τους στην Ισπανία. Τα δυο μη εκδοθέντα μυθιστορήματα στην Ελλάδα [Roldán, ni vivo ni muerto-1994 , El caso de la muchacha que pudo ser Emmmanuelle-1997], δημοσιεύτηκαν σε συνέχειες στην εφημερίδα El Pais, τακτικός συνεργάτης της οποίας ήταν ο Μανόλο, όπως τον αποκαλούσαν φίλοι και οικείοι στην Βαρκελώνη.
Κυρίαρχος πλανήτης στα αστυνομικά μυθιστορήματα του Μ.Β. Μονταλμπάν, είναι λοιπόν, ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Πέπε Καρβάλιο, ο οποίος περιστρέφεται, κατά κύριο λόγο, γύρω από τον γαλαξία της Βαρκελώνης. Ο Καρβάλιο έχει υπάρξει στα νιάτα του κομμουνιστής που φυλακίστηκε για την πολιτική του δράση κόντρα στη δικτατορία του Φράνκο, πριν μεταπηδήσει στο αντίπαλο στρατόπεδο και, γίνει πράκτορας της C.I.A. Πριν τα σαράντα, τα παρατάει και ανοίξει γραφείο ιδιωτικών ερευνών στη Βαρκελώνη, λίγο καιρό πριν την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος. Βρίσκεται σε μακροχρόνια ελεύθερη σχέση με μια συνοδό πολυτελείας, την Τσάρο, ενώ τον ρόλο του Δρ. Γουότσον εδώ, τον έχει ο βοηθός του Μπισκουτέρ, πρώην συγκρατούμενος του ντετέκτιβ στη φυλακή, και πρώην κλέφτης αυτοκινήτων. Η Βαρκελώνη είναι η πόλη του, και μέσα από την αέναη περιφορά του, εντός εκτός και επί τα αυτά της, ο ντετέκτιβ λειτουργεί ως ένας flaneur που παρατηρεί στοχαστικά και, συχνά με θλίψη, τις αλλαγές που συμβαίνουν στον ευρύτερο αστικό ιστό, δεδομένου ότι η μυθιστορηματική σειρά καλύπτει τριάντα και βάλε έτη των ισπανικών χρονικών (1972-2004). Είναι χρήσιμο να αναφερθεί ότι, το χόμπι του ντετέκτιβ εξαντλείται στο να καίει βιβλία για να ανάψει το τζάκι του, σημαίνον που εκπέμπει, πέρα από στερεότυπα, το σημαινόμενο ότι το πνεύμα στις πολλαπλές μορφές του, συνιστά καύσιμο της τέχνης και της ζωής. Προσέτι ο Πέπε Καρβάλιο, είναι δεινός μάγειρας και μεγάλος καλοφαγάς, προσφέροντας μας με τις συνταγές του, καίρια λαογραφικά χαρακτηριστικά της Ισπανίας.
Η περιοδολόγηση των αστυνομικών μυθιστορημάτων, δύναται να εξαντληθεί σε τρεις περιόδους. Αυτές οι μυθιστορηματικές εποχές, έχουν ως κοινό πεδίο την επιλογή του συγγραφέα να μελετά με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, την κοινωνική ανθρωπογεωγραφία της χώρας του και τον μετασχηματισμό της. Το σημείο μηδέν της εμφάνισης του Πέπε Καρβάλιο στα γράμματα, είναι το 0. Εγώ σκότωσα τον Κένεντυ (Μεταίχμιο, Αγγελική Ξυδή), ένα φιλοσοφικό μυθιστόρημα υψηλής αισθητικής, χωρίς φιλόδοξη πλοκή, που μας συστήνει τον ήρωα, με άξονα αναφοράς τη δολοφονία του Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι.
Η μετάβαση από τη Χούντα στη Δημοκρατία, καλύπτει την πρώτη περίοδο του έργου του, με τέσσερα μυθιστορήματα [1.Τατουάζ (Μεταίχμιο, Αγγελική Βασιλάκου), 2.Η μοναξιά του μάνατζερ (Ζαχαρόπουλος, Χάρης Μικόγλου), 3. Οι θάλασσες του νότου (Μεταίχμιο, Βέρα Δαμόφλη), 4. Φόνος στην Κεντρική Επιτροπή (Μέδουσα, Αλέκα Βλάχου)]. Η έρευνα στρέφεται κυρίως σε πρόσωπα της ανώτερης τάξης, των οποίων οι πρακτικές συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με το έγκλημα, ενώ έχει προηγηθεί η σιωπηρή συναίνεση προς το φρανκικό καθεστώς, αν όχι η συμπόρευση τους [1, 2, 3]. Πρόκειται για μια εποχή επαναστατικότητας και ρευστότητας, με επίδικο την κατάκτηση της πραγματικής Δημοκρατίας. Η αμφίσημη ανάλυση της ισπανικής κοινωνίας από τον συγγραφέα, δεν χαρίζεται ούτε στις ευθύνες, ούτε στον εσωτερικό σπαραγμό της Αριστεράς [4]. Τα προσωπικά διλλήματα συνδέονται άρρηκτα με την πολυπόθητη κοινωνική αλλαγή [2, 3], ενώ τα καταπιεσμένα ένστικτα του πληθυσμού, από το αυταρχικό καθεστώς που κατέρρευσε, εκφράζονται μέσω της σεξουαλικής απελευθέρωσης, και για τις μικρομεσαίες πλέον τάξεις [1, 2, 3], της αναζήτησης του διαφορετικού και της πολιτικής μιας διαρκούς επανάστασης [2, 3].
Η δεύτερη περίοδος εκκινεί με το μυθιστόρημα 5. Τα πουλιά της Μπανγκόγκ (Μεταίχμιο, Χριστίνα Θεοδωροπούλου), όπου ο Πέπε Καρβάλιο πηγαίνει στην Ταϊλάνδη για να αναζητήσει τα ίχνη μιας αγαπημένης φίλης του, της Τερέζα Μαρσέ, και μαθαίνει τα αποτελέσματα των ισπανικών εκλογών του 1982 στο αεροπλάνο της επιστροφής. Στα πρώτα χρόνια της Δημοκρατίας, το πολιτικό υποχωρεί προς χάριν του προσωπικού και, η αναταραχή δίνει τη θέση της σε μια επιφανειακή σταθερότητα. Στο πολύμορφο σύνολο των εγκλημάτων που διαλέγει να ερευνήσει ο Μ.Β. Μονταλμπάν, μπορούν να ενταχθούν τα μυθιστορήματα [6. Το ρόδο της Αλεξάνδρειας (Λιβάνη, Αγγελική Βασιλάκου), 7. Τα λουτρά (Μεταίχμιο, Βέρα Δαμόφλη), 8. Ο σέντερ φορ δολοφονήθηκε το σούρουπο (Μεταίχμιο, Βέρα Δαμόφλη) καθώς και 9. Ο ελληνικός λαβύρινθος (Μεταίχμιο, Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη)]. Ο έρωτας στην ατελέσφορη ή ακόμη και στην αυτοκαταστροφική μορφή του κυριαρχεί ως προπομπός του εγκλήματος [5], ή το επικαθορίζει ως προσωπικό αδιέξοδο [6,7]. Ο ίδιος ο ντετέκτιβ, εμφανίζεται κουρασμένος και κάπως απογοητευμένος από την εξέλιξη της ισπανικής κοινωνίας [7], και ενοχλημένος από την ασύδοτη κατασκευαστική δραστηριότητα λόγω των επικείμενων Ολυμπιακών Αγώνων του 1992 [8, 9]. Όμως και ο ίδιος, δεν γλιτώνει από την φαντασίωση του μεσήλικου έρωτα για μια νεότερη του γυναίκα, με αποτέλεσμα να τον εγκαταλείψει οριστικά η αγαπημένη του Τσάρο [9]. Η αγάπη του Μανόλο για το ποδόσφαιρο και την Μπάρτσα, δεν θα μπορούσε να απουσιάζει και εκδηλώνεται με τρυφερότητα, όχι χωρίς σκεπτικισμό, για το ότι ο αθλητισμός λειτουργεί ως σύγχρονο ναρκωτικό των μαζών [8].
Εν τέλει, η τρίτη και τελευταία συγγραφική περίοδος εγκολπώνει το σύνολο της δεκαετίας του 1990, με άλλα τέσσερα μυθιστορήματα [10. Σαμποτάζ στους Ολυμπιακούς Αγώνες (Μεταίχμιο, Θεοδωροπούλου Χριστίνα), 11. Το βραβείο (Μεταίχμιο, Βέρα Δαμόφλη), 12. Το κουιντέτο του Μπουένος Άιρες (Καστανιώτη, Αλεξοπούλου Αγγελική), 13. Ο άντρας της ζωής μου (Καστανιώτη, Τζωρίδου Κατερίνα)]. Σε αυτή την ύστερη συγγραφική δραστηριότητα, ο Πέπε Καρβάλιο δεν είναι απλώς ένας ήρωας, μα ένας θρύλος, όχι μόνο λόγω των ανδραγαθημάτων του, μα και εξαιτίας της σταθερής του οπτικής στα πράγματα. Νέα ζητήματα αναδεικνύονται, όπου το ατομικό και το μερικό, επισκιάζουν το γενικό και το συλλογικό, Υπαινικτικά, το σκηνικό του μύθου τοποθετείται, επέκεινα της κατάρρευσης των κομμουνιστικών καθεστώτων. Ο τοπικισμός και η προοπτική αυτονομίας της Βαρκελώνης δηλώνουν εμφατικά τις προθέσεις τους, με τη θρησκεία και τις αιρέσεις της να λειτουργούν υποστηρικτικά [10, 13]. Η μελέτη της ισπανικής λογοτεχνικής κοινότητας μας ξαφνιάζει θετικά με το σκέρτσο και το μπρίο της γλώσσας [11]. Παράλληλα, η διαφθορά που επικράτησε στην ισπανική κοινωνία, ως απότοκος της αστικής δημοκρατίας, ωθεί τον συγγραφέα να μελετήσει αυτούς τους νέους μεγιστάνες, και την σύνδεση τους με το παγκόσμιο έγκλημα που κυριαρχεί στον μεταμοντέρνο κόσμο του υποτιθέμενου τέλους της Ιστορίας [10, 11, 13]. Όμως η πιο ευχάριστη περιπέτεια δεν είναι άλλη, από το ταξίδι του Πέπε Καρβάλιο στην Αργεντινή [12], για να βρει έναν ξάδελφο του, αγνοούμενο από την περίοδο της στρατιωτικής χούντας και να παρατηρήσει τα τοπικά δρώμενα.
Ο απρόσμενος επίλογος λόγω του ξαφνικού θανάτου του Μ.Β. Μονταλμπάν, κλείνει τη μυθολογία του Πέπε Καρβάλιο με δύο μυθιστορήματα τη Χιλιετία Ι: Πορεία προς την Καμπούλ & Χιλιετία ΙΙ: Στους Αντίποδες [14. 15. (Καστανιώτη, Μαργαρίτα Μπονάτσου]. Τα δίδυμα βιβλία, περιγράφουν τη φυγή του Πέπε Καρβάλιο λόγω ενός εγκλήματος που (δεν) έκανε, με τελική κατεύθυνση τους Αντίποδες. Σαν άλλος Φιλέας Φονγκ ο Πέπε Καρβάλιο, πραγματοποιεί τον γύρο του κόσμου, παρέα με τον Μπισκουτέρ, χωρίς όμως να έχει βάλει κάποιο στοίχημα με σκοπό, παρά μόνο την απόλαυση της ζήσης και τη χαρά της παρατήρησης. Ίσως σε αυτά τα δύο τελευταία μυθιστορήματα, να διακρίνεται εντελώς ξεκάθαρα, η αγάπη του συγγραφέα για την κλασική λογοτεχνία.
Μνεία αξίζει να γίνει σε δύο επιπλέον συγγραφικά σημαίνοντα. Το πρώτο είναι η συνεχής επαφή του Πέπε Καρβάλιο με πρώην συντρόφους του, στον επαναστατικό αγώνα κατά του Φράνκο, οι οποίοι έχοντας πάρει τον δικό τους δρόμο, μας φανερώνουν πολλές πτυχές της ισπανικής κοινωνίας. Δεύτερον, το ότι σχεδόν πάντα ο ντετέκτιβ ερευνά στα εξωτερικά περιβάλλοντα όπου δραστηριοποιούταν το θύμα, συνιστά μια συνδήλωση, ότι το έγκλημα έχει κατά κανόνα πολιτικές, κοινωνικές, πολιτιστικές και λαογραφικές διαστάσεις.
Κλείνοντας ως ένας μαθητής που προσπάθησε, όχι να ξεπεράσει τον δάσκαλο του, αλλά να μάθει όσα περισσότερα μπορούσε από αυτόν, θα τονίσω ότι πάντοτε η ολοκλήρωση ενός αστυνομικού μυθιστορήματος του Μ.Β. Μονταλμπάν, με έκανε να αναρωτηθώ γιατί συνέβησαν όσα διάβασα. Ίσως αυτό να είναι και το μεγαλύτερο του επίτευγμα, που είναι πάντα και το ζητούμενο της σπουδαίας λογοτεχνίας: να ωθεί τον αναγνώστη να σκέφτεται και να αναρωτιέται για τον κόσμο που τον περιβάλλει.




Όλα τα βιβλία του Μονταλμπάν στα βιβλιοπωλεία Ευριπίδης



























