ΑΡΧΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΥ ΜΙΚΡΑ ΚΡΙΤΙΚΑ 15 και μισό «πειραγμένα» βιβλία (του Γιάννη Ν. Μπασκόζου)

15 και μισό «πειραγμένα» βιβλία (του Γιάννη Ν. Μπασκόζου)

0

 

του Γιάννη Ν. Μπασκόζου

 

Για να ακριβολογώ δεν πρόκειται για «πειραγμένα βιβλία ή κείμενα» αλλά κυρίως για βιβλία «πειραγμένης θεματολογίας». Οι συγγραφείς τους ασχολούνται με αναπάντεχα θέματα ή με θέματα που τους δίνουν την ευκαιρία μιας λοξής ματιάς : για τις τερατολογίες, τα μεγάλα ερωτήματα στα οποία δεν υπάρχουν απαντήσεις έως τι γυρεύανε οι Μαορί στην Κρήτη και γιατί η ιψενική Νόρα παραμένει ένα αίνιγμα ακόμα και σήμερα. Και άλλα, φυσικά.  Είναι επίσης κατά κύριο λόγο βιβλία που δεν περιλαμβάνονται στα ευπώλητα των βιβλιοπωλείων ούτε στους φανφαρόνικους  συμψηφισμούς «τα 50 ή 100 βιβλία που πρέπει να διαβάσεις αυτόν τον χειμώνα».  Η επιλογή έγινε φυσικά με το γούστο του υπογράφοντος και όλα τα βιβλία είναι πρόσφατης εκδοτικής παραγωγής. Μπορείτε να συμπληρώσετε τον κατάλογο μόνοι σας!

 

Σημεία και τέρατα, Η δεισιδαιμονία και οι επικριτές της στην αρχαία Ελλάδα, επιμ. Βάιος Λιαπής, ΠΕΚ

Στην εποχή του ανορθολογισμού, της συνωμοσιολογίας, της θρησκευτικής φανατίλας, των αντιεπιστημονικών φαντασιώσεων γυρνώντας στο παρελθόν ο επιμελητής του μικρού αυτού βιβλίου επιλέγει τρεις διακεκριμένους στοχαστές πολύ παλαιότερων εποχών για να θυμίσει ότι κανένα τέτοιο φαινόμενο δεν είναι «φρέσκο». Το πρώτο κείμενο είναι του Λουκιανού «Φιλοψευδείς ή Απιστών» που ειρωνεύεται ιστορίες για σημεία και τέρατα και ιδίως την πίστη στα φαντάσματα. Μάλιστα κάποιες από αυτές θα τις βρείτε μεταλλαγμένες στον Μαθητευόμενο Μάγο του Γκαίτε και ακόμα πιο κοντά μας στη Φαντασία του Ντίσνεϊ.

Το δεύτερο κείμενο είναι του Πλούταρχου «Περί δεισιδαιμονίας» έχει έναν πιο σοβαρό χαρακτήρα καθώς θέλει να πείσει ότι η δεισιδαιμονία είναι ακόμα χειρότερη από την αθεΐα.  Τέλος το τρίτο κείμενο του μαθητή του Αριστοτέλη, Θεόφραστου «Ο δεισιδαίμων» σκιαγραφεί τη σατιρική καρικατούρα ενός προληπτικού. Διαβάζοντας τα κείμενα αυτά ο αναγνώστης θα αναγνωρίσει πλείστες όσες σημερινές δεισιδαιμονίες όπως τον προληπτικό φτύσιμο στον κόρφο, τα ξόρκια για την καταπολέμησή ασθενειών, την πίστη στην προφητική δύναμη των ονείρων  και άλλα. Αλλά θα γνωρίσει και δεισιδαιμονίες που είχαν σχέση με τον τρόπο ζωής των αρχαίων όπως ο αμαρτωλός που κυλιέται στις λάσπες για να εξιλεωθεί ή άλλες πιο σκληρές όπως οι ανθρωποθυσίες μικρών παιδιών.

Ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός σήμερα σε όλες τις εκδοχές έχει πάψει να είναι ένα περιθωριακό φαινόμενο και απειλεί τις συνειδήσεις. Το βιβλιαράκι αυτό δείχνει ορισμένα κλειδιά στην κατανόησή του.

 

Το παλίμψηστο της Αθήνας,  επιμέλεια : Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου- Γκενάκου, έκδοση της Τράπεζας της Ελλάδος

Τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν οι μελέτες για την πόλη της Αθήνας. Πέρα από τα καθαρά αρχιτεκτονικά βιβλία είχαμε τα πολιτισμικά του Καιροφύλλα, τα λογοτεχνικά  του Θανάση Γιοχάλα και της Δώρας Μέντη, τα περιπατητικά του Βατόπουλου και ορισμένα άλλα. Σε αυτά προστίθεται σήμερα ένα πιο σύνθετο βιβλίο με συλλογή άρθρων που μελετάει τα διαφορετικά παρελθόντα της Αθήνας. Τα ίχνη του κλασικού παρελθόντος, τον επανασχεδιασμό της από τους γερμανούς, την μεσοπολεμική Αθήνα, την οικονομική ανάπτυξη της πόλης, τα απομεινάρια της κλασικής Αθήνας στο σημερινό ιστό, την Αθήνα των αρχών του αιώνα από τον Παπαδιαμάντη και τον Μωραϊτίδη. Πρόκειται για ένα βιβλίο που «σκάβει» την ιστορία της Αθήνας , γι αυτό και ο τίτλος του «Παλίμψηστο», καθώς οι αρθρογράφοι «ξύνουν» την επιφάνεια της σημερινής πόλης για να φανερώσουν την πόλη όπως ήταν σε διαφορετικές εποχές. Δεν πρόκειται για ένα αρχαιολογικό βιβλίο αλλά για ένα βιβλίο γνωριμίας με τον τόπο που ζούμε. Ξεχωρίζει η μελέτη του Γιάννη Ιωαννίδη και του Sengbin Wei για την πληθυσμιακή έξαρση και την οικονομική μεγέθυνση της Αθήνας και για τις πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις που την καθόρισαν.

Σήμερα υπάρχουν αρκετές φωνές που δεν αγαπούν αυτή την πόλη, της καταλογίζουν ότι φρικτό και περιθωριακό πέφτει στην αντίληψή τους. Δεν την αγαπούν γιατί δεν βλέπουν τον μετασχηματισμό της, δεν αντιλαμβάνονται το βάρος της μνήμης που μπορεί να μεταμορφώσει μια πόλη. Παρά τις καταστροφές που έχει υποστεί και τις αλλοιώσεις (αντιπαροχή, κρίση, οικονομική κατάρρευση κ.ά) η Αθήνα  εξελίσσεται διαρκώς. Οι μελέτες του βιβλίου αυτού προσφέρουν τον μίτο κατανόησης το που βρισκόμαστε, ποιοι είμαστε και ίσως προσφέρουν ιδέες και για το που θέλουμε να πάμε.

 

Νάντια Φραγκούλη, Ο διάλογος της ελληνικής πεζογραφίας με τον κινηματογράφο 1949-2009, εκδόσεις Γκόνη

Αν και πολλά τα παραδείγματα για τις  διαπλοκές της ελληνικής λογοτεχνίας με τον κινηματογράφο εντούτοις τα σχετικά βιβλία είναι λίγα (Δέσποινα Κακλαμανίδου, Παύλος Ζάννας, Θανάσης Αγάθος κλπ). Η Νάντια Φραγκούλη επιχειρεί μια ανάγνωση μεταπολεμικών και μεταπολιτευτικών ελληνικών λογοτεχνικών κειμένων και πως αυτά διαλέγονται με τον ελληνικό κινηματογράφο, για το  πως η λογοτεχνία επηρεάζεται από τον κινηματογράφο. Το πρώτο κεφάλαιο ασχολείται με θεωρητικά προβλήματα ως βάση αυτής της μελέτης της για να προχωρήσει στα επόμενα κεφάλαια στην διερεύνηση του κυρίως θέματός της. Η πορεία αυτού του διαλόγου λογοτεχνίας – σινεμά δεν ήταν όλο τον 20ο αιώνα συνεχής. Η έξαρσή της εντοπίζεται από τα μέσα της δεκαετίας του ΄80 και μετέπειτα με πολλές παραλλαγές. Εκείνο που παρατηρεί η συγγραφέας είναι ότι οι έλληνες συγγραφείς επηρεάζονται κυρίως από τον κινηματογράφο αλλά πολύ λίγο από τις άλλες τέχνες. Η Νάντια Φραγκούλη επιλέγει μια σειρά λογοτεχνημάτων ενδεικτικών που την βοηθούν να δει τους δρόμους που σκηνοθέτες, , κινηματογραφικά κινήματα και σημαντικές ταινίες επηρέασαν εμμέσως τους έλληνες πεζογράφους. Τα βασικά παραδείγματα που επιλέγει ανήκουν σε διαφορετικές περιόδους. Άνθρωποι και σπίτια του Ανδρέα Φραγκιά (1955), Τα διηγήματα της δοκιμασίας του Χριστόφορου Μηλιώνη (1973-1974-1978) και η Ουράνια Μηχανική της Μάρως Δούκα (1999). Είναι κείμενα με σαφείς κινηματογραφικές αναφορές που διαλέγονται με την εποχή και τις πολιτικές συντεταγμένες της. Έργο ογκώδες (προέρχεται μάλλον από διδακτορική διατριβή της συγγραφέως) αλλά σπάνιο για τη θεματική του  και σπουδαίο για τη σημασία του στην ελληνική φιλολογία.

 

Ray Bradbury, Φαρενάιτ 451, graphic novel: Tim Hamilton, μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς, Μεταίχμιο

Εμβληματικό το έργο του Μπράντμπερι που αφορά μια μελλοντική κοινωνία όπου τα βιβλία θα θεωρούνται εχθρικά και θα καίγονται στους 451 βαθμούς της κλίμακας Φαρενάιτ. Πιθανόν οι παλιότεροι το γνωρίζουν όχι μόνον από το βιβλίο (μτφρ. Β.Δουβίτσας, εκδ. Άγρα) αλλά και από την ομότιτλη ταινία του Φρανσουά Τριφό το 1966, ενώ ο ίδιος ο Μπράντμπερι το διασκεύασε σε θεατρικό έργο το 1979. Στη χώρα μας το είδαμε και στο θέατρο το 2018, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, σε σκηνοθεσία του Θωμά Μοσχόπουλου. Η απαγόρευση των βιβλίων γίνεται για να αποφεύγεται ο στοχασμός, μια προτίμηση των δικτατορικών καθεστώτων. Στο εικονογραφημένο βιβλίο που κρατάω στα χέρια μου ο Τιμ Χάμιλτον το μετασκευάζει σε graphic novel χωρίς να χάνει τίποτα από την αρχική έντυπη δύναμη του. Θα έλεγα μάλιστα ότι οι εικόνες με τα πράσινα, γκρι και μαύρα χρώματα αποπνέουν την ένταση που έχει το ίδιο το κείμενο. Πρόκειται για έναν ύμνο, όχι στα βιβλία αλλά κυρίως στις ιδέες που αυτά περιέχουν. Λέει ο ήρωας κάπου χαρακτηριστικά « Δεν είναι τα βιβλία που χρειάζεσαι, αλλά μερικά από αυτά που κάποτε υπήρχαν στα βιβλία….Τα βιβλία ήταν μόνο ένα είδος δοχείου όπου αποθηκεύαμε ένα σωρό πράγματα που φοβόμασταν ότι μπορεί να ξεχνούσαμε – δεν υπάρχει τίποτα μαγικό στα βιβλία…τα βιβλία αποτελούν αντικείμενο μίσους και φόβου γιατί δείχνουν τους πόρους που υπάρχουν στο πρόσωπο της ζωής». Ένα βιβλίο για την αντίσταση στην χειραγωγούμενη σκέψη.

 

Le Corbusier, συζήτηση με τους φοιτητές της αρχιτεκτονικής, εισαγωγή: Δ. Φατούρος, Πρόλογος Δ. Αντωνακλακης, μτφρ. Σουζάνα Αντωνακάκη, ΠΕΚ

 

Ένα σημαντικό βιβλίο το οποίο μας προσφέρει η τρομερή τριάδα της ελληνικής αρχιτεκτονικής Αντωνακακηδες και Φατούρος. Και είναι φυσικό γιατί αυτοί ανήκουν στη γενιά των αρχιτεκτόνων που μεγάλωσαν με σεβασμό στους μεγάλους δασκάλους της αρχιτεκτονικής, όπως τον Λε Κορμπιζιέ. Θα πείτε μετά τόσες αλλαγές που έγιναν στην εποχή μας μπορούν αυτές οι διαλέξεις να έχουν ακόμα κάποιο λόγο ύπαρξης. Ο προλογίζων αείμνηστος Δημήτρης Φατούρος απαντάει ως εξής: Είναι και σήμερα χρήσιμο γιατί απευθυνόμενο σε διδάσκοντες και φοιτητές μιλάει για την αρχιτεκτονική εκπαίδευση, ένα θέμα πάντα ανοιχτό. Μπορεί να βοηθήσει τους νέους αρχιτέκτονες να αναθεωρήσουν δύο τομείς από τους οποίους εξαρτάται η αρχιτεκτονική δημιουργία : την τεχνική και τη συνείδηση. Ο Λε Κορμπιζιέ διαφοροποιούσε τον μηχανικό τεχνολόγο από τον αρχιτέκτονα, καλώντας τον τελευταίο να δείχνει αίσθηση ευθύνης στη διαχείριση του δημόσιου χώρου, καθώς εντόπιζε τη διαφορά ανάμεσα στην κατασκευή ενός περιβάλλοντος και στην αρχιτεκτονική ενός περιβάλλοντος. Πώς να μην τον ανακαλέσει κάποιος σήμερα καθώς βλέπει τα δημόσια έργα να γίνονται με την περίφημη «μελετοκατασκευή» όπου ο εργολάβος έχει τον πρώτο λόγο και η αρχιτεκτονική δημιουργία οφείλει να υπακούει σε αυτήν. Αποτέλεσμα μεγάλα δημόσια έργα δεν φέρουν υπογραφή αρχιτέκτονα αλλά την υπογραφή της κατασκευαστικής εταιρείας.  Στις διαλέξεις του ο Λε Κορμπιζιέ θα υπερασπιστεί την αρχιτεκτονική συνείδηση θέλοντας να ορίσει την ευθύνη για την οργάνωση του περιβάλλοντος, ένα θέμα με σαφείς και πολιτικές προεκτάσεις. Δεν είναι τυχαίο πως οι διαλέξεις αυτές έγιναν σε φοιτητές καθώς ο μεγάλος αυτός αρχιτέκτονας πίστευε πως «μόνον οι νέοι είναι αρκετά ελεύθεροι κι ακόμα ανυστερόβουλοι για να γίνουν η δύναμη που θα πλαισιώσει την αρχιτεκτονική που ξαναγεννιέται, οι μεγάλοι είναι δεμένοι με το παλιό παιχνίδι, έχοντας σε αυτό συμφέροντα και κεκτημένες συνήθειες, γι αυτούς το κέφι και ο καιρός της περιπέτειας πέρασαν». Ένα βιβλίο σκέψεων που θέλει να προκαλέσει την αντίσταση στην εποχή της βαρβαρότητας.

 

Ανδρέας Παππάς, Γλωσσίδια, κείμενα για τη γλώσσα και όχι μόνο, Πατάκης

Ο συγγραφέας χρόνια τώρα γράφει για τη γλώσσα, τη χρήση και την κατάχρησή της. Η άποψη του είναι ότι η γλώσσα είναι ένας ζωντανός οργανισμός που εντάσσει συνεχώς νέες λέξεις χωρίς κόμπλεξ και άκαμπτες προϋποθέσεις. Από την άλλη σημειώνει τα συχνά λάθη στη χρήση της, τα οποία θα πρέπει να διορθώνονται. Το πεδίο της γλώσσας όσο δυναμικό κι αν είναι δεν μπορεί να γίνεται  πεδίο αστοχιών και παρερμηνειών. Το βιβλίο χωρίζεται στα γλωσσικά, στα ιστορικά/ εγκυκλοπαιδικά, τα βιβλιοφιλικά/ βιβλιοκριτικά και τέλος τα μεταφραστικά και τα επιδόρπια. Ο Παππάς δεν είναι ένας τύπος νέου γλωσσαμύντορα ή ενός στενόμυαλου φιλόλογου.  Δεν γράφει για να κατηχήσει στον ορθό δρόμο της γλωσσικής συμπεριφοράς. Είναι πιο πολύ ένας εραστής της γλώσσας ή ένας συλλέκτης ώριμων και ανώριμών γλωσσικών καρπών. Ένας χομπίστας που γράφει όμως με πλήρη επαγγελματική συνείδηση. Αλλά δεν του λείπει το χιούμορ, ο σαρκασμός, η λοξή ματιά. Τα κείμενα του προξενούν μια ευχάριστη διάθεση, ένα μικρό (ίσως και πικρό) χαμόγελο όταν ανακαλύπτεις ότι «να εδώ καταγράφεται κι ένα δικό μου λάθος». Ο συγγραφέας αντλεί τις πηγές του όχι μόνον από εφημερίδες και περιοδικά, αλλά και από λεζάντες πινάκων σε εικαστικές εκθέσεις, ηλεκτρονικό τύπο, μεταφράσεις τίτλων θεατρικών έργων, διαφόρων ειδών βιβλία, εκφράσεις της καθομιλουμένης. Βεβαίως και από την «μιντιακή κοινή», όπως την χαρακτηρίζει και τον πολιτικό λόγο.  Ειδικά στα βιβλιοφιλικά του θα σχολιάσει και συγγενή θέματα όπως τα κριτήρια με τα οποία η σουηδική ακαδημία απονέμει τα Νόμπελ. τη νεοηθογραφία, την «επιστροφή» του Καζαντζάκη, τη γοητεία του Σκαμπαρδώνειου λόγου, τον Μπήτον και γιατί πρέπει να τον διαβάζουν οι Έλληνες και άλλα πολλά. Τέλος το βιβλίο κλείνει με τα «επιδόρπια», μικρά σχόλια με επίγευση ενός μικρού χαμόγελου.

 

Θοδωρής Λασκαρόλης, Κουρουβαάκα ή η μάχη της Κρήτης και άλλες ιστορίες, Το Ροδακιό

Ο Καραβουάκα, αυτό το περίεργο όνομα ανήκει σε άνδρα στη φυλή των Μάορι (Μαούρος δηλαδή) και κατά έναν περίεργο τρόπο βρέθηκε να πολεμάει στην Κρήτη. Ο αφηγητής τον συναντά σε μια επίσημη τελετή για την απελευθέρωση της Κρήτης και με την ευκαιρία αυτή παρουσιάζει όλο το ζήτημα της διαμάχης της φυλής των Μάορι με τις αρχές της Κοινοπολιτείας για την αναγνώριση των δικαιωμάτων  τους. Ο αφηγητής διασώζει όλες τις συναντήσεις του με τον Καραβουάκα μέχρι το θάνατο του τελευταίου, την παρουσία του στην κηδεία  του αγωνιστή, στο τραπέζι, τις γνωριμίες με άλλους Μάορι που αγαπούσαν την Ελλάδα.   Στα υπόλοιπα διηγήματα ο αφηγητής έλληνας διπλωμάτης στο Βερολίνο λίγο πριν την πτώση του τείχους διασχίζει το διχασμένο Βερολίνο κάποια γκρίζα Χριστούγεννα. Μια ομάδα νεαρών οπαδών των Ρόλινγκ Στόουνς αποφασίζουν να τους «φέρουν» στη Θεσσαλονίκη. Εννοείται μεταφορικά σκαρώνοντας μια μικρού μήκους ταινία που θα γυριζόταν στην πόλη τους γεμάτη με τραγούδια της αγγλικής μπάντας. Μια τρυφερή γνωριμία του αφηγητή με νεαρή γαλλίδα θα έχει απρόοπτες διακυμάνσεις. Τα διηγήματα του συγγραφέα μετεωρίζονται ανάμεσα στο βίωμα (όπως φαίνεται) και την πειραγμένη μυθοπλασία. Διαβάζονται ευχάριστα αλλά το πρώτο εκτενές αφήγημα με τον Μάορι κλέβει τις εντυπώσεις.

 

Κώστας Λασκαράτος, Μουσεία influencers, εκδόσεις Ι.Σιδέρης

Θα θυμόμαστε πως όταν τελικά φτιάχτηκε το Μουσείο της Ακρόπολης παρά τις ενστάσεις δημιουργήθηκε μια παγκόσμια επίδραση, αυξήθηκε το τουριστικό ενδιαφέρον, όχι μόνο από το εξωτερικό αλλά και το εγχώριο. Παράλληλα μέσα στο Μουσείο διοργανώθηκαν σημαντικές εκθέσεις προξενώντας παγκόσμιο ενδιαφέρον. Όσοι παλιότερα ταξίδευαν στο Παρίσι επισκέπτονταν οπωσδήποτε το Μπομπούρ, λόγω και του θορύβου που είχε ξεσηκώσει η, για τότε, φουτουριστική κατασκευή του. Το ίδιο έγινε με την γκαλερί Τέιτ στο Λονδίνο ή το Μουσείο Γκούγκενχάιμ στο Μπιλμπάο.Τα Μουσεία λοιπόν μπορούν να είναι επιδραστικά στη συνείδηση του μέσου κοινού. Ο Κώστας Λασκαράτος παρουσιάζει τη γοητεία που έχουν διαχρονικά τα Μουσεία πολύ πριν γίνει της μόδας η έννοια του influencer και πως μπορεί αυτή επιδραστικότητα να διευρυνθεί. Τα Μουσεία είναι δημοκρατικά, οι πάντες βλέπουν τα ίδια εκθέματα ανεξαρτήτως κοινωνικής, φυλετικής ή άλλης ταυτότητας. Ο συγγραφέας στο κυρίως κεφάλαιο εξετάζει το πως τα Μουσεία μπορούν να ασκήσουν αυτή την επιδραστικότητά τους. Είναι γνωστό ότι μεγάλα κράτη αντιμετωπίζουν τους μουσειακούς φορείς ως σύμβολα και γόητρα μιας πόλης. Γι αυτό εξάλλου και βλέπουμε τα νεότερα Μουσεία να ανατίθενται σε σημαντικούς αρχιτέκτονες ώστε το Μουσείο και ως κτήριο να αντανακλά και να προσθέτει αξία στην πόλη όπου εδρεύει.  Για παράδειγμα βλέπουμε τον Γάλλο αρχιτέκτονα Ζαν Νουβέλ να σχεδιάζει το Μουσείο του Λούβρου στο Αμπού Ντάμπι στα Εμιράτα.  Ο συγγραφέας προχωρά περισσότερο στις προτάσεις εξετάζοντας το πως ένα Μουσείο μπορεί να καλλιεργήσει τις αξίες της συμπερίληψης, της ανάσχεσης του σεξισμού ή του ρατσισμού και την καλλιέργεια πολιτικών σχέσεων. Επίσης μπορεί να είναι φορέας μνήμης ή εκπαίδευσης ανηλίκων και ενηλίκων. Φυσικά τα Μουσεία και ο τουρισμός είναι ένας τομέας που τα σύγχρονα κράτη επενδύουν συστηματικά. Η μελέτη αυτή κλείνει με μια έρευνα σχετικά με τη σχέση των Μουσείων με τα media και κατά πόσον τα Μουσεία είναι επιδραστικά στη συνείδηση των χρηστών μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

 

Γιάννης Μανιάτης- Μάκης Προβατάς, Επειδή δεν υπάρχει Planet B, Πατάκης

Έχουμε εισέλθει στην ανθρωπόκαινο εποχή. Ο όρος αντανακλά την παρέμβαση του ανθρώπου στον πλανήτη γη που είναι τόσο έντονη και εξαντλητική για τη βιόσφαιρα, που για πολλούς επιστήμονες αυτό σηματοδοτεί  την είσοδό μας σε μια νέα γεωλογική εποχή, την Ανθρωπόκαινο. Ακούμε τόσο συχνά να μιλάνε για «πράσινη» οικονομία, «πράσινη» συμπεριφορά» κ.τ.λ. αλλά συνήθως δεν γνωρίζουμε αν αυτοί οι όροι έχουν κάποιο βάθος. Μερικοί το συγχέουν με τα χάρτινα καλαμάκια και την ανακύκλωση. Αλλά φυσικά το να διεκδικήσουμε μια πράσινη πολιτική είναι κάτι πολύ περισσότερο. Ο Γιάννης Μανιάτης, καθηγητής στο Τμήμα Ψηφιακών Συστημάτων του Πανεπιστημίου Πειραιά συνομιλεί με τον δημοσιογράφο Μάκη Προβατά για όλα τα θέματα αυτού που σήμερα ονομάζεται κλιματική κατάρρευση. Δηλαδή για την πράσινη ενέργεια, τις εκπομπές ρύπων, τη γεωπολιτική και τα κρίσιμα μεταλλεύματα, τους υδρογονάνθρακες αλλά και την καθημερινότητα μας. Πολλά από αυτά που διαβάζουμε είναι σε μας ακροθιγώς γνωστά, δεν ξέρουμε το βάθος και την έκτασή τους. Οι δύο συνομιλητές με εκλαϊκευτικό τρόπο αναφέρονται σε θέματα που θα καθορίζουν το μέλλον του πλανήτη Γη. Και το ποιο θα είναι αυτό εξαρτάται από τις επίσημες πολιτικές αλλά και την προσωπική ευθύνη του κατοίκου της γης.

Αναλυτικά είναι και όσα περιέχονται στον διάλογο για την θέση της Ελλάδος σε μια παγκόσμια «πράσινη» κινητοποίηση.  Αναφέρονται στα ποια είναι τα δυνατά μας σημεία και σε ποια δείχνουμε ακατανόητη κωλυσιεργία. Για παράδειγμα είμαστε από τις πρώτες χώρες στη βιομηχανία ηλιακών θερμοσιφώνων αλλά ακόμα καλύπτουμε μικρό μέρος των νοικοκυριών. Έχουμε 300 νοσοκομειακές μονάδες αλλά ελάχιστες από αυτές χρησιμοποιούν φυσικό αέριο. Είμαστε πολύ πάνω από τον μέσο όρο στην εγκατάσταση φωτοβολταϊκών μονάδων αλλά ακούμε πλήθος φωνών που διαμαρτύρονται γι αυτό. Ο Γιάννης Μανιάτης πιστεύει ότι η Ελλάδα έχει κάνει αρκετά πράγματα στον τομέα μιας πράσινης ενέργειας αλλά ταυτόχρονα επισημαίνει ότι γραφειοκρατικές ακαμψίες εμποδίζουν στο να ενταχθεί η χώρα στην ομάδα των προηγμένων και ανεξάρτητων ενεργειακά χωρών. Από τα πολύ χρήσιμα βιβλία κατανόησης για το που βρισκόμαστε και προς τα που βαδίζουμε.

 

Peter Jeffreys, Στο κάδρο της παρακμής, Φανταστικά πορτρέτα του Κ.Π.Καβάφη, μτφρ. Λαμπρινή Κουζέλη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

Ο Κ.Π.Καβάφης ήταν ένα σκάνδαλο για την ελληνική κριτική. Όπως έχει διαγνώσει ο μελετητής του Δημήτρης Δασκαλόπουλος αρκετοί κριτικοί θέλησαν να αποστειρώσουν τον ποιητή από το ίχνος της ποιητικής παρακμής για να μπορέσουν να τον εντάξουν ευκολότερα στον εθνικό λογοτεχνικό κανόνα. Ο Peter Jeffreys (Παναγιώτης Τσαφαράς) αναπληρωτής καθηγητής αγγλικής λογοτεχνίας στο Sufflock University έχει ασχοληθεί πολλές φορές με τον Καβάφη και γενικότερα με τη λογοτεχνία της παρακμής. Στόχος αυτής της μελέτης του να επανατοποθετήσει τον Καβάφη στο πλαίσιο της λογοτεχνικής παρακμής και να δείξει την αμετάκλητη αφοσίωση του ποιητή στις αρχές αυτού του καλλιτεχνικού κινήματος από τα χρόνια της ανάπτυξής του  στον ύστερο 19ο αιώνα (περίοδο της ποιητικής αφύπνισης του νεαρού Καβάφη)  έως τον θάνατό του το 1933 και τη σύνθεση των ατελών ποιημάτων του.

Η έννοια της παρακμής δεν είναι αποδεκτή από αρκετούς θεωρητικούς της ιστορίας της τέχνης αν και μπορεί να την βρει κανείς μέσα σε πολλά ρεύματα. Έτσι για κάποιους θεωρητικούς η παρακμή είναι μια σφαίρα που η περιφέρειά της βρίσκεται παντού αλλά χωρίς κέντρο. Άλλη θεωρία θέλει την παρακμή μια σφαίρα που συστέλλεται προς το εσωτερικό της. Την παρακμή ως μία ρευστή έννοια μπορεί κανείς να την αναγνώσει στον συμβολισμό, στον Μποντλέρ κυρίως αλλά και στον Νίτσε που την θεωρούσε στοιχείο της νεωτερικότητας. Ο συγγραφέας μελετά την επίδραση του Μποντλέρ στον αλεξανδρινό ποιητή καθώς στη βιβλιοθήκη του βρέθηκαν όχι μόνο τα ποιήματα του γάλλου ποιητή αλλά και σχόλια του για την επίδραση που δέχθηκε από τα Άνθη του Κακού , όπως και ποιήματα του όπου ανιχνεύεται η μποντλερική επίδραση. Σε άλλα κεφάλαια ο Peter Jeffreys θα μελετήσει την θεματική προσήλωση του Καβάφη σε περιόδους παρακμής (Βασίλειο  του Πτολεμαίου, ύστερη Ρώμη, βυζαντινή περίοδος) και την επίδραση του από τον παρακμιακό συγγραφέα Walter Pater. Το μελέτημα κλείνει με το κεφάλαιο της gay κληρονομιάς του Καβάφη και της σύνδεσης ομοφυλοφιλίας και αισθητισμού σε πολλούς καλλιτέχνες της παρακμής. Τελικά ο Καβάφης παραμένει παρά τις χιλιάδες μελέτες που έχουν γραφτεί γι αυτόν ένας ποιητής που συνεχίζει να κεντρίζει το ενδιαφέρον των μελετητών και την περιέργεια των αναγνωστών του.

 

Χρύσα Μαρίνου-Αθανάσιος Δημάκης (επιμ.), Ιστορίες Ξενοδοχείων, Η ανάδυση του ελληνικού ξενοδοχείου στη λογοτεχνία, εκδόσεις ΕΑΠ

Να, μια σπάνια έκδοση/μελέτη. Το ξενοδοχείο είναι ένας χώρος/τόπος που αναδύεται στην Ελλάδα από τον 19ο αιώνα και κατακτά τη θέση του οριστικά τον 20ο αιώνα αλλάζοντας ταυτόχρονα τη φυσιογνωμία του δομημένου περιβάλλοντος. Αν ο χρόνος από τα πανδοχεία του προ-προηγούμενου αιώνα έως το πρώτο ξενοδοχείο στην Αθήνα (Αίολος, στην οδό Αιόλου και Αδριανού σε σχέδια Κλεάνθη) είναι αργός εντούτοις στον 20ο αιώνα επιταχύνεται.  Η γρήγορα εξέλιξη του θεσμού, κυρίως στην Αθήνα και τις μεγάλες πόλεις σημειώνει την μετάβαση από το παραδοσιακό στο νεωτερικό και συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός κοσμοπολίτικου θεσμού στο πλαίσιο της γρήγορης αστικοποίησης των μεγάλων πόλεων. Ο μικρός αυτός τόμος εξετάζει την αμφίσημη θέση του ξενοδοχείου ανάμεσα στη δημόσια και την ιδιωτική σφαίρα και τα ζητήματα που ανακαλεί η ύπαρξη του ξενοδοχείου: ταξικές διακρίσεις, σεξουαλική ταυτότητα, κοινωνικές συνήθειες. Οι μελετητές του του τόμου εξετάζουν διάφορες όψεις του ελληνικού ξενοδοχείου όπως το είδαν ξένοι περιηγητές και έλληνες συγγραφείς: Τζορτζ Γκίσινγκ, Νικόλαος Σπανδωνής, Μιχαήλ Μητσάκης, Κ.Π.Καβάφης, Κοσμάς Πολίτης, Άγγελος Τερζάκης, Μ.Καραγάτσης. Για τους μελετητές το ξενοδοχείο υπόσχεται ένα φάσμα δυνατοτήτων στην επισκέπτρια και τον επισκέπτη. Η προσωρινή παρεπιδημία προσφέρει τη δυνατότητα αλλαγής ταυτότητας, μετατροπής των κοινωνικών σχέσεων, οι οποίες υπερβαίνουν τα προηγούμενα χαρακτηριστικά των ηρώων. Με αυτή την έννοια οι ήρωες δρουν πολλές φορές απελευθερωμένοι από το κοινωνικό στάτους διεμβολίζοντας την πλοκή της ιστορία. Το ξενοδοχείο συμβάλλει λογοτεχνικά να φωτιστούν πλάγιες σχέσεις των λογοτεχνικών ηρώων, πολλές από τις οποίες αποκαλύπτουν οι μελετητές του μικρού αυτού τόμου.

 

Γεώργιος Χρ.Ρεπούσης, Ο Μάριος Χάκκας στον αστερισμό του καρκίνου, εκδόσεις Bona Fide

Ο συγγραφέας έχει ασχοληθεί πολλές φορές με τον Μάριο Χάκκα. Δύο μελέτες του μάλιστα όπως το «Προσεγγίσεις στην πεζογραφία του Μάριου Χάκκα (Μεταίχμιο) και το «Μάριος Χάκκας, από την ποίηση στη λύτρωση» (Μεταίχμιο) είχαν γνωρίσει μεγάλη αποδοχή την πρώτη δεκαετία του 2000. Στον τόμο αυτό ο συγγραφέας ακολουθεί τον Μάριο Χάκκα στην πιο επώδυνη περίοδο της ζωής του, όταν ο καρκίνος έτρωγε τα σωθικά του και ακόνιζε οδυνηρά το πνεύμα του. Ο Ρεπούσης μελετάει τον τρόπο με τον οποίον λειτούργησε στα κείμενα του Χάκκα η εμπειρία της αρρώστιας και του επικείμενου θανάτου. Μελετάει ιδιαίτερα τους μηχανισμούς της αφήγησης αναφερόμενος συχνά στους γλωσσολόγους Todorov, Genette, Wittgenstaein  και άλλους ενώ έχει πολλές αναφορές σε έλληνες λογοτέχνες που τον βοηθούν να κάνει συγκριτικές παρατηρήσεις. Ο Ρεπούσης καταλήγει ότι «ο αιμάτινος κύκλος του καρκίνου αναδεικνύει την μοναδικότητα των στιγμών της ζωής, θετικών ή αρνητικών και παράλληλα τονίζει την πορεία του ψυχοσωματικού μαρτυρίου και της βαθμιαίας συνειδητοποίησης και ωριμότητας του εγώ του Χάκκα». Το βιβλίο παρέχει σημαντικό παράλληλο υλικό για τον συγγραφέα και την εποχή του.

 

Άννα Σταυρακοπούλου, Η πρόσληψη του Ίψεν στην Ελλάδα, Έμφυλες οπτικές και μεταφραστικές προσεγγίσεις,  εκδόσεις Κάπα

Η ιψενική βιβλιογραφία πλουτίζεται με μια μελέτη που βρίσκεται πολύ κοντά στις σύγχρονες αντιλήψεις και επεξεργασίες Προϋπήρχε φυσικά ο ιστορικός του Θεάτρου Γιάννης Σιδέρης και αργότερα ο Νικηφόρος Παπανδρέου και ο Γιάννης Μόσχος. Στη μελέτη της η Άννα Σταυρακοπούλου επικεντρώνεται σε δύο ανοικτά ερευνητικά ερωτήματα :πως αντέδρασαν κάποιες ξεχωριστές ελληνίδες στις ιδέες του Ίψεν για το ζευγάρι μέσα στο έργο του και τι αντιμετώπισης έτυχαν τα έργα του από επίλεκτους έλληνες μεταφραστές. Ας μη ξεχνάμε ότι η απόφαση της Νόρας στο Κουκλόσπιτο να εγκαταλείψει τα τρία παιδιά της προκειμένου να βρει τον εαυτό της από το 1879 που εκδόθηκε και το 1880 που πρωτοανέβηκε στο σανίδι εξακολουθεί να προκαλεί. Αλλά δεν είναι μόνον η Νόρα. Είναι ακόμα κάποιοι εμβληματικοί ήρωες του Ίψεν όπως ο μάστορας Σόλνες, ο γιατρός Στόκμαν, ο φαλιρισμένος τραπεζίτης Μπόρκμαν, η εγωπαθής Έντα, η μυστηριώδης Ελίντα, πρόσωπα άλλοτε σκοτεινά, άλλοτε μεγαλομανή, με αδιερεύνητες πτυχές χαρακτήρα που εξακολουθούν να απασχολούν τους σκηνοθέτες, να αγαπιούνται από το θεατρόφιλο κοινό όπου γης. Ο τόμος κλείνει με δύο σπάνια κείμενα: τη μελέτη «Γυναίκες στο θέατρο του Ίψεν» του Άλκη Θρύλου (1921) και «Ο Ίμπσεν στα ελληνικά» του Βάσου Δασκαλάκη (1944) , πολύτιμα βοηθήματα για την ιψενική μελέτη, τα οποία και χρησιμοποιούνται εκτενώς στην παρούσα μελέτη.

 

Νίκος Δήμου, Η αντίσταση στον Δαρβίνο και άλλα 13 ετερόδοξα κείμενα, Πατάκης

Υπάρχουν 11 πράγματα που δεν ξέρουμε ..και άρα μπορούμε να τα συζητάμε αδιάκοπα. Ο Νίκος Δήμου επιλέγει τα πιο σημαντικά μεταξύ αυτών αν υπάρχουν : θεός, ψυχή, νόημα στη ζωή μας, σχέδιο τελικό για το που βαδίζει η ανθρωπότητα, παντοτινή ή ιστορική αλήθεια, μετά θανατον ζωή. Αλλά κι αν υπάρχει ελεύθερη βούληση, υποσυνείδητο, εξωγήινη ζωή και νοημοσύνη. Θα έλεγα ότι υπάρχουν πολύ περισσότερα(ας προσθέσει ο καθένας ό,τι θέλει). Όμως το βιβλιαράκι αυτό με τα ετερόδοξα κείμενα δεν τελειώνει εδώ. Υπάρχουν ακόμα πολλά που μπορεί να μάθει κανείς μέσα από την σκωπτική αλλά ουσιαστική γλώσσα του Νίκου Δήμου. Ο τίτλος του βιβλίου οφείλεται στο κείμενό του για τον Δαρβίνο όπου αναρωτιέται πώς γίνεται μια τόσο σπουδαία επιστημονική ανακάλυψη ακόμα και σήμερα να αμφισβητείται σχεδόν από τον μισό πληθυσμό που καλύπτει τον πλανήτη. Τι είναι αυτό που κάνει την δαρβινική θεωρία αντιπαθή; Ίσως η ανάγκη για θεούς και σωτήρες, η αποκάλυψη της ορφάνιας μας; Ξεχωρίζουν ακόμα οι «20 αλήθειες για το ψέμα του λαϊκισμού» (Α.Παπανδρέου: ο μόνος θεσμός είναι ο κυρίαρχος λαός»- πόσοι δεν υπόκυψαν σε αυτό, αριστεροί και δεξιοί). Όπως και το «Γιατί σωπαίνει ο Ουρανός», γιατί σωπαίνει δηλαδή ο Θεός μπροστά στις μεγάλες παγκόσμιες τραγωδίες αλλά και στις μικρές αυτές που μπορεί να συγκλονίζουν μια μάνα ή ένα παιδί;  Άραγε ανήκομεν στη Δύση; Το ερώτημα αυτό – την καταφατική απάντηση σε αυτό  επισήμως κανείς πολιτικός δεν απαρνείται-  εντούτοις πολλές φορές από ιστορικούς, κοινωνιολόγους και ειδικά τα media ρίχνουν το ανάθεμα για ό,τι μας συμβαίνει στην «δόλια» Δύση. Αυτό μας κάνει να συμπαθούμε τον Πούτιν, τον Μιλόσεβιτς, τον Κάστρο και άλλους δικτάτορες. Μάλλον δεν είμαστε Δύση, θα καταλήξει δικαιολογημένα ο Δήμου. Υπάρχουν πολλά θέματα που θίγει ο Δήμου, γιατί π.χ. τα μέτρια βιβλία ή ποιήματα γίνονται καλά κινηματογραφικά έργα ή τραγούδια ενώ τα πολύ καλά αντίστοιχα αποτυγχάνουν; Ή το ποιος ήταν ο έλληνας Βούδας; Ξεχωριστό τέλος είναι το κείμενο περί έρωτος, σεξ, πορνογραφίας, αυνανισμού και ερωτικού αισθήματος. Με λίγες λέξεις κι ένα σπιρτόζο πνεύμα (όπως λέγανε οι παλιοί) έχεις μια ουσιαστική απόλαυση.

 

Stefan Zweig, Η ομογενοποίηση του κόσμου, μτφρ.Μαρία Αγγελίδου- Άγγελος Αγγελίδης, ΆΓΡΑ

Το διαβάζεις και λες «δεν μπορεί να το έγραψε το 1925»! Κι όμως θα γραφόταν μια χαρά το 2000 για την παγκοσμιοποίηση και σήμερα για την εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης. Ο Τσβάιχ φέρνει μια σειρά απλών παραδειγμάτων για να στηρίξει τα επιχειρήματά του πως τα πάντα ομογενοποιούνται. Πρώτον χάνονται οι εθνικοί χοροί, από το Κέηπτάουν έως την Στοκχόλμη κυριαρχούν δύο τρεις χοροί. Δεύτερον η μόδα. Η Νέα Υόρκη υπαγορεύει κοντά μαλλιά και μέσα σε ένα μήνα σαν μ΄ένα και μοναδικό ψαλίδι κουρεύονται πενήντα ή εκατό εκατομμύρια χαίτες γυναικών. Κανένα κίνημα ή ρεύμα δεν εξαπλώθηκε ποτέ με τέτοια ταχύτητα. Τρίτον ο κινηματογράφος. Υπερβολική ταυτοχρονία σε όλες τις χώρες, καλλιέργεια και επιβολή πανομοιότυπου γούστου σε πλήθος εκατομμυρίων ανθρώπων. Και φέρνει ως χαρακτηριστικό παράδειγμα πως κάθε δημόσια εμφάνιση του Τζάκι Κούγκαν (του πρωταγωνιστή στο Χαμίνι του Τσάρλι Τσάπλιν)  είναι μια εμπειρία πιο δυνατή από ότι ήταν ο θάνατος του Τολστόι πριν από είκοσι χρόνια. Τέταρτον, το ραδιόφωνο. Ο Παριζιάνος, ο Λονδρέζος και ο Βιεννέζος ακούνε την ίδια στιγμή την ίδια μουσική.  Πέμπτον τα βιβλία. Σήμερα, λέει ο Τσβάιχ το 1925, έχουμε περισσότερα «βιβλία της σεζόν» παρά βιβλία για τους ανθρώπους. Και ο Τσβάιχ συνεχίζει λέγοντας ότι όλα αυτά συνιστούν την απόλυτη εξαφάνιση της ατομικότητας. Και προχωρώντας τη σκέψη του λίγο παρακάτω διαπιστώνει ότι η ομοιομορφία αυτή δεν είναι μόνον επιφανειακή αλλά διεισδύει και κάτω από την επιφάνεια. Τα πρόσωπα μοιάζουν όλο και πιο πολύ μεταξύ τους όταν εμφορούνται από τα ίδια πάθη, και τα σώματα από τα ίδια σπορ και τελικά οι σκέψεις έχουν τα ίδια ενδιαφέροντα. Αυτόν τον νέο τρόπο ζωής ο Τσβάιχ τον αποδίδει στη δύναμη της τεχνολογίας και την ιμπεριαλιστική, θα λέγαμε σήμερα, εξάπλωση της αμερικάνικης κουλτούρας. Αποτέλεσμα: χάνεται η αυτονομία στον τρόπο ζωής. Τροφή για σκέψη από το μακρινό παρελθόν.

***

 

Σημείωση: Διάβασα και το βιβλίο του Geoffret Roberts, H Βιβλιοθήκη του Στάλιν, (μτφρ. Βαγγέλης Τσίρμπας, Gutenberg) αλλά δεν έχει να προσθέσει τίποτε παραπάνω στην φτωχή προσωπικότητα από άποψη κουλτούρας του δικτάτορα. Η βιβλιοθήκη του περιλάμβανε εκατοντάδες  ή και λίγες χιλιάδες βιβλία, κάποια από αυτά δωρεές αφού κάθε κομματικός θεωρούσε καθήκον του να στείλει στον πατερούλη το πόνημά του. Η βασική βιβλιοθήκη του ήταν λίγα πολιτικά /κομματικά βιβλία , κυρίως του Λένιν, κάποια των επικριτών του όπως των Τρότσκι, Ζινόβιεφ, Μπουχάριν, Κάμενεφ, ΠΛεχάνοφ, Ρίκοφ και Λοζέφσκι- όλοι εκτελεσμένοι από τον ίδιον. Τα λογοτεχνικά του ελάχιστα και κάποια μεμονωμένα βιβλία άλλων πολιτικών όπως του Τσόρτσιλ ή συγγραφέων πολιτικο/οικονομικών μελετών όπως του Άνταμ Σμιθ ή του Τζον Ριντ. Τα πλείστα όσα των βιβλίων του ήταν κομματικά εγχειρίδια ή εκπορευόμενες από το καθεστώς μελέτες. Φτώχεια!

NO COMMENTS

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here

Exit mobile version