της Μαρίζας Ντεκάστρο
Ο γνωστός μας Αλέξης Ζορμπάς και ο συγγραφέας του έγιναν γκράφικ νόβελ από τον σκιτσογράφο Σολούπ – Αντώνη Νικολόπουλο. Υπάρχει η ισχυρή άποψη ότι διαβάζοντας μεταφορές λογοτεχνικών έργων σε κόμικ (γκράφικ νόβελ) είναι ‘σαν να διαβάζουμε το πρωτότυπο’. Τα γκράφικ νόβελς εξαιρετικών δημιουργών, Ελλήνων και ξένων, πολλαπλασιάζονται ραγδαία, είναι φιλικά, μοντέρνα και απευθύνονται σε όλες τις ηλικίες αναγνωστών. Με αυτή τη λογική, θεωρούνται ιδιαίτερα κατάλληλα (κείμενα σε συννεφάκια και εικόνα) για παιδιά και νέους που δεν τους αρέσουν τα βιβλία ή τους σταματάει ο αριθμός των σελίδων, ανεξάρτητα από το εάν πρόκειται για μυθοπλασίες ή για ‘μεταποιημένα’ λογοτεχνικά έργα. Όταν πρόκειται για το δεύτερο, γονείς, βιβλιοθηκονόμοι και εκπαιδευτικοί τα προτείνουν στο νεανικό αναγνωστικό κοινό αντί για τα πρωτότυπα.
Συνήθως, οι δημιουργοί των γκράφικ νόβελς βασίζονται σε ένα υπάρχον μυθιστόρημα, το επεξεργάζονται και σχεδιάζουν τη δική τους ανάγνωση. Κατά συνέπεια, επειδή το μέσον υπακούει σε άλλο κώδικα (συνδυασμός εικόνας+ χρώματος+ κειμένου) το αποτέλεσμα είναι διαφορετικό. Στην πλειοψηφία τους τα γκράφικ νόβελς είναι νέα έργα, όπως οι μεταφράσεις και οι διασκευές! Ανάμεσα σε πολλά μυθιστορήματα που εκδόθηκαν με τη νέα τους μορφή, αναφέρω ως παράδειγμα τα Ο Άρχοντας των Μυγών (εκδ. Διόπτρα) του Ουίλιαμ Γκόλντινγκ και της Άλκης Ζέη Το καπλάνι της βιτρίνας (εκδ. Μεταίχμιο). Δεν θα διαβάσουμε Γκόλντινγκ και Ζέη αλλά τα θαυμάσια έργα των Aimée de Jongh και αντίστοιχα των Γ. Ζάχαρη & Στ. Στεργίου που βασίστηκαν σ’ αυτά. Το ό,τι πιθανόν υπάρχουν φράσεις ή σύντομα αποσπάσματα από το πρωτότυπο δεν αλλάζουν τη φυσιογνωμία του νέου έργου. Επίσης, σημειώνω ότι είναι συζητήσιμο αν στο μέλλον οι νεαροί αναγνώστες θα ανατρέξουν στα πρωτότυπα ή θα αρκεστούν στα γκράφικ νόβελς που προέκυψαν από αυτά.
Το τελευταίο βιβλίο του Σολούπ, Ζορμπάς, Πράσινη πέτρα ωραιοτάτη, το διάβασα εν γνώσει μου ότι αυτός ο Ζορμπάς δεν είναι του Καζαντζάκη. Είναι του σκιτσογράφου που ‘μεταχειρίστηκε’ με σεβασμό το γνωστό έργο και δημιούργησε έναν δικό του Ζορμπά, στον οποίο ο συγγραφέας Καζαντζάκης είναι παρών- συμπρωταγωνιστής σε πρώτο πλάνο με τον κεντρικό ήρωα.
Ο Σολούπ έπρεπε να αποφασίσει τη γραμμή που θα έδινε στο έργο σχεδόν 80 χρόνια μετά την πρώτη ελληνική έκδοση του 1946. Επέλεξε να μην ακολουθήσει γραμμικά την πλοκή του μυθιστορήματος. Σχεδίασε ένα σενάριο, το οποίο μέχρι να οριστικοποιηθεί πέρασε από πολλές γραφές. Ανακάτεψε τις σκηνές, έκανε φλας μπάκ και παρεμβάσεις προσθέτοντας καινούργιες. Για παράδειγμα, εικονοποίησε το σύμπαν (τις ιδέες και τις φιλοσοφικές αναζητήσεις) του Καζαντζάκη (σ. 41 κ.ε.) όπως επίσης περιέλαβε κουβέντες από το πρωτότυπο δίνοντας στον αναγνώστη την ευκαιρία να ‘ακούσει’ τη γλώσσα του Καζαντζάκη. Τέλος, σχολίασε την εικόνα του ήρωα (Ζορμπάς= Άντονι Κουίν) η οποία μας έχει εντυπωθεί από την κινηματογραφική ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη (1964).
Στο κεφ. με τίτλο Συρτάκι, ο Σολούπ σχεδιάζει τον εαυτό του να διαβάζει το μυθιστόρημα καθισμένος σε ένα καφέ στην Αμερική (στην Αστόρια;) και να συζητά με τον ιδιοκτήτη, που λατρεύει όχι μόνο το μυθιστόρημα αλλά και το συρτάκι. Παρεμβάλει λοιπόν εικόνες της ταινίας, πληροφορίες για την παρουσία του ‘Ζορμπά’ στον κόσμο και πώς πατενταρίστηκε ο ήρωας στο μάρκετινγκ της ελληνικότητας. Επίσης, αναφέρεται στην ουσία του έργου ξεκαθαρίζοντας τι είναι τελικά αυτή η εμβληματική φυσιογνωμία: «Ο Καζαντζάκης δεν μιλάει για τον Ζορμπά τον ‘γραφικό Έλληνα’ αλλά για έναν άνθρωπο που αναζητά την ελευθερία» (σ. 188 κ.ε.).
Στα επιλεγόμενα, στο Σημείωμα, ο συγγραφέας παρουσιάζει τον τρόπο εργασίας του- πού περπάτησε, τι αναζήτησε σε μουσεία, βιβλία και φωτογραφικά αρχεία. Όσον αφορά τη μορφή των βασικών χαρακτήρων (Ζορμπάς, συγγραφέας Καζαντζάκης, μαντάμ Ορτάνς) σημειώνει ότι βασίστηκε σε φωτογραφίες τους που έχουν σωθεί. Στα υπόλοιπα πρόσωπα της φαντασίας του, επισημαίνει ότι άλλοτε διακρίνονται κάποια χαρακτηριστικά που θυμίζουν υπαρκτά πρόσωπα (π.χ. στον Μαυραντώνη χαρακτηριστικά του Μάνου Κατράκη) και άλλοτε πρόσωπα που ζωγράφισαν κλασικοί ζωγράφοι (Η κραυγή του Έντβαρτ Μουνκ, σ. 395).
Η εκτενής Βιβλιογραφία μαρτυρά το εύρος των διαβασμάτων, απαραίτητη προϋπόθεση για την κατανόηση του καζαντζακικού έργου. Τα ασπρόμαυρα ή χρωματισμένα δυναμικά σκίτσα, οι οπτικές γωνίες των σχεδίων, η δεμένη σύνθεση, αλλά και οι εικαστικές αναφορές (κάποιοι θα τις εντοπίσουν και θα τις ψάξουν), δημιουργούν εντάσεις που σε κάνουν να θέλεις να το διαβάσεις παρά τις 506 σελίδες του!
Υπενθυμίζω ακόμα δυο έργα του Σολούπ:
Ο Συλλέκτης (Ίκαρος, 2018), έξι διηγήματα που πλέκονται και ολοκληρώνουν το έργο στο τέλος.
Η μάχη της πλατείας (Ίκαρος, 2021), ένα σενάριο όπου συνδυάζονται πηγές από το 1821 με σημερινές καταστάσεις και σύγχρονους ήρωες τα οποία δημιουργούν μια κριτική αφήγηση του ‘21 γεμάτη ενδιαφέρουσες ‘φέτες Ιστορίας’ στις οποίες παίρνουν μέρος επώνυμα πρόσωπα από το ιστορικό παρελθόν [https://www.oanagnostis.gr/to-graphic-novel-toy-21-chthes-kai-simera-tis-marizas-ntekastro/ ].
INFO
Σολούπ, Ζορμπάς, Πράσινη πέτρα ωραιοτάτη, Εκδ. Διόπτρα, 2024.