Συνέντευξη στον Θανάση Μήνα.
Ο πόλεμος της Αλγερίας και οι πληγές που άνοιξε στη γαλλική και στην αλγερινή κοινωνία εμφανίζονται συχνά στις σελίδες του polar. Με το ζόρικο αυτό θέμα αυτό έχουν καταπιαστεί κατά καιρούς ορισμένα από τα κορυφαία ονόματα του γαλλικού νουάρ, από τον Ζαν-Κλοντ Ιζζό ως τον Πατρίκ Ρενάλ και από τον Ντιντιέ Ντεντέξ ως τον Μορίς Ατιά. Το ίδιο θέμα πραγματεύεται και ο 56χρονος Ζιλ Βενσάν στο τελευταίο του μυθιστόρημα με τον τίτλο Ντζέμπελ (εκδ. Καστανιώτη, 2014, μτφ. Ρίτα Κολαΐτη).
Το μυθιστόρημα του Βενσάν εκτυλίσσεται σε δύο χρόνους. Τον Μάρτιο του 1960 ο νεαρός Γάλλος στρατιώτης Αντουάν Μπερτιέ, ο οποίος υπηρέτησε στην Καβυλία (Αλγερία), αυτοκτονεί στο πλοίο της επιστροφής στην πατρίδα του. Σαράντα χρόνια μετά, η αδελφή του ανακαλύπτει στο ημερολόγιό του σημειώσεις που της υποδεικνύουν ότι τα αίτια της ανεξήγητης αυτοκτονίας του αδελφού της θα πρέπει να αναζητηθούν σε κάτι φρικτό που του συνέβη ή στο οποίο συμμετείχε στη διάρκεια της θητείας του στον γαλλικό στρατό κατοχής. Φτάνει έτσι στη Μασσαλία και αναθέτει την έρευνα στον ιδιωτικό ντετέκτιβ Σεμπαστιέν Τουρέν, που ως χαρακτήρας είναι κλασικό παράδειγμα μοναχικού λύκου, τύπος που απαντά συχνά στο γαλλικό νουάρ. Η υπόθεση περιπλέκεται όταν η έρευνα του Τουρέν θα του αποκαλύψει ότι οι παλιοί συμπολεμιστές του Μπερτιέ δολοφονούνται ο ένας μετά τον άλλον. Συγχρόνως βρίσκεται και ο ίδιος κατηγορούμενος για φόνο. Η υπόθεση περνά στα χέρια της αστυνόμου Αϊσά Σαντιά, γαλλίδας με καταγωγή από την Καβυλία. Η τελευταία ζητά τη συνεργασία του ιδιωτικού ντετέκτιβ. Παρότι η μεταξύ τους χημεία θα είναι κάπως…εκρηκτική, οι δυο τους θα αναζητήσουν τα ίχνη της Ιστορίας, ξετυλίγοντας ένα κουβάρι συμβάντων που θα τους γυρίσει πίσω στην εποχή της γαλλικής κατοχής της Αλγερίας. Ειδικά για τη Σαντιά, η έρευνα θα εξελιχθεί σε ένα ταξίδι αυτογνωσίας, σε μια επιστροφή σε μια μακρινή γνωστή/άγνωστη πατρίδα, σε μισοσβησμένες αναμνήσεις γεμάτες ουλές που δεν γιατρεύτηκαν από τον χρόνο.
Το μυθιστόρημα του Βενσάν είναι σε γενικές γραμμές καλογραμμένο και διαθέτει αρκετά από τα στοιχεία εκείνα που συναντάμε συνήθως στο καλό γαλλικό νουάρ της εποχής μετά τον Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ (ο οποίος καθόρισε με το ύφος του το neo-polar): στακάτος ρυθμός, κοφτοί διάλογοι, στους οποίους αφθονεί η αργκό, λελογισμένες ανατροπές, σκηνές βίαιες, χωρίς όμως να γίνεται κατάχρηση δράσης ή αίματος.
Η πολυφωνία και η αναγνώριση και αποδοχή της ετερότητας (για να θυμηθούμε τον Μπαχτίν) βρίσκονται στο επίκεντρο του μυθιστορήματος του Βενσάν και αναδεικνύουν την πολιτική θέση του. Το φόντο προσφέρει η σύγχρονη πολυπολιτισμική Μασσαλία, με το Παλιό Λιμάνι, τις σκοτεινές γωνιές της και τα πολύβουα μπαρ της. Η εντοπιότητα ίσως παρακινήσει κάποιους να αναζητήσουν ομοιότητες ανάμεσα στο παρόν μυθιστόρημα και στη λογοτεχνία του Ζαν-Κλοντ Ιζζό, όμως στην πραγματικότητα το στιλ γραφής του Βενσάν δεν προσιδιάζει παρά ελάχιστα στο πιο ελεγειακό ύφος του συγγραφέα της περίφημης Τριλογίας της Μασσαλίας. Όπως σημειώνει και ο ίδιος στη συνέντευξη που ακολουθεί, γράφει για μια Μασσαλία διαφορετική από αυτή του Ιζζό.
Γιατί αποφασίσατε να επιστρέψετε θεματικά στον πόλεμο της Αλγερίας;
Συχνά, ένα μυθιστόρημα αρχίζει από ένα προσωπικό τραύμα, ένα γεγονός που σε σημάδεψε. Όταν ήμουν παιδί, ο πόλεμος της Αλγερίας μού στέρησε τον πατέρα μου για 28 μήνες. Και όταν επέστρεψε, ήταν ένας διαφορετικός άνθρωπος. Όπως και πολλοί άλλοι, έχασε τα νεανικά του χρόνια και μεγάλο μέρος των οραμάτων του.
Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για αυτή την ιστορία;
Στην πραγματικότητα, το βρήκα ενδιαφέρον να ανοίξει συζήτηση για τον πόλεμο της Αλγερίας μέσω ενός αστυνομικού μυθιστορήματος. Το να κατασκευάσω ένα αίνιγμα, ένα μυστήριο, μια έρευνα, και ν’ αφήσω τους ήρωες να αναστοχαστούν γύρω από τον πόλεμο και τις ανοιχτές πληγές που τους προκάλεσαν τα γεγονότα.
Αναφέρεστε σε μια επανάσταση (την αλγερινή) η οποία έχασε τον δρόμο της όταν οι ισλαμιστές επικράτησαν έναντι των άλλων ομάδων που την υποστήριξαν (Αριστερά, Φιλελεύθεροι Δημοκράτες, κλπ.). Είναι αυτή κατά τη γνώμη σας μία από τις ρίζες των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι χώρες του Μάγρεμπ μετά το τέλος της αποικιοκρατίας;
Για μένα, το πρόβλημα των μαχητών της Αλγερίας είναι ότι έχουν μετατοπιστεί από την πολιτική στη θρησκευτική διαμάχη. Η πολιτική αντιπαράθεση μας κάνει να προχωράμε μπροστά, η θρησκευτική μας γυρνά στο Μεσαίωνα. Γι’ αυτό ήταν σημαντικό για μένα να πλάσω ως κεντρικό χαρακτήρα μια γυναίκα, μια γαλλίδα αστυνόμο με καταγωγή από την Καβυλία, η οποία αντιπαρατίθεται σε κάθε είδους σκοταδισμό…
Θεωρείτε ότι η ισλαμοφοβία τείνει ν’ αντικαταστήσει τον αντισημιτισμό στα ιδεολογήματα των συντηρητικών κύκλων της σύγχρονης γαλλικής κοινωνίας;
Πιστεύω πως τα φυλετικά μίση είναι βαθιά ριζωμένα στους στην ψυχή της ιστορίας του γαλλικού λαού. Καθώς ο αντισημιτισμός -ευτυχώς- θεωρείται πλέον έγκλημα, ο κόσμος στρέφεται προς τα «αποδεκτά» μίση, προς μίση που η σύγχρονη ιστορία δείχνει να νομιμοποιεί. Η εκδήλωση αυτού του μίσους μετακινείται, λοιπόν, και βρίσκει νέους στόχους, όπως η ισλαμοφοβία.
Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, οι αιτίες της ανόδου της ακροδεξιάς στις ευρωπαϊκές εκλογές του 2014;
Η εποχή μιας δικτατορίας, του φασισμού, του ναζισμού, απομακρύνεται απ’ τη μνήμη. Όλες οι θηριωδίες που γνώρισε η Ευρώπη γίνονται σιγά σιγά σκόνη, απομεινάρια αναμνήσεων…
Ο Άνθρωπος είναι ένα ον που φοβάται τους άλλους, ένα πλάσμα βαθιά εγωιστικό. Η ακροδεξιά, μέσω των υπεραπλουστεύσεών της, δημιουργεί στους ανθρώπους αυτούς την ψευδαίσθηση πως ακούγεται η φωνή τους.
Ο παππούς σας ήταν μέλος του Λαϊκού Μετώπου και πήρε μέρος στην Αντίσταση. Ανήκετε και εσείς στην Αριστερά; Πώς εξηγείτε την υποχώρηση της Αριστεράς στη Γαλλία;
Στην πραγματικότητα, η κυβερνητική Αριστερά στη Γαλλία έχει σταματήσει να ονειρεύεται. Έχει σταματήσει να αναζητά τις ουτοπίες. Αυτό ανοίγει την πόρτα σε όλα τα είδη του εξτρεμισμού.
Θεωρείτε ότι η πραγματική πρωταγωνίστρια στα βιβλία σας είναι η Μασσαλία, με την ιδιαίτερη ανθρωπογεωγραφία της και με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ως πόλη;
Η Μασσαλία προσωποποιημένη είναι στο επίκεντρο της αφήγησης σε όλα τα μυθιστορήματά μου. Εσείς οι Έλληνες, ίσως να μπορείτε να κατανοήσετε πιο εύκολα από άλλους τη η σημασία που έχει η φυσιογνωμία της, «το θέατρο της καθημερινότητας» που μπορεί να προσφέρει αυτή πόλη.
Σε τι διαφέρει η δική σας Μασσαλία από τη Μασσαλία του Ζαν-Κλοντ Ιζζό;
Ο Ιζζό έγραφε για μια Μασσαλία που βρισκόταν σε ένα μεταίχμιο, που είχε αρχίσει να βιώνει το τέλος μιας εποχής.
Εγώ, γράφοντας αργότερα, εξερευνώ μια Μασσαλία που είναι έτοιμη να εκραγεί. Μια πόλη των ναρκωτικών, της βίας, του τράφικινγκ και της κοινωνικής δυστυχίας.
Δεν είμαι εμπνευσμένος από το έργο του Ζαν-κλοντ Ιζζό, αλλά με έχουν επηρεάσει τα χρώματα με τα οποία επέλεξε να περιγράψει της ετερόκλητες όψεις της Μασσαλίας, το γκρίζο και η σκονισμένη ώχρα.
Τα τελευταία χρόνια γίνεται λόγος για την ύπαρξη ενός πολιτικοποιημένου, «μεσογειακού» αστυνομικού μυθιστορήματος. Σε αυτή την κατηγορία τοποθετούνται, αυθαίρετα ή όχι, συγγραφείς όπως ο Αντρέα Καμιλέρι, ο Πέτρος Μάρκαρης, ο Μανουέλ Βάσκες Μονταλμπάν, ο Μορίς Ατιά κ.ά. Πιστεύετε ότι τα έργα σας ανήκουν σ’ αυτή τη σχολή;
Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να συμπεριλάβω εγώ ο ίδιος τον εαυτό μου σ’ αυτή τη σχολή συγγραφέων της Μεσογείου. Αλλά είμαι πεπεισμένος ότι η αντίθεση προς τα σκανδιναβικά θρίλερ, τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργήσει ένα λογοτεχνικό ρεύμα θα μπορούσε να ονομαστεί «αστυνομικό μυθιστόρημα του Νότου και της σκόνης» ή «αστυνομικό μυθιστόρημα του Νότου και του φωτός». Αν αυτό ισχύει, αποδέχομαι να ανήκω σε ένα ρεύμα που συνδέει τη Μεσόγειο και τη λογοτεχνία.
Έχετε ιδιαίτερη προτίμηση σε κάποιο από τα βιβλία σας;
Αγαπώ κάθε ένα από τα βιβλία μου, χωρίς καμία ιδιαίτερη προτίμηση, όπως και τα δύο παιδιά μου. Αν σας άρεσε το Ντζεμπέλ, σας προσκαλώ να ανακαλύψετε το Beso de la Muerte (Το φιλί του θανάτου, προσεχώς στα ελληνικά από τις εκδ. Καστανιώτη), ένα αστυνομικό μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στο σήμερα, αλλά οι ρίζες της ιστορίας βρίσκονται στα χρόνια του Ισπανικού Εμφυλίου. Σ’ αυτό το βιβλίο, οι έρευνες της ηρωίδας μου, της Αϊσά Σαντιά, διεξάγονται στη διάρκεια της ταραχώδους γέννησης μιας νέας δημοκρατίας …
Γράφετε αυτό τον καιρό;
Φυσικά, γράφω ένα νέο μυθιστόρημα. Το γράψιμο είναι στο αίμα μου. Αλλά δεν μπορώ να μιλήσω γι’ αυτό το βιβλίο. Είναι πάρα πολύ νωρίς.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Κι εγώ.
Info: Ζιλ Βενσάν, Ντζεμπέλ, μετάφραση: Ρίτα Κολαίτη, Καστανιώτης noir