Υπηρέτριες και υπηρέτες, η άλλη Ελλάδα (της Ιωάννας Κυριακίδου)

0
1208

 

της Ιωάννας Κυριακίδου

Πώς μια συλλογή επιστημονικών άρθρων μπορεί να διαβαστεί ως το μετα-μυθιστόρημα της οικογενειακής, κοινωνικής και εμμέσως πολιτικής ζωής μας, ως ένα μετα-αφήγημα της ελληνικής πραγματικότητας των τελευταίων 200 χρόνων. Τροφοί, παραμάνες, γκουβερντάντες, μαμζέλ, ψυχοκόρες, υπηρέτριες, δούλες, δουλάκια, δουλίτσες, δουλικά, ιπποκόμοι, αμαξάδες, μάγειροι και μαγείρισσες, παραμαγείρισσες, ψωνιστές, ψυχογιοί, φροντιστές, καθαρίστριες, οικιακές βοηθοί, εσωτερικές και εξωτερικές, οικόσιτο υπηρετικό προσωπικό, υποτελείς, περνάνε μπροστά από τα μάτια μας,  υποστασιοποιούνται και υποκειμενοποιούνται μέσα από τις αναλύσεις. Το υπηρετικό προσωπικό παρουσιάζεται ως μοχλός/άξονας ανάδειξης των νοημάτων, φανερών και μη, των έργων και θεμάτων που συζητιούνται στον τόμο.

Παρόλο που μεγάλος αριθμός των άρθρων παρουσιάστηκαν ως ανακοινώσεις σ’ ένα επιστημονικό συνέδριο με μια συγκεκριμένη θεματολογία, το πιο συνηθισμένο ακόμη και σε μια τέτοια συλλογή είναι να έχουμε άρθρα με μια χαλαρή σύνδεση μεταξύ τους. Το ξεχωριστό σε αυτή την έκδοση είναι ο διάλογος μεταξύ των άρθρων. Τα κείμενα συνομιλούν μεταξύ τους, δεν υπάρχει κείμενο που να μην παραπέμπει σε άλλο του ίδιου τόμου ή σε κάποια άλλα hyperlinks, θα λέγαμε, στα οποία παραπέμπουν πολλά απ’ αυτά (όπως το βιβλίο της Ποθητής Χαντζαρούλα, Σμιλεύοντας την υποταγή: οι έμμισθες οικιακές εργάτριες στην Ελλάδα το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα,Παπαζήσης2012).

Εδώ, θα πρέπει να τονίσουμε την εξαιρετική δουλειά των επιμελητριών (Μήνη, Γεωργιάδη, Πιπινιά, Σταυρακοπούλου) του τόμου, τόσο ως προς την επιλογή των συγγραφέων, για τη σφαιρική διαπραγμάτευση και πανταχόθεν πολιορκία του θέματος, όσο και για τη φροντίδα των γεγραμμένων, της αισθητικής και εν γένει της εμφάνισης του τόμου.

Το βιβλίο χωρίζεται σε τέσσερα μεγάλα μέρη. Στο Α΄ μέρος, με πέντε άρθρα, δίνεται το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο και η ανάλυση των υπηρετριών και υπηρετών ως ιστορικών υποκειμένων στον ελληνόφωνο χώρο, ενώ στα υπόλοιπα τρία μέρη (με τέσσερα, έξι και τέσσερα άρθρα αντίστοιχα) έχουμε την ανάλυση των αναπαραστάσεών τους στη ζωγραφική, τη λογοτεχνία, δραματουργία και θεατρική πράξη, στον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Και ενώ είναι μια δουλειά ακαδημαϊκή, απλωμένη σ’ ένα ευρύ διεπιστημονικό πεδίο, ιστορίας, κοινωνιολογίας, ανθρωπολογίας και σπουδών φύλου, φιλολογίας, θεατρολογίας, ιστορίας της τέχνης, κινηματογραφικών και εν γένει πολιτισμικών σπουδών, θεωρώ πως δεν απευθύνεται σ’ ένα κοινό αποκλειστικά επαϊόντων και πανεπιστημιακών.

Η ανάγνωσή του είναι μια πραγματικά διανοητική ευωχία ή καλύτερα μια απολαυστική διαδικασία συμπλήρωσης ενός ενδιαφέροντος παζλ. Και το λέω αυτό γιατί ενώ θα ήταν δυνατόν να διαβαστούν τα κεφάλαια του τόμου με τη σειρά, ο καθένας μας θα μπορούσε να συνδυάσει τα κείμενα με τον δικό του τρόπο και να υφάνει τα υποκεφάλαια των ενδιαφερόντων του.Παράδειγμα, τα θεωρητικά και ιστορικά κείμενα για τις υπηρέτριες του 19ου και 20ού αιώνα θα μπορούσαν να διαβαστούν παράλληλα με τα άρθρα για τις αποτυπώσεις τους σε καλλιτεχνικά έργα των ίδιων αιώνων. Επίσης, το άρθρο του Ιορδάνη Ψημμένου «Η μετανάστρια οικιακή εργάτρια στην περίοδο της κρίσης» θα ήταν δυνατό να διαβαστεί συνδυαστικά με αυτό της Λίνας Ρόζη στο τρίτο μέρος του τόμου «Από την Αγγέλα (1957) στην Καθαρή Πόλη (2016)». Στην Καθαρή Πόλη, θεατρικό έργο-ντοκουμέντο σε σκηνοθεσία Ανέστη Αζά και Πρόδρομου Τσινικόρη, οι ίδιες οι μετανάστριες-καθαρίστριες ανεβαίνουν επί σκηνής.

Για την ιστορία της οικιακής εργασίας και της οικογένειας στην Ευρώπη από την εποχή του Μεσαίωνα και για το ελληνικό παράδειγμα μαθαίνουμε από το πρώτο κείμενο του Α΄ μέρους, της Ελευθερίας Ζέη, κείμενο θεμελιώδες για την τοποθέτηση του πλαισίου. Κοινωνικά, δημογραφικά, οικονομικά στοιχεία μας δίνει η μελέτη της Βιολέττας Χιονίδου για τις υπηρέτριες στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα. Η πρωτότυπη εξέταση από τον Κώστα Ιωαννίδη αρχειακού, φωτογραφικού υλικού με παρουσία υπηρετικού προσωπικού (από τα τέλη 19ου και τις αρχές του 20ού αι.) δίνει εικόνες στα λογοτεχνικά μας αναγνώσματα που αναφέρονται στην αστική ζωή εκείνης της εποχήςκαι επιμένει στις αθέατες πλευρές της, τις υπηρέτριες,που ήταν κάτι «σαν απαραίτητο συμπλήρωμα δημόσιας εικόνας μιας αστικής οικογένειας, χωρίς όμως κατ’ ανάγκη να ενδιαφέρουν ως εξατομικευμένες παρουσίες» (σ. 48).

Παρ’ όλα τα επιστημονικά στοιχεία της ΖιζήςΣαλίμπα, το κείμενό της έχει μια έντονη λογοτεχνική ατμόσφαιρα και αύρα. Μέσω της εξατομίκευσης «η Γιαννούλα 13, η Μετάξω 14, η Αναστασούλα 12» (σ. 106), της περιγραφής των καθημερινών εργασιών,της αναφοράς των αντικειμένων και υλικών καθαριότητας «ο βόρακας, η παρκετίνη, οι στιλβωτικές αλοιφές […], το λουλάκι» (σ. 113) ζωντανεύουν οι κόσμοι της εποχής, ο αγροτικός-λαϊκός από τον οποίο προέρχεται το υπηρετικό προσωπικό και ο αστικός, καθώς και η ώσμωσή τους που συντελείται μέσω αυτού του προσωπικού.

Η οξυδερκής ανάλυση έργων δημοφιλούς και εμπορικής κουλτούρας έχει να μας φανερώσει καλά κρυμμένες διαστάσεις της καθημερινότητας μας και να ιντριγκάρει τη σκέψη μας. Κάτι τέτοιο συμβαίνει στο κείμενο της Παναγιώτας Μήνη για τις υπηρέτριες στον λαοφιλή ελληνικό εμπορικό κινηματογράφο. Διατρέχοντας είκοσι χρόνια κινηματογραφικής παραγωγής (1950-1970) αποδεικνύει πώς η μορφή της υπηρέτριας, με όλες τις μεταμορφώσεις της, χρησιμοποιήθηκε πρωτίστως ως μέσο «για την επικύρωση της κρατούσας ιδεολογίας» (σ. 335).

Ταινίες που είδαμε τελευταία, Στο σπίτι (2014) του Αθανάσιου Καρανικόλα (στο άρθρο της Λυδίας Παπαδημητρίου), ταινίες εμβληματικές του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου, Το προξενιό της Άννας (1972) και Οι τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας (1978) (στο άρθρο του Παναγιώτη Δενδραμή), έργα σύγχρονων εμπορικών θεατρικών συγγραφέων, των Ρέππα – Παπαθανασίου (άρθρο ΚωνστάντζαςΓεωργακάκη) με έντονες παρουσίες υπηρετών βρίσκονται κάτω από το επιστημονικό μικροσκόπιο. Διευρύνοντας την αντίληψή μας για τον Άλλο, φωτίζουν αθέατες πλευρές της ταυτότητάς μας. Εστιάζοντας στον αθέατο Άλλο γνωρίζουμε καλύτερα το αφανές κομμάτι του θεατού εαυτού μας.

Γρήγορα επιστημονικά αντανακλαστικά διακρίνονται και στο άρθρο της Ιωάννας Βώβου, η οποία με τα σύγχρονα εργαλεία των επιστημών επικοινωνίας και πολιτισμού εξετάζει τον ρόλο των υπηρετριών στα τηλεοπτικά σήριαλ και σαπουνόπερες των τελευταίων ετών. Τα στερεότυπα και η απόκλισή τους, ο διάλογος της ποπκουλτούρας με τη σύγχρονή της εποχή, αλλά και με τα κλασικά αφηγηματικά είδη (τραγωδία και ο χορός της), η ταύτιση θεατών και η αποστασιοποίησή τους είναι θέματα που απασχολούν το συγκεκριμένο κείμενο.

Στη θεατρική ενότητα, ένα επίκαιρο θέμα «η επιβολή της αντρικής σεξουαλικής κυριαρχίας μέσα από το παιχνίδι ρόλων εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου» (σ. 253) αναδεικνύεται ως μια πτυχή της σχέσης αφεντικών και υπηρετριών στα έργα του Γρηγόριου Ξενόπουλου, στη μελέτη της Κωνσταντίνας Γεωργιάδη. Είναι φανερό, σύμφωνα με τη συγγραφέα, στο έργο Χαίρε νύμφη πως στην πατριαρχική δομή η έμφυλη ανισότητα είναι ακόμη πιο ισχυρή από την ταξική. Κάτι που αποτυπώνεται και στο θεατρικό έργο Οφιλάργυρος της Ελισάβετ Μαρτινέγκου (αρχές 19ου αιώνα) που συνεξετάζεται με άλλα δύο έργα στο άρθρο της Ιουλίας Πιπινιά «Δραματικά είδη, ηθογραφική παράδοση και υπηρετικό προσωπικό στις αρχές του 19ου αιώνα»,μια φιλολογική μελέτηπου συνομιλεί με τις επιστήμες του φύλου, την ιστορία και την κοινωνιολογία.

Εκτός από την ανάλυση θεατρικών έργων από κειμενική πλευρά, η Άννα Σταυρακοπούλου αναλύει παραστασιολογικά πέντε ανεβάσματα του Τέλους του παιχνιδιού του Σάμιουελ Μπέκετ, αναφερόμενου στη σχέση δούλου – αφέντη, συνδέοντάς το με την πολιτική επικαιρότητα και την οικονομική κρίση της εποχής (2009-2017). Χρησιμοποιεί και ποικίλα περικείμενα, βιντεοσκόπηση παράστασης, προγράμματα, δημοσιογραφικά κείμενα, συνεντεύξεις με συντελεστές. Στην παραστασιολογία κινείται και το κείμενο του θεατρολόγου Γιάννη Λεοντάρη. Από την προνομιούχο θέση του σκηνοθέτη του θεατρικού γεγονότος (2013) μας ανοίγει το ημερολόγιο των προβών και μας εισάγει στη σωματική κυρίως μέθοδο με την οποία θεατρικοποιεί τη σχέση εξουσίας – υποτέλειας στο Κύκλοι/Ιστορίες του ΖοέλΠομμερά.

Μια παρεμπτίπτουσα παρατήρηση και μια γρήγορη διαδρομή σε θεατρικά έργα αναφερόμενα στον τόμο (από τις Ρόζη, Πιπινιά και Γεωργιάδη) με πρωταγωνίστριες υπηρέτριες. Από τα έργα που έχουν στον τίτλο τους το όνομα κυριολεκτικά ή μεταφορικά της υπηρέτριας, Η τύχη της Μαρούλας (1889) όπου έχουμε μια ιλαρή απεικόνιση του υπηρετικού προσωπικού, αλλά επιτέλους και του συναισθηματικού του κόσμου, στον Πειρασμό του Ξενόπουλου (1910) και στην προσπάθεια χειραφέτησης με αντεστραμμένους όρους ελέγχου, όπου η επιθυμία του αφέντη γίνεται το όπλο της υπηρέτριας, περνάμε στον θλιβερό κόσμο της Αγγέλας (1957) του Σεβαστίκογλου και στη μετέωρη απόπειρα διαχείρισης της επιθυμίας και του σώματος.

Άξιο παρατήρησης είναι πως στο έργο που πρωταγωνιστούν πέντε καθαρίστριες-μετανάστριες με την πραγματική τους ταυτότητα και όχι ηθοποιοί που υποδύονται καθαρίστριες, άρα στο πιο εμβληματικό έργο ως προς την ορατότητα του υπηρετικού προσωπικού, ο τίτλος είναι Καθαρή πόλη (2016). Θα αισιοδοξήσω δίνοντας μια ερμηνεία πιθανόν αυθαίρετη ότι οι καθαρίστριες-πρόσωπα, φορείς πλέον δράσης και λόγου, πράττουσες και σχολιάζουσες γίνονται τα υποκείμενα του ενεργήματος του καθαρισμού, της κάθαρσης και αποκάθαρσης της Πόλης ή τουλάχιστον του νεταρίσματος της εικόνας. Το σώμα των καθαριστριών ενσωματώνεται στο σώμα της πόλης.

«Καθαρίστριες» (1966) είναι ο τίτλος ενός διηγήματος του Ρένου Αποστολίδη, το οποίο συνεξετάζεται με τα μυθιστορήματα Εις τον πάτον της εικόνας (1990) της Μάρως Δούκα και Άκρα ταπείνωση (2015) της Ρέας Γαλανάκη στη μελέτη της Κατερίνας Μπλαβάκη. Γραμμένα όλα σε περιόδους κρίσεων οικονομικών και πολιτικών δίνουν την ευκαιρία στη μελετήτρια να αναδείξει τη σύνδεση του ατομικού με το συλλογικό, του ιδιωτικού με το δημόσιο, την έμφυλη ανάγνωση του δημόσιου βίου, τη χρησιμοποίηση του μοτίβου καθαρό – βρώμικο και το θέμα της χειραφέτησης μέσω της εργασίας.

Πολύπτυχα νοήματα στη σχέση δούλου – αφέντη στη νουβέλα Ο πίθηκος Ξουθ (1848) του Ιάκωβου Πιτζιπίου ξεδιπλώνονται στη μελέτη του Δημήτρη Πολυχρονάκη. Αντιστροφές, ανεστραμμένα είδωλα, συμπληρωματικές σχέσεις, αντικατοπτρισμοί, μαθητείες αυτογνωσίας εντοπίζονται στο δίδυμο αφέντη–δούλου της συγκεκριμένης νουβέλας. Ο πιθηκισμός των ηθών και ο μιμητισμός περιλαμβάνονται στη συζήτηση περί δημιουργίας της εθνικής ταυτότητας.

Μόνο μια ενδελεχής φιλολογική ανάλυση και εξαιρετική γνώση των πηγών όπως αυτή της Μαρίας Αθανασοπούλου θα μπορούσε να μας αποκαλύψει τόσο πολλά από τη μελέτη μιας και μόνο λέξης «υπηρέτης» που εμφανίζεται μόλις πέντε φορές στην ποίηση του Καβάφη. Ο ρόλος των υπηρετών ως μεσαζόντων στη διαδικασία μετάβασης των πρωταγωνιστών από έναν κόσμο σε έναν άλλο, στα τρία ποιήματα μας φέρνει πολύ κοντά τόσο στο μεταιχμιακό κόσμο με τις ρευστές ταυτότητες της εποχής του Καβάφη, όσο και της εποχής από την οποία κυρίως εμπνέεται, δηλαδή της ύστερης αρχαιότητας. Στα άλλα δύο ποιήματα η λέξη «υπηρέτης» χρησιμοποιείται με πολιτική χροιά.

Ενδεχομένως να είναι πιο δύσκολο ν’ αναλύσεις την απουσία από την παρουσία. Κάνοντας μια επισκόπηση στην απεικόνιση της υποτέλειας από την αρχαιότητα, στη ρωμαϊκή τέχνη και τον ευρωπαϊκό μεσαίωνα, η Λία Γυιόκα καταλήγει στην απουσία του θέματος της υπηρέτριας και του υπηρέτη σε νεοελληνικά εικαστικά έργα της σχολής του Μονάχου (Γύζης, Λύτρας) εξηγώντας την με πολιτικούς όρους. Οι έλληνες ζωγράφοι απέφευγαν τους συνειρμούς με την οθωμανική δουλεία, ενώ η εξαίρεση, ο οριενταλισμός του Ράλλη, έχει να κάνει με την προσωπική του πορεία στην ευρωπαϊκή εικαστική σκηνή.

Μετά την ανάγνωση του τόμου είναι εντυπωσιακό το πόσο διευρύνεται η αντιληπτικότητά μας και η πρόσληψη έργων τέχνης,καλλιτεχνικών και εμπορικών. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν έργα επιστημόνων που δεν απευθύνονται αποκλειστικά στην κοινότητά τους, αλλά ανοίγονται σ’ ένα φιλοπερίεργο, ευρυμαθές και γνωστικά κινητικό κοινό. Θα κλείσω με μια επισήμανση: είναι πολύ ευτυχές το γεγονός ότι τον τόμο επιμελήθηκαν τέσσερις γυναίκες επιστήμονες και δεκατέσσερα από τα δεκαεννέα άρθρα είναι επίσης γραμμένα από γυναίκες. Από τη «θηλυκοποίηση του δημόσιου χώρου» (σ. 208) στη θηλυκοποίηση της επιστήμης.

 

(*) Η Ιωάννα Κυριακίδου είναι φιλόλογος, με μεταπτυχιακές σπουδές στην πολιτιστική διαχείριση.

Παναγιώτα Μήνη, Κωνσταντίνα Γεωργιάδη, Ιουλία Πιπινιά, Άννα Σταυρακοπούλου (επιμέλεια), Υπηρέτριες και υπηρέτες: ιστορικά υποκείμενα και καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις στον ελληνόφωνο χώρο (19ος-21ος αιώνας), Αθήνα, Παπαζήσης, 2020 (428 σ. & 31 φωτογραφίες: 17 ασπρόμαυρες και 14 έγχρωμες).

Βρες το εδώ

Προηγούμενο άρθροΆρης Μαραγκόπουλος, Πορτρέτο του συγγραφέα ως κριτικού (της Ματίνας Παρασκευά)
Επόμενο άρθροΜεταφράζοντας τον Θηβαϊκό κύκλο (του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ