του Φίλιππου Φιλίππου
Γνωστή στους Έλληνες αναγνώστες από άλλα βιβλία της (Άρωμα πάγου, Ξενοδοχείο Ίρις, Ο Παράμεσος) , η Γιόκο Ογκάουα γεννήθηκε στην Οκογιάμα της Ιαπωνίας το 1962. Σπούδασε λογοτεχνία και τέχνες και εγκατέλειψε τη δουλειά της σε ιατρικό νοσοκομείο για ν’ ασχοληθεί με τη συγγραφή βιβλίων. Έχει γράψει πενήντα βιβλία μυθοπλασίας και μη. Η αστυνομία της μνήμης (εκδόθηκε το 1994), μυθιστόρημα που έχει χαρακτηριστεί δυστοπικό – η λέξη δυστοπία σύμφωνα με τα λεξικά παραπέμπει μια κοινωνία υπό καθεστώς καταπίεσης και τρόμου–, είναι μια αλληγορική ιστορία και σε καμιά περίπτωση δεν παραπέμπει στην αστυνομική λογοτεχνία, μολονότι σε αυτό πρωταγωνιστεί η αστυνομία. Πρόκειται για μια αστυνομία που καταπιέζει τους πολίτες, τους παρακολουθεί, τους ελέγχει και τους συλλαμβάνει, ως ένα βαθμό η πλοκή θυμίζει το 1984 του Τζορτζ Όργουελ, αλλά και τη Δίκη του Κάφκα.
Κεντρική ηρωίδα είναι μια νεαρή συγγραφέας, η οποία ζει σ’ ένα νησί χωρίς όνομα, σε απροσδιόριστο χρόνο, και μιλάει για πράγματα που εξαφανίζονται, ενώ η μητέρα της, η οποία είχε συλληφθεί και ίσως δολοφονηθεί, σε ένα κρυφό μέρος του στούντιό της –ήταν γλύπτρια–, έχει κρύψει πολλά από τα αντικείμενα που έχουν χαθεί. Μόνη στον κόσμο μετά τον θάνατο των γονιών της, η ανώνυμη συγγραφέας αναφέρεται στην εξαφάνιση των πουλιών και στην επίσκεψη μιας ομάδας αντρών της Αστυνομίας της Μνήμης, οι οποίοι (φορούν βαθυπράσινες στολές, βαριές ζώνες, μαύρες μπότες, δερμάτινα γάντια κι έχουν ένα όπλο σε μια θήκη στο γοφό τους), ψάχνουν τα χαρτιά του πατέρα της που ήταν ορνιθολόγος.
Η νεαρή, όπως σημειώνει, ασκεί το επάγγελμα του συγγραφέα για λόγους βιοπορισμού. Έχει γράψει τρία μυθιστορήματα, όπου το καθένα διηγείται την ιστορία ενός πράγματος που έχει εξαφανιστεί. Ωστόσο, ελάχιστοι άνθρωποι έχουν ανάγκη τα μυθιστορήματα, ενώ τα βιβλιοπωλεία είναι σχεδόν έρημα και τα βιβλία μένουν απούλητα. Ουσιαστικά, το μυθιστόρημα της Ογκάουα αρχίζει τη στιγμή που η ηρωίδα πηγαίνει το χειρόγραφο στον επιμελητή της και πέφτει πάνω στους άνδρες της Αστυνομίας της Μνήμης, οι οποίοι συλλαμβάνουν κάποιους πολίτες με τις οικογένειές τους και τους οδηγούν σ’ ένα φορτηγό. Ο επιμελητής της, ονόματι Ρ, είναι και εραστής της. Στη συνέχεια, χάνει τη φωνή της κι ο μόνος τρόπος επικοινωνίας μαζί του είναι μέσω της γραφομηχανής. Έπειτα μαζί με τους ανθρώπους εξαφανίζονται οι αναμνήσεις, τα ημερολόγια, κι εκείνη αναγκάζεται να κρύψει στο σπίτι της τον Ρ που τον καταζητούν, επειδή δεν ξεχνά και του είναι δύσκολο να κρύβει τις αναμνήσεις του. Επίσης, έρχεται η σειρά της εξαφάνισης των βιβλίων –πολλοί τα καίνε στην πυρά–, ενώ η ηρωίδα αποφασίζει να σώσει μερικά κρύβοντάς τα. Κι ύστερα χάνει το πόδι της κι έπειτα το χέρι της.
Έχει γίνει αντιληπτό πως η Γιόκο Ογκάουα δεν απευθύνεται στις αναγνωστικές μάζες. Ο ρεαλισμός των γεγονότων και των καταστάσεων απουσιάζει από τα έργα της, οπότε εκείνοι που τη διαβάζουν, φανατικά ή όχι, το κάνουν για να απολαύσουν τη μαγεία της γραφής της που αποτελεί ένα κράμα από αλληγορίες, σουρεαλισμό και ιδιότυπες ερωτικές σχέσεις. Εδώ, στην Αστυνομία της μνήμης, κεντρικό θέμα είναι το παρελθόν και οι αναμνήσεις που χάνονται ή επιβιώνουν χάρη στους ήρωες, καθώς και ο φόβος που αιωρείται πάνω από τα κεφάλια των ανθρώπων αναφορικά με τους μηχανισμούς παρακολούθησης και επιτήρησης του κράτους.
Μπορεί ορισμένοι αναγνώστες να ανακαλύπτουν στο μυθιστόρημα υπαρξιακά προβλήματα, ωστόσο σε αυτό υπάρχουν συσχετισμοί με το 1984, όπου η καταπίεση του κρατικού μηχανισμού είναι πανταχού παρούσα. Θυμίζουμε πως στο μυθιστόρημα του Όργουελ το βασικό μοτίβο είναι το «όποιος ελέγχει το παρελθόν ελέγχει το μέλλον, και όποιος ελέγχει το παρόν ελέγχει το παρελθόν». Σε κάθε περίπτωση, Η αστυνομία της μνήμης μπορεί να καταταγεί στη λογοτεχνία του παράλογου, αν και δεν υπάρχει τέτοιος όρος, υπάρχει μόνο Θέατρο του Παράλογου (Μπέκετ, Ιονεσκο), όπου ο χρόνος, ο τόπος και τα πρόσωπα είναι ασαφή. Η συγγραφέας δείχνει την εφιαλτική κατάσταση που βιώνουν οι κάτοικοι του νησιού, όπου άλλοι τολμούν να δραπετεύσουν κι άλλοι φαίνονται ανίκανοι ή και απρόθυμοι να μετατρέψουν το ζοφερό παρόν σε φωτεινό μέλλον. Ασφαλώς, υπάρχει και ο φόβος της κατάδοσης, αφού στα αυταρχικά καθεστώτα πολλοί στρατεύονται από το κράτος ως καταδότες. Ακόμα κι εκείνοι οι οποίοι συμπεριφέρονται με σιωπηλή ανυπακοή στα κελεύσματα της αυταρχικής εξουσίας, δεν φαίνεται να μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την βαναυσότητα που τους έχει επιβληθεί. Τελικά, η Γιόκο Ογκάουα δεν αφήνει καμιά ελπίδα να περάσει στον αναγνώστη: ο τρόμος κι ο ζόφος φαίνεται να κυριαρχούν στην κοινωνία.
Γιόκο Ογκάουα, Η αστυνομία της μνήμης, μτφρ. Χίλντα Παπαδημητρίου, Εκδόσεις Πατάκη
Βρες το εδώ