Της Έλενας Χουζούρη.
Ένα ακόμα γραμμάτιο τύψεων απέναντι στην λοβοτομημένη αδελφή του Ρόουζ, με πρωτοβουλία της αυταρχικής μητέρας τους, θεωρεί ο Δημήτρης Μαυρίκιος το έργο του Tennessee Williams [1911-1983] “Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» που σκηνοθέτησε στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας και είδα πρόσφατα. Έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, το συνδέει με τον «Γυάλινο κόσμο» του Αμερικανού δραματουργού, τον οποίο είχε εξαιρετικά σκηνοθετήσει στην αξέχαστη εκείνη παράσταση του πάλαι ποτέ καλού θεάτρου «Εμπρός» το 1996-1997. Κι από πού προκύπτει αυτή η σχέση; Στον «Γυάλινο κόσμο» η Λώρα λοβοτομείται, στο «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» η Κάθριν αποφεύγει τη λοβοτομή στο παραπέντε. Ο Τομ, ο ποιητής, συγγραφέας και σκηνοθέτης στον «Γυάλινο κόσμο», παίρνει την αιρετική και μοιραία μορφή του Σεμπάστιαν, του αφανισμένου, νεκρού ποιητή στο «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι». Κοινή φιγούρα, η αυταρχική, κυριαρχική μητέρα.
Κομβικό στοιχείο έμπνευσης και στη συνέχεια συγγραφής του έργου από τον Tennessee Williams, ο Δημήτρης Μαυρίκιος θεωρεί τον πίνακα «San Sebastiano” του αναγεννησιακού ζωγράφου Giovanni Antonio Bazzi, του επονομαζόμενου Il Sodoma. Ο Αμερικανός δραματουργός έγραψε τότε ένα ποίημα με τίτλο «Ο Άγιος Σεβαστιανός του Σοδομίτη» στο οποίο αναφέρεται ότι ο εν λόγω άγιος υπήρξε εραστής του αυτοκράτορα Διοκλητιανού και ότι είχε ένα μαρτυρικό τέλος. Το ποίημα όμως αυτό που σαφώς διακήρυττε την ομοφυλοφιλία του Αγίου Σεβαστιανού, ο Τ. Williams δεν τόλμησε να το εντάξει στο θεατρικό του έργο, προχωρώντας έτσι σε μια πράξη αυτολογοκρισίας, φοβούμενος, σαφώς, την επίσημη λογοκρισία της μακαρθικής ηθικής, έντονης ακόμα στις ΗΠΑ, εν έτει 1959, όταν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι». Έργο που θεωρείται από τα πιο σκοτεινά του Αμερικανού δραματουργού, με έντονους συμβολισμούς και με κυρίαρχα τα φρουδικά προτάγματα, με πρώτο και καλύτερο, το Οιδιπόδειο. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι το έργο γράφεται το 1958 όταν ο συγγραφέας του θα έχει ήδη διανύσει μια τριετή ύπτια πορεία στο ψυχαναλυτικό ντιβάνι. Πάντως η δεκαετία του 1950 είχε δύο όψεις για τη καλλιτεχνική πορεία και ζωή του Τ. Williams. Από τη μια καταξιώνεται και συγκαταλέγεται ανάμεσα στους καλύτερους Αμερικανούς δραματουργούς της εποχής και από την άλλη βιώνει μια σειρά οικογενειακά και προσωπικά χτυπήματα. Χάνει τον πολυαγαπημένο του παππού και δύο χρόνια μετά τον πατέρα του.
Στο μεταξύ τον έχει κυριολεκτικά στοιχειώσει το δράμα της αδελφής του Ρόουζ που το 1937 διαγιγνώσκεται ότι πάσχει από σχιζοφρένεια και το 1943 λοβοτομείται για να μείνει έκτοτε διανοητικά ανάπηρη. Πιθανότερες αφορμές που τον οδήγησαν στην ψυχανάλυση [ αρκετά αργότερα θα νοσηλευτεί και ο ίδιος σε ψυχιατρική κλινική] συν η άκρως καταπιεστική κοινωνική και συγχρόνως υποκριτική συνθήκη της μακαρθικής εποχής κατά την οποία ήταν εξοβελιστέοι τόσο οι κομμουνιστές όσο και οι ομοφυλόφιλοι. Σ έναν τέτοιο κόσμο ωριμάζει ο κατά κόσμον Thomas Lanier Williams [το Tenessee είναι παρατσούκλι λόγω της έντονα νότιας προφοράς του] ομοφυλόφιλος και ο ίδιος και με σαφή την ικανότητα να διεισδύει και να φέρνει στην επιφάνεια τις παντοειδείς σκοτεινιές της ανθρώπινης ψυχής όσο αποκρουστικές κι αν είναι. Πιθανότατα σαν μια αντίδραση στην υποκρισία της αμερικάνικης κοινωνίας, εντονότερης στις νότιες, βαθύτατα έως και σήμερα, συντηρητικές πολιτείες της Αμερικής. [Ο ίδιος γεννήθηκε σε μια πόλη του Μισισιπή και έζησε μέχρι τα 25 του στο Σαιν Λούις του Μισούρι]. Δεν είναι τυχαίο ότι «Ο γυάλινος κόσμος» γράφεται λίγο μετά την λοβοτομή της Ρόουζ. Τον χωρίζουν δεκαπέντε χρόνια από το μεγάλο του μονόπρακτο «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» το οποίο θα σοκάρει με την τόλμη του διότι ο συγγραφέας του θα θίξει θέματα ταμπού, από την ομοφυλοφιλία, την τρέλα, την εκπόρνευση, την υπολανθάνουσα αιμομιξία έως τον κανιβαλισμό! Τοποθετεί μάλιστα τους ήρωές του σ έναν άγριο κήπο με σαρκοβόρα φυτά, άμεσος συμβολισμός ενός κόσμου γεμάτου βία στον οποίο βασιλεύει ο κόσμος της ζούγκλας. Κι εδώ ο Williams βάζει έμμεσα και τρίτο παράγοντα, εκείνον της κοινωνικής ανισότητας που εκφράζεται μέσα από την αλαζονική συμπεριφορά της φαινομενικά παντοδύναμης πλούσιας Βάιολετ και την εξ αντικειμένου δουλοπρέπεια της οικογένειας της Κάθριν Χόλι, η οποία παρ’ ολίγον να γίνει το θύμα αμφοτέρων.
Ποιος όμως δεν είναι θύμα μέσα σ έναν τόσο άγριο και υποκριτικό κόσμο μοιάζει να αναρωτιέται ο Αμερικανός δραματουργός, ωθώντας τον εκ προιμίου κοινωνικά, καταδικασμένο στο ψέμα και την υποκρισία, ομοφυλόφιλο Σεμπάστιαν στον αφανισμό με τον πιο αποτρόπαιο τρόπο, τον κανιβαλισμό του και μέσω αυτού στην εξιλέωσή του. Έμμεσα συμμέτοχες στο τραγικό τέλος του ποιητή Σεμπάστιαν μπορούν να θεωρηθούν, κατά κύριο λόγο η μητέρα του και το άρρωστο οιδιπόδειο που τη αλυσοδένει με το γιο της και κατά δεύτερο λόγο η άλλη τραγική γυναικεία φιγούρα της Κάθριν, η οποία είναι ερωτευμένη και εξαρτημένη από αυτόν, παίζοντας το ρόλο του μητρικού υποκατάστατου. Η πρώτη μάλιστα αφού επί χρόνια είχε πλάσει με το νου της μια εντελώς ψεύτικη σεξουαλική ταυτότητα για τον γιο της, αρνούμενη να αποδεχθεί την ομοφυλοφιλία του και πολύ περισσότερο την αποτρόπαια κατάληξη του να πέσει θύμα ανθρωποφαγίας από μία ορδή πάμφτωχων νεαρών αγοριών τα οποία εκπορνεύονταν για να επιβιώσουν, προσπαθεί να επιβάλλει μια φοβερή πράξη βίας στην Κάθριν που επιμένει να αφηγείται την τελική αλήθεια. Την λοβοτομή που θα την καταστήσει –όπως και την αδελφή του συγγραφέα- διανοητικά ανάπηρη άρα ακίνδυνη. Στο παραπέντε το φοβερό σχέδιο της ανδροφαγικής μητέρας ναυαγεί, χάρη στον νέο, ωραίο και ξανθό γιατρό, σαν αυτούς που τόσο άρεσαν στον Σεμπάστιαν,- ονομάζεται εξάλλου Dr. Sugar- ο οποίος τελικά αρνείται να ενδώσει στις πιέσεις της Βάιολετ. Και ο Σεμπάστιαν που βρίσκεται στο έργο; Ξεπηδάει μόνον μέσα από τις αφηγήσεις των δύο γυναικών; Στην παράσταση του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας, ο Μαυρίκιος βρήκε έναν ωραίο τρόπο να μας τον εμφανίσει καταφεύγοντας –που αλλού- στην κινηματογραφική του εμπειρία. Ο Σεμπάστιαν [τον υποδύεται ο Νίκος Κουρής] παρουσιάζεται μέσα από οθόνη ντυμένος σαν νεαρός Ρωμαίος, όπως δηλαδή θα ήταν και ο συνονόματός του Σεβαστιανός πριν τον αφανισμό και την εξιλέωσή του, όπως περίπου είναι στον πίνακα του αναγεννησιακού ζωγράφου. Έτσι οι συμβολισμοί, οι μεταφορές και οι συνδέσεις μεταξύ τους γίνονται προφανείς. Εξάλλου ο άξιος σκηνοθέτης παίζει εξίσου και με τη δέουσα οικονομία σε όλη την παράσταση ανάμεσα στο φανταστικό-συμβολικό και το ψυχολογικό-ρεαλιστικό θεατρικό στοιχείο. Δεν θέλω να προχωρήσω σε άδικες συγκρίσεις όμως έχω την εντύπωση ότι «Ο Γυάλινος κόσμος» με είχε παρασύρει περισσότερο, χωρίς να σημαίνει ότι θεωρώ την παράσταση του «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» λιγότερο αξιόλογη. Εξάλλου οι απόψεις μου είναι καθαρά υποκειμενικές και σε καμιά περίπτωση δεν διεκδικούν τη θέση θεατρικής κριτικής. Με την ίδια συλλογιστική μπορώ να πω ότι βρήκα εξαιρετικά καλή την Λουκία Μιχαλοπούλου στον πολλαπλά δύσκολο ρόλο της Κάθριν Χολ, πειστική και έμπειρη σε απαιτητικούς ρόλους την Μπέτυ Αρβανίτη ως κυρία Βάιολετ, ικανοποιητική την Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη ως κυρία Χόλι, μητέρα της Κάθριν, αλαφροπάτητο το πέρασμα της Άννας Πατητής ως Αδελφή Φελίσιτι. Αντίθετα μου φάνηκε άχρωμος και δεν με έπεισε ο Αλέξανδρος Βάρθης ως Δρ. Τσουκρόβιτς, επονομαζόμενος Dr. Sugar. Συπαθητικός ο Γιάννης Φλουράκης ως Τζορτζ Χόλι, αδελφός της Κάθριν. Τα πολύ επιτυχημένα ένθετα κινηματογραφικά σκηνοθέτησε ο Χρήστος Δήμας. Η φωτογραφία και τα ειδικά εφέ είναι του Άγγελου Παπαδόπουλου. Τα σκηνικά φιλοτέχνησε ο Δημήτρης Πολυχρονιάδης και τα κοστούμια σχεδίασε η Ελένη Μανωλοπούλου.