Τζαζ ιστορίες (Πάτρικ Νάιτ, Καζούο Ισιγκούρο, Σαίξπηρ)

0
618

 

 

Του Σάκη Παπαδημητρίου. Τρεις συγγραφείς που συνδέονται με τον έναν ή άλλον τρόπο με την τζαζ.

 

 

Πάτρικ Νιτ: Το μπλουζ του έρωτα και του θανάτου

 

Μυθιστόρημα 440 σελίδων, γραμμένο από συγγραφέα που έχει ασχοληθεί με τη μουσική, σε μετάφραση Ερρίκου Μπαρτζινόπουλου, εκδόσεις Σύγχρονοι ορίζοντες, 2003. Και σ’ αυτή την περίπτωση τα ουσιώδη βιογραφικά στοιχεία μας λένε πολλά. Ο Πάτρικ Νιτ σπούδασε στο Καίμπριτζ και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία, γράφοντας για θέματα μουσικής. Δίδαξε επι ένα χρόνο στη Ζιμπάμπουε και η παραμονή του σ΄αυτή την αφρικανική χώρα τον βοήθησε να γράψει το δεύτερο βιβλίο του με τον τίτλο Twelve Bar Blues, το οποίο ελληνικά έγινε Το μπλουζ του έρωτα και του θανάτου. Για το μυθιστόρημα αυτό απέσπασε το βραβείο Whitbread. Ζει στο Λονδίνο και τη Λουζάκα της Ζάμπια.

Μια αρκετά περίπλοκη ιστορία που καλύπτει σχεδόν όλο τον εικοστό αιώνα και τρεις ηπείρους: Αμερική, Αφρική, Ευρώπη. Κεντρικός ήρωας ο Λικ Χόλντεν, μαύρος τρομπετίστας που γράφει ιστορία στη Νέα Ορλεάνη στις αρχές του εικοστού αιώνα όπως ένα άλλο μυθικό πρόσωπο, ο Μπάντι Μπόλντεν. Υπάρχει κεφάλαιο για τη σχέση και τη φιλία του ήρωα με τον Λούις Αρμστρονγκ. Περιγραφή του Στόριβιλ της Νέας Ορλεάνης με άφθονες λεπτομέρειες. Στις σελίδες περνούν πολλά ονόματα γνωστά: Τζο Κινγκ Όλιβερ, Τζέλι Ρολ Μόρτον, Σίντεϊ Μπεσέ, Κιντ Όρι, Μπακ Τζόνσον, Τζο Τζόουνς, Τσάρλι Πάρκερ, Μπίλι Χολιντέϊ. Νίνα Σιμόν, Γουέδερ Ριπόρτ κ.ά.

Ο Λικ Χόλντεν ολοκληρώνει το παίξιμό του όταν φτάνει στο σημείο να παίζει με τα τέσσερα μέρη του σώματός του. Αυτή ήταν η συμβουλή του δασκάλου του στη Λουιζιάνα το 1908 για να γίνει πραγματικός, καθαρόαιμος μουσικός της τζαζ. Ένα απόσπασμα.

Έτσι έπαιξε την πιο καυτή τζαζ που είχε ακούσει ποτέ λευκός. Ένας ήχος απλώθηκε πάνω από την ορχήστρα του Χάρι Άμπσολομ σαν αετός πάνω από την Αφρική, ένας ήχος τόσο δυνατός ώστε ακόμη και στο Κουλτάουν ο Ύπνος βγήκε στην πόρτα του μαγαζιού του κι έστρεψε το αυτί του στον ουρανό. Ο ένας μετά τον άλλο τα μέλη της ορχήστρας σταμάτησαν να παίζουν και έμειναν να κοιτάζουν τον Λικ με το στόμα ανοιχτό. Γιατί ο Λικ έπαιζε πειστικότερα από οποιονδήποτε ρήτορα και δυνατότερα από οποιονδήποτε πυγμάχο. Ο Λικ έπαιξε ώσπου έφτασε να δει τη μουσική. Κατάφερε να δει τη μουσική σαν έναν υπερήφανο μαύρο που κοίταζε τους λευκούς από την κορυφή ενός λόφου. Ο Λικ έπαιξε για πρώτη φορά με τα τέσσερα μέρη του σώματός του: το κεφάλι του, όπου στροβιλίζονταν σκέψεις χαράς και λύπης, τα χείλη του, που μιλούσαν για οργή και συμπάθεια, την καρδιά του, που παλλόταν από αγάπη και μίσος, και τα γεννητικά του όργανα, που πονούσαν από επιθυμία και αποστροφή.

 

Σε ένα άλλο κεφάλαιο που έχει τον τίτλο «Αυτό ισχύει ακόμη και για το απλούστερο δωδεκάμετρο μπλουζ», ένας γέρος από το Σάουθ Σάϊντ του Σικάγου μιλάει το 1998.

 

Επίτρεψέ μου να πω σ’ όλους εσάς τους νέους πώς είναι. Οι φίλοι των παλαιότερων μορφών της τζαζ έρχονται σ’ αυτή την πόλη και αναλύουν την τζαζ, λες και θα μπορέσουν έτσι να την καταλάβουν. Η αλήθεια είναι ότι η τζαζ έχει τα πρότυπά της και τα προβλέψιμα στοιχεία της. Αλλά πίστεψέ με, κάθε φορά που νομίζεις ότι ξέρεις τι θ’ ακολουθήσει, αυτή θα σε ξεγελάσει. Γιατί στην τζαζ το μέλλον, το παρελθόν και το παρόν συνυπάρχουν στο τώρα. Νομίζεις πως η τζαζ ακολουθεί μια πορεία, και ξαφνικά γυρίζει σε τελείως άλλη σαν νέγρος που τον καταδιώκουν στα έλη. Κι αυτό ισχύει και για την απλοϊκότερη ιστορία και για την απλοϊκότερη τζαζ. Ναι, διάβολε! Ισχύει ακόμη και για το απλούστερο δωδεκάμετρο μπλουζ. Και μην το ξεχνάς αυτό!

 

Καζούο Ισιγκούρο: Νυχτερινά

 

Ο Καζούο Ισιγκούρο έγινε γνωστός στην Ελλάδα το 1993, όταν κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του «Τα απομεινάρια μιας μέρας» από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η αριστουργηματική κινηματογραφική ταινία The Remains Of The Day (1993) του σκηνοθέτηJames Ivory με τις άψογες ερμηνείες του Anthony Hopkins και της Emma Thompson. Από τότε προστίθενται τέσσερα βιβλία του με τα «Νυχτερινά», πέντε ιστορίες της μουσικής και της νύχτας, μετάφραση της Τόνιας Κοβαλένκο, εκδόσεις Καστανιώτη, 2009. Στο εσώφυλλο βλέπουμε το έξυπνο πρόσωπο του συγγραφέα με το παιχνιδιάρικο ύφος, αυτό που διοχετεύει στις σελίδες των ιστοριών του. Γεννήθηκε το 1954 στο Ναγκασάκι της Ιαπωνίας αλλά από πέντε χρονών ζει στη Βρετανία (το μεγάλη φαίνεται ότι κόπηκε οριστικά) και σ’ αυτή τη χώρα αναφέρονται συνήθως τα μυθιστορήματά του.

Στα «Νυχτερινά» λοιπόν κινούνται πέντε πρόσωπα, από τα οποία τα τέσσερα είναι μουσικοί και ο ένας λατρεύει τα τραγούδια από τα παλιά μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ. Επίσης, κάθε διήγημα μας μεταφέρει σε άλλο τόπο: Βενετία, Λονδίνο, βρετανική επαρχία, Μπέβερλι Χιλς. Σε όλες τις ιστορίες συμβαίνουν γεγονότα καθημερινά και ταυτοχρόνως συμβαίνουν απρόοπτες εξελίξεις χωρίς συγκεκριμένο τέλος – δεν συζητούμε για happy end. Το κανονικό, ίσως και βαρετό, δίνει τη θέση του στο οριακό. Ελπίδες και διαψεύσεις. Φιλοδοξίες και συμβιβασμοί.

Στο διήγημα «Νυχτερινό» πρωταγωνιστής είναι ένας σαξοφωνίστας της τζαζ ο οποίος πείθεται από τον ατζέντη του να υποστεί πλαστική μεταμόρφωση ώστε να γίνει σταρ. Κι αυτό γιατί, ενώ παίζει πολύ καλά υστερεί σε εμφάνιση, κάτι που σήμερα θεωρείται πρωταρχικό για την επιτυχία ενός καλλιτέχνη (με ή χωρίς εισαγωγικά). Οι 52 σελίδες δεν καταλήγουν σε κάποια λύση. Ο σαξοφωνίστας παραμένει με τις γάζες κάνοντας διάφορα σχέδια για το μέλλον και περιμένοντας πότε θα τις βγάλει. Δεν ξέρουμε τι θα αντικρίσει και πώς θα συνεχίσει τη ζωή του και τη μουσική. Έτσι είναι. Κάποια στιγμή η τζαζ θα έπρεπε να πάρει θέση στην πρόκληση του σημερινού life style. Και δεν πρέπει να μας φαίνεται περίεργο που αρκετοί μουσικοί θα απαντήσουν, με προετοιμασμένο χαμόγελο, ναι.

 

Duke Ellington – Shakespeare

 

Πρόκειται για τη σουίτα των Duke Ellington και Billy Strayhorn Such Sweet Thunder, Columbia/Legacy, Sony CK 65568, αφιερωμένη στοThe Shakespearean Festival, Stratford, Ontario. Στις 28 Απριλίου 1957 δόθηκε η συναυλία στο Town Hall της Νέας Υόρκης και λίγο πριν και λίγο μετά έγιναν οι ηχογραφήσεις. Τρείς μέρες ήταν αρκετές για να καταγραφεί ένα από τα καλύτερα έργα του δίδυμου Ellington-Strayhorn. Η αρχική έκδοση του βινυλίου περιλαμβάνει δώδεκα μέρη. Τώρα, στο CD, η σουίτα μετατρέπεται σε stereo και προστίθενται άλλα δέκα κομμάτια, είτε παραλλαγές είτε ακυκλοφόρητα της ίδιας περίπου περιόδου.

Ο τίτλος προέρχεται από τον ‘’Οθέλλο’’ του Σαίξπηρ. Τέσσερα μέρη της σουίτας ονομάζονται σονέτα και συμπίπτουν με τους 14 στίχους της ποιητικής φόρμας. Βέβαια, δεν υπάρχουν κείμενα, ούτε απαγγελία ή τραγούδι. Επίσης, ό,τι και να λέει ο Duke Ellington περί σαιξπηρικών εμπνεύσεων και αναφορών στο έργο του ποιητή, αυτό που δεχόμαστε ως ακροατές είναι 100%  Ellington-Strayhorn στις καλές τους στιγμές. Ορχήστρα δεμένη, λεπτοί χρωματισμοί, ποκιλία θεμάτων και ρυθμών. Και πάντοτε εξαιρετικοί και μοναδικοί σολίστ που κρατούν το ενδιαφέρον του ακροατή και σπάνε τη σειρά των συνθέσεων. Ποιόν να προτιμήσει κανείς; Τον Johnny Hodges άλτο σαξόφωνο, τον Paul Gonsalves τενόρο και τον Harry Carrey βαρύτονο σαξόφωνο ή τους τρομπετίστες Cat Anderson και Clark Terry; Αξίζει μια παρατήρηση του John Edward Haase, συγγραφέα του βιβλίου The Life And Genius of Duke Ellington. Λέει λοιπόν ότι ο Σαίξπηρ επί 19 χρόνια ήταν υπεύθυνος δραματολογίου μιας θεατρικής ομάδας και έγραφε ΜΟΝΟ για τον συγκεκριμένο θίασο. Το ίδιο και ο Duke Ellington ο οποίος είχε κι αυτός μια ομάδα ρεπερτορίου (επί πενήντα χρόνια) και έγραφε σχεδόν αποκλειστικά για τους μουσικούς του. Τα θεατρικά έργα του Σαίξπηρ συνδέονταν με τους ηθοποιούς τους οποίους είχε κατά νου. Το ίδιο και ο Duke Ellington φυσικά.

 

 

Προηγούμενο άρθροΟ χορογράφος της ιστορίας (για τον Χέγκελ του Alexander R. Hufford)
Επόμενο άρθροO δρόμος για το σπίτι

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ