Τρεις ατυχείς σκηνοθετικές «ενορχηστρώσεις» (της Όλγας Σελλά)

0
572
Το όνειρο ενός γελοίου» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι

 

της Όλγας Σελλά

 

Το παν είναι η «ενορχήστρωση», η αρμονική οργάνωση ενός όλου, φροντίζοντας ιδιαιτέρως τα επιμέρους. Και βάζω τη λέξη ενορχήστρωση σε εισαγωγικά, γιατί δεν αναφέρομαι μόνο στη μουσική. Δανείζομαι τη λέξη για να περιγράψω και τη διαδικασία μιας θεατρικής παράστασης. Όπου εκεί, ενορχηστρωτής είναι ο σκηνοθέτης. Ο οποίος θα διαβάσει το κείμενο, θα το φωτίσει με τον τρόπο που έχει επιλέξει,  φροντίζοντας και όλα τα υπόλοιπα στοιχεία επί σκηνής να βγάζουν τον ίδιο «ήχο» (ερμηνείες, σκηνικά, κοστούμια, φωτισμοί, μουσική, κ.ά.). Συχνά κάτι απ’ όλα ή αρκετά από το σύνολο των στοιχείων δεν «κουρδίζεται» σωστά. Και το αποτέλεσμα κάπου φαλτσάρει. Σε τρεις παραστάσεις που, για διαφορετικούς λόγους η καθεμιά, κάπου φάλτσαραν θα αναφερθώ.

  • «Ανθρώπινη φωνή» του Ζαν Κοκτώ, σκηνοθεσία Νικορέστης Χανιωτάκης

Ένα έργο που γράφτηκε σχεδόν 100 χρόνια πριν, το 1928, παρουσιάστηκε στη σκηνή δύο χρόνια αργότερα από την Comédie-Française και την Berthe Bovy, και έχει ταυτιστεί όλα αυτά τα χρόνια με σπουδαίες θεατρικές ερμηνείες. Ένα έργο που παρότι φαίνονται σε αρκετά σημεία τα χρόνια του, εξακολουθεί να είναι επίκαιρο και να αγγίζει πολλούς και πολλές, γιατί πάντα οι άνθρωποι νιώθουν να χάνεται η γη κάτω απ’ τα πόδια τους όταν ένας έρωτας τελειώνει –ειδικά εκείνοι που δεν επέλεξαν αυτή την κατάληξη. Η «Ανθρώπινη φωνή» είναι ο μονόλογος μιας γυναίκας που περιμένει κρεμασμένη στο ακουστικό ενός τηλεφώνου την επαφή με τον άνθρωπο που λάτρεψε, αλλά που φεύγει προς μια άλλη σχέση. Η Λουκία Μιχαλοπούλου, μια σπουδαία ηθοποιός, ερμηνεύει στη σκηνή του «Μικρού Χορν» τον μονόλογο, σε σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη. Και κυριολεκτικά ματώνει επί σκηνής, προσπαθώντας να δείξει ψύχραιμη στον αγαπημένο της (ενώ μόλις το προηγούμενο βράδυ είχε καταπιεί κάμποσα χάπια), καθώς το τηλέφωνο της επιτρέπει να μην έχει εικόνα αυτός που είναι στην άλλη άκρη της γραμμής. Η γυναίκα βρίσκεται σ’ ένα σύγχρονο σπίτι, απολύτως παραιτημένο, με μισάνοιχτες βαλίτσες, με ξέστρωτο κρεβάτι, με διάφορα αντικείμενα σκορπισμένα σε κάθε γωνιά. Ένα σκηνικό περιβάλλον που αντιφάσκει όμως με τον «συμπρωταγωνιστή» της παράστασης, την τηλεφωνική συσκευή, που είναι με το παλιό καντράν και το καλώδιο. Κι ενώ ως θεατής θέλεις να νιώσεις τη διαχρονία αυτής της απελπισμένης κατάστασης στην οποία βρίσκεται η ηρωίδα, και που όλοι και όλες έχουμε βρεθεί, και που κανονικά ο καθένας και η καθεμιά από τους θεατές θα άγγιζε τις δικές του αντίστοιχες μνήμες, κάτι δεν λειτουργεί, κάτι φαλτσάρει. Κάτι στην «ενορχήστρωση» πήγε λάθος και δεν δημιουργήθηκε η ζητούμενη χημεία, ούτε με το κείμενο, ούτε με την παράσταση. Κρατήσαμε μόνο τη σπαρακτική ερμηνεία της Λουκίας Μιχαλοπούλου.

  • «Μικρό Χορν» (Αμερικής 10). Σκηνοθεσία Νικορέστης Χανιωτάκης, Σκηνικά-κοστούμια: Αρετή Μουστάκα, Πρωτότυπη μουσική: Γιάννης Μαθές, Φωτισμοί: Χριστίνα Θανασούλα, Φωτογραφίες: Γιώργος Καλαφαμανώλης. Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 9μ.μ.

 

  • «Το όνειρο ενός γελοίου» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, σκηνοθεσία Γιώργος Κουτλής.

Ο Φ. Μ. Ντοστογιέφκσι έγραψε αυτή τη νουβέλα το 1877, τέσσερα χρόνια πριν από το θάνατό του. Ένα μικρό διήγημα που συμπυκνώνει τη φιλοσοφία του για τον κόσμο, τη φύση, τη ζωή. Ένας «μοιραίος  κι άβουλος αντάμα» ήρωας (Νικόλας Χανακούλας) θέλει να βάλει τέρμα στη ζωή του. Όλοι τον χλευάζουν κι εκείνος έχει αποδεχθεί ότι είναι γελοίος. Λίγο πριν την τελική του πράξη, τον παίρνει ο ύπνος, στο σπίτι του, ένα ασφυκτικό περιβάλλον, όπου όλα είναι στριμωγμένα. Και τότε βλέπει ένα όνειρο, στη διάρκεια του οποίου ταξιδεύει στο σύμπαν, σ’ έναν άλλο πλανήτη, όπου οι άνθρωποι ζουν ελεύθεροι και ευτυχισμένοι, προσφέροντας αγάπη και χαρά. Και όταν ξυπνάει ο παρ’ ολίγον αυτόχειρας, νιώθει πια διαφορετικά, αισιόδοξα, χαρούμενα. Ένα κείμενο που αγγίζει όλα όσα ο Ντοστογιέφσκι θεωρούσε σημαντικά για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Ο Γιώργος Κουτλής, που πρωτοπαρουσίασε την παράσταση στο ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης την περασμένη άνοιξη, μας κερδίζει στο ξεκίνημα την παράσταση. Το ίδιο και ο Νικόλας Χανακούλας. Το ίδιο και το σκηνικό του ασφυκτικού περιβάλλοντος στο οποίο ζει ο ήρωας. Και μετά έρχεται το όνειρο. Και όλο το θέατρο, σκηνή και πλατεία, κατακλύζεται από φωτά που περιστρέφονται καλειδοσκοπικά, με αστέρια, με χρώματα… Μια μαγική ατμόσφαιρα ονείρου και επιθυμίας μαζί. Και ο ρυθμός της παράστασης αλλάζει, γίνεται ασθματικός, έντονος, σχεδόν παραληρηματικός. Με αποτέλεσμα να χάνονται πολλά σημεία του κειμένου, παρά την τρομερή προσπάθεια του Νικόλα Χανακούλα ν’ ακολουθήσει αυτόν τον εξοντωτικό σκηνικό ρυθμό. Ο Γιώργος Κουτλής προσπάθησε να βάλει σύγχρονα «εργαλεία» στην παράσταση, δίνοντας μέσα από αυτά μια φρέσκια ματιά (βίντεο-art, χορωδία επί σκηνής, κ.λπ.). Αλλά ίσως υπερέβαλε, το παραφόρτωσε, με πρώτο «θύμα» το κείμενο. Κάτι πήγε λάθος, κι εδώ, στην «ενορχήστρωση».

 

Η ταυτότητα της παράστασης

Μετάφραση-Διασκευή-Σκηνοθεσία: Γιώργος Κουτλής, Συνεργασία στη διασκευή: Βασίλης Μαγουλιώτης, Σκηνικά – Κοστούμια: Άρτεμις Φλέσσα, Μουσική Σύνθεση: Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης, Video art – φωτογραφίες: Χρήστος Συμεωνίδης, Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης, Βοηθός σκηνογράφου – ενδυματολόγου: Αγγελική Βασιλοπούλου Καμπίτση.

 

Ερμηνεύει ο Νικόλας Χανακούλας.

Ακούγεται ηχογραφημένη η χορωδία Voice Box υπό τη διεύθυνση της Μαργαρίτας Παπαδημητρίου.

Από 14 Νοεμβρίου ξανά στη σκηνή του Θεάτρου «Πορεία», (Τρικόρφων 3-5 και 3ης Σεπτεμβρίου 69, Πλατεία Βικτωρίας), κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 9μ.μ.

 

  • «Η μοναξιά της Δύσης», του Μάρτιν ΜακΝτόνα, σκηνοθεσία Νίκος Κουρής.

 

Ο Μάρτιν ΜακΝτόνα μας έχει χαρίσει σπουδαία θεατρικά έργα («Ο πουπουλένιος», «Η Βασίλισσα της ομορφιάς», κ.ά.), που έχουν καλοτυχήσει στις θεατρικές σκηνές, και στις ελληνικές. Τα έργα του έχουν χιούμορ, όσο και πάθη. Απελπισία, εγκλωβισμό σε κάποιο τέλμα, κρυμμένα μυστικά, βία, επιθετικότητα, πρόκληση, ατομικισμός –συνήθως εντός μιας πυρηνικής οικογένειας. Αυτή τη φορά ο Νίκος Κουρής επέλεξε τη «Μοναξιά της Δύσης», γραμμένα το 1997, με τα πρόσωπα του έργου να κινούνται σε μια αδιάφορη και πληκτική επαρχία της Ιρλανδίας, την Κοννεμάρα.  Δύο αδέλφια, ο Κόλμαν (Χρήστος Μαλάκης) και ο Βαλίν (Νίκος Κουρής) που αλληλοσπαράσσονται με κάθε τρόπο. Λεκτικό ή σωματικό. Τα υλικά αγαθά, το κυνήγι του χρήματος και της ιδιοκτησίας έχουν τον πρώτο ρόλο στην κόντρα τους. Που είναι όμως και λίγο αυτοσκοπός, λίγο εξάσκηση, λίγο παιχνίδι ενάντια στην πλήξη: «Οι καβγάδες δείχνουν ότι γουστάρεις τον άλλον», λένε. Ο ιερέας του χωριού, ένας άνθρωπος που ξέρει πολλά μυστικά (Γιώργος Ηλιόπουλος) προσπαθεί να ισορροπήσει τα πράγματα, όπως και η Γκερλίν, ένα περιέργο κορίτσι (Δανάη Μιχαλάκη), που θέλει να δείχνει άτρωτη και προκλητική, ενώ είναι εντελώς διαφορετική.

Ο Νίκος Κουρής επέλεξε ένα μίνιμαλ και σουρεαλιστικό σκηνικό περιβάλλον για να αποδώσει την αδιανόητη σχέση των δύο αδελφών. Και ταυτοχρόνως επέλεξε μια ρεαλιστική ερμηνεία απ’ όλους τους ηθοποιούς. Φοβάμαι όμως ότι δεν ήταν μόνο η αναντιστοιχία σκηνικού περιβάλλοντος και ερμηνευτικής κατεύθυνσης το μόνο πρόβλημα στην παράσταση. Ήταν και το κάστινγκ που δεν έφερε την απαιτούμενη σκηνική ισορροπία, είτε γιατί δεν ταίριαζε η μενταλιτέ των ηθοποιών με το πλαίσιο του έργου, είτε γιατί κάποιες ερμηνείες δεν έφεραν το ζητούμενο, παρότι και οι τέσσερις ηθοποιοί της παράστασης συνυπήρξαν στις «Άγριες Μέλισσες», καταγράφοντας, εκεί, επιτυχημένες ερμηνείες. Ο Χρήστος Μαλάκης έδειξε, επιτυχημένα, για μια ακόμη φορά ένα διαφορετικό υποκριτικό πρόσωπο και την άνεσή του να κινείται σε διάφορους και διαφορετικούς ρόλους, ο Γιώργος Ηλιόπουλος δεν κατάφερε να μεταδώσει τις πολλές αποχρώσεις του ρόλου του, κινούμενος σ’ ένα επιφανειακό επίπεδο, ενώ ευχάριστη έκπληξη ήταν η Δανάη Μιχαλάκη, που κατάφερε να απεκδυθεί την εικόνα της Δροσούλας του Διαφανίου και να δείξει ότι μπορεί να κινηθεί και σε άλλα μονοπάτια. Ο Νίκος Κουρής, που υπογράφει και την πρώτη του σκηνοθεσία, επέλεξε για τον ίδιο μια υπερβολικά εξωστρεφή ερμηνεία, που ευτυχώς λειάνθηκε στο δεύτερο μέρος της παράστασης, και είδαμε ξανά τις αποχρώσεις που ξέρει να δείχνει στους ρόλους που παίζει. Συνολικά ήταν μια παράσταση που είχε καλές στιγμές, αλλά περισσότερες αστοχίες, μειώνοντας αρκετά τη δύναμη ενός σημαντικού έργου.

 

 

Ταυτότητα παράστασης:

Μετάφραση: Λένια Ζαφειροπούλου, Σκηνοθεσία: Νίκος Κουρής, Σκηνογραφία: ‘Ολγα Μπρούμα, Κοστούμια: Ματίνα Μέγκλα, Μουσική: Θοδωρής Ρέγκλης , Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος , Βοηθός Σκηνοθέτη: Νικολέτα Γκριμέκη, Φωτογραφίες: Εβίτα Σκουρλέτη, Γιώργος Ηλιόπουλος.

 

Παίζουν: Νίκος Κουρής, Χρήστος Μαλάκης, Γιώργος Ηλιόπουλος, Δανάη Μιχαλάκη.

 

Θέατρο Αθηνών, Βουκουρεστίου 10. Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, 9μ.μ. Σάββατο και Κυριακή, 6μ.μ.

Προηγούμενο άρθροΣυνέδριο : Η διασταύρωση της θρησκείας με τη λογοτεχνία (Τμήμα Φιλολογίας Παν/μιο Ιωαννίνων)
Επόμενο άρθροΑΦΙΕΡΩΜΑ 2, Πιέρ Πάολο Παζολίνι, Μεταξύ μύθου και πραγματικότητας, ο κινηματογράφος (του Λούκα Μπαντιράλι)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ