Το φύλο στο επίκεντρο. Πρώτες σκέψεις (της Βαρβάρας Ρούσσου)

0
1044

 

της Βαρβάρας Ρούσσου

 

Η Έδρα Κ. Π. Καβάφη του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν συγκέντρωσε σύντομα κείμενα από Έλληνες/ίδες ποιητές/τριες που εμφανίστηκαν τις δύο πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα με θέμα το εξεγερτικό πρόταγμα και φαινόμενο.[1] Στο πλαίσιο του εγχειρήματος η Βάγια Κάλφα εστιάζει στο φύλο και τη σεξουαλικότητα ως επαναπροσδιορισμό του πολιτικού. Στη βάση αυτού του κειμένου καταθέτω μερικές πρώτες σκέψεις, σχεδόν αυθόρμητες, μια αφορμή για παραπέρα διάλογο:

  1. Ο εξεγερσιακός χαρακτήρας έργων που επικεντρώνονται στο φύλο και τη σεξουαλικότητα έγκειται στη δυνατότητά τους να υπονομεύουν και να αποδομούν τη νόρμα του επιβεβλημένου ως φυσιολογικού κανονικού, να επιχειρούν να εγκαταλείψουν την έννοια της κανονικότητας και να εγκαθιδρύσουν την ανοιχτότητα όπου δεν θα έχει θέση το μη-επιτρεπτό. Έτσι θεμελιώνεται η επανατοποθέτηση έναντι στο πολιτικό, επανακαθορίζεται το πολιτικό το ίδιο ως μη ανδροκεντρικό αλλά ανοιχτό στην πολλαπλότητα των φύλων.
  2. Θα πρέπει να δεχτούμε ότι η σύγχρονη ποίηση γνωρίζει τάσεις και μεταστροφές αδιανόητες ίσως για την ποίηση παλαιότερων δεκαετιών, πριν, π.χ. τριάντα χρόνια. Θα πρέπει επίσης να σταθούμε στη μετάβαση αυτή, στην αλλαγή ποιητικού παραδείγματος με ανοιχτή ματιά. Τα δεδομένα αλλάζουν και ίσως η θεματική της κρίσης, ο Δεκέμβρης του ’08, τα χρόνια που ακολούθησαν να αφήνουν πλέον το ίζημά τους και να γίνονται υπόβαθρο ενώ αναφύονται νέα ζητήματα που κινητοποιούν νέους ή μεγαλύτερους ηλικιακά ποιητές/τριες: το προσφυγικό, τα δικαιώματα προσφύγων και μειονοτήτων, το φύλο, η ΛΟΑΤΚΙ θεματικές και το κουήρ, ( σε λίγο ίσως ο πόλεμος που επικρέμαται ως απειλή). Το ταξικό επαναθεωρείται με νέους όρους που απαιτούν διερεύνηση. Αρκεί η αριστερή μελαγχολία; Τέτοιες θεματικές που ανέφερα παραδειγματικά συνδέονται με νέους ποιητικούς τρόπους που κι αν δεν αποδίδουν πάντοτε μια υποδειγματική ποίηση με μελλοντική δυναμική και ιδιαίτερο βάρος, μια ποίηση με μέτρο τον ισχυρό μοντερνισμό που απέδωσε τόσο σημαντικούς καρπούς, αποτελούν αυτοί οι καρποί προτάσεις που επιχειρούν να θεμελιώσουν μια νέα ποιητική. Στάση αναμονής είναι, νομίζω, η αντίδραση και όχι άρνηση στο όνομα μιας παραδειγματικής παρελθοντικής ποιητικής που αποτελεί το υψηλό κριτήριο της κάθε σύγκρισης.
  3. Κομβικό θέμα είναι οι τρόποι με τους οποίους επικεντρώνονται οι ποιητές/τριες στο φύλο, το είδος και η διαύγεια της φωνής, η κατεύθυνση και οι βάσεις. Η απομάκρυνση από την επίμονη αναφορά στην ταυτότητα ή έστω η παραδοχή για ταυτότητες, ρευστές και ασταθείς. Η χρήση της γλώσσας και ο βαθμός ανανεωτικής δυναμικής της καθώς εμποτίζεται από την έννοια του φύλου ή της σεξουαλικότητας. Η απόφαση για την επανάληψη ή επαναθεώρηση μύθων και στερεότυπων αφού αναστοχαστούμε και για τα δύο, η διαμαρτυρία, η αγκύρωση σε θεωρίες ή η υπέρβασή τους, η διαχείριση του βιώματος. Όταν  η ποίηση επικεντρώνεται στο φύλο και τη σεξουαλικότητα ό,τι γενικά αποτελεί διακύβευμα φαίνεται δυσκολότερο: τέτοια ποίηση πρέπει να πείσει και όσους αποστρέφονται τις θεματικές αυτές με το πρόσχημα της «σοβαρής» ή «καλή» λογοτεχνίας. (εννοείται ότι ποίηση με θέμα το φύλο ή τη σεξουαλικότητα δεν είναι πάντα καλή -για κάποιους πάντα- αλλά και αντίστροφα).

Η αντίσταση για να αντισταθεί πρέπει να είναι σαν την εξουσία. Εξίσου επινοητική, εξίσου κινητική, εξίσου παραγωγική μ’ εκείνην. Πρέπει να έρχεται σαν την εξουσία, από «κάτω» και να διανέμεται με στρατηγικό τρόπο. (Μ. Foucault)

 

4. Ποίηση που επικεντρώνεται στο φύλο ή τη σεξουαλικότητα συνήθως αντιμετωπίζεται ως περιφερειακή (φύλο), περιθωριακή (σεξουαλικότητα), απευθύνεται σε γυναίκες (φύλο αφού η αναφορά στο φύλο παραπέμπει -λανθασμένα- στο γυναικείο), σε ομοφυλόφιλους (σεξουαλικότητα), είναι ποιοτικά κατώτερη (μπορεί και ναι αλλά ίσως όχι και με ποια κριτήρια;), δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται από καθολικότητα (άρα γιατί να διαβαστεί η κουήρ ποίηση; Ποιον αφορά; Γιατί τους αφορά όλους η φεμινιστική ποίηση; )

5. Αντιλαμβάνομαι σε ποιητικά ή κριτικά κείμενα ότι προβάλλεται ή υπόκειται η η αντίληψη πως το φύλο δε συνεπάγεται διαφοροποιήσεις θεώρησης των πραγμάτων εφόσον στην ποίηση η εμπειρία μετουσιώνεται σε πανανθρώπινο και άφυλο βίωμα και ότι η σεξουαλικότητα ταυτίζεται με τον κοινό σε όλους έρωτα και εν πάση περιπτώσει αποτελεί λεπτομέρεια το φύλο του ερώμενου προσώπου το δε σεξ είναι ιδιωτική υπόθεση «του κρεβατιού» που αν ποιητικοποιηθεί -χρειάζεται;- ανάγεται στο καθολικό -άρα άφυλο; Επίσης η τέχνη δεν θα αποτελέσει διέξοδο για να ζήσουν καλύτερα οι γυναίκες (ή τα κουήρ, ή τρανς) σε αυτόν τον κόσμο (εδώ ανήκει το ερώτημα τι σημαίνει γυναίκα, ποια γυναίκα, ποιες γυναίκες;). Αναρωτιόμαστε λοιπόν τι κάνει στο σήμερα η ποίηση ή τι μπορεί να κάνει και πάντως όχι να λύσει τα θέματα φύλων. Η ποίηση εκτός άλλων και διαλέγεται με τη θεωρία και επιδιώκει την επιτέλεση, και διαμαρτύρεται και καταγγέλλει δημόσια -αναγνώση και performance-.

6. Αναδίπλωση: για τις ποιήτριες. Ολοένα και περισσότερες καθιστούν το φύλο πρωτεύουσα ή δευτερεύουσα θεματική τους ή πάντως «γράφουν με το φύλο τους, από το φύλο τους» αλλά όχι με αποδέκτη μόνο το φύλο τους. Όλες (ή σχεδόν όλες) αυτοχαρακτηρίζονται γυναίκες, γράφουν λοιπόν ως γυναίκες κι αυτό είναι αναπόδραστο. (βλ. το παραπάνω ερώτημα για τον «ορισμό» γυναίκα).

7. Οι σημαντικές και διακεκριμένες ποιήτριες υπήρξαν επιδραστικές μεν μειονότητα δε, χωρίς να τεθούν ρητά τα αίτια και οι όροι αυτού του γεγονότος. Επίσης, η ανδροκρατούμενη κριτική αποτίμησε για ορισμένες την αξία του έργου τους και το μελέτησε αλλά συχνά λειτούργησε συγκριτικά -το σύγκρινε με εκείνο μεγάλων ποιητών αποστερώντας του την αυτονομία και ενισχύοντας την έμφυλη σύγκριση ως κριτήριο-, με έμφυλα πρότυπα -αναζήτησε έμφυλα πατριαρχικά στερεότυπα θεωρούμενα ως φυσικά στον ποιητικό λόγο-, αφαίρεσε τη σημασία του φύλου στον ποιητικό λόγο (βλ. παραπάνω), καθοδήγησε πατρονάροντας ανδροκεντρικά και γενικά άργησε δραματικά να αποτινάξει την έμφυλη ματιά προς τον γυναικείο λόγο.

8. Μπορούμε να υποστηρίξουμε την από-περιθωριοποίηση της γυναικείας ποίησης επειδή άλλαξαν τα αριθμητικά δεδομένα; Η έκρηξη έκδοσης γυναικείων ποιητικών συλλογών που αποτιμώνται ως σημαντικές ή πολύ καλές φαίνεται να αποτελεί ισχυρή διάσπαση της αντρικής επικράτειας. Ο αριθμός των ποιητικών συλλογών γραμμένων από γυναίκες άλλοτε υπολείπεται κατά μονό αριθμό εκείνων των αντρών ομότεχνών τους άλλοτε τις ξεπερνά και πάντως η δυναμική των νεότερων ποιητριών είναι ισχυρότατη.[2] Για παράδειγμα ενώ στη βραχεία λίστα των Κρατικών Βραβείων για το 2020 (εκδόσεις 2019) υπήρχε μόνο μια συλλογή γυναίκας (Φοίβη Γιαννίση) στους πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς με 3 γυναίκες στα 9 ονόματα, οι δύο ήταν ποιήτριες (Φ. Κανελλοπούλου και Ηλέκτρα Λαζάρ) και το βραβείο έλαβε η Ηλέκτρα Λαζάρ. Στα ίδια βραβεία για το 2021 (εκδόσεις 2020) στη βραχεία λίστα περιλαμβάνονται 4 ποιήτριες στα 8  ονόματα (Ευθ. Γιώσα, Μυρσ. Γκανά, Αν. Γρίβα, Μ. Λαϊνά) και 3 ποιήτριες στη λίστα πρωτοεμφανιζόμενων συγγραφέων (Αρ. Ζαΐμη, Μ. Μπλάνα, Τ. Τζιρίτα-Ζαχαράτου). Η βραχεία λίστα της ποίησης των βραβείων του περιοδικού Αναγνώστης για τα ίδια έτη διαμορφώθηκε ως εξής: Για το 2020 (εκδόσεις 2019) 3 γυναίκες περιλήφθηκαν στα 10 ονόματα (Δημ. Χριστοδούλου, Ειρ. Μαργαρίτη, Αθ. Παπαδάκη) και 2 στα 5 των πρωτοεμφανιζόμενων (Σ. Μασσάρου, Ελ. Παπαλαμπροπούλου). Για το 2021 (εκδόσεις 2020) 7 γυναίκες στα 10 ονόματα (Δημ. Αγγέλου, Μ. Αρχιμανδρίτη, Μυρ.Γκανά, Ζ. Δαράκη, Μ. Λαϊνά, Μ. Λιώση, Αρ. Παπαλεξάνδρου)  και στους/στις πρωτοεμφανιζόμενους/ες 8 στους 10 (Αρ. Ζαΐμη, Κορ. Καλούδη, Ελ. Καρρά, Έτ. Νιώπα, Σ. Περδίκη, Τ. Τζιρίτα-Ζαχαράτου, Σ. Χατζηδημητρίου, Ε. Χρόνη) ενώ και στις δύο περιπτώσεις τα βραβεία έλαβαν γυναίκες (Λαϊνά και Τζιρίτα-Ζαχαράτου αντίστοιχα). Όπως είναι εμφανές, παλαιότερες ποιήτριες με ήδη παγιωμένο ιδίωμα, σημαντικό όγκο ποιητικής παραγωγής και με σημαίνουσα θέση στο νεότερο ποιητικό τοπίο (Δαράκη, Λαϊνά, Παπαδάκη, Χριστοδούλου) συνυπάρχουν με νεότερες. Όπως επίσης είναι εμφανές όσο μειώνεται το ηλικιακό όριο τόσο αυξάνει ο αριθμός των ποιητριών -και αυτό θα δείξω με δεδομένα με τη δημοσίευση επόμενου μελετήματος. Μπορεί λοιπόν η αριθμητική αύξηση να ταυτιστεί με από-περιθωριοποίηση; Η καταφατική απάντηση θα πρέπει να είναι πειστική αλλά δεν είναι και απλή ούτε μονολεκτική. Νομίζω η βάση της απάντησης είναι η διερώτηση «τι άλλαξε και πώς άλλαξε».

Τελικά, θα κλείσω εδώ ελπίζοντας ότι ανοίγεται ο διάλογος, πολλά υπο-ερωτήματα αλλά η ουσία του μένει η ανοιχτότητα.

 

[1]Εξέγερση: Η ρήξη με την παράδοση και η σύγκρουση με την εξουσία https://lsa.umich.edu/modgreek/window-to-greek-culture/_—revolt.html?fbclid=IwAR2aG7Bms29RHkLh0uZ9lfFc1gByBPuX_z18Xe8_8R93InMUNva3WeMfXZ

[2] Τα πλήρη στατιστικά στοιχεία για τα τελευταία δέκα χρόνια θα σχολιαστούν σε προσεχή έκδοση στις αρχές του επόμενου έτους για τις ποιήτριες της περιόδου 2010-2022.

Προηγούμενο άρθροΕγκλήματα και ιδέες (της  Χρύσας Σπυροπούλου)
Επόμενο άρθροΟ ρουφιάνος στα ράφια (του Γιάννη Πάσχου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ