Tης Έλενας Χουζούρη.
Ο Νικόλας Σεβαστάκης ανήκει στους διανοούμενους που στη μονοδιάστατη εποχή μας επιμένουν να φλερτάρουν με το προφίλ του αναγεννησιακού ανθρώπου. Η κριτική και στοχαστική του διάσταση, η εν εγρηγόρσει σκέψη και ευαισθησία του εξακτινώνεται σε πολλά επίπεδα γραπτού λόγου με κοινούς όμως άξονες. Με εξαιρετικές σπουδές και με εμβάθυνση στο φιλοσοφικό σύμπαν του Χάιντεγκερ , με στέρεες οικογενειακές καταβολές – να θυμίσω ότι ο πατέρας του ήταν ο θεατρικός συγγραφέας και διανοούμενος της Αριστεράς Αλέξης Σεβαστάκης και ο μεγαλύτερος αδελφός του είναι ο ζωγράφος και καθηγητής στην Αρχιτεκτονική Αθηνών Δημήτρης Σεβαστάκης- ο Νικόλας εμφανίζεται στα γράμματα το 1987 σε ηλικία 23 ετών με την ποιητική συλλογή «Οικείο φεγγάρι» [εκδ. Ηριδανός] όπου ήδη ανιχνεύονται τα χαρακτηριστικά εκείνα που σταδιακά θα διαμορφώσουν το λογοτεχνικό του προφίλ. Και στο λογοτεχνικό του προφίλ εντάσσω και τα δοκίμιά τα οποία –κατά την άποψή μου-φλερτάρουν σαφώς με τη λογοτεχνία, επιφυλάσσοντας τον ρόλο του δευτεραγωνιστή στον ακραιφνώς δοκιμιακό λόγο. Είκοσι εφτά χρόνια λοιπόν μετά από εκείνη την πρώτη νεανική του εμφάνιση ο Νικόλας Σεβαστάκης – καθηγητής πλέον Πολιτικής Φιλοσοφιας στο ΑΠΘ- μετράει ήδη τέσσερις ποιητικές συλλογές και εννιά μελέτες και δοκίμια , χωρίς να υπολογίσουμε την άκρως ευαισθητοποιημένη ως προς τις συνεχείς προκλήσεις της εποχής μας, καίρια και τολμηρή παρεμβατική αρθρογραφία του. Θεωρώ λοιπόν την, και επισήμως, είσοδό του στην πεζογραφία, αναμενόμενη. “Mικρά πεζά διηγήματα και βινιέτες» χαρακτηρίζει ο ίδιος ο συγγραφέας τις πρώτες πεζογραφικές του καταθέσεις, τριανταδύο συνολικά τον αριθμό. Αν έχεις παρακολουθήσει την πορεία του Νικόλα Σεβαστάκη, στην ποίηση και στο δοκίμιο, δεν θα δυσκολευτείς να τον αναγνωρίσεις και στην πεζογραφία του. Να αναγνωρίσεις την ήρεμα αποστασιοποιημένη και ταυτόχρονα και μελαγχολικά στοχαστική ματιά του για ό,τι μπορεί να κρύβεται πίσω από τις φωτοσκιάσεις, τα περιγράμματα, τις αποχρώσεις, τα ημιτόνια, τις φαινομενικά ασήμαντες αλλά, εντέλει, εξαιρετικά σημαντικές λεπτομέρειες του βίου. Μια ματιά αμφίθυμη που ενώ εμφανίζεται διακριτική και χαμηλών τόνων κατορθώνει να σπέρνει αμφιβολίες και ερωτηματικά. Όπως, λόγου χάριν, το φώς του Σεπτεμβρίου, «αυτό το φως της αμφιβολίας» που «έμοιαζε με ντροπαλή θεότητα, που επικύρωνε την αταραξία χωρίς ίχνος απειλής: υποσχόταν μια ζωή χωρίς άθλιες τιμωρίες και περιττές κατακρίσεις, μια ζωή διακριτικής απραξίας. Από εκεί μπορούσε να ξεκινήσει μια συγκεκριμένη προδιάθεση του νου, η επιθυμία να ζήσει κανείς προσποιούμενος ότι μετέχει στην ιστορία εκπληρώνοντας συνετά τα καθήκοντά του» αντιγράφω από το εισαγωγικό πεζογράφημα « Fuga Diurna.
Tα θέματα που έχουν απασχολήσει τον Νικόλα Σεβαστάκη στα δοκίμιά του επανέρχονται κι εδώ με τον τρόπο της πεζογραφίας αλλά και με το άρωμα της ποίησης, ως διάθεση και αίσθηση περισσότερο. Πύκνωση νοημάτων, λεπταίσθητοι υπαινιγμοί, διακριτικά ευφάνταστες μεταφορές, υπόγειος τονισμός, ένας φαινομενικός ρεαλισμός που αυτοϋπονομεύεται διαρκώς, αφήνοντας πίσω του περισσότερα ερωτηματικά από όσα θέτει αρχικά. Υπάρχουν όμως δύο βασικές συντεταγμένες πάνω στις οποίες στήνει τα πεζογραφήματα-διηγήματα του ο συγγραφέας:O χώρος και ο χρόνος. Τα πεζογραφήματά του μπορούν να διαβαστούν ως μια βιογραφική κατάθεση εν προόδω η οποία εξελίσσεται στον χρόνο εγκολπώνοντας όχι μόνον ιδιαιτερότητες του ατομικού βίου αλλά και του συλλογικού αφού ο πρώτος εντάσσεται στον δεύτερο. Ο αφηγητής ως παιδί και ως έφηβος τη δεκαετία του 1970, ως μετέφηβος και ενήλικος τη δεκαετία του 1980, ως ώριμος σήμερα. Γύρω του θραύσματα εικόνων, συμπεριφορών, ακουσμάτων, συναισθημάτων που στοιχειοθετούν το συλλογικό μας προφίλ δια μέσου των προηγούμενων δεκαετιών έως σήμερα. Οι προσωπικές προσλήψεις διαπλέκονται με τις συλλογικές, με υπόβαθρο τον αναστοχασμό που οδηγεί στην αποστασιοποίηση και την αμφιβολία. Οι χώροι, αντίστοιχοι με τον ατομικό βίο: Σάμος, Αθήνα, Λυών, Θεσσαλονίκη.
Από τις πεζογραφικές καταθέσεις του Ν. Σεβαστάκη στέκομαι ιδιαίτερα στο έξοχο και με αρκούντως νεωτερικές αφηγηματικές καταβολές «Ναΐλά [σκηνές μιας ιστορίας από τη Λυών], στο πεζογράφημα –που θα μπορούσε να διαβαστεί και ως παραβολή- «Γυναίκα με ποδήλατο» και που παρέχει τον γενικό τίτλο στη συλλογή, «Ο εξόριστος και η γιαγιά», ένα τρυφερό πεζογράφημα, με αγαπησιάρικες αναφορές στις αριστερές οικογενειακές καταβολές του συγγραφέα – είναι σαφές για όσους γνωρίζουν ότι ο εξόριστος είναι ο πατέρας του Ν. Σεβαστάκη-αλλά και με παιδιάστικη σχεδόν κριτική διάθεση απέναντι στη…γιαγιά [βλέπε Σοβιετική Ένωση], «Η νεκρή ζώνη» και «Ο άνθρωπος στο σπίτι». Έχω κάποιες ενστάσεις ως προς το αφηγηματικό χτίσιμο και αποτέλεσμα στα διηγήματα «Η μουσική της αναχώρησης» και «Ο Γκριγκόρ ένα φάντασμα» παρά την αναμφισβήτητη ατμόσφαιρα που δημιουργούν. Βρίσκω ότι τα μικρής επιφάνειας πεζά είναι πολύ δραστικά. Διαθέτουν έντονη εσωτερική ενέργεια, ευθυβολία, πυκνότητα. Αναμένουμε την επόμενη πεζογραφική ή και ποιητική εμφάνιση του πολύπλευρου συγγραφέα.
INFO: ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ: ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕ ΠΟΔΗΛΑΤΟ [εκδ. ΠΟΛΙΣ]