Έφυγε στις 31 Μαίου 2024 η ποιήτρια Άντεια Φραντζή. Η συντάκτις μας Βαρβάρα Ρούσσου σε ένα παλιότερο άρθρο της για το σύνολο του έργου της όπως δημοσιεύτηκε στη συγκεντρωτική της έκδοση το “Έσω χάραγμα”(εκδ. σεστίνα)
της Βαρβάρας Ρούσσου
Εννέα ποιητικές συλλογές μεταξύ 1978-2014 συν την πρώτη εμφάνιση στο συλλογικό «Ποίηση 7» του 1975 απαρτίζουν το Έσω Χάραγμα, τη συγκεντρωτική έκδοση που στεγάζει το ποιητικό έργο της Άντειας Φραντζή στο διάστημα 1975-2015.
Ερευνήτρια, και από το 1985 καθηγήτρια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στο ΑΠΘ, με ευρύ φιλολογικό έργο, η Φραντζή εμφανίζεται στα μέσα της δεκαετίας του ’70 και τυπικά εντάσσεται στους/στις εκπροσώπους που πρωτοεκδίδουν/δημοσιεύουν μεταξύ 1970-80. Η παρουσία της είναι ιδιαίτερα αισθητή στη δεκαετία του ’80, με τέσσερις συλλογές, ακολουθεί μόνον μια στο ’90 για να επανέλθει στη δεκαετία του 2000 με μια συγκεντρωτική (1975-2010) και τρεις νέες.
Ο σφικτά δομημένος λόγος της Φραντζή, απογυμνωμένος από σχήματα με την εικονοποιΐα των δύο πρώτων κυρίως συλλογών υποβάλλει έναν ισορροπημένο λυρισμό. Ήδη από τα ποιήματα του 1975 και του 1978 είναι φανερή η τάση πύκνωσης και οικονομίας των μέσων, η εστίαση σε μια κομβική στιγμή ξεδιπλώνοντας μια εικόνα, ενίοτε φυσικού τοπίου, που αποδίδεται με αυστηρή λιτότητα, μόνον με τα βασικά στοιχεία μιας πρότασης. Συχνά, τέτοιας τεχνικής ποιήματα καταλήγουν σε μια συστροφή που διαφεύγει από το συγκεκριμένο, σχεδόν κυριολεκτικό, της εικόνας στο αφαιρετικό του (ανα)στοχασμού. Στη δεκαετία του ’80 η εικονοποιία αλλάζει και μειώνεται η αναφορικότητα ενώ αυξάνεται η στοχαστική αυτοέκθεση και μάλιστα στη συλλογή Μεταποίηση υλικών (1982), όπου το πρώτο ενικό-φορέας ποιητικού λόγου επιβάλλεται, η έντονη σωματικότητα επιτείνει την αυτοαφήγηση, πράγμα που συνεχίζεται στην επόμενη συλλογή και, με διαφορετικούς τρόπους, στις λοιπές. Στο Σχεδόν αίνιγμα (1987) ο λόγος φτάνει στο απόγειο της γυμνότητας με τη διαδοχική στίξη να επιβάλλει ασθμαίνοντα ρυθμό. Με βάση την θεματική του αγέννητου παιδιού στο Στεφάνι (1993) αναπτύσσεται μια ποιητική πένθους ως σταδιακή συνείδηση της απώλειας και του θανάτου. Η τελετή στο κύμα (2002) εισάγει έντονα το στοιχείο της ειρωνείας που στρέφεται και προς την ίδια την ποιητική πράξη καθώς παρουσιάζεται μια σειρά ποιημάτων ποιητικής. Στο Φευγαλέα (2010) οι φυσικές εικόνες παραμένουν συνδυασμένες με το πρώτο πρόσωπο της διαρκούς αναζήτησης του εαυτού.
Ένα ακόμη διακριτό στοιχείο είναι το διακείμενο άλλοτε ως ένθεση πλαγιογραφημένων στίχων άλλοτε ως μάλλον εμπρόθετη ανάκληση. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ευρύ φάσμα το οποίο διαπερνά τα ποιήματα της Φραντζή αρθρώνοντας πλήθος διαλόγων που εμπλουτίζουν την ποιητική της .
Η λεκτική οικονομία συνδυάζεται με τη συντομία: σύντομα ποιήματα, ακόμη και όταν συνενώνονται αριθμημένα αποτελώντας ένα μεγαλύτερο, (πάγια τακτική της Φραντζή), ολιγόστιχες στροφές, ολιγοσύλλαβος ελεύθερος στίχος -με λίγες εξαιρέσεις πιο εκτεταμένων στίχων- όπου όλα τα στοιχεία γίνονται εκμεταλλεύσιμα: ο διασκελισμός, η επανάληψη λέξεων και η ηχητική πλευρά τους, η προσεγμένη και συχνή χρήση των σημείων στίξης που καθοδηγούν την ανάγνωση δημιουργώντας πολλαπλές παύσεις (παύση/τέλος στίχου και συχνά αμέσως μετά παύση/τελεία): «Φρεσκο-/κομμένη πέτρα/λατομείου ανασαίνει/θυμάρι˙ μέλισσα/στην κυψέλη σου/φωλιασμένη/ περιμένεις την άνοιξη˙ με δε λες ν’ ανοίξεις/ την πόρτα σου./ («Η περιπέτεια μιας περιγραφής»).».
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’80, στη φάση κυριαρχίας του ελεύθερου στίχου, οι δημιουργοί αξιοποιούν τις δυνατότητές του, την παρελθοντική του (μισού αιώνα) γόνιμη χρήση, συμπυκνώνοντας τον στο στίχο-λέξη ή εκτείνοντάς τον έως την πεζολογία. Ας μην λησμονούμε ότι πρόκειται για ένα ηλικιακό φάσμα ποιητών/τριών που γαλουχήθηκαν και με την έμμετρη ποίηση ώστε γι’ αυτούς/ές ο ελεύθερος στίχος αποτελεί δημιουργικό πεδίο. Ορισμένοι, σταδιακά αλλά σύντομα, θα τον οδηγήσουν, εμπλουτίζοντάς τον, στο άλλο άκρο, την αυξημένη έως πλήρη εμμετρότητα. Έτσι, η Φραντζή επεξεργάζεται τον ελεύθερο στίχο της έως ότου οδηγείται σε φόρμες έμμετρες και ποιήματα σταθερής μορφής. Ψήγματα μέτρου αλλά σε ελευθερόστιχο πλαίσιο βλέπουμε ήδη από το 1982 («Τα ατίθασα δίστιχα»).
Αργότερα, στο Στεφάνι (1993) πλέκεται ένα στεφάνι σονέτων που λοξοκοιτάζουν την παραβίαση της σταθερής μορφής με διασκελισμούς αλλά διατηρούν την αρτιότητά τους και συνδέονται με το παρελθόν τόσο μορφικά όσο και λεξιλογικά. Θα έλεγα ότι η όψιμη «νεοφορμαλιστική» τάση θεματοποιείται στο ποίημα με τίτλο το στίχο του Λ. Μαβίλη, (που ερμηνεύεται ποικιλότροπα συνδυαστικά με ολόκληρη τη συλλογή) «Άμε χάσου ξερή φιλολογία» (Τελετή στο κύμα 2002): «ρίχνω λοιπόν τους νέους ήχους/ μες στο παμπάλαιο νερό.» ως μια πιθανή παραπομπή στο μπλόγκ «Νέοι ήχοι σε παμπάλαιο νερό» που, υπερασπιζόμενο την επιστροφή στην εμμετρότητα, δημοσιεύει παλαιά και νέα έμμετρα ποιήματα. Το σονέτο κρίνεται πρόσφορο για την ποιητική της και το 2012 η Φραντζή εκδίδει τη συλλογή 7 Νυχτερινά σονέτα+ 1 στροφή. Αλλά η τάση αυτή προς τις έμμετρες μορφές δεν γίνεται προσκόλληση εφόσον υπάρχουν και άλλοι μορφικοί πειραματισμοί, όπως τα πεζόμορφα τριμερή «Τελετή στο κύμα» και «Επιπλέον κύμα» στη συλλογή του 2002 ή το διπλό διαλογικό ιδιαίτερα ενδιαφέρον «Ο Πέτρος και η Βαρβάρα» (Φευγαλέα 2010).
Όπως διαγράφονται έκτυπα οι μορφολογικές επιλογές της ποιήτριας, έτσι διακρίνεται η θέση της ταυτοτικής συνθήκης γυναίκα. Η Φραντζή (με σπουδές και στο Παρίσι) δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη από τη φεμινιστική θεωρία και πρακτική του ‘60 και ‘70. Παρά την έντονη δράση, μεταπολιτευτικά στην Ελλάδα, του οργανωμένου πια γυναικείου κινήματος, η Φραντζή στην ποίησή της δεν γίνεται καταγγελτική, όπως γενικά δεν ακολουθεί την οξεία γλώσσα άλλων ομοτέχνων της εκείνης της περιόδου. Στην πρώτη ακόμη εμφάνισή της, το 1975, το γυναικείο σώμα απαντά ως φορέας επιθυμίας και γνώσης/αυτογνωσίας («Η Ελισάβετ πλενόταν/με τον τέντζερη στο υπόγειο˙ έτσι γνώρισα με πάσα λεπτομέρεια/ την τρυφεράδα του στήθους.» -«Δυο κολώνες με φύλλο ακάνθης»). Το «Δίχως να μπορώ να φωνάξω/ τι είναι αυτό που γυρεύω/γιατί δεν το ξέρω.» («Επί τροχών») η γυναικεία αυτογνωσία και εμπειρία, και γενικά το βίωμα του εγώ στον κόσμο, υπόκεινται σε σταδιακή συνειδητοποίηση: «Πεπιεσμένο χαρτί γίνομαι και τσακίζω/δίχως να σπάζω/όπως θα ήταν επόμενο ως βάζο.» («Ως Βάζο» Μεταποίηση υλικών 1982 όπου, όπως στο εν λόγω ποίημα η ειρωνεία). Το «Ανθρωπολογία» «Δεν ξέρω από γέννα/ σημαίνει δεν ξέρω/ από θάνατο (Μεταποίηση υλικών (1982) ή λ.χ. «Με το κλαδευτήρι» όπου το εγώ από φυτό γίνεται κηπουρός δηλαδή επενδύεται το αντρικό κυρίως γνώρισμα της δύναμης, αποτελούν παραδείγματα του τρόπου με τον οποίον η Φραντζή εισάγει τη γυναικεία εμπειρία στα ποιήματά της. Υφίσταται δηλαδή ως καταστατική συνθήκη αλλά απαλλαγμένη από την έννοια της διαμαρτυρίας και εστιάζοντας στην έννοια της συγκρότησης γυναικείου εαυτού.[1] Το γυναικείο υποκείμενο εκφοράς, σταθερά πρωτοπρόσωπο, πάντοτε έμφυλο και ενσώματο, αυτοπαρατηρείται. Το αγέννητο παιδί -η μη εκπλήρωση ενός ρόλου κοινωνικά επιβεβλημένου αλλά συναισθηματικά επιθυμητού γίνεται μια επανερχόμενη θεματική που συνάπτεται με τη μήτρα / γυναίκα.
Παρουσιάζοντας συνολικά το Έσω Χάραγμα, κι ενώ η θεώρησή του δεν εξαντλείται στα παραπάνω, μου μένει η αίσθηση ότι πράγματι πρόκειται για τα χαράγματα που η επεξεργασμένη εμπειρία δημιουργεί και ο ποιητικός λόγος τα αφήνει στο χρόνο, στην αναγνωστική συνείδηση, στο υπερβατικό ή όλως πραγματικό σύμπαν που μπορεί να αποτελεί η ποίηση.
[1] Παραπέμπω στις φράσεις της ποιήτριας στο «Γυναικείος ή αντρικός λόγος; Η περίπτωση της Ρέας Γαλανάκη» Περιφερειακό Συνέδριο «Γυναίκα και Λογοτεχνία», Κομοτηνή 1995 και βέβαια τις θέσεις της στο γνωστό συλλογικό Υπάρχει, λοιπόν, γυναικεία ποίηση; Για λόγους οικονομίας παραλείπω λοιπά βιβλιογραφικά στοιχεία.
Άντεια Φραντζή, Tο Έσω Χάραγμα 1975-2015, εκδ. Sestina 2021
Βρες το εδώ