“To τρενάκι του τρόμου”, 32 χρόνια Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (του Λευτέρη Ξανθόπουλου)

0
353

του Λευτέρη Ξανθόπουλου

 

Αυτό που ονομάζουμε σήμερα «Thessaloniki International Film Festival» (Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης), ξεκίνησε το 1960 με την επωνυμία «Εβδομάς Ελληνικού Κινηματογράφου». Την πρωτοβουλία για την ίδρυσή του είχε ο σπουδαίος διανοητής Παύλος Ζάννας από κοινού με τον καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Λίνο Πολίτη και μικρή ομάδα πνευματικών ανθρώπων. Η εισήγηση προς το Υπουργείο Βιομηχανίας υποβλήθηκε από το Πολιτιστικό Σωματείο «Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία Τέχνη», που είχε ιδρυθεί το 1952. Η «Εβδομάς» έγινε πραγματικότητα και η διενέργειά της ανατέθηκε στους δοκιμασμένους μηχανισμούς και τις δομές της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης.

Στις 20 Σεπτεμβρίου 1960 κηρύσσεται πανηγυρικά στην πόλη της Θεσσαλονίκης η έναρξη της πρώτης «Εβδομάδος» στον κινηματογράφο «Ορφέας» και παρουσιάζεται στην κοινωνική ζωή της πόλης ως το μείζον κοσμικό και καλλιτεχνικό γεγονός. Τριάντα δύο χρόνια αργότερα, το 1991 και καθώς πέφτει η αυλαία του 32ου «Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου», όπως μετονομάστηκε στην πορεία του και υιοθετήθηκε στο μεταξύ από το Υπουργείο Πολιτισμού, ανακοινώνεται ότι η εκδήλωση αναβαθμίζεται από την επόμενη χρονιά και ότι θα οργανώνεται πλέον και θα λειτουργεί με την επωνυμία «Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης»

Ο μακεδόνας συγγραφέας Νίκος Γκροσδάνης, μόνιμος κάτοικος Θεσσαλονίκης, με την ιδιότητα του φανατικού κινηματογραφόφιλου, παρακολουθεί από την έναρξη του θεσμού όλα τα Φεστιβάλ, αντιμετωπίζει τις ελληνικές ταινίες καλοπροαίρετα και φιλικά και όλα αυτά που βλέπει και ακούει θα καταγραφούν εντός του και θα αποτελέσουν τα προσωπικά του βιώματα, τα οποία μεταφέρει σήμερα στο βιβλίο του∙  σε τούτο ακριβώς έγκειται η αξία της μαρτυρίας του.

Γίνεται φανερή η προσπάθειά του να θυμηθεί και να ανασύρει και την παραμικρή λεπτομέρεια από όλα όσα συνέβησαν, που σήμερα θα είχαν κάποιο ιστορικό ή συναισθηματικό (νοσταλγία) ενδιαφέρον. Συμβουλεύεται τις χειρόγραφες σημειώσεις που κρατούσε συστηματικά, ανατρέχει στο πλούσιο ιδιωτικό του αρχείο με το οπτικό υλικό, τα δημοσιεύματα και τα αποκόμματα ή χρησιμοποιεί τις ειδήσεις και τις ανταποκρίσεις από εφημερίδες της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας, προκειμένου να φέρει στην επιφάνεια και να διασώσει ό,τι πιο χρήσιμο και αξιοσημείωτο για την πορεία και την ιστορία του Ελληνικού Κινηματογράφου από εκείνες τις εποχές.

Δεν υπάρχει ηθοποιός, σκηνοθέτης, παραγωγός, ταινία μικρού ή μεγάλου μήκους, ντίβα ή σταρ, σκάνδαλο ή σκανδαλάκι που να μην έχει παρελάσει από εκείνα τα επαρχιακά, κυριολεκτικά και μεταφορικά Φεστιβάλ και κατ’ επέκταση από τις σελίδες του Γκροσδάνη. Επιτέλους, ένα βιβλίο που μιλάει ανοιχτά για τα ανομολόγητα πάθη, τα ήθη και τις συμπεριφορές, κατά φύσιν και παρά φύσιν της συντεχνίας μου.

Ο Νίκος Γκροσδάνης ξεκίνησε τη θητεία του σαν μόνιμος και σταθερός «επαγγελματίας» θεατής στον διαβόητο Β΄ εξώστη, τη γαλαρία δηλαδή με τα άταχτα παιδιά, τους αλητόβιους και τους ταραξίες που δημιουργούσαν ένα χαοτικό περιβάλλον από φωνές, ύβρεις, συνθήματα και σφυρίγματα κατά την διάρκεια της προβολής της ταινίας στο Θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, με την οποία υποτίθεται ότι διαφωνούσαν είτε ιδεολογικά είτε αισθητικά, είτε είχαν κάποιου είδους βεντέτα, χωρίς κανένα απολύτως φανερό λόγο.

Με τα χρόνια, ο πωρωμένος κινηματογραφόφιλος Νίκος Γκροσδάνης άρχισε να παίρνει τις αποστάσεις του από τους μονίμως διαμαρτυρόμενους, φωνασκούντες θερμόαιμους της γαλαρίας, κατέβηκε στον Α΄ εξώστη, διαχώρησε οριστικά τη θέση του από τους ασχημονούντες πρώην συντρόφους του και μετά βρέθηκε στην πλατεία, όπου μπορούσε πλέον να παρακολουθεί ανενόχλητος και να απολαμβάνει τις ταινίες, χαράσσοντας σήμερα με το βιβλίο του, χωρίς να το γνωρίζει τότε, μια διαδρομή αυτογνωσίας για την Ελληνική ταινία και το περιβάλλον της.

Η δουλειά του Γκροσδάνη, που ευτυχώς για εμάς δεν εγείρει αξιώσεις μελέτης ή συγγράμματος πανεπιστημιακού τύπου, δεν περιέχει στατιστικά στοιχεία, δεν προχωράει σε βαρύγδουπες αναλύσεις ή δογματικά συμπεράσματα, μας παρουσιάζεται πλήρως τεκμηριωμένη στην προσεγμένη έκδοση των εκδόσεων της Θεσσαλονίκης «Επίκεντρο».

Ο λόγος του, λόγος ταπεινός και άμεσος, είναι γεμάτος κατανόηση και συμπόνοια για τον φτωχό και ταλαίπωρο νέο ελληνικό κινηματογράφο. Η γραφή του, που καταφέρνει να ανασυστήσει τη θερμοκρασία και το κλίμα της εποχής, συχνά θυμίζει πολεμικές ανταποκρίσεις από πεδία μαχών, τα λόγια του ασθμαίνουν, μπερδεύονται, πέφτουν και ξανασηκώνονται, κινούνται βιαστικά με τον φόβο μην ξεφύγει κάτι, μην χαθεί κάποιο σημαίνον περιστατικό, κάποιο ενδιαφέρον γεγονός.

Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης είναι γνωστό και διαβόητο περισσότερο για τις αποτυχημένες επιλογές, τις αδικίες, τις σκοπιμότητες και τις αστοχίες των επιτροπών κρίσεως (της προκριματικής και της τελικής του διαγωνιστικού) που βγάζουν μάτι, παρά για τις επιτυχίες του. Η πρώτη αυτή περίοδος του Φεστιβάλ, που μας παρουσιάζει ο Γκροσδάνης δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα εφιαλτικό τρενάκι του τρόμου σε φτηνό συνοικιακό λούνα παρκ.

info: Νίκος Γκροσδάνης Θυμάμαι… 32 χρόνια Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης,  πρόλογος Παντελής Βούλγαρης, εκδ. Επίκεντρο 2017.

 

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΕκπλήξεις για το Βραβείο των Βραβείων – Χρυσό ManBooker (της Αλεξάνδρας Σαμοθράκη)
Επόμενο άρθροH σχέση μου με το σχολείο: από μαθήτρια δασκάλα (της Ελένης Χοντολίδου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ