της Βαρβάρας Ρούσσου (*)
Μεταμορφώσεις τιτλοφορείται το έργο του Λατίνου ποιητή Οβίδιου που, αντλώντας από αρχαιοελληνικούς μύθους με θέμα μεταμορφώσεις, σκηνοθετεί μια σειρά μυθικών περιστατικών. Με το Ρωμαίο ποιητή η Παπακώστα φαίνεται ήδη γνώριμη: η Κάρμεν Οβίδη (Carmen Ovidi) της πρώτης συλλογής της ονοματοδοτείται με λατινικό τρόπο: carmen-inis το τραγούδι Ovidi του Οβίδιου.
Η Παπακώστα μας καλεί να προβληματιστούμε με τον τίτλο της δεύτερης ποιητικής της συλλογής: Οι Μεταμορφώσεις, τι είδους αλλαγές μορφής, συντελεσμένες ή μέλλουσες, υπονοούν; Ή πρόκειται για σατιρική παραφθορά (με τόνο ισπανόφωνο) της λέξης «μεταμορφώσεις», εκδοχή που υποστηρίζει και η τελευταία σελίδα αφιερωμένη κλασικά στις ευχαριστίες αλλά που εδώ μεταμορφώνεται και αυτή σε «γκρά[θ]ιας»;
Η συλλογή της Παπακώστα ξεκινά με μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνθήκη που τη θέτουν εξαρχής τα μότο. Το γενικό τους νόημα συνίσταται στο ερώτημα του πόσο πραγματική είναι η πραγματικότητα, ή ποια είναι τα όρια του φανταστικού και του πραγματικού. Οι μεταμορφώσεις λοιπόν μήπως αποτελούν μεταιχμιακό παιχνίδι του ορατού και του αόρατου, του υποτιθέμενου αληθινού και του φαντασιακού; Στο τελευταίο ποίημα της συλλογής (The art of finding) τα επανειλημμένως απωλεσθέντα γυαλιά («Κάθε φορά που/Βρίσκω τα γυαλιά μου») ξαναβρίσκονται και η διασαλευμένη, χωρίς αυτά, εικόνα του κόσμου αποκαθίσταται, οπότε κάθε φανταστικό-μυθικών διαστάσεων ον, εντύπωση, συναίσθημα επανέρχεται στο πραγματικό του σχήμα, όχι πάντα ευπρόσδεκτο «Και νιώθω δυσανάλογα ευτυχισμένη» τελειώνει η συλλογή με την αποκατάσταση της αισθητής πραγματικότητας. Στα πρώτα ποιήματα η υποκείμενη από τα μότο παιγνιώδης αρχή των μεταμορφώσεων έρχεται εύστοχα στο προσκήνιο με τα «Φυσική ιστορία» (πρώτο της συλλογής), «Pas de deux», και κυρίως με τα (τέταρτο και πέμπτο της συλλογής) «Reunion» και «Ψευδο-Αριστοτέλης» («Κυρία, μην ακούτε τον Λακάν. Να προτιμάτε τα σταφύλια του Ζεύξιδος/απ’ την κουρτίνα του Παρράσιου»). Στο δεύτερο αυτό, ο μύθος των ζωγράφων Ζεύξιδος και Παρράσιου, που βασίζεται στο μείζον καλλιτεχνικό ζήτημα περί πιστής αντιγραφής/αναπαράστασης του πραγματικού, συμπλέκεται με τον Λακάν, οπότε η έννοια του φανταστικού/πραγματικού μεταφέρεται στον Εαυτό/Άλλο και εισάγονται οι λακανικές εκδοχές του φαντασιακού και του συμβολικού (επομένως τη γλωσσική διάσταση).
Ποιήματα όπου προτάσσονται οι ποικίλες εμπειρίες του εγώ επιβεβαιώνουν ότι κάθε είδους μεταμόρφωση (π.χ. έρωτας, πένθος, ηλικιακή ωριμότητα), ως αλλαγή μορφής, δεν είναι ανώδυνη. Για παράδειγμα, η απώλεια της μητέρας τροφοδοτεί μια σειρά ποιημάτων («Το χαμόγελο της μητέρας μου», «Η πίττα εκεί», «Τα νέα της», «Έτσι, στα ξαφνικά», «Pervert» «Κυριακή») που αν και αποκαλύπτουν την ψυχοσυναισθηματική πηγή τους ισορροπούν τεχνικότατα τη δραματική αίσθηση με την απέριττη, πραγματολογική σχεδόν, καταγραφή: «Μόλις της πω πως έρχομαι/Θα ανοίξει φύλλο σαν δαντέλα» «Η πίττα εκεί»). Οι άλλες βιωματικές πηγές: ο έρωτας (π.χ. «Θερμαΐκός» «Πάντων πατήρ», όπου, και στα δύο, η αλλαγή «μορφής» ταυτίζεται με την αλλαγή τόπου ζωής, «Κρυφτό» κλπ), η σχέση με τον κόσμο και η παρατήρηση της καθημερινότητας («Attica», «ΕΜΥ»), ο χρόνος («Islands (an experimental movie)» ποίημα ενηλικίωσης όπου τα ταξίδια σε νησιά συνδηλωτικά σηματοδοτούν την πάροδο του χρόνου/ μεταμόρφωση), η ποίηση και οι ποιητές (π.χ. «Fernando» για τον Πεσσόα, «Είμαι η Μαρία, γιορτάζω σήμερα» όπου η φωνή εκφοράς αποδίδεται στην Πολυδούρη κ.ά.). Τα «Reunion» και «Ψευδο-Αριστοτέλης» εισάγουν τη μορφολογική επιλογή των δυαδικών ποιημάτων που διαλέγονται διφωνικά, σαν να επιχειρούν μια μπαχτινική διαλογικότητα στη μονοφωνικότητα της ποίησης ή μια διφωνία όπου ο εαυτός επιχειρεί να παρατηρήσει και να σχολιάσει αποστασιοποιημένα ως άλλος. Έτσι, προκύπτει μια σειρά τέτοιων «διπλών» ποιημάτων εκ των οποίων το πρώτο συνήθως είναι πεζόμορφο, όπως τα «Timeline»- «Exercise», «Brooklyn» -«Συστάσεις». Από την άποψη της μορφής η Παπακώστα πειραματίζεται εύστοχα με στίχους πολυσύλλαβους αλλά και σύντομους, με τα διαλογικά δίστιχα και τα πεζόμορφα ποιήματα.
Πάντως, η Παπακώστα ό,τι οδυνηρό κι αν θεματοποιεί, υπογειώνει τη βαθύτερη οδύνη και το αποδίδει αποστασιοποιημένα. Οπότε, ο τρόπος της ειρωνείας, που επισύρει και τον (αυτό)σαρκασμό, είναι και πρόσφορος και λειτουργικός. Η αποστασιοποιητική ειρωνεία χρησιμοποιείται με φειδώ και δεν καταλήγει σε ατακαδόρικη ευκολογραφία ενώ η οικονομία εκφραστικών μέσων, συναρμοσμένη με την εξαιρετικά περιορισμένη στίξη, προσδίδει λιτότητα που αποδυναμώνει το λυρικό στοιχείο έως την πεζολογική σχεδόν ακριβολογία που, ενίοτε, διακόπτεται από λογικά παρεκκλίνουσες συνάψεις και εικόνες. Η απογυμνωμένη αφηγηματικότητα παράγει μακροσκελή ποιήματα που η έκτασή τους ισορροπεί από τη μορφολογική επιλογή των τρίστιχων ή δίστιχων συχνά εναλλασσόμενων με μονόστιχα. Χαρακτηριστικότερα τα «Outsider» (Η πόρτα είναι άσπρη/ ψηλή/ και κλειστή///δεν την έχουν κλειδώσει/μπορώ να/την ανοίξω αλλά δεν///) και η εκτενέστατη σύνθεση «Τοίχος» σε τρία μέρη με το πεζόμορφο -αν και με την πλάγια γραμμή ως υπόδειξη παύσης- τμήμα «Κατήφορος (Παράβαση)», ποίημα με έντονη την παρουσία της Άνν Κάρσον.
Αρκετά από τα ποιήματα διαλέγονται με λόγους της ευρύτερης, ποπ μάλιστα, κουλτούρας. Κινηματογράφος («Καλύτερα δε γίνεται», «Fides», κ.ά.), τηλεοπτικές σειρές (Η μυστική ζωή της Laura Palmer˙ ο χαρακτήρας αυτός από τη σειρά Twin Peaks, κομβική για τους σύγχρονους, και νεώτερους, τηλεθεατές, εμπνέει και στη Γεωργία Τρούλη ένα αντίστοιχο μακροσκελές ποίημα), τραγούδια (Les feuilles mortes), παραμύθια («Snow White») γίνονται το επίκεντρο ποιημάτων ή διαπερνούν τα ποιήματα. Αν και αυτό δεν ισχύει για το σύνολο της συλλογής, εντούτοις σηματοδοτεί και ταυτόχρονα επικυρώνει τη λειτουργία της ποίησης (και εν γένει της λογοτεχνίας), ως μη ανιστορικό πολιτισμικό προϊόν, ως μέρος πολλαπλών αλληλοσυμπληρούμενων ή αντιτιθέμενων Λόγων με τους οποίους αλληλεπιδρά σε ένα πλέγμα σχέσεων.
(*) Η Βαρβάρα Ρούσσου είναι Ε.ΔΙ.Π. Τμήματος Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης ΑΣΚΤ
info: Όλγα Παπακώστα, Μεταμορφώ[θ]εις, εκδόσεις Πατάκη 2018