Του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου
Μπορεί άραγε οι απύθμενες καταστροφές που χτυπούν κατά διαστήματα τον πλανήτη (τις τελευταίες δεκαετίες έχουμε γίνει μάρτυρες τεράστιων οικολογικών πληγμάτων) να εκπροσωπούν ένα είδος θεϊκής βούλησης; Είναι δυνατόν το Κακό που μας επιφυλάσσει η φύση να επιβεβαιώσει το παλαιό αξίωμα του Λάιμπνιτς και του Αλεξάντερ Πόουπ πως «όλα βαίνουν καλώς»; Γίνεται ο Θεός να παραμείνει στην ολύμπια αταραξία του όταν οι άνθρωποι χάνονται κατά χιλιάδες ύστερα από μια φυσική επέλαση ή, ακόμα χειρότερα, γίνεται μια τέτοια επέλαση να εκλαμβάνεται ως αποτέλεσμα της τιμωρητικής διάθεσης του Θεού, σε όποιον και για όποιους λόγους κι αν απευθύνεται η τιμωρία του; Ο Βολταίρος το αρνείται διαρρήδην και εκφράζει την άρνησή του με όλες τις δυνάμεις του μαχητικού του πνεύματος.
Γιατί, όμως, ξαφνικά να θυμηθούμε τον Βολταίρο και τις αναρωτήσεις του περί του ποια είναι η σχέση η οποία συνδέει τον Θεό με το Κακό; Έχω μπροστά μου τον κομψό τόμο που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις με το βολταιρικό Ποίημα για την Καταστροφή της Λισαβόνας σε μετάφραση Μίλτου Φραγκόπουλου. Ο σεισμός που μετέτρεψε σε ερείπια την πορτογαλική πρωτεύουσα συνέβη την 1η Νοεμβρίου του 1755 και ο Βολταίρος ήταν από τους πρώτους ευρωπαίους συγγραφείς που μίλησαν συγκλονισμένοι γι’ αυτόν (αντίγραφα του ποιήματος κυκλοφόρησαν ήδη από τον Ιανουάριο του 1756, δυο μήνες προτού τυπωθεί στη Γενεύη). Κανένας θεός, επιμένει ο Βολταίρος, δεν νοείται να συνδέεται με τα ανθρώπινα μαρτύρια, καμιά Θεία Πρόνοια δεν νοείται να προκαλέσει την απέραντη οδύνη, όσο σοφή κι αν είναι η Θεία Πρόνοια, όσα άσοφα κι αν έχει διαπράξει ο άνθρωπος.
Ο Βολταίρος εναντιώθηκε με το Ποίημα για την Καταστροφή της Λισαβόνας στον Λάιμπνιτς και τον Πόουπ, αλλά βρήκε απέναντί του, μετά τη δημοσίευσή του, κι έναν άλλο αντίπαλο: τον Ρουσσώ, ο οποίος του αντέτεινε πως δεν πρέπει να λέμε «όλα είναι καλά», αλλά το «όλον έχει καλώς» ή «όλα είναι καλά ως προς το όλον» (βλ. και το σημείωμα του Μισέλ Ντελόν που έχει μεταφράσει για τις ανάγκες της ελληνικής δίγλωσσης έκδοσης ο Γιώργος Φαράκλας). Πώς παρόλα αυτά θα εξηγήσουμε εντέλει το Κακό; Πώς θα καταλάβουμε από πού και για ποιαν ακριβώς αιτία ήρθε να πέσει επί των κεφαλών μας; Ο Βολταίρος δεν έχει να δώσει καμία απάντηση, κι αυτό είναι το συναρπαστικότερο και το πιο γοητευτικό μέρος του Ποιήματος για την Καταστροφή της Λισαβόνας. Οι βουλές της φύσης είναι ανεξιχνίαστες («ένα σύνολο αδύναμο νεύρων, οστών και αγγείων, / σπάει σαν δέχεται τις βολές των στοιχείων») κι ο Θεός δεν έχει κατά το παραμικρό να κάνει μαζί τους. Κι αν υπάρχει κάποιος προδιαγεγραμμένος προορισμός του ανθρώπου, αυτός είναι πως βαδίζει μόνος, ξένος κι αβοήθητος σε έναν «σωρό από λάσπη που καταπίνει ο θάνατος». Ένας ένθεος αγνωστικισμός που από τη μια πλευρά διασώζει την τιμή του Θεού ενώ από την άλλη τιμά την τραγική μοίρα του ανθρώπου.
Εύφημος μνεία απαιτείται για τη μετάφραση του ποιήματος (στην πραγματικότητα πρόκειται για έμμετρη φιλοσοφική πραγματεία) το οποίο ο Μ. Φραγκόπουλος μετέφερε στα ελληνικά με έναν εύχυμο και γεμάτο ζωντάνια δεκαπεντασύλλαβο.
info: Βολταίρος, Ποίημα για την Καταστροφή της Λισαβόνας, μτφρ: Μ.Φραγκόπουλος, Πόλις
Τούτες τις δύο δυνάμεις, διαπλεκόμενες και ταυτόχρονα αλληλοαναιρούμενες προσπάθησε και προσπαθεί να εξηγήσει εξοστρακίζοντας τις δυνάμεις της μιας προσδεδεμένη στο άρμα της άλλης, η θρησκεία, με αποτελέσματα δυσερμήνευτα στο διηνεκές της ανθρώπινης ύπαρξης. Κάποτε ίσως μάθουμε την αλήθεια.