Γιάννης Ν.Μπασκόζος
Αλλάζουν άραγε οι καιροί για την Επιτροπή που απονέμει το Νόμπελ Λογοτεχνίας; Πολλοί ενθουσιάστηκαν με τη βράβευση του Μπομπ Ντύλαν με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Άλλοι ήταν πιο σκεπτικοί: Είναι ποιητής; χωρίς τη μουσική μήπως δεν είναι τόσο καλός; Οι περισσότεροι είδαν τον συμβολισμό: τιμάται στο πρόσωπό του μια εμβληματική γενιά, αυτή της αμφισβήτησης, της εναλλακτικής κουλτούρας, της νεανικής τρέλας μας. Το πρόβλημα δεν είναι βεβαίως ο Ντύλαν, αλλά η Επιτροπή που δίνει το Νόμπελ. Τι ακριβώς θέλει να υποδηλώσει με τη βράβευση του Ντύλαν; Ότι η λογοτεχνία δεν έχει σύνορα; Ότι πρέπει να διευρυνθούν τα όρια της λογοτεχνικής γραμματείας και να περιλάβουμε οτιδήποτε έχει λόγο, ένα σενάριο, μια φιλοσοφική μελέτη, μια επιφυλλίδα; Ερωτήματα που σωστά έθεσε και ο Γιώργος Περαντωνάκης σε ένα post του.
Η Επιτροπή του Νόμπελ κατά καιρούς έχει πάρει αλλοπρόσαλλες αποφάσεις. Το Νομπέλ Λογοτεχνίας έχει θεωρηθεί το πιο απρόβλεπτο βραβείο παγκοσμίως. Ποτέ κανείς δεν ξέρει από τι επηρεάζονται οι «σοφοί» σουηδοί ακαδημαϊκοί κριτές. Είναι το λόμπινγκ; Είναι η πολιτική; Είναι οι προσωπικές προτιμήσεις; Είναι κάποιο γενικό σχέδιο στο οποίο υπακούει κάθε φορά η επιτροπή των μελών της Σουηδικής Ακαδημίας; Άραγε η καλή λογοτεχνία παίζει κάποιον ρόλο; Για το τελευταίο υπάρχουν πολλές αμφιβολίες, αφού μια ματιά στον μακρύ κατάλογο των βραβευθέντων κατά καιρούς θα μας οδηγήσει σε ονόματα το έργο των οποίων ουδόλως επηρέασε την παγκόσμια λογοτεχνία και κάποια από αυτά παραμένουν στις σημειώσεις των ιστοριών λογοτεχνίας των χωρών τους και μόνο. Ποιος θυμάται τη Σουηδέζα Σέλμα Λάγκερλεφ και τις γλυκερές ανθρωπιστικές σελίδες της, τον Ισπανό Χοσέ Ετσεγκαράι υ Εϊζαγκίρε, τότε σπεσιαλίστα του μελοδράματος, τον γερμανό φιλόσοφο Ρούντολφ Οϊκεν, τη γερμανίδα αντιναζίστρια Νέλι Ζαχς και άλλους, ων ουκ έστιν αριθμός, που τιμήθηκαν με το Νομπέλ Λογοτεχνίας αλλά πέρασαν στη λήθη της ιστορίας της λογοτεχνίας;
Το 2012 βράβευσαν τον πολύ μέτριο κινέζο κομματικό συγγραφέα Μο Γιαν, το 2015 τον τρυφερό αλλά όχι σπουδαίο γάλλο Πατρίκ Μοντιανό, αλλά αγνόησε τον Μίλαν Κούντερα που ζει δίπλα του, τον πιο επιδραστικό λογοτέχνη των καιρών μας. Από την άλλη μεριά έχουν βραβεύσει τον Ίμρε Κέρτες (2002) συστήνοντας μας έναν μεγάλο Ούγγρο συγγραφέα και το 2013 την Άλις Μονρό μια σπουδαία καναδέζα διηγηματογράφο.
Πέρυσι το Βραβείο Λογοτεχνίας το πήρε η Σβετλάνας Αλεξέγεβιτς, τιμώντας το λογοτεχνικό ρεπορτάζ και φέτος ο Μπομπ Ντύλαν. Μοιάζει η Επιτροπή να θέλει πραγματικά να ανοίξει τα κριτήρια της. Έχω όμως την υποψία ότι ειδικά η βράβευση του Ντύλαν ήταν για να κουρντίσει τους αμερικανούς πεζογράφους, για τους οποίους παλιότερα μέλη της σουηδικής επιτροπής είχαν τοποθετηθεί αρνητικά και περιφρονητικά. Θυμίζω ότι ο Οράτιος Ένγκνταλ, πρώην γενικός γραμματέας της επιτροπής των Βραβείων Νόμπελ, είχε δηλώσει ότι η Ευρώπη «παραμένει το κέντρο του λογοτεχνικού κόσμου», ότι η Αμερική «είναι πολύ απομονωμένη, πολύ εσωστρεφής», ότι «οι Αμερικανοί δεν μεταφράζουν αρκετά και δεν συμμετέχουν πραγματικά στον μεγάλο διάλογο της λογοτεχνίας», ότι «η άγνοια περιορίζει τις συγγραφικές τους δυνατότητες».
Ίσως η Επιτροπή θέλησε να δείξει ότι μπορεί να ικανοποιήσει ευρύτερες μάζες, να δείξει ότι η Επιτροπή του Νόμπελ δεν είναι μια κλειστή ομάδα αποκομμένη από ότι γίνεται. Μάλλον όμως παραμένει αποκομμένη από την λογοτεχνική πραγματικότητα. Αν ήθελε να βραβεύσει ποιητές υπήρχαν πολλοί, ο Τζον Άσμπερι αν ήθελε αμερικανό, ο Άδωνις αν ήθελε κάτι πιο εξωτικό και άλλοι πολλοί.
Εν ολίγοις : μας έχουν μπερδέψει ή οι ίδιοι είναι μπερδεμένοι.