Τι συμβαίνει τώρα στην Αμερική -Ανησυχίες και φόβοι (του Χρήστου Τσιάμη από την Ν. Υόρκη)

4
1142

του Χρήστου Τσιάμη

 

 

  1. Το παρόν στη φαντασία της λογοτεχνίας

Στο παρελθόν, δυο Αμερικανοί συγγραφείς προσπάθησαν να φανταστούν τον εφιάλτη του μεσοπολέμου στην Ευρώπη να απλώνεται πάνω στη δική τους γη.  Συγκεκριμένα, ο Σίνκλαιρ Λιούις, το 1935, πριν τις εκλογές του 1936, εξέδωσε το μυθιστόρημα «Αυτό δεν μπορεί να συμβεί εδώ» (‘It cant happen here’), για έναν λαϊκιστή πολιτικό που κερδίζει τις επερχόμενες εκλογές και λίγο πολύ εφαρμόζει ένα είδος ναζισμού στην Αμερική.  Ο ήρωας του μυθιστορήματος ήταν αποκύημα της φαντασίας του συγγραφέα αλλά όλοι συμφώνησαν ότι ήταν μια καρικατούρα του πολιτικού Χιούι Λόνγκ, ενός αριστερού λαϊκιστή που ήταν υποψήφιος πρόεδρος μα που, τελικά, δολοφονήθηκε πριν τις εκλογές (τις οποίες κέρδισε ο Φράνκλιν Ρούζεβελτ.)  Ο άλλος συγγραφέας ήταν ο Φίλιπ Ρoθ που το 2004 εξέδωσε το μυθιστόρημα «Η συνωμοσία κατά της Αμερικής» (‘The plot against America’), όπου μια πραγματική προσωπικότητα της αμερικανικής πολιτικής ζωής, ο πρωτοπόρος αεροπόρος Τσάρλς Λίντμπεργκ, του οποίου οι φιλοναζιστικές τάσεις ήταν γνωστές, κερδίζει τις εκλογές του 1940 με αποτέλεσμα ο ναζισμός, και ο επακόλουθος αντισημιτισμός, να επικρατήσει στην Αμερική, με όλες τις επιπτώσεις στην εβραϊκή οικογένεια του αφηγητή στο μυθιστόρημα.  Βέβαια, ο Ρoθ έγραφε τότε με την προεδρία του νεότερου προέδρου Μπούς κατά νούν και ειδικά, ίσως, των αυταρχικών τάσεων του αντιπρόεδρου του, Ντίκ Τσέϊνι.

Μετά την εκλογή του παρόντος προέδρου της Αμερικής, όλοι έτρεξαν στα παραπάνω μυθιστορήματα (καθώς και σε άλλα παρεμφερή, όπως «Η φάρμα των ζώων» και το «1984» του Όργουελ, και «Η ιστορία της θεραπαινίδας» της Μάργκαρετ Ατγουντ) για να βρουν έναν οδηγό προσέγγισης, σε αυτό που έβλεπαν σαν μια ανησυχητική εξέλιξη, μέσα από την ευαισθησία του συγγραφέα.  Όμως, κοντά τέσσερα χρόνια αργότερα, φαίνεται ότι κάτι από το ««Αυτό δεν μπορεί να συμβεί εδώ» του Λιούϊς έχει αρχίσει να συμβαίνει εδώ, και ότι κάποιο είδος συνωμοσίας κατά της Αμερικής, όχι ακριβώς όπως την είχε φανταστεί ο Ροθ, αλλά κυρίως μέσω του κυβερνοχώρου, βρίσκεται σε εξέλιξη μια προσπάθεια να  χειραγωγηθούν οι εκλογές.  Δεν μιλάμε πια για εικόνες της λογοτεχνικής φαντασίας. Νομίζω ότι αυτό που ταιριάζει περισσότερο στην περίσταση   το βρίσκουμε σε δυο άλλα λογοτεχνικά έργα:  «Το Φθινόπωρο του Πατριάρχη», το μυθιστόρημα του Γκαρσία Μάρκες, και το θεατρικό «Ο Βασιλιάς Πεθαίνει» του Ιονέσκο (ο τίτλος της αγγλικής μετάφρασης, «Exit the King – εξέρχεται ο βασιλιάς – ίσως δίνει μια καλύτερη απεικόνιση της υπόθεσης, όπως την θυμάμαι από μια αξέχαστη παράσταση στο Μπρόντγουεϊ, το 2009, με τους ηθοποιούς Τζόφρυ Ράς και Σούζαν Σαράντον).

Ο «πατριάρχης» του Μάρκες κυβερνάει επί διακόσια χρόνια τη χώρα του σαν ένας μεταπράτης που πουλάει κι αγοράζει, κυρίως πουλάει τον πλούτο της χώρας του (μέχρι και τη θάλασσα!), κάνει πράγματα προς όφελος μόνο  της διεστραμμένης και ανήθικης προσωπικότητας του, γιατί πιστεύει ότι το έθνος είναι αυτός και μόνο.  Και το έθνος, έχοντας πέσει σε έναν λήθαργο πολιτικής εξάντλησης, μαθαίνει ότι ο πατριάρχης πιά δεν υπάρχει όταν, ένα Σαββατοκύριακο, οι γύπες έχουν μπει απ’ τα παράθυρα στο προεδρικό μέγαρο δημιουργώντας με τα φτερά τους φασαρία και μια αύρα που σκορπίζει στην πόλη «το υπό σήψην μεγαλείο του».  Απ’ την άλλη, ο βασιλιάς του Ιονέσκο, τετρακοσίων χρόνων, δεν θέλει να παραδεχτεί ότι έχει φτάσει το τέλος του, ακόμα και όταν η βασίλισσα του φέρνει μαντάτο από τον άγγελο του θανάτου ότι η ζωή του θα λήξει σε μιάμιση ώρα.  Αιώνια εγωμανής, με μόνο του μέλημα πώς να διατηρήσει την απόλυτη εξουσία του, έχει καταστρέψει τη χώρα, με λιμνούλες που φλέγονται, με βουνά που καταρρέουν και, σαν αποτέλεσμα της ολιγωρίας του, ο πληθυσμός να έχει συρρικνωθεί «σε χίλια άτομα…που συνεχίζουν να πεθαίνουν…».  Όπως και στις μέρες μας που, λίγο πολύ, καίγονται τα βουνά της Αμερικής, οι πόλεις απειλούνται να βουλιάξουν μέσα στα ανερχόμενα νερά της αλλαγής του κλίματος και κόσμος πεθαίνει κατά χιλιάδες κάθε βδομάδα από τη φοβερή πανδημία, ενώ ο πρόεδρος διαλαλεί ότι όλα πάνε καλά, και θα πάνε ακόμα καλύτερα αν συνεχίσει να κρατά τα ηνία.  Και αν τυχόν κάτι άλλο συμβεί (στις κάλπες δηλαδή) θα είναι ανωμαλία, που δεν θα τον κάνει να φύγει από την εξουσία, γιατί μόνο με αυτόν έχει νόημα η ζωή της χώρας.  Μπορεί να κυβερνάει ετούτη τη χώρα μόνο για τέσσερα χρόνια αλλά εμάς μας φαίνεται σαν να είναι τετρακόσια!

 

  1. Ένα προαναγγελθέν αποτέλεσμα

Στις αρχές του χρόνου τα πράγματα πήγαιναν καλά, όπως θεωρούσε ο πρόεδρος, και είχε μια σιγουριά ότι οι εκλογές προς το τέλος του χρόνου, Νοέμβρη μήνα, θα του εξασφάλιζαν χρήση του…θρόνου (γιατί έτσι μάλλον το βλέπει το προεδρικό αξίωμα) για μια ακόμη τουλάχιστον τετραετία.  Κι αμέσως τότε εμφανίστηκε στο κατώφλι του η πανδημία…

Και την αντιμετώπισε όπως ξέρει, με την παράξενη ψυχολογία του που βλέπει μόνο ό,τι αστράφτει σαν χρυσάφι και τα υπόλοιπα τα αγνοεί, τα κλωτσάει σε ένα ντουλάπι αχρήστων, που καλούνται να το καθαρίσουν αργότερα άλλοι, υποτελείς του, κατά πως τόχει η σκέψη του.  Κι έτσι δεν πήρε τα απαραίτητα μέτρα που θα ήταν ανάλογα των περιστάσεων, κι άρχισε να θερίζει τη χώρα η αρρώστια και ο θάνατος.  Και κάπου εκεί το μυρίστηκε ότι είχε αρχίσει να πέφτει η δημοτικότητα του γιατί φανερώθηκε η ανικανότητα του να διευθετήσει ένα περίπλοκο πρόβλημα, που όχι μόνο στοίχισε ζωές αλλά επίσης κατέστρεψε την οικονομία και τόσα εκατομμύρια δουλειές.  Κι άρχισε να αμφιβάλλει, φαίνεται, για το όνειρο που είχε ότι θα κερδίσει τις εκλογές.  Κι έτσι το έβαλε σκοπό, με από καιρού εις καιρόν νύξεις, να μας προαναγγέλλει  το αποτέλεσμα!

Σύμφωνα με τον πρόεδρο, λοιπόν, το αποτέλεσμα των εκλογών θα είναι ότι δεν θα υπάρξει ποτέ ένα έγκυρο αποτέλεσμα που θα αναδείξει τον νικητή, εκτός και, αν στο τέλος της μέτρησης των ψήφων, τον δείχνουν πρώτον αυτόν οι αριθμοί.  Και τι θα κάνει δηλαδή σε αντίθετη περίπτωση;  Θα κάνει αυτό που ξέρει, από τον τρόπο που έχει μάθει να διοικεί τις δικές του επιχειρήσεις: προσφυγή στα δικαστήρια.  Και φροντίζει μέχρι τελευταίας στιγμής η πλειοψηφία των δικαστών στο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας να κλίνει προς τη δική του ιδεολογική τοποθέτηση.  Ακόμα και για δυο – τρείς απ’ αυτούς πιστεύει ότι του χρωστάνε χάρη που βρίσκονται στην περίοπτη θέση τους εφ’ όρου ζωής.

Αυτό είναι το ελάχιστο.  Γιατί έχει επίσης φροντίσει να εξάψει την φαντασία των ευέξαπτων ήδη συνωμοσιολόγων οπαδών του, και τους ενθαρρύνει να σχηματίσουν «στρατιές παρατηρητών» για να κατέβουν στα εκλογικά κέντρα για να επιβεβαιώνουν ότι όσοι είναι εκεί ψηφίζουν νόμιμα.  Να αναφέρουμε, βέβαια, εδώ ότι πολλοί από αυτούς τους οπαδούς του μάλλον θα οπλοφορούν (νομίμως, στις περισσότερες από τις πολιτείες όπου «παίζεται» η ψήφος).  Και αν δημιουργηθούν συγκρούσεις, χάος, ακόμα και τυχόν βανδαλισμός των εκλογικών κέντρων σε μεγάλη κλίμακα, γεννάται το ερώτημα αν θα μπορεί να θεωρηθεί έγκυρο το εκλογικό αποτέλεσμα.  Εκεί, ίσως, ποντάρει ο πρόεδρος για να μείνει στην πρωτεύουσα μόνιμος.  Πλην όμως, είναι ανιστόρητος…

 

  1. Ποιος είναι ο πρόεδρος αυτός;

 Από μαρτυρίες απ’ το οικογενειακό του περιβάλλον και από βιογράφους, μαθαίνουμε ότι ο χαρακτήρας του προέδρου έχει διαμορφωθεί από τρείς άντρες.  Απ’ τον πατέρα του έχει μάθει πως στη ζωή το μόνο πράγμα που μετράει είναι να νικάς, πάντα.  Από τον πάστορα της προτεσταντικής εκκλησίας στην Πέμπτη λεωφόρο του Μανχάταν, όπου πήγαινε τις Κυριακές στα νεανικά του χρόνια του, ενστερνίστηκε το δίδαγμα πως αν θελήσεις κάτι σφοδρώς θα σού βγει αληθινό.  Ήτοι, πιστεύει στα θαύματα.  Και από τον Νεοϋορκέζο δικηγόρο του, παλιό σύμβουλο του γερουσιαστή Μακάρθυ τη μαύρη δεκαετία του ’50 των πολιτικών διωγμών, έμαθε πως για να επικρατήσεις θα πρέπει να είσαι αδίστακτος στις επιθέσεις εναντίων των αντιπάλων σου, στα δικαστήρια και στα μέσα ενημέρωσης, χωρίς οίκτο και χωρίς δεσμεύσεις από την αλήθεια.  Έτσι εξηγείται το πώς αδυνατεί να παραδεχθεί μια ήττα στις κάλπες, το πώς εξηγούσε στον λαό την περασμένη άνοιξη ότι ο κορονοϊός θα εξαφανισθεί γρήγορα, ‘σαν θαύμα’ (επειδή έτσι το ήθελε αυτός), και τέλος το πόσο αχαλίνωτα επιτίθεται εναντίον εκείνων που του αντιτίθενται.

Επίσης, από τη συμπεριφορά του ο πρόεδρος έχει αποδείξει ότι είναι ένας  τα μέγιστα εγωκεντρικός, ότι ασπάζεται την χυδαιότητα σαν τρόπο ζωής, ότι η αλήθεια γι αυτόν είναι μια ρευστή έννοια ανάλογα με τα συμφέροντα, και ότι είναι άνθρωπος της συνδιαλλαγής, κλίνει θα λέγαμε περισσότερο προς το «παπατζής»…  Είναι επιθετικός, μα κατά βάθος δειλός.  Κάποιος που κάνει τον νταή με τις πλάτες άλλων.  Αυτό έχει αποδειχτεί και στην επιχειρηματική του καριέρα. Στην αρχή, τον στήριξαν τα εκατομμύρια του πατέρα του, κατόπιν στη μεγάλη αποτυχία των καζίνο του –  που χρεωκόπησαν παταγωδώς – τον στήριξαν οι τράπεζες, που αποφάσισαν ότι ήταν τεράστια τα ποσά για να του βάλουν λουκέτο και ότι θα ήταν καλύτερα να τον στηρίξουν και να χρησιμοποιήσουν το όνομα του σαν brand, για να τον επαναφέρουν σιγά σιγά σε μια οικονομική ευμάρεια και να πάρουν πίσω τα κεφάλαια που του δάνεισαν.  Και τέλος σε ένα τηλεοπτικό παιχνίδι (δώρο ενός παραγωγού) που εμφανιζόταν πόζαρε σαν δεινός επιχειρηματίας που απέλυε φωναχτά και με στόμφο (You are fired!) τους ανταγωνιζόμενους που έκρινε ανάξιους να μετέχουν στο τηλεοπτικό εκείνο παιχνίδι που είχε θέμα τις επιχειρήσεις.

 

  1. Ποιοι είναι αυτοί, οι δικοί του πιστοί;

 Υπάρχουν τρείς κατηγορίες.  Υπάρχουν αυτοί που ακολουθούν διαχρονικά τις πορείες του κόμματος, κυρίως συντηρητικοί ιδεολόγοι –  ένα σχετικά μικρό κομμάτι.  Υπάρχουν οι άλλοι, κι αυτοί σχετικά ένα μικρό κομμάτι, άνθρωποι της εργατιάς, πρακτικοί άνθρωποι, οι οποίοι την περασμένη δεκαετία της ύφεσης και των βιομηχανικών μετατοπίσεων της «παγκόσμιας οικονομίας» είδαν  την τύχη τους να αλλάζει προς το χειρότερο, και είδαν επίσης, όπως έλεγαν, ούτε το αντίπαλο κόμμα να δείχνει ενδιαφέρον.  Κι έτσι είπαν να ψάξουν την τύχη τους αλλού, στο κόμμα που το είχε αλλάξει η παρουσία αυτού του αλλιώτικου ‘μη-πολιτικού’ που τους είχε υποσχεθεί τα πάντα.  Σε αυτές τις δυο κατηγορίες, των μετριοπαθών ιδεολόγων συντηρητικών και των απογοητευμένων στις προηγούμενες εκλογές εργατών, έχουν παρατηρηθεί πρόσφατα μετατοπίσεις προς το άλλο κόμμα, το δημοκρατικό.

Τέλος, υπάρχει το κατά πολύ μεγαλύτερο κομμάτι υποστηρικτών, αυτό που το ονομάζουν ‘η βάση’.  Η αμετακίνητη βάση.  Ποιοι είναι αυτοί;  Κατά συντριπτική πλειοψηφία λευκοί αν και υπάρχει και μια μερίδα από άντρες «λατίνους», μέσης ηλικίας και νεότερους, δεύτερης γενιάς, που θέλουν να αποκολληθούν από τον χαρακτηρισμό τους σαν μειονότητα και που υποστηρίζοντας τον ρατσιστή πρόεδρο φαντάζονται ότι θα μετατραπούν σε λευκούς! Και αν υποδιαιρέσουμε τη βάση των λευκών, οι πλείστοι προέρχονται από δυο τμήματα του πληθυσμού: εκείνοι που χαρακτηρίζονται ως θρήσκοι, οι περισσότεροι προτεστάντες Ευαγγελιστές (Evangelicals), και εκείνοι  με τον χαρακτηρισμό «λευκοί άνευ πανεπιστημιακού διπλώματος», οι άνθρωποι της εργατικής τάξης, συμπεριλαμβανομένου και του αγροτικού πληθυσμού.

Και τι πιστεύουν;  Κατ’ αρχάς, πιστεύουν σε μια αταβιστική μορφή του γνωστού «θρησκεία, πατρίδα, οικογένεια».  Πιστεύουν επίσης σε δυο άρθρα/τροπολογίες του συντάγματος της χώρας για το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου και το δικαίωμα κατοχής όπλου, με τρόπο που προσεγγίζει τα όρια της αναρχίας (ενώ είναι ταυτοχρόνως μεγάλοι αρνητές αυτής της ορολογίας).  Πιστεύουν επίσης ότι ο ρόλος της κυβέρνησης θα πρέπει να μειωθεί, στα όρια της εξαφάνισης.  Και φυσικά πιστεύουν ότι το χρώμα της επιδερμίδας τούς ανεβάζει στην κορυφή της ανθρώπινης κλίμακας, ως προς την αξία τους και την θέση τους στην κοινωνία.

Και μια ειρωνεία:  όταν δικαιολογούσαν γιατί τον εξέλεξαν πρόεδρο,  «είναι σαν κι εμάς» έλεγαν.  Αν είναι δυνατόν!  Γιατί πέρα από το περιορισμένο και τετριμμένο του λεξιλόγιο, αυτός ο ζάπλουτος Νεοϋορκέζος από τον δήμο Κουήνς δεν έχει καμιά σχέση με αυτούς από τα βάθη του αχανούς μέσου και του νότου της Αμερικής!

 

 

  1. Ιδρύματα και θεσμοί, τα θύματα

 Αυτοί, λοιπόν, ονειρεύονται μια Αμερική, στην ανθρωπογεωγραφία της, κατ’ εικόνα και ομοίωση.  Όπου το συμφέρον του ενός κυβερνά και όχι μια κυβέρνηση για το καλό των πολλών.  Και βλέπουν κάθε θεσμό, κάθε υπηρεσία, κάθε οργανισμό που επιβάλλει κανόνες για μια οργανωμένη λειτουργία της κοινωνίας με σκοπό το κοινό καλό, ως κάτι το ανεπιθύμητο, περιοριστικό.  Κι έτσι, βλέπουν τον πολιτικό, συντελεστή και μέτοχο αυτών των φορέων και αρχών κοινωνικής οργάνωσης, ως τον εχθρό.  Που μιλάει μια γλώσσα για αυτούς ξένη, τη γλώσσα των ειδικών, των μορφωμένων ελίτ, με σκοπό να τους πλανέψει.

Οι ψηφοφόροι αυτοί ενθουσιάζονται με αυτόν, που τους λέει ότι δεν είναι πολιτικός, και που το δείχνει με τον λόγο του και με τους τρόπους του.  Περιφρονεί, όσο μπορεί τις νομοθετικές εξουσίες, περιπαίζει και προσβάλει με χυδαία γλώσσα τους αντιπάλους του, και βγάζει διαταγές κατά βούληση, για εφέ και στιγμιαία ικανοποίηση, ασχέτως αν είναι εφαρμόσιμες, αν έχουν νομική βάση.  Χρησιμοποιεί τον υπουργό δικαιοσύνης σαν τον ‘κονσιλιέρι’ στο φιλμ «Ο Νουνός», προς προσωπικό του όφελος, και αμφισβητεί παντός είδους επιστήμη που, για κρίσιμα προβλήματα της χώρας (δημόσια υγεία, περιβάλλον, κλίμα), εκφέρει αντίθετη γνώμη από ό,τι αβάσιμο πιστεύει αυτός.  Και τώρα, σταθερά και μεθοδικά, σπέρνει σπόρους αμφιβολίας και για τον θεσμό των εκλογών!

Πριν εκλεγεί είχε πει: «Θα μπορούσα να πυροβολήσω κάποιον καταμεσής της Πέμπτης Λεωφόρου και δεν πρόκειται να χάσω ούτε έναν οπαδό.»  Και δεν φαίνεται να είχε πέσει έξω, αφού οι οπαδοί του, ακόμα τον υμνούν  παρόλο το στραπατσάρισμα που έχει επιφέρει σε θεσμούς και κοινωνικούς τρόπους συμπεριφοράς ή μάλλον ακριβώς γι αυτό!  Φυσικά οι υπόλοιποι στη χώρα ανησυχούν τα μέγιστα .  Αν μέσα στην τετραετία του οι δικλείδες των ‘ελέγχων και ισορροπιών’ (Checks and Balances) δεν έχουν όπως θα έπρεπε λειτουργήσει, ποιος θα τον σταματήσει, τώρα, στο πιο κρίσιμο σημείο;  Η μήπως πάμε για πολιτική κρίση;

  

  1. Που πηγαίνει η  χώρα μετά το καλοκαίρι ;

 Η εποχή αυτή που περιγράφω άρχισε μέσα στον χειμώνα, και διαρκεί ακόμα.  Το πρώτο σημάδι, για μένα, ήταν μια Κυριακή βράδυ, μέσα Μαρτίου, μόνος στο σπίτι  παρακολουθώ την τελική συζήτηση (debate) ανάμεσα στους δυο εναπομείναντες προεδρικούς υποψήφιους του Δημοκρατικού κόμματος.  Επί σκηνής, σε ασφαλή «κοινωνική απόσταση» ο ένας απ’ τον άλλον, χωρίς ακροατήριο στην αίθουσα παρά μόνον έχοντας  απέναντί τους τον συντονιστή της συζήτησης.  Αντιμέτωποι ο μετριοπαθής πρώην αντιπρόεδρος της Αμερικής και ο γηραιός σοσιαλιστής που έχει ενθουσιάσει τους νέους με το κάλεσμα του για μια «πολιτική επανάσταση».  Κοιτάω τις σημειώσεις μου από εκείνη τη βραδιά, στα αγγλικά: ‘Bernie pulls him to the left, and Biden obliges’.  (Ο Μπέρνι τον τραβάει προς τα αριστερά κι ο Μπάϊντεν υπακούει.)

Από το 2011 το κίνημα για κατάληψη της Γουόλ Στρήτ (“Occupy Wall Street”), με τις πολύμηνες διαδηλώσεις, είχε φέρει στη δημόσια συζήτηση το πρόβλημα  του 1% που αποτελούν οι πολύ πλούσιοι της Αμερικής, των οποίων ο πλούτος και τα προνόμια υπάρχουν σε βάρος του υπόλοιπου λαού.  Και αυτή η συζήτηση συνεχίστηκε με την υποψηφιότητα, για το προεδρικό αξίωμα, του σοσιαλιστή ανεξάρτητου γερουσιαστή λίγα χρόνια αργότερα, καθώς εντάσσοντο μέσα στο εκλογικό σώμα της χώρας νέες γενιές που είχαν δει το μέλλον τους με αβεβαιότητα κατά την οικονομική ύφεση εκείνα τα χρόνια.  Δεν ήταν λοιπόν τυχαίο  ότι, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η Αμερικανική κοινωνία όλο και μετατοπιζόταν προς τα αριστερά.  Έτσι, τα τελευταία χρόνια, για τα καυτά ζητήματα, όπως ο ρόλος της κυβέρνησης στη ζωή του τόπου, ο έλεγχος των μεγάλων εταιρειών και η φορολογία τους, ένα πιο προστατευτικό για τους πολίτες σύστημα υγείας, το ζήτημα της κατοχής όπλων ή το ζήτημα των αμβλώσεων τα δύο τρίτα του πληθυσμού της χώρας είχαν αρχίσει να ασπάζονται όλο και πιο προοδευτικές θέσεις.  Είναι χαρακτηριστικό, όταν πριν δυο χρόνια περίπου, μια δημοσκόπηση είχε θέσει το ερώτημα αν τους φοβίζει ο όρος «σοσιαλισμός», σε μεγάλη πλειοψηφία οι νέοι, ηλικίας 18-40, είχαν απαντήσει «όχι».  Κάτι ανήκουστο τον περασμένο αιώνα.

Και μετά, Μάη μήνα, ήρθε η δολοφονία του μαύρου από αστυνομικό στην Μινεσότα, που την είδε όλος ο πληθυσμός που ήταν καρφωμένος στις οθόνες την εποχή της καραντίνας, απερίσπαστος πιά από την καθημερινή ρουτίνα της δουλειάς και τις κοινωνικές ενασχολήσεις, όπως παλιά.  Και οι περισσότεροι (πάνω από δύο τρίτα) συμφώνησαν ότι η βία της αστυνομίας κατά των μαύρων ήταν απαράδεκτη, και ότι επίσης υπήρχε ριζωμένος ρατσισμός (systemic racism) μέσα στο όλο κοινωνικό σύστημα.  Και βγήκαν στους δρόμους, μαύροι και λευκοί, σε μια διαμαρτυρία καθημερινή, που έχει διαρκέσει όλο το καλοκαίρι και που αυτή τη στιγμή, λίγο πριν τις εκλογές, έχει μεταμορφωθεί σε μια κινητοποίηση προς τις κάλπες.

Οι Αμερικάνοι πιστεύουν ότι η χώρα τους, ακόμα σχετικώς νέα, είναι ένα πείραμα εν εξελίξει.  Και όντως, στο ζήτημα του ρατσισμού μπορεί κανείς να δει ότι προχωρεί σιγά αλλά σταθερά προς μια δίκαια λύση, όχι πάντα ομαλά, και με μια κάποια κανονικότητα.  Από τη δημιουργία του κράτους μετά την επανάσταση του 1776, περνάει μια πεντηκονταετία περίπου για να καταστεί παράνομο το εμπόριο των σκλάβων από την Αφρική, και άλλη μια περίπου πεντηκονταετία από τότε για την απελευθέρωση των σκλάβων στον Νότο της Αμερικής και την ένταξή τους στην πολιτική ζωή με την προσπάθεια για την λεγόμενη Αναδιάρθρωση (Reconstruction).  Η πολιτική αυτή αλλαγή δεν απέφερε καρπούς μιας και ο νικητής στρατός των Βόρειων πολιτειών αποχώρησε από τον Νότο λίγο μετά τον εμφύλιο και παρέδωσε την διοίκηση των ηττημένων Νότιων πολιτειών στους ντόπιους που είχαν πριν λίγα χρόνια πολεμήσει κατά της απελευθέρωσης των μαύρων.  Έτσι, σιγά σιγά και μεθοδικά άρχισαν να καταπιέζουν τους μαύρους, τώρα πολιτικά (χαρτογραφώντας τις εκλογικές περιοχές κατά τρόπο που να ευνοεί τους λευκούς και χρησιμοποιώντας ακόμα και ωμή βία για να τους αποτρέψουν από την άσκηση των δικαιωμάτων τους) μέχρι που, περί τα τέλη του 19ου αιώνα, ένα βίαιο πραξικόπημα στην πόλη Γουίλμινγκτον της Βόρειας Καρολίνας έθεσε ουσιαστικό τέλος σε κάθε προσπάθεια ισότιμης συμμετοχής των μαύρων στην πολιτική ζωή.  Όμως, εξήντα χρόνια αργότερα, στη δεκαετία του εξήντα, μετά από ένα μεγάλο πολιτικό κίνημα, τα πράγματα άλλαξαν προς το καλύτερο με την ψήφιση ιστορικών νομοθεσιών για την δυνατότητα ψήφου των μαύρων και για τα πολιτικά τους δικαιώματα εν γένει.  Εξήντα χρόνια αργότερα από τότε, φαίνεται πως η χώρα σήμερα είναι έτοιμη να προχωρήσει σε μια άλλη σπουδαία αλλαγή επάνω σε αυτό το ζήτημα:  την αναγνώριση και την απάλειψη της ρατσιστικής δομής στους φορείς της οργανωμένης κοινωνίας.

Βαίνοντας πρoς τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, η χώρα αντιμετωπίζει δυο διαφορετικές εκβάσεις.  Η μία, που απορρέει από τη συμπεριφορά του προέδρου, είναι η αμφισβήτηση του βασικού συστατικού μιας δημοκρατίας, που είναι η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος και η υπακοή στη βούληση της πλειοψηφίας.  Το επακόλουθο μιας τέτοιας έκβασης θα ήταν η κοινωνική αναταραχή και βία επ’ αόριστον.  Η άλλη έκβαση είναι ο σεβασμός της βούλησης του λαού, όχι μόνο κατά την ψηφοφορία αλλά και κατόπιν με την εφαρμογή μιας προοδευτικής πορείας μακριά από τον ρατσισμό, προς μια δίκαιη, οικονομικά και πολιτικά, κοινωνία.

  

  1. Το μέλλον που η λογοτεχνία δεν είχε φανταστεί

 Είχαμε αρχίσει το άρθρο μιλώντας για τη λογοτεχνία και τη ζύμωση της με την πολιτική ζωή της Αμερικής.  Σε άλλες εποχές πολιτικής αναταραχής, είχαμε σημαντικούς συγγραφείς που συμμετείχαν με τη γραφή τους στα όσα συνέβαιναν, και η φωνή τους είχε έναν αντίκτυπο στην κοινωνία : ο Τζόν Ντός Πάσσος, ο Σίνκλαιρ Λιούϊς, και ο Τζόν Στάϊνμπεκ τη δεκαετία του ’30.  Ο Νόρμαν Μέϊλερ, ο Αλλεν Γκίνσμπεργκ, και ο Τζέϊμς Μπόλντουϊν τις δεκαετίες του ’60 και ’70.  Η παρούσα ιστορική στιγμή μας βρίσκει χωρίς λογοτεχνική φωνή προς την οποία να στραφεί κανείς για να μάθει τι γίνεται.  Ίσως επειδή για πολύ χρόνο τώρα η λογοτεχνία έχει διασπαστεί σε πολλές λογοτεχνίες που συμβαδίζουν με τις διάφορες πολιτικές διαστάσεις που έχουν αναπτυχθεί απ’ τις αρχές του αιώνα, αυτό που το αποκαλούν ‘πολιτικές ταυτότητας’ (identity politics).

Κι έτσι, καθώς η πραγματικότητα αλλάζει με ταχύτητα, επαφίεται σε μας να φανταστούμε πού θα μας βγάλουν οι επερχόμενες εκλογές και η συνέχεια. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τον πρόεδρο να χάνει.  Είχε χάσει όμως την ψήφο του λαού και στις εκλογές πριν τέσσερα χρόνια.  Όμως το σύστημα της δεύτερης εκλογής από τους λεγόμενους «Εκλέκτορες» (Electors) τον ανέδειξε τότε πρόεδρο της χώρας.  Σήμερα, λένε οι ειδικοί, ότι θα πρέπει να χάσει την λαϊκή ψήφο με πάνω από το 4% ώστε στα σίγουρα να μην συμβεί το ίδιο.

Ο,τι κι αν γίνει όμως, η τετραετία που πέρασε έκανε ανάγλυφες πολλές αδυναμίες του συστήματος που από εδώ και στο εξής θα γίνουν στόχοι αλλαγής προς το καλύτερο.  Π.χ. το γεγονός ότι σε δύο προεδρικές εκλογές απ’ τις αρχές του αιώνα νικητής ανεδείχθη ο υποψήφιος της μειοψηφίας. Κι επίσης το ίδιο συμβαίνει στη γερουσία όπου η παράταξη που νομοθετεί κατά πλειοψηφία αντιπροσωπεύει την μειοψηφία του Αμερικανικού λαού.  Στόχος για συζήτηση είναι  και αλλαγή του συστήματος των Εκλεκτόρων λοιπόν.  Κάτι πρέπει επίσης να γίνει επίσης ώστε το σύστημα χάραξης των εκλογικών περιφερειών να γίνεται από ένα σώμα ανεξάρτητο χωρίς την κομματική επιρροή των εκάστοτε κυβερνητών των πολιτειών της χώρας.  Και να συζητηθεί επίσης και ο ρόλος του Ανώτατου Δικαστηρίου και ο τρόπος εκλογής των εφ’ όρου ζωής δικαστών, οι οποίοι  μπορούν να ακυρώνουν νομοθεσίες που περνάνε τα εκλεγμένα νομοθετικά σώματα, το Κογκρέσο και η Γερουσία.

Υπάρχει μεγάλη ανησυχία για το σκηνικό την ημέρα των εκλογών και για τα επακόλουθα.  Πολλοί φοβούνται την περίπτωση αιματοχυσίας μιας και είναι πολλοί οι φανατισμένοι, ενώ υπάρχουν και αρκετοί οπλισμένοι (έχουν αυξηθεί κατά πολύ οι πωλήσεις όπλων και πυρομαχικών τους τελευταίους μήνες). Οι τρόποι και οι λόγοι του προέδρου κάθε άλλο παρά κατευνάζουν τα πνεύματα.  Πολλοί φοβούνται πως η πραγματικότητα καλπάζει και θα αφήσει παρασάγγες πίσω τη φαντασία.  Τόσο που η εφημερίδα Νιού Γιόρκ Τάϊμς, αυτό το Σαββατοκύριακο, ζήτησε από τους αναγνώστες της να υποβάλλουν σενάρια του τι μέλλει γενέσθαι, και εν καιρώ, γράφουν, θα δημοσιεύσουν αυτά που θα προσεγγίζουν τα γεγονότα.

Δεν ξέρουμε τι ακριβώς θα γίνει.  Οι ενδείξεις είναι πως ο αντίπαλος του απερίγραπτου αυτού προέδρου πάει για νίκη.  Ίσως τα πράγματα να μην εξελιχθούν με την παλιά ομαλότητα, ίσως να έχουμε ακόμη και βίαια γεγονότα.  Η αλήθεια όμως είναι ότι η χώρα έχει βάλει πλώρη για μια αυτοδιόρθωση στα πολιτικά και κοινωνικά της πράγματα.  Και ίσως ο πρώην αντιπρόεδρος, που είναι υποψήφιος για πρόεδρος τώρα, να είναι αυτό που χρειάζεται η χώρα αυτή τη στιγμή.  Μια προσωπικότητα όχι με ιδιαίτερο χρώμα, ίσως και βαρετή, που όπως ακριβώς και παλιότερα (ο βαρετός πρόεδρος Τζόνσον πέρασε τη νομοθεσία για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων και για τα προγράμματα της «Μεγάλης Κοινωνίας»), έτσι και τώρα μια τέτοια προσωπικότητα, ίσως, μπορεί να επιφέρει τη ριζική αλλαγή που χρειάζεται η χώρα!

Μπορεί να φαίνεται ότι μια κατάρα σήμερα έχει πέσει επάνω στην Αμερική.  Μια κατάρα που μοιάζει σαν κινέζικη ευχή : «μακάρι να ζεις σε μια ενδιαφέρουσα εποχή!»  Σίγουρα αυτή εδώ είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εποχή, μα αυτοί που την ζούνε εύχονται η ομαλότητα να μην απέχει πολύ.

 

25 Οκτωβρίου, 2020.

 

 

Βιβλία που αναφέρονται στο άρθρο

Φίλιπ Ροθ, Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής, μτφρ. Ηλίας Μαγκλίνης, Πόλις

 

    Βρες το εδώ           

 

 

   

 Μαρκές Γκαμπριέλ, Το Φθινόπωρο του Πατριάρχη, μτφρ Κλαίτη Σωτηριάδου, Λιβάνης

 

Βρες το εδώ

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΠοίηση για τον Νοέμβριο – Απ.Μελαχρινός, Γ.Παυλόπουλος, Ε.Γ.Ασλανίδης, Δ.Κοσμόπουλος.(ανθολογεί ο Θ.Χατζόπουλος)
Επόμενο άρθροΟ κόσμος ενός πνεύματος αντιλογίας (της Μορφίας Μάλλη)

4 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Εξαιρετικά ακριβής η παρουσίαση και πολύ εύστοχα τα σχόλια, Χρήστο!
    Μοιράζομαι τους φόβους και τις ανησυχίες σου.
    Αν με ρωτούσε καποιος/-α που δεν γνωρίζει απο κοντα τι γίνεται στην Αμερική σήμερα θα του/της εστελνα τον σύνδεσμο για το δικό σου “Τι συμβαίνει τώρα στην Αμερική”

  2. Χρήστος Τσιάμης

    ΔΕΛΤΙΟ ΤΗΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑΣ ΩΡΑΣ

    • Από την μέτρηση αυτών που ψήφισαν νωρίς (πάνω από 93 εκατομμύρια), φαίνεται ότι σε αυτές τις εκλογές η Αμερική θα έχει τη μεγαλύτερη συμμετοχή σε εκλογές, τουλάχιστον για τα τελευταία πενήντα χρόνια.
    • Από τους νεοεγγραφέντες στους εκλογικούς καταλόγους οι περισσότεροι είναι δημοκρατικοί.
    • Μέχρι τελευταίας στιγμής, το ποσοστό αυτών που λένε ότι «εγκρίνουν» (approve) το έργο του προέδρου συνεχίζει να κυμαίνεται στο 42-43 %. Αυτή η μέτρηση συνήθως δίνει και το ποσοστό ψήφου στο αποτέλεσμα των εκλογών. Και ένα τέτοιο ποσοστό στην Αμερική δεν σε βγάζει νικητή.
    • Μόνον ο πρόεδρος και μέλη της οικογένειας του φαίνεται να τρέχουν μανιωδώς σε προεκλογικές συγκεντρώσεις. Οι σύμμαχοι του οι πολιτικοί έχουν εξαφανιστεί από το προσκήνιο. Μήπως προσπαθούν ήδη να αποστασιοποιηθούν γιατί δεν μυρίζονται νίκη;
    • Απ’ την άλλη, όμως, ο πρόεδρος και το συνάφι του έχουν κάνει εκατοντάδες προσφυγές στα δικαστήρια. Ζητούν (ειδικά στις πολιτείες που είναι κρίσιμες για το σύστημα εκλογής του προέδρου μέσω των Εκλεκτόρων) να μήν επιτραπεί να καταμετρηθούν οι ψήφοι που θα φτάσουν ταχυδρομικώς στις αρμόδιες υπηρεσίες μετά την 3η Νοεμβρίου. Ακόμα και αν η καθυστέρηση αυτή θα οφείλεται στην ταχυδρομική υπηρεσία που διοκείται από άνθρωπο βαλτόν από τον πρόεδρο μόλις πριν λίγους μήνες! Δηλαδή, τακτικές οικογένειας οργανωμένου εγκλήματος…
    • Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι δημοκρατικοί που ψήφισαν νωρίς ή δια ταχυδρομείου είναι υπερδιπλάσιοι των υποστηρικτών του προέδρου.
    • Οσο για άτυπες, προσωπικές παρατηρήσεις: σε μια μικρή περιοδεία σε προάστια, βόρεια της Νέας Υόρκης, όπου ζούν εύποροι συντηρητικοί ρεπουμπλικάνοι, παρατηρώ ότι δεν υπάρχουν ταμπέλες με το όνομα του προέδρου στα γρασίδια μπροστά από τα σπίτια, όπως στις προηγούμενες εκλογές. Που σημαίνει: ή ότι δεν τον ψηφίζουν και δεν θέλουν να δείξουν στους γείτονες αλλαγή ψήφου, ή ότι δεν θα ψηφίσουν καθόλου. ΄Η, απλώς, ότι ντρέπονται για το πρόσωπό του…
    • Στο Μανχάτταν βλέπω ότι έχουν αρχίσει να σανιδώνουν τις βιτρίνες των μαγαζιών. Τι σημαίνει αυτό; Επειδή η πόλη είναι προοδευτικών τάσεων, φαίνεται ότι οι επιχειρηματίες αναμένουν ότι ο πρόεδρος μάλλον δεν θα αποδεχτεί την ήττα του στις εκλογές, πράγμα που θα εξοργίσει τους κατά συντριπτική πλειοψηφία ντόπιους υποστηρικτές των δημοκρατικών.
    • Την Κυριακή, δεκάδες υποστηρικτές του προέδρου σε ημιφορτηγά με τεράστιες σημαίες με το όνομα του και με την Αμερικανική σημαία, πήγαν σε γέφυρες στο Μανχάτταν και στα βόρεια και παρεμπόδιζαν την κυκλοφορία. Πρόβα τζενεράλε;
    • Σε μια τελευταία δημοσκόπηση, πάνω από τα τρία τέταρτα του πληθυσμού της χώρας φοβάται ότι θα υπάρξει βία την επομένη των εκλογών.

    2 Νοεμβρίου, 2020

  3. Ζαχαρίας Παπαζαχαροπουλος.
    Χρηστάρα… Δεν παίζεσαι !!!
    Τύφλα νάχει ο πιο διακεκριμένος πολιτικός
    αναλυτής…
    … Από τα καλύτερα … ποιήματά σου… μέχρι τώρα.

  4. Αγαπητέ Χρήστο,

    σ’ ευχαριστούμε για τα τόσο επίκαιρα σχόλια και αναλύσεις σου για το τι συμβαίνει στην Αμερική. Μας ενδιαφέρουν όλους.

    Γιώργος Στρογγύλης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ