της Δήμητρας Ρουμπούλα
Αν «Το Μέγαρο Γιακουμπιάν» είναι το μεγάλο μυθιστόρημα του αραβικού κόσμου, όπως έχει λεχθεί, με το οποίο ο Αλάα Αλ-Ασουάνι περιγράφει την απόλυτα ταξική δομή της σύγχρονης αιγυπτιακής κοινωνίας, καθηλωμένης στον θρησκευτικό σκοταδισμό, την υποκρισία, τη διαφθορά, την ανισότητα και κάθε είδους ρατσισμό, τότε η «Ανεκπλήρωτη δημοκρατία», το τελευταίο μυθιστόρημα του σπουδαίου Αιγύπτιου συγγραφέα, είναι το μεγάλο μυθιστόρημα της προσπάθειας για ανατροπή όλων αυτών.
Είναι το μυθιστόρημα που αναδεικνύει την αλληλεγγύη, το απαράμιλλο θάρρος, τις αρετές που είχαν επισκιαστεί επί δεκαετίες και έπρεπε να αναδυθούν αξιώνοντας δημοκρατία και δικαιοσύνη. Είναι το λογοτεχνικό χρονικό της πρωτοφανούς λαϊκής εξέγερσης του Ιανουαρίου του 2011, που καταπνίγηκε στο αίμα, καταγράφοντας την τραγική τύχη εκείνων που σκοτώθηκαν, φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν, με φόντο τη συμμαχία των αιγυπτιακών ενόπλων δυνάμεων και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Η Ανεκπλήρωτη δημοκρατία εκδόθηκε το 2018, όχι στην Αίγυπτο, καθώς κανένας εκδοτικός οίκος δεν τόλμησε την έκδοσή του, αλλά στον Λίβανο και βέβαια μεταφράστηκε σε πολλές χώρες, πρόσφατα και στην Ελλάδα από τις εκδόσεις «Πατάκη», σε μετάφραση του Γιάννη Στρίγκου, μεταφραστή κι άλλων βιβλίων του Αλ-Ασουάνι. Για αυτό το μυθιστόρημα ο συγγραφέας, ο οποίος έχει εγκαταλείψει το Κάιρο και το οδοντιατρείο του στο θρυλικό Μέγαρο Γιακουμπιάν και ζει πλέον στις ΗΠΑ όπου διδάσκει λογοτεχνία, αντιμετωπίζει τη δίωξη των αιγυπτιακών αρχών κατηγορούμενος για προσβολή του κράτους, των ενόπλων δυνάμεων και της δικαιοσύνης, και για ενθάρρυνση του μίσους εναντίον του καθεστώτος.
Ορκισμένος εχθρός κάθε μορφής δεσποτισμού και σκοταδισμού, ο Αλ-Ασουάνι διερευνά τα γεγονότα της λαϊκής εξέγερσης του 2011 στην πολυθρύλητη πλατεία Ταχρίρ του Καϊρου και αλλού που ανάγκασαν τον Μουμπάρακ να παραιτηθεί και να αναλάβουν τη διακυβέρνηση οι ένοπλες δυνάμεις, συνεχίζοντας επί της ουσίας το έργο του παραιτηθέντος προέδρου. Λειτουργώντας θεατρικά, όπως και στο «Μέγαρο Γιακουμπιάν», ο συγγραφέας επιλέγει μια σειρά χαρακτήρων από διαφορετικά κοινωνικά, πολιτικά και θρησκευτικά στρώματα για να περιγράψει μέσω της σύνδεσής τους τις συγκεκριμένες στιγμές της ιστορίας. Τα πορτρέτα τους είναι τόσο έντονα που δεν αφήνουν ερωτηματικά. Ο καθένας κουβαλά κάτι από την ψυχή της χώρας. Ο συγγραφέας δημιουργεί την κατάλληλη συνθήκη ώστε να τονίσει τις διαχωριστικές γραμμές και μέσω ορισμένων ηρώων του, μελών του Αιγυπτιακού Κινήματος για την Αλλαγή «Κιφάγια», ιδρυτικό μέλος του οποίου είναι ο ίδιος, παίρνει διακριτικά θέση υπέρ της δημοκρατίας και της αληθινής δικαιοσύνης. Καταγγέλλει τον σκοταδισμό, την αγριότητα και την καταστολή, την υποτέλεια, τον εξευτελισμό του ανθρώπου στο όνομα πάντα της θρησκευτικής πίστης.
Κάθε ήρωας του βιβλίου έχει τη δική του φωνή. Ο Αλ-Ασουάνι δοκιμάζει τους ήρωές του βάζοντάς τους να διαχειριστούν πολιτικά, θρησκευτικά, ακόμη και ερωτικά διλήμματα, ζητήματα ζωής και θανάτου. Με μαεστρία στήνει την εναλλαγή των φωνών στην εξιστόρηση, χωρίς χάσματα, αντίθετα η ιστορία προχωρά γρήγορα και αρμονικά. Η αγωνία για καλύτερη ζωή κάνει το βιβλίο επίκαιρο για κάθε κοινωνία.
Το μυθιστόρημα αρχίζει λίγο πριν από την εξέγερση- ως επανάσταση αναφέρεται στο βιβλίο – με την πρωινή ρουτίνα του στρατηγού Άχμετ Αλουάνι, επικεφαλής της «Υπηρεσίας», εννοώντας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην καταστολή της εξέγερσης. Ο στρατηγός θεωρεί τον εαυτό του υποδειγματικό μουσουλμάνο. Δεν κάνει «βήμα αν πρώτα δε βεβαιωθεί πως αυτό εγκρίνεται από τη σαρία». Σύμφωνα λοιπόν με τη σαρία εκτελεί αυστηρά τις πρωινές τελετουργίες του: προσευχή στο τζαμί συνοδεία βέβαια της φρουράς του, ανάγνωση του Κορανίου, πρωινό γεύμα στην τεράστια έπαυλή του και νόμιμη συνουσία, ύστερα από θέαση πορνογραφικών ταινιών. Στη συνέχεια μπαίνει στο θωρακισμένο πολυτελές αυτοκίνητό του και οδηγείται στην εργασία. Εκεί βρίσκει τους υφισταμένους του να μην έχουν ακόμη καταφέρει να ανοίξει το στόμα του ένας κρεμασμένος νεαρός. Ο στρατηγός έχει τον τρόπο να αποσπάσει τις πληροφορίες που θέλει: φέρνει στην αίθουσα ανάκρισης / βασανιστηρίων τη σύζυγο του κρατούμενου διατάσσοντας τους αξιωματικούς να την γδύσουν και απειλώντας ότι θα την βιάσουν. Ας σημειώσουμε ότι «ο θεός έχει δώσει στον στρατηγό πλούσια ελέη», αποκτημένα με μεθοδευμένη διαφθορά. Η περιγραφή της θρησκευτικότητας του στρατηγού, η οποία λειτουργεί ως μανδύας της βαθιάς ανηθικότητάς του, ανοίγει ένα αποκαλυπτικό παράθυρο προς την αιγυπτιακή κυβέρνηση και την τάξη πραγμάτων που θέλουν να γκρεμίσουν οι νεαροί αγωνιστές, ήρωες της Ανεκπλήρωτης δημοκρατίας.
«Το Ισλάμ επιτρέπει να υποβάλλονται κάποιοι άνθρωποι σε βασανιστήρια και μάλιστα να τους αφαιρείται η ζωή έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η σταθερότητα της χώρας. Έχεις ακούσει για το τααζίρ; Σύμφωνα με αυτό, όποιος κυβερνά έναν τόπο έχει δικαίωμα να κρίνει από μόνος του το έγκλημα και να αποφασίσει για την τιμωρία του κατηγορουμένου». Αυτή είναι η απάντηση του στρατηγού προς την λατρεμένη αλλά ανυπάκουη κόρη του Ντάνια, η οποία ως φοιτήτρια ιατρικής θα βοηθήσει τους τραυματίες της πλατείας – σύμβολο και θα δει με τα μάτια της το φόνο του συμφοιτητή της.
Επιλέγοντας να εστιάσει στη σχέση κάθε χαρακτήρα με την επανάσταση, ο Αλ-Ασουάνι επεξεργάζεται τις εσωτερικές ζωές των ηρώων κυρίως στο βαθμό που σχετίζονται με τις πολιτικές τους ευθύνες. Έτσι δεν βλέπουμε το βάθος των χαρακτήρων, αλλά αυτή η προσέγγιση επιτρέπει να κατανοήσουμε το διαφορετικό υπόβαθρο των Αιγυπτίων για το πώς αντιλαμβάνονται το παρελθόν και πώς θέλουν το μέλλον τους. Έχουν μεγάλο ενδιαφέρον οι απόψεις που εκπροσωπούν κάποιοι ήρωες περί της υποτακτικής φύσης των Αιγυπτίων, οι οποίες δικαιολογούν τον εφησυχασμό και την υποταγή. Υποστηρικτής αυτής της άποψης είναι ο μηχανικός, διευθυντής ενός εργοστασίου, ο Ισάαμ, ο οποίος κάποτε ως ένας από τους ηγέτες των φοιτητικών εξεγέρσεων του 1972 πέρασε χρόνια στη φυλακή, βασανίστηκε άγρια και στη συνέχεια αποποιήθηκε το παρελθόν του, συμβιβάστηκε, εγκαταλείποντας την αξία του πολιτικού αγώνα: «Ο λαός της Αιγύπτου δεν πρόκειται να κάνει επανάσταση, αλλά ακόμη κι αν κάνει, αυτή θα είναι καταδικασμένη να αποτύχει, επειδή πρόκειται για έναν λαό δειλό και υποταγμένο εκ φύσεως στην εξουσία. Είμαστε ο μοναδικός λαός στην ιστορία που ανήγε τους βασιλιάδες του σε θεούς και τους λάτρευε στην κυριολεξία. Είναι ένας λαός υποταγής στους φαραώ».
Στον αντίποδα βρίσκεται η γενναιότητα των διαδηλωτών της πλατείας Ταχρίρ. Όμως η θριαμβευτική διάθεση που τους πλημυρίζει και συμπαρασύρει κι άλλους μόλις ανατρέπεται ο Μουμπάρακ, δίνει γρήγορα τη θέση της στην απογοήτευση και στην απαισιοδοξία. Μέσω ενός σατανικού συνδυασμού βίας και απίστευτα στημένης προπαγάνδας για την αμαύρωση της επανάστασης, οι στρατιωτικοί, με συμμάχους τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, οδήγησαν τους Αιγύπτιους στην πρότερη κατάσταση. Τα βασανιστήρια, ο φόβος, τα ηλεκτροσόκ, η σεξουαλική βία και ο εξευτελισμός της ανθρώπινης υπόστασης στις φυλακές, έπεισαν πολλούς ότι οι φωνές τους είναι ασήμαντες, ο αγώνας μάταιος και οι ένοπλες δυνάμεις η απόλυτη δύναμη. Δύο από τους βασικούς χαρακτήρες, η Άσμα, καθηγήτρια αγγλικών, και ο Μάζεν, χημικός μηχανικός στο εργοστάσιο τσιμέντου όπου ήταν διευθυντής ο Ισάαμ, βγαίνουν από τα βασανιστήρια, με αποκλίνουσες προοπτικές για το αν οι Αιγύπτιοι μπορούν να διατηρήσουν την ελπίδα για μια δημοκρατική κυβέρνηση που σέβεται τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια των ανθρώπων. «Αυτός ο λαός, για τον οποίο οι καλύτεροι ανάμεσά μας έχασαν τη ζωή τους υπερασπιζόμενοι την ελευθερία και την αξιοπρέπειά του, δε θέλει ούτε την ελευθερία ούτε την αξιοπρέπεια», γράφει η Άσμα από το εξωτερικό πλέον στον Μάζεν.
Ο συγγραφέας ξέρει πώς να διαλέγει τους χαρακτήρες του από τα βάθη της κοινωνίας και πώς να τους οδηγεί σε περίπλοκα μονοπάτια. Συγχρόνως γνωρίζει πώς να απευθύνεται στη συνείδηση του αναγνώστη. Μια από τις χαρακτηριστικές επίσης περιπτώσεις είναι και ο χαρακτήρας του εύπορου πενηντάρη αριστοκράτη Άσραφ, κόπτη στο θρήσκευμα, ηθοποιού που δεν έχει κατορθώσει να κάνει μεγάλη καριέρα, ο οποίος αρχικά παρακολουθεί τις «μεγαλειώδεις στιγμές» από το διαμέρισμά του με θέα την πλατεία Ταχρίρ και στη συνέχεια παίρνει ενεργό μέρος. Η αφύπνιση της συνείδησής του τον βοηθά να βρει και την προσωπική του ελευθερία, αντιμετωπίζοντας τον βασισμένο σε θεοκρατικά κριτήρια γάμο του. Είναι ένας εκπρόσωπος του παρελθόντος που έγινε εκπρόσωπος του παρόντος και του μέλλοντος.
Η Ανεκπλήρωτη δημοκρατία καταλήγει με μια ατομική πράξη, η οποία κινείται ανάμεσα στις δύο παραπάνω στάσεις: Ο φτωχός σοφέρ Μαντάνι με τεράστια ψυχική ευγένεια, πατέρας ενός «μάρτυρα», όταν έρχεται αντιμέτωπος με την αδιαφορία και τη διαφθορά της θεσμικής δικαιοσύνης για τον δολοφονημένο γιό του, παίρνει την κατάσταση στα χέρια του.
Με απαράμιλλο θάρρος και έχοντας επιστρατεύσει κάθε λογοτεχνικό μέσο, από γράμματα και μαρτυρίες μέχρι στοιχεία θρίλερ, ο Αιγύπτιος συγγραφέας μάς προσφέρει ένα συγκλονιστικό ντοκουμέντο για την «Αραβική άνοιξη», τις αιτίες που τη γέννησαν και την κατάληξή της, αλλά και μια σαρωτική απεικόνιση της θεοκρατικής αιγυπτιακής κοινωνίας που εξηγεί πολλά. «Να λοιπόν πώς η επιρροή της θρησκείας πάνω στους ανθρώπους μπορεί να φτάσει ακόμα και να τους κάνει να αποποιηθούν τα δικαιώματά τους», λέει κάπου.
info: «Ανεκπλήρωτη δημοκρατία» Αλάα Αλ-Ασουάνι, εκδ. «Πατάκη», μτφρ. Γιάννης Στρίγκος, σελ. 522