Του Θανάση Αγάθου (*)
Τρεις σημαντικές προσωπικότητες του νεοελληνικού θεάτρου του δεκάτου ενάτου αιώνα, οι ηθοποιοί Διονύσιος Ταβουλάρης και Ευαγγελία Παρασκευοπούλου και ο θεατρικός συγγραφέας (και διπλωμάτης) Κλέων Ραγκαβής, ζωντανεύουν μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του Διονύση Ν. Μουσμούτη Ο Διονύσιος Ταβουλάρης, η Ευαγγελία Παρασκευοπούλου και η “Δούκισσα των Αθηνών”. Ο Μουσμούτης, δεινός ερευνητής, λόγιος, δοκιμιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας και συγγραφέας πολλών σημαντικών μονογραφιών γύρω από το ελληνικό θέατρο, παρουσιάζει εδώ την πλούσια αλληλογραφία των δύο Επτανήσιων πρωταγωνιστών με τον Ραγκαβή κατά την περίοδο 1894-1896: οι επιστολές που στέλνουν οι δύο ηθοποιοί στον συγγραφέα αποτυπώνουν τις προσπάθειές τους να εξασφαλίσουν, ο καθένας για λογαριασμό του, τα δικαιώματα του έργου του Ραγκαβή Η Δούκισσα των Αθηνών, ώστε να το παρουσιάσει στην Αθήνα κατά την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896.
Μέσα από την παράθεση των επιστολών, τη διαφωτιστική και καίρια εισαγωγή του Μουσμούτη και τα εκτενέστατα και διεισδυτικά σχόλια του, που συνοδεύουν τις επιστολές, προβάλλει ανάγλυφα η θεατρική ατμόσφαιρα των τελευταίων ετών του δεκάτου ενάτου αιώνα: οι τακτικές βεντετισμού των δύο κοσμαγάπητων πρωταγωνιστών, ο μεταξύ τους ανταγωνισμός (τόσο εμπορικός όσο και καλλιτεχνικός), οι αντικειμενικές δυσκολίες συγκρότησης ενός αξιοπρεπούς θιάσου, με ηθοποιούς ικανούς να ενσαρκώσουν τους χαρακτήρες του απαιτητικού έργου του Ραγκαβή, η ανάγκη εύρεσης χορηγών για να καλυφθεί το υψηλό κόστος μιας απαιτητικής παράστασης με σκηνικά και κοστούμια εποχής, οι περιοδείες των θιάσων κοινότητες της ελληνικής διασποράς, τα προβλήματα συνεννόησης των θιασαρχών με την Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων, ο παραγοντισμός κάποιων μεσαζόντων, ο καθοριστικός ρόλος των εφημερίδων στην επιτυχία ή την αποτυχία μιας θεατρικής παράστασης και, ευρύτερα, στη διαμόρφωση του καλλιτεχνικού σκηνικού.
Οι δύο πρωταγωνιστές αναδεικνύονται σε δεινούς επιστολογράφους (ιδίως ο Ταβουλάρης, που είχε συγγραφικές ανησυχίες και το ύφος του είναι σαφώς πιο λόγιο από αυτό της Παρασκευοπούλου), οι οποίοι, με όπλα την ειρωνεία και το χιούμορ που διαπνέουν τη γραφή τους, προσφέρουν μια καλή εικόνα του θεατρικού και πνευματικού κόσμου της περιόδου και προβαίνουν σε εύστοχες παρατηρήσεις σχετικά με πρόσωπα και καταστάσεις, λέγοντας τα πράγματα με το όνομά τους, χωρίς καμμία διάθεση ωραιοποίησης και εξιδανίκευσης. Ξεχωριστό ιστορικό ενδιαφέρον έχουν οι αναφορές του Ταβουλάρη και της Παρασκευοπούλου σε εξέχουσες προσωπικότητες του δημόσιου βίου της Ελλάδας, όπως ο Αλέξανδρος Ρίζος-Ραγκαβής, ο Άγγελος Βλάχος, ο Δημήτριος Βερναρδάκης, ο Δημήτριος Κορομηλάς, ο Δημήτριος Κόκκος, ο Γεώργιος Μυστριώτης, ο Γεώργιος Δροσίνης, ο Μπάμπης Άννινος, ο Δημήτριος Κοτοπούλης, ο Νικόλαος Λεκατσάς, η Αικατερίνη Βερώνη, αλλά και σε φημισμένες ξένες πρωταγωνίστριες όπως η Γαλλίδα Sarah Bernhardt και η Αυστριακή Charlotte Wolter (σε μια στιγμή αγανάκτησης η Παρασκευοπούλου δεν διστάζει να παραλληλίσει τον εαυτό της με τις δύο διάσημες συναδέλφους της: «Ως φαίνεται ούτω θα υποφέρη και η Σάρρα και η Βόλτερ, όταν πρόκειται να αναβιβάση ένα έργον», σ. 115).
Πάνω από όλα, το βιβλίο διαβάζεται ως ένας φόρος τιμής του Μουσμούτη στην τέχνη –αποφεύγω να χρησιμοποιήσω τη λέξη «επάγγελμα»– του ηθοποιού: τόσο ο Ταβουλάρης όσο και η Παρασκευοπούλου είναι αντιπροσωπευτικά δείγματα του γνήσιου, προικισμένου, πραγματικά ταλαντούχου θεατρίνου, με την αγάπη του για το ωραίο, το κυνήγι του κατάλληλου, «αβανταδόρικου» ρόλου, την τελειομανία του, την επιθυμία του να κατακτήσει το κοινό, τη λαχτάρα της επιτυχίας, το άγχος της αποτυχίας, τη ματαιοδοξία του, τα πάθη του, τις αδυναμίες του, την ανασφάλειά του. Σε όλα αυτά, βεβαίως, προστίθεται το άγχος του βιοπορισμού, καθώς και οι δύο θιασάρχες, μέσα από την αλληλογραφία τους με τον Ραγκαβή, θέτουν συνεχώς επί τάπητος τις ποικίλες οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και αναζητούν λύσεις.
Το βιβλίο προλογίζει μεστά ο Βάλτερ Πούχνερ, ο οποίος εύστοχα επαινεί την πληροφοριακή στρατηγική του Μουσμούτη, μια στρατηγική προσεκτικά σχεδιασμένη, καθώς «κινείται από τα γενικά της εποχής και τα βιογραφικά των εμπλεκόμενων προσώπων με επαγωγικά βήματα στα συγκεκριμένα συμφραζόμενα και περιστατικά της αλληλογραφίας και της κάθε επιστολής ξεχωριστά» (σ. 14). Πράγματι, με αυτή την τακτική ο αναγνώστης αποκτά μια σφαιρική, πολυπρισματική εικόνα των γεγονότων και του γενικότερου πολιτικού και καλλιτεχνικού κλίματος της περιόδου.
Αποτέλεσμα πολύμοχθης έρευνας, που συνδυάζει επιστημονικό πάθος, αυστηρή μεθοδολογία, συγκινητικό μεράκι, συστηματική αποδελτίωση του Τύπου της περιόδου, επαρκέστατη βιβλιογραφική τεκμηρίωση, εξαντλητική διασταύρωση στοιχείων και εμμονή στη λεπτομέρεια, στοιχεία που χαρακτηρίζουν όλα τα μελετήματα του Μουσμούτη, το βιβλίο αποτελεί μιαν εξαιρετικά πολύτιμη συμβολή στο λίαν απαιτητικό πεδίο της σχολιασμένης έκδοσης αλληλογραφίας, αλλά και ένα άκρως απολαυστικό και γοητευτικό ανάγνωσμα, που αναδύει το θεατρικό άρωμα μιας ιδιαίτερης εποχής, παρέχει έναν θησαυρό πληροφοριών και διαβάζεται απνευστί όχι μόνο από τους θεατρολόγους και τους φιλολόγους, αλλά και από οποιονδήποτε αγαπά το θέατρο και ενδιαφέρεται για την ιστορία του.
Info: Διονύσης Ν. Μουσμούτης, Ο Διονύσιος Ταβουλάρης, η Ευαγγελία Παρασκευοπούλου και η “Δούκισσα των Αθηνών”, Εκδόσεις Πλέσσα, 2018, 183 σελ.
(*) Ο Θανάσης Αγάθος είναι Επίκουρος Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.