του Θανάση Μήνα
’Twas down in Mississippi not so long ago
When a young boy from Chicago town stepped through a Southern door
This boy’s dreadful tragedy I can still remember well
The color of his skin was black and his name was Emmett Till”
Στις αρχές του 1962, ο νεαρός τότε Bob Dylan, που ακόμα ακολουθούσε την τυπική folk και τραγουδοποιία, δηλαδή έγραφε στίχους με συγκεκριμένο πολιτικοκοινωνικό «θέμα» (ασφυκτικό μοτίβο από το οποίο θα διαφύγει μέσα στην επόμενη τριετία), παρουσίασε ένα νέο κομμάτι με τον τίτλο “The Death Of Emmett Till” . Σε παραλλαγές απαντά και ως “The Ballad of Emmett Till”.
Το κομμάτι πιθανότατα ακούστηκε για πρώτη φορά ζωντανά στην εκπομπή “Folksinger’s Choice” της Cynthia Gooding, στον Ρ/Σ WBAI – FM της Νέας Υόρκης, στις 11 Μαρτίου του ’62. Στους στίχους του τραγουδιού, που μέρος τους παρατέθηκε στην αρχή, ο Dylan αφηγείται την άγρια δολοφονία του 15χρονου Αφροαμερικανού Έμετ Τιλ. Η ιστορία του Έμετ, αλλά και η ιστορία του πατέρα του, Λούις Τιλ, αποτελεούνν το αντικείμενο της έρευνας του John Edgar Wideman που καταγράφεται σ’ αυτό το έξοχο βιβλίο.
Λίγα λόγια πρώτα για τον συγγραφέα. Ο Αφροαμερικανός Τζων Έντγκαρ Γουάιντμαν γεννήθηκε στην Ουάσινγκτον το 1941. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια και αργότερα στην Οξφόρδη με υποτροφία. Παράλληλα με τη συγγραφή βιβλίων, ακολούθησε ακαδημαϊκή καριέρα, και δίδαξε λογοτεχνία και δημιουργική γραφή στα Πανεπιστήμια του Γουαϊόμινγκ, της Πενσυλβάνια και της Μασαχουσέτης, καθώς επίσης και στο Πανεπιστήμιο Μπράουν. Ας σημειωθει ότι στο κολέγιο έπαιζε μπάσκετ και ήταν πραγματικά καλός (τον προόριζαν για το Draft του NBA). Ήταν μάλιστα συμπαίκτης του μελλοντικού all-star των New York Knicks (τους οποίους υποστηρίζει ο υπογράφων) και μετέπειτα γερουσιαστή των ΗΠΑ, Bill Bradley. Ο Wideman έχει καταγράψει τις αναμνήσεις του από τον κόσμο του μπάσκετ στο memoir “Hoop Stories”. Έχει επίσης δημοσιεύσει τουλάχιστον δέκα μυθιστορήματα ή non-fiction novels και αρκετές συλλογές διηγημάτων. Έχει τιμηθεί δύο φορές με το βραβείο PEN/Faulkner μυθιστορήματος και με τα βραβεία John Dos Passos, MacArthur “Genius Grant” και Aniesfield-Wolf Book Award για το σύνολο του έργου του.
Επιστρέφοντας στο βιβλίο (και στην προφορική αφήγηση του Dylan), στις 28 Αυγούστου του 1955 ο Έμετ Τιλ ταξίδευε με το τρένο από το Σικάγο προς την πολιτεία του Μισισίπι. Υποτίθεται ότι του άρεσε μια λευκή και της σφύριξε. Η πράξη του θεωρήθηκε «ανεπίτρεπτη» για νέγρο, «εγκληματική». Μια παρέα λευκών τον απήγαγε, τον βασάνισε απάνθρωπα και τον δολοφόνησε. Το σώμα του βρέθηκε κατακρεουργημένο και το πρόσωπό του φρικτά παραμορφωμένο (Η φωτογραφία του παραμορφωμένου προσώπου του θα στοιχειώσει τον Wideman, όπως αναφέρει η ελληνική έκδοση του βιβλίου). Οι δράστες συνελλήφθησαν, όμως στη δίκη που ακολούθησε, οι ένορκοι, λευκοί βεβαίως και οι ίδιοι, τους έκριναν αθώους. Στη διάρκεια της δίκης, ανασύρθηκε από τα αρχεία η υπόθεση του πατέρα του Έμετ, Λούις. Ο πρεσβύτερος Τιλ είχε υπηρετήσει στην Ευρώπη κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Προς το τέλος του πολέμου, κατηγορήθηκε για τον βιασμό μιας Ιταλίδας, καταδικάστηκε σε θάνατο από στατοδικείο και εκτελέστηκε. Το κρίμα περνά από τον πατέρα στον γιο, σαν να αποφάνθηκαν οι ένορκοι. Αυτό βάρυνε στην αθώωση των δολοφόνων του Έμετ.
Ο Wideman μάλιστα σημειώνει ότι η απόφασή του δικαστηρίου ήταν υπερβολική ακόμα και για τα δεδομένα του ρατσιστικού Νότου. Το εξηγεί ως εξής: στα πρώτα χρόνια της ψυχροπολεμικής περιόδου, οι ΗΠΑ προσπάθησαν να δείξουν διεθνώς ένα καλό πρόσωπο-βιτρίνα ως χώρας-προστάτιδας της δημοκρατίας (σε αντίθεση με τη Σοβιετική Ένωση) σε θέματα ανθρώπινων δικαιωμάτων∙ είναι χαρακτηριστικό ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης συνιστούσε στα πολιτειακά δικαστήρια να επιβάλουν σχετικά αυστηρές ποινές σε θέματα φυλετικών διακρίσεων, πόσω μάλλον σε υποθέσεις ρατσιστικής βίας. Φευ! στην περίπτωση του Έμετ Τιλ.
Σε ό,τι αφορά τον Λούις Τιλ, ο Wideman έχει και πάλι διεξάγει εξονυχιστική έρευνα στα διαθέσιμα αρχεία. Ένα από τα συμπεράσματα τα οποία προκύπτουν, είναι το ότι οι μαύροι Αμερικανοί στρατιώτες που υπηρετούσαν στην Ευρώπη στη διάρκεια του Πολέμου και καταδικάζονταν από στρατοδικεία για εγκλήματα συνήθως κατά αμάχων, καταδικάζονταν σε πολύ βαρύτερες ποινές (συμπεριλαμβανομένης και της θανατικής) σε σχέση με τους λευκούς συναδέλφους τους. Εύλογα γεννάται το ερώτημα αν και σε αυτές τις δικαστικές αποφάσεις υπεισέρχεται ο παράγοντας του ρατσισμού.
Μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά και συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις δύο γενιές των Τιλ, έχει η σχέση των δύο με την Μέιμι Τιλ. Ο Wideman σημειώνει ότι η Μέιμι, μετά τον θάνατο του Έμετ, έγραψε την αυτοβιογραφία της. Εκεί αναφέρει τον Λούις ως «συχνά βάναυσο». Τον θυμάται πάντα ως «σκληρό καρύδι». Όχι ότι η Μέιμι πήγαινε πίσω. Ο Wideman τη χαρακτηρίζει «λιοντάρι μονάχο» και «αγωνίστρια». Πώς αλλιώς; Τον Σεπτέμβρη του ’55, ταξίδεψε μονάχη από το Σικάγο στο Μισισίπι, ενώ το αίμα του γιου της ήταν ακόμα φρέσκο στα χέρια των δολοφόνων του. Δέχτηκε απειλές, παρενοχλήσεις, σφαίρες στο παράθυρο του δωματίου που κοιμόταν, κι έζησε ως το τέλος τη δοκιμασία της δίκης. Συνέχισε αυτό το έργο ως τον θάνατό της, ακτιβίστρια, συγγραφέας, ομιλήτρια ταγμένη στον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο Wideman γράφει μεν σε τρίτο πρόσωπο, αλλά συγχρόνως αναζητά κοινούς τόπους και συνδέσεις με τη δική του οικογενειακή ιστορία. Μ’ αυτό τον τρόπο επικαιροποιεί το θέμα του – τον ρατσισμό και τη βία στην αμερικανική κοινωνία. Με μια μέθοδο γραφής που θα χαρακτήριζα υβριδική, όπου ψήγματα μυθοπλασίας καλούνται να γεμίσουν τα όποια κενά αφήνει η ιστορική έρευνα σε πηγές και αρχεία, ο Wideman κατορθώνει να συναρθρώσει μια σειρά από κατακερματισμένες αφηγήσεις σ’ ένα Κείμενο-Κραυγή, που διατρέχει την ιστορία των Αφροαμερικανών. Η μετα-λογοτεχνία του σαν να συνομιλεί με τη λογοτεχνία της Toni Morrison: «Δεν υπάρχει ούτε ένα σπίτι στη χώρα που να μην είναι ως τα δοκάρια της σκεπής γεμάτο από την οδύνη κάποιου νεκρού νέγρου» («Αγαπημένη», εκδ. Παπαδόπουλος, μτφ. Κατερίνα Σχινά).
Για να τελειώσουμε όπως αρχίσαμε, το “The Death Of Emmet Till” δεν είναι φυσικά το μοναδικό κομμάτι του Dylan που αναφέρεται στο θέμα των φυλετικών διακρίσεων και της ρατσιστικής βίας με θύματα Αφροαμερικανούς. Άλλo ένα σπουδαίο παράδειγμα είναι το “The Lonesome Death of Hattie Carroll”, με θέμα την παντελώς αναίτια, ψυχρή δολοφονία της 50χρονης σερβιτόρας Hattie Carroll, μετά το τέλος της βάρδιας της, από τον λευκό ρατσιστή William Devereux Zantzinger, το 1963 (το τραγούδι εμφανίστηκε στο album “The Times They Are a-Changin’” του 1964). Και, βέβαια, το περίφημο “Hurricane”, που γράφτηκε το 1975 και αναφέρεται στην υπόθεση του πρωτοπυγμάχου Rubin “Hurricane” Carter, ο οποίος έπεσε θέμα σκευωρίας και έμεινε σχεδόν 20 χρόνια στη φυλακή για συμμετοχή σε τριπλή ανθρωποκτονία, η οποία ουδέποτε αποδείχτηκε (το τραγούδι εμφανίστηκε στο album “Desire” της ίδιας χρονιάς).
Είναι άξιον απορίας γιατί ο Dylan δεν συμπεριέλαβε ποτέ το “The Death Of Emmet Till” σε κάποιο επίσημο studio ή live album. Κυκλοφορεί βέβαια σε αρκετά bootleg, δηλαδή «παράνομα» ή έστω ανεπίσημα κυκλοφορημένα album, αλλά οι εγγραφές δεν είναι οι καλύτερες. Παρόλα αυτά, συνιστώ ανεπιφύλακτα την εγγραφή που εμφανίστηκε στον τόμο “Vol. 10: The Witmark Demos, 1962-1964” της σειράς “The Bootleg Series” της εταιρείας Columbia, που επιμελείται ο ίδιος ο Dylan. Σ’ αυτή την εκτέλεση τραγουδά λες για να ξορκίσει το φονικό του νεαρού Έμετ, με παρόμοιο τρόπο μ’ αυτόν που ο John Edgar Wideman γράφει για να σώσει μια ζωή.
John Edgar Wideman,Γράφοντας για να σώσω μια ζωή. Ο Φάκελος Λούις Τιλ,μτφ. Αθηνά Δημητριάδου, Εκδόσεις Πόλις, 2019