του Ξενοφώντα Κοντιάδη (*)
Τι είναι αυτό που κάνει μοναδικό το «Ταξίδι στο κράτος» και μας υποχρεώνει να ξαναγράψουμε τα δικά μας κείμενα που απευθύνονται σε φοιτητές και σε ένα ευρύτερο κοινό;
Κατέβασα από τη βιβλιοθήκη μου ορισμένα κλασικά έργα πολιτειολογίας, θεωρίας του κράτους και συνταγματικού δικαίου, όχι μόνο παλαιότερα αλλά και σύγχρονα. Όλα βιβλία εξαιρετικά συγκροτημένα και συστηματικά, τεκμηριωμένα, γραμμένα με σκοπό να διαβαστούν κυρίως από φοιτητές. Σε όλα μπορεί να βρει κανείς πολύτιμες προσεγγίσεις για την έννοια του κράτους, την επικράτεια, την κυριαρχία, τη συντακτική εξουσία, το Σύνταγμα, τη δημοκρατία, τη διάκριση των λειτουργιών, την ιστορική τους εξέλιξη και το περιεχόμενό τους.
Όμως, όσο κι αν ακουστεί υπερβολικό, κανένα από αυτά τα βιβλία δεν αντέχει τη σύγκριση με το «Ταξίδι στο κράτος». Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι καλύτερο, πιο χρήσιμο, πιο βαθύ ή πιο πλούσιο αλλά ότι είναι κάτι άλλο, μη συγκρίσιμο, ένα κείμενο για το κράτος γραμμένο με εντελώς διαφορετικό τρόπο και ύφος, που πετυχαίνει αυτό ακριβώς το οποίο υπόσχεται στον πρόλογό του. Στην πρώτη φράση του βιβλίου ο Χριστόπουλος γράφει: «Το βιβλίο αυτό φιλοδοξεί να αποτελέσει έναν οδηγό μύησης στον κόσμο του κράτους».
Μύηση δεν σημαίνει μεταφορά γνώσεων και κριτικών παρατηρήσεων με επιστημονικό τρόπο πάνω σε ένα οριοθετημένο θέμα, όπως κάνουν τα άλλα εγχειρίδια πολιτειολογίας. Μύηση σημαίνει κάτι βαθύτερο. Στο λεξικό διαβάζουμε ότι μύηση σημαίνει κατ’ αρχάς εισαγωγή ενός νέου στα ενδότερα μίας τέχνης ή επιστήμης μέσω της διδασκαλίας. Σημαίνει όμως και εισαγωγή σε ένα μυστήριο, μέσα από μια τελετουργία. Σημαίνει πάνω από όλα να τσιγκλήσει τον μυούμενο να σκεφτεί, να αναρωτηθεί, αλλά και να παρασυρθεί από αυτό στο οποίο μυείται, μία διαδικασία στην οποία δεν μετέχει μόνο ο ορθός λόγος, αλλά εισάγει και σε έναν κόσμο παθών, επανεκτιμώντας τον ρόλο των συναισθημάτων στη διδακτική διαδικασία.
Υπό αυτή την έννοια η μύηση αποτελεί μια ξεχωριστή τέχνη με μεγάλες απαιτήσεις: Να καταφέρει δηλαδή ένα επιστημονικό κείμενο, που προορίζεται για πανεπιστημιακή διδασκαλία, αλλά και για ένα ευρύτερο κοινό ενδιαφερομένων πολιτών, να λειτουργήσει ταυτόχρονα με κατανοητική και συναισθησιακή αμεσότητα. Αυτό καταφέρνει το «Ταξίδι στο κράτος», καθιστώντας το μη συγκρίσιμο με τα άλλα εγχειρίδια.
Ποια είναι η συνταγή για να το καταφέρει; Πρώτα και κύρια, με τον αφηγηματικό τρόπο που προσεγγίζονται οι μεγάλες έννοιες. Με τις εικόνες που ενσωματώνει σε αυτή την αφήγηση. Με τη χρήση λέξεων που απουσιάζουν πλήρως από τα άλλα ακαδημαϊκά βιβλία.
Μόνο στην πρώτη σελίδα διαβάζουμε για κλαδιά και δέντρα που θεριεύουν και μαραίνονται, για σάρκα και οστά, για έννοιες που αρρωσταίνουν. Με αναφορές στη μυθολογία, όπως τον Κένταυρο, τον οποίο χρησιμοποίησε πρώτος ο Μακιαβέλλι για να εξηγήσει τη διττή φύση του κράτους.
Με διαρκείς αναφορές σε μεγάλες φιλοσοφικές ιδέες και σε ιστορικά παραδείγματα, με ωραίες περιγραφές, όπως η πτώση της Βαστίλης, με εμβληματικές φράσεις διανοούμενων και επαναστατών σε διαρκή αναμόχλευση: Από τον Ροβεσπιέρο και τον Κλαούζεβιτς, στον Σοπενχάουερ και τον Μπρεχτ, μέχρι τον Καραγάτση και τον Ουμπέρτο Έκο.
Με την ανάμιξη ιστορίας και πολιτικής φιλοσοφίας, του δικαίου με την πραγματικότητα. Αυτό πρέπει να είναι τελικά το οπλοστάσιο του πολιτειολόγου, αποφεύγοντας τις διαρκείς αναγωγές στο δίκαιο και τους θεσμούς όπως επιλέγουν τα κλασικά εγχειρίδια και ακολουθώντας ένα ταξίδι που συχνά εκτρέπεται από τα όρια του επιστημονικού λόγου. Έτσι αναδεικνύεται και η αξία της χρήσης μυθολογικών ή θεολογικών όρων για να γίνει κατανοητό αυτό το μωσαϊκό που είναι σήμερα το κράτος.
Ο συγγραφέας περιγράφει τον λαό και το έθνος ως «έμψυχο κράτος», την επικράτεια ως «ιερή γη του κράτους», την κυριαρχία ως «μήτρα του δικαίου» και δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει ως τίτλους κεφαλαίων στίχους από τραγούδια των Social Waste: «Η επανάσταση μονάχα έχει ουσία όσο κρατάει μέχρι να γίνει εξουσία».
Στην ίδια σελίδα γίνεται λόγος για τη δολοφονία του Οσάμα Μπιν Λάντεν το 2011 και δύο αράδες πιο κάτω για τη διάκριση μεταξύ dominium και imperium, με αναφορά στον Σουλτάνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στον Λουδοβίκο της Γαλλίας.
Με ποιο εγχειρίδιο μπορεί να συγκριθεί λοιπόν αυτό το βιβλίο, που τελικά δεν είναι μόνο ένα ταξίδι μύησης για τους φοιτητές και κάθε πολίτη που θέλει να ξέρει πώς λειτουργεί η πολιτεία στην οποία ζει; Λειτουργεί ταυτόχρονα ως ένα ταξίδι μύησης αναγκαίας για εμάς που ως διδάσκοντες συνήθως έχουμε την αυταπάτη ότι θα μυήσουμε τους φοιτητές μας στα άδυτα της πολιτείας και των θεσμών με ξύλινες λέξεις.
(*)Ο Ξενοφών Κοντιάδης είναι Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.