του Δάνη Κουμασίδη (*)
Στις εκδοτικές αποτιμήσεις της χρονιάς συχνά παραλείπουμε ή δίνουμε ελάχιστο χώρο στα βιβλία φιλοσοφικού και θεωρητικού στοχασμού. Η παρούσα αποτίμηση προσπάθησε να είναι κατά το δυνατόν αναλυτική, εξ ου και περιλαμβάνει εικοσιπέντε τίτλους, ωστόσο είναι βέβαιο ότι έχει παραλείψει ορισμένους τίλους που δεν έφτασαν στα χέρια του συγγραφέα της ή δεν υπήρξε ο χρόνος αποτίμησής τους – είναι χαρακτηριστικό ότι πολλά από τα βιβλία κυκλοφόρησαν τον τελευταίο μήνα. Σε κάθε περίπτωση, το γενικό συμπέρασμα είναι το εξής: παρά τη διαδεδομένη άποψη πως διάγουμε καιρούς πνευματικής ένδειας, στη χώρα μας εξακολουθούν να δημοσιεύονται πολλά και αξιόλογα έργα παλαιοτέρων και νεότερων στοχαστών, μεταφρασμένα και πρωτότυπα.
Τζιόρτζιο Αγκάμπεν, Γούστο, μετάφραση Άντα Κλαμπατσέα, εκδόσεις Πατάκη, σελίδες 112.
Από τους σημαντικότερους εν ζωή φιλοσόφους ο Τζιόρτζιο Αγκάμπεν, με σταθμό το εμβληματικό του έργο Homo Sacer αλλά και μεγάλο μέρος του έργου του αμετάφραστο, ήρθε στην επικαιρότητα για τους λάθος λόγους με τις -το λιγότερο- αμφιλεγόμενες απόψεις του για την πανδημία του Covid και την καραντίνα. Εδώ διαβάζουμε ένα παλαιότερο έργο του, πρωτοδημοσιευμένο το 1979, στο οποίο επιχειρεί σε λίγες σελίδες να αναστοχαστεί κριτικά την έννοια της αισθητικής, φθάνοντας ως τις απαρχές της φιλοσοφίας. Στη μεταιχμιακή κατάσταση μεταξύ αλήθειας και ομορφιάς ο Αγκάμπεν εντοπίζει το δίχασμα του υποκειμένου, το οποίο δεν δύναται στην πραγματικότητα να γνωρίζει (αλήθεια/γνώση) αλλά ούτε και να απολαμβάνει (ομορφιά/ωραίο). Η Τρίτη κριτική του Καντ μοιάζει να εισάγει τη συμφιλίωση του ωραίου ως ως πλεονάζοντος σημαίνοντος και του γούστου ως γνώσης/απόλαυσης, επομένως έχουμε μάθει να εννοούμε την αισθητική ευχαρίστηση ως πλεόνασμα της αναπαράστασης προς τη συνείδηση. Βήμα βήμα ο Αγκάμπεν επιχειρεί να αναστοχαστεί αυτούς τους συσχετισμούς.
Τόμας Νέιγκελ, Νους και κόσμος. Γιατί η υλιστική νεοδαρβινική αντίληψη της φύσης είναι σχεδόν σίγουρα λανθασμένη. Μετάφραση: Αντώνης Χατζημωυσής. Επιμέλεια Στέλιος Βιρβιδάκης – Μιλτιάδης Ν. Θεοδοσίου. Επίμετρο Κωνσταντίνος Τσαγκάρης. Σειρά Ευμενείς Έλεγχοι, Εκκρεμές, σελίδες 296.
Ακόμα ένα πολυσυζητημένο, σχεδόν ήδη κλασικό, βιβλίο φιλοσοφίας -μολονότι εκδόθηκε το 2012, προστίθεται στα μεταφρασμένα της σειράς “Ευμενείς έλεγχοι’’ των εκδόσεων Εκκρεμές και στην ελληνική βιβλιογραφία. Ο Τόμας Νέιγκελ (1937) -τη δεκαετία του 2000 θυμάμαι να αναφέρεται στα ελληνικά, προφανώς γαλλότροπα, ως Ναζέλ- είναι ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή φιλοσόφους, ομότιμος πλέον καθηγητής καθηγητής φιλοσοφίας και δικαίου στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης μάς προσφέρει μια φιλοσοφική μελέτη επικεντρωμένη στη γνωσιοθεωρία της εποχής μας, στη διερεύνηση των ορίων της επιστημονικής γνώσης: ειδικότερα επιχειρεί να καταδείξει ότι η προβληματική της συσχέτισης νου και σώματος δεν περιορίζεται στο ζήτημα των σχέσεων του νου με τον εγκέφαλο και τη συμπεριφορά, αλλά εμπίπτει και συνάμα επηρεάζει τον τρόπο μέσω του οποίου κατανοούμε το σύνολο του κόσμου και την ιστορία του. Εντοπίζει και θέτει σε έλεγχο τη διαμάχη μεταξύ επιστημονικής φυσιοκρατίας και των ποικίλλων τύπων αντι-αναγωγισμού: στην επιστημονική φυσιοκρατία (την οποία ονοματίζει υλισμό ή υλιστική φυσιοκρατία) προσερχόμαστε με την ελπίδα ότι οι φυσικές επιστήμες, συμπεριλαμβανομένης της βιολογίας μπορούν να εξηγήσουν τα πάντα σ’ ένα βασικό επίπεδο. Από την άλλη υφίσταται η αμφιβολία αν στοιχεία του κόσμου όπως η συνείδηση, η σκέψη, το νόημα, ο σκοπός κ.α. μπορούν να βρουν μια εντοπίσιμη θέση σ’ ένα σύμπαν φυσικών δεδομένων (αντιαναγωγισμός). Ο Νέιγκελ συμπεραίνει ότι η φιλοσοφία πρέπει να προχωρά με τρόπο συγκριτικό, οπλισμένη με εναλλακτικές αντιλήψεις οι οποίες ωστόσο πρέπει να είναι όσο πιο έγκυρες γίνεται και πέραν των ιδεολογικών μας φορτίσεων αντί διαρκών απόπειρων οριστικής απόδειξης ή ανασκευής (εδώ επί της ουσίας αποφαίνεται επιστημολογικά). Όπως εξηγεί στο επίμετρό του ο Κωνσταντίνος Τσαγκάρης, ο Νέιγκελ θεωρεί πως η φιλοσοφία χρειάζεται ένα καινούργιο εξηγητικό σχήμα, ταυτόχρονα περιγραφικό-ιστορικό και λογικό-νομολογικό και η έως τώρα αναγωγιστική κοσμοεικόνα αποτυγχάνει ελλείψει αυτού σε τρία βασικά προβλήματα της φιλοσοφίας: στο ζήτημα της συνείδησης, της ικανότητας της ανθρώπινης γνώσης και στην πραγμάτευση των ηθικών αξιών. Στα ελληνικά κυκλοφορούν άλλα τρία βιβλία του Νέιγκελ, και το εξαντλημένο Θεμελιώδη φιλοσοφικά προβλήματα.
Βασίλης Αλεξίου, Καρναβα(ρνα)λικά – μελετήματα για τη βαρναλική ποίηση, Κέδρος, σελ. 232
O καθηγητής Θεωρίας της Λογοτεχνίας στο Α.Π.Θ. Βασίλης Αλεξίου ξαναδουλεύει και συγκεντρώνει σ’ έναν τόμο τα κείμενα του πάνω στη βαρναλική ποιητική. Ακάματος μελετητής του βαρναλικού corpus o Αλεξίου χρησιμοποιεί τον παιγνιώδη τίτλο ώστε να συμπληρώσει τη μπαχτινική καρναβαλική θεώρηση του κόσμου δίπλα στα ερμηνευτικά δεδομένα της εν λόγω ποιητικής. Στο βιβλίο εξηγεί τους όρους “ετερολογία” και ‘‘συμμόρφωση”, δοκιμάζει μια, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, συγκριτική Βάρναλη-Μπρεχτ, μας (επαν)εισάγει στα έργα Ο λαός των Μουνούχων (του οποίου είχε και τη φιλολογική επιμέλεια στην οριστική του έκδοση) και Το φως που καίει, συγκεντρώνει και σχολιάζει τις αισθητικές απόψεις του ίδιου του Βάρναλη κυρίως την -κατά Δάλλα δημιουργικότερη για τον ποιητή- δεκαετία του 1920, και ολοκληρώνει τολμηρά, ανιχνεύοντας μεταμυθοπλαστικά στοιχεία και τάσεις ειδομειξίας στο υπό κρίση έργο. Το βιβλίο προλογίζει ο αειθαλής Ευτύχης Μπιτσάκης και είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Γιάννη Δάλλα.
Είναι ευχής έργον να διαβάζουμε περισσότερα βιβλία που αφορούν πολιτικοφιλοσοφικές διαμάχες· στην εν λόγω περίπτωση έχουμε να κάνουμε με ένα ενδομαρξιστικό debate μεταξύ του Άγγλου Τζων Λιούις και του διάσημου Γάλλου Λουί Αλτουσέρ, ο οποίος απαντά στις αιτιάσεις του πρώτου με έναν τρόπο δριμύ, με ύφος πολεμικό. Ο εν λόγω διάλογος έλαβε χώρα το 1972 και ο Αλτουσέρ βρίσκει την ευκαιρία να εκδιπλώσει μια επιχειρηματολογία απόρριψης του σοβιετικού μαρξισμού. Επ’ αφορμή της αντιπαράθεσης (ο Λιούις είχε ασκήσει κριτική στα δύο πρώτα -και κομβικά- έργα του Αλτουσέρ Για τον Μαρξ και Να διαβάσουμε το κεφάλαιο της δεκαετίας του 1960) επανέρχεται στην υποστήριξη του θεωρητικού αντι-ανθρωπισμού, ως συνεπή στρουκτουραλιστική στάση- και του προγραμματικού ρόλου της φιλοσοφίας. Οι εκδόσεις Εκτός Γραμμής συνεχίζουν με συνέπεια και μεράκι την έκδοση μεγάλου μέρους του Γάλλου θεωρητικού, φτάνοντας ήδη τους επτά τίτλους ενώ ετοιμάζονται άλλοι οκτώ.
Η Πρόθεση παρά τη μικρή της έκταση, θεωρείται ως ένα από τα θεμελιώδη κείμενα της αγγλόφωνης φιλοσοφίας του 20ου αιώνα. Δημοσιεύτηκε το 1957, εν συνεχεία με τροποποιήσεις το 1958 και το 1963 – αυτήν την τελευταία έκδοση ακολουθεί κατά βάση και η ελληνική μετάφραση, και εκφωνήθηκε αρχικώς ως σειρά διαλέξεων στην Οξφόρδη και στην Αριστοτελική Εταιρεία, με κύριο στόχο την ανάδειξη σημασιολογικών διαφορών μεταξύ «κινήτρου», «πρόθεσης» και «νοητικής αιτίας». Η έκφραση πρόθεσης περιγράφει κάτι μελλοντικό στο οποίο αυτός που την εκφράζει εννοείται ως ένα δρων υποκείμενο που συνάμα περιγράφει/δικαιολογεί τη μελλούμενη πράξη. Ωστόσο, η φιλοσοφική προβληματική εκκινεί ήδη από το σημείο στο οποίο επιχειρούμε να ελέγξουμε τον βαθμό αλήθειας που ενέχει η εκδήλωση της οιασδήποτε πρόθεσης. Στο εξαιρετικά κατατοπιστικό Παράρτημα, οι μεταφραστές-επιμελητές του τόμου περιγράφουν τις εκδοτικές αλλά και ενδοσημασιολογικές μεταβολές των διαφορετικών εκδοχών του έργου.
Όλο και πληθαίνει στον 21ο αιώνα η ιστορική έρευνα που μεταβάλλει τη στερεοτυπική εικόνα που είχαμε για τον Μεσαίωνα ως μια εντελώς σκοτεινή και οπισθοδρομική εποχή –το εγχείρημα το είχε ήδη ξεκινήσει ο Ζακ Λεγκόφ και οι συνεργάτες του από τα μέσα του 20ου αιώνα. Στο εν λόγω έργο, οι συγγραφείς ανατέμνουν δέκα περίπου αιώνες (χονδρικά από τον πέμπτο έως και τον δέκατο τέταρτο, με εντυπωσιακό φινάλε το έργο του ποιητή Δάντη) στην περιοχή της Ευρώπης, της Μεσογείου, της Ασίας και της Αφρικής για να αντιστρέψουν αυτή την εικόνα της εποχής άγνοιας, δεισιδαιμονιών και βαρβαρότητας. Σε αυτή τους την επαναπροσδιοριστική περιήγηση χρησιμοποιούν κατά κόρον πηγές, παραδείγματα πλην του κοινωνικοπολιτικού και από τον θρησκευτικό και καλλιτεχνικό χώρο.
Ο Ντέιβιντ Γκρέμπερ παρά τη σύντομη ζωή του είχε προλάβει να αναδειχτεί σ’ έναν από τους επιδραστικότερους στοχαστές της εποχής μας – κάτι ιδιαίτερα δύσκολο αν σκεφτεί κανείς ότι υπήρξε ανθρωπολόγος. Θεμελιώδους σημασίας το έργου του Χρέος: τα πρώτα πέντε χιλιάδες χρόνια (στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Στάσει Εκπιπτόντες). Σε συγκινητικό τόνο εξ αιτίας της απώλειας του συγγραφέα τρεις μόλις εβδομάδες πριν την έκδοση του ξεκινάει και το βιβλίο με τον πρόλογο και την αφιέρωση του έτερου συγγραφέα, Ντέιβιντ Γουέντροου. Το βιβλίο αποτελεί καρπό έρευνας, συζήτησης και συγγραφής από τους δύο επιστήμονες για περισσότερο από δέκα χρόνια. Θέτει τον ιδιαίτερα φιλόδοξο στόχο του ξαναδιαβάσματος της ανθρώπινης ιστορίας αμφισβητώντας τις θεωρίες του 18ου αιώνα (και κυρίως του Ρουσσώ και του Χομπς περί ανθρώπινης φύσης και κοινωνίας) που θεωρούμε έως και σήμερα περίπου αυτονόητες: κυρίως εκείνη που υποστηρίζει ότι ο ανθρώπινος πολιτισμός δημιουργήθηκε βάσει της θυσίας της αρχέγονης ελευθερίας και τις τιθάσευσης των ενστίκτων. Η διεπιστημονική προσέγγιση των συγγραφέων θέτει σε αμφισβήτηση τις «ιστορίες» της εκμετάλλευσης, του ανταγωνισμού και της προέλευσης των κοινωνικών ανισοτήτων. Ο προϊστορικός άνθρωπος δεν ήταν ούτε απόλυτα ελεύθερος ζώντας σε μια εξισωτική κοινωνία που αλλοτριώθηκε, κυρίως, από τον δυτικό πολιτισμό, ούτε βίαιος άγριος ζώντας στη φυσική βαρβαρότητα. Σε γενικές γραμμές, οι συγγραφείς αμφισβητούν την ανισότητα ως κοινωνικά έμφυτη κατάσταση και επισημαίνουν πολλές φορές και με πολλά παραδείγματα πως τα άλματα της ανθρωπότητας ήταν προϊόντα συλλογικής αυτοδημιούργιας και συνεργασίας.
Το τελευταίο έργο του Εμμάνουελ Καντ στο οποίο αφοσιώθηκε τα τελευταία οκτώ χρόνια της ζωής του. Το χειρόγραφο αποτελείται από δεκατρείς δεσμίδες προερχόμενες από τα κατάλοιπα (Nachlass) του φιλοσόφου, σημειώσεις δηλαδή που κρατούσε για τις πανεπιστημιακές σημειώσεις και τα έργα του. Παρά τη διαβεβαίωση που εμφανίζεται στον πρόλογο της Κριτικής της κριτικής ικανότητας ότι ολοκληρώθηκε το κριτικό του έργο, στο εν λόγω βιβλίο ο Καντ επανέρχεται πραγματευόμενος εν τέλει όλα τα μείζονα προβλήματα της κριτικής φιλοσοφίας, έχοντας ως στόχο να την αναδείξει σ’ ένα ολοκληρωμένο μεταφυσικό σύστημα.
Επεξεργασμένη και εμπλουτισμένη μορφή της διδακτορικής διατριβής του συγγραφέα, επίκουρου καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Μπρνο στην Τσεχία, όπου ερευνά τις συνδηλώσεις και τις φαντασιακές αποτυπώσεις του όρου «Βαλκάνια» στη νεοελληνική κουλτούρα. Χρησιμοποιώντας ένα εντυπωσιακό γραμματολογικό και ειδολογικό εύρος (19ος αιώνας έως και 21ος, εκκίνηση από τη λογοτεχνία αλλά επέκταση και σε άλλα γραμματειακά ήδη) επιχειρείται η ανίχνευση των πολιτισμικών διακειμένων μεταξύ Ελλάδας και Βαλκανίων με «διαιτητή» τις έτερες φαντασιακές αποτυπώσεις της «Δύσης». Σε αυτή του την προσπάθεια ο συγγραφέας εισάγει την ορολογία του αντεστραμμένου οριενταλισμού για να περιγράψει τις ανωτέρω σχέσεις ενώ αντλεί και από το θεωρητικό οπλοστάσιο της Μαρίας Τοντόροβα (στα ελληνικά, Βαλκάνια: η δυτική φαντασίωση).
Ο Αλέν Μπαντιού, από τους τελευταίους εκπροσώπους της λεγόμενης μεταδομιστικής γαλλικής σκέψης, ή της french theory, δημοσίευσε το 2018 ένα βιβλίο για τις δύο σημαντικότερες επαναστάσεις του 20ου αιώνα. Το εγχείρημα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, δεδομένου ότι ο Μπαντιού έχει κατηγορηθεί ότι πολιτικοποίησε στο έπακρον τη φιλοσοφία στον 20ο αιώνα. Εδώ επιχειρεί να εξηγήσει για ποιον λόγο θεωρεί συμβάντα καταστατικής σημασίας την Οκτωβριανή και την Κινέζικη επανάσταση, κρατώντας βέβαια το νήμα σύνδεσής τους με τη Γαλλική Επανάσταση και την Κομμούνα, ως συμβάντα δηλαδή που επιχείρησαν να αναδιατάξουν ριζικά τον κόσμο.
Με πολλή μεγάλη χαρά υποδεχόμαστε τη μετάφραση στα ελληνικά της διδακτορικής διατριβής του Ρολάν Μπαρτ και μάλιστα την ίδια χρονιά που δημοσιεύτηκε στα γαλλικά. Έτσι καταδεικνύεται το πολύ έντονο ενδιαφέρον του Μπαρτ για το θέατρο, κάτι που τεκμηριώνεται και βιογραφικώς με την ενεργό δράση του ως φοιτητής στη θεατρική ομάδα της Σορβόννης. Στη διατριβή τον απασχολεί το ζήτημα των τελετουργικών και λεκτικών τρόπων διά των οποίων οι άνθρωποι στην αρχαία ελληνική τραγωδία επιχειρούν να επηρεάσουν τη θέληση των θεών και των νεκρών. Η έκδοση συμπληρώνεται από έναν εμβριθή πρόλογο του Christophe Corbier και σε Παράρτημα εν είδει τεκμηρίου η εισαγωγή του ίδιου του Μπαρτ ως προέδρου της θεατρικής ομάδας στην οποία αναφερθήκαμε, το 1936 στο ανέβασμα της παράστασης Πέρσες. Δυστυχώς από το έργο του Μπαρτ παραμένουν αμετάφραστα στα ελληνικά τα σημαντικότατα Κείμενα πάνω στο Θέατρο.
Τομά Πικετί, Μικρή ιστορία της ισότητας,μετάφραση Άγγελος Μουταφίδης, εκδόσεις Πατάκη, σελίδες 392.
Ο Πικετί είναι από τους σημαντικότερους οικονομολόγους της εποχής μας, σίγουρα ο πιο “δημοφιλής”, με μια αύρα σούπερ σταρ. Μετά τα δύο ογκώδη πονήματά του που θεωρούνται ήδη έργα αναφοράς (Το Κεφάλαιο στον 21ο αιώνα, εκδόσεις Πόλις και Κεφάλαιο και Ιδεολογία, εκδόσεις Πατάκη) επανέρχεται με ένα μικρότερο σε έκταση βιβλίο, απότοκο της ανάγκης, όπως σημειώνει ο ίδιος, για μια πιο συνοπτική, εκλαϊκευμένη τρόπον τινά, σύνθεση των κυρίων πορισμάτων των προηγούμενων έργων του. Σε γενικές γραμμές, υποστηρίζει μια νέα οπτική στην ιστορία της ισότητας υπό την έννοια ότι αυτή ως διακύβευμα αποτελεί ιστορικά αντικείμενο διαμάχης μεταξύ των κοινωνικών τάξεων, μια μάχη που θα συνεχιστεί και στον 21ο αιώνα. Απαραίτητη προϋπόθεση για αυτή τη μάχη αποτελεί η επανοικειοποίηση της πολιτικο-οικονομικής γνώσης από τη μεγάλη μάζα των πολιτών. Μεταξύ των άκρως ενδιαφερόντων και καινοτόμων στοιχείων που αποδεικνύει ο Πικετί είναι ότι όποιο κριτήριο και αν θέσουμε σε προτεραιότητα για τις σχέσεις των κοινωνικών τάξεων (λ.χ. μέσα παραγωγής, μορφωτικό επίπεδο, φύλο ή εθνική ταυτότητα) τα αποτελέσματα των δεικτών ανισότητας είναι παρόμοια. Κι επειδή ο Πικετί συνηθίζει να ολοκληρώνει τα έργα του μ’ έναν προγραμματικό λόγο, εν προκειμένω η κατεύθυνσή του είναι ο δημοκρατικός, οικολογικός και πολυφυλετικός σοσιαλισμός ως τροχιοδεικτική πολιτική στάση για την άμβλυνση των ανισοτήτων.
Πρόκειται για τον πρώτο τόμο με όλα τα κείμενα του Ζιλ Ντελέζ από το 1953 έως και το 1974 τα οποία δεν εμφανίζονται σε κανένα του βιβλίο. Ξεχωρίζω τα κείμενα για την αστυνομική λογοτεχνία, τον στρουκτουραλισμό και για το βιβλίο του Λυοτάρ Λόγος Εικόνα (Discours, figure, αμετάφραστο προς ώρας στα ελληνικά). Τη μετάφραση υπογράφει ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή Ντελεζιανούς, ο άνθρωπος στον οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η διάδοση της ντελεζιανής σκέψης στα πανεπιστήμια της βόρειας Αμερικής και του αγγλόφωνου κόσμου, ο ακάματος Κωνσταντίνος Μπουντάς. Οι εκδόσεις Εκκρεμές μαζί με τη νέα σειρά Ριζώματα του Κέδρου θα καλύψουν σύντομα και την έλλειψη των τελευταίων αμετάφραστων έργων του Ντελέζ στα ελληνικά (επίκειται η δημοσίευση μέσα στον Ιανουάριο των Κριτικών και κλινικών) καθώς και δευτερογενή βιβλιογραφία.
Δημήτρης Πλάντζος, Αρχαιοπολιτική, εκδόσεις του 21ου, σελίδες 96.
Ο καθηγητής Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ Δημήτρης Πλάντζος δημοσιεύει ένα σύντομο δοκίμιο εν είδει επιστημολογικού μανιφέστου της αρχαιοπολιτικής. Σαν συνέχεια ή επιστημολογική σύνοψη του βιβλίου του Αρχαιολογίες του κλασικού – αναθεωρώντας τον εμπειρικό κανόνα, ορίζει την αρχαιοπολιτική όχι απλώς ως την πολιτική παρέμβαση και χρήση των αρχαιολογικών πράξεων αλλά επιπλέον, προχωρώντας, όπως ο ίδιος αναφέρει, προς έναν ανεστραμμένο προσανατολισμό, ως μια πολιτική που επιβάλλεται μέσα από έναν εγγενώς αρχαιολογικό τρόπο σκέπτεσθαι και πράττειν, μια πολιτική χρονικότητας θα υποστήριζα με τη σειρά μου, που εργαλειοποιεί τον λόγο του παρελθόντος για να ελέγξει αυτόν του παρόντος και να προκαταβάλλει αυτόν του μέλλοντος. Η επιρροή από την βιοπολιτική του Φουκώ είναι εμφανέστατη και παραδεκτέα/αναλυτέα στο βιβλίο, μάλιστα ο Πλάντζος ορίζει την αρχαιοπολιτική ως την ιστορικοποιημένη και αισθητικοποιημένη εκδοχή της βιοπολιτικής. Έχω την εντύπωση, επιπλέον, ότι συν τω χρόνω, ο Πλάντζος κινείται όλο και εγγύτερα προς το νεοπαγές πεδίο της γνωστικής αρχαιολογίας.
Από τα πρώτα πράγματα που διδάσκονται οι πρωτοετείς φοιτητές φιλοσοφίας σε όλο τον κόσμο είναι ότι απαρχή της φιλοσοφίας είναι η απορία και το θαυμάζειν. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών Σπύρος Ράγκος κατευθύνεται βαθύτερα απ’ αυτή την παραδοχή, ερευνώντας την αρχαιολογία αυτού του ερωτήματος, δηλαδή τι ακριβώς κινητοποιεί την απορία και το θαυμάζειν και σε τι διαφέρει ο φιλοσοφικός τρόπος σκέψης από άλλες μορφές έρευνας και σκέψης αποτυπωμένων σε πεζό λόγο όπως η ρητορεία, η ιστοριογραφία και η ιατρική. Η μορφική πρωτοτυπία της μελέτης έγκειται στο ότι κάθε κεφάλαιο αφορμάται εναρκτικά από κάποιο απόσπασμα/συμβάν καταγεγραμμένο στην αρχαία ελληνική γραμματεία που σχετίζεται ή υποκρύπτει το αρχικό ερώτημα, κάτι που κάνει την ανάγνωση της μελέτης ακόμα περισσότερο ηδονική.
Το σφάλμα του Επιμηθέα, το πρώτο αυτόνομο μεταφρασμένο στα ελληνικά έργο του Μπέρναρ Στίγκλερ, εστιάζει στη φύση και τη λειτουργία του τεχνικού αντικειμένου εντός του πολιτισμού, της ανθρωπότητας την οποία η τεχνική συνιστά και υπονομεύει ταυτόχρονα. Εκκινώντας τη μελέτη του από τη φιλοσοφία του Ρουσσώ και την ανθρωπολογία του Λερουά-Γκουράν και των Βερνάν και Ντετιέν, περνώντας από τους Σιμοντόν και Ζιλ, και καταλήγοντας στον Χάιντεγκερ, ο φιλόσοφος παίζει με την έννοια της έλλειψης για να καταδείξει στον πρώτο από τους τρεις τόμους του έργου του ‘’Η τεχνική και ο χρόνος’’, τη σημασία και τις διαστάσεις ενός φαινομένου που ορίζει εν τέλει την Ανθρωπόκαινο.
Σύντομο ταξιδιωτικό χρονικό του σπουδαίου Γάλλου φιλοσόφου, πρόπλασμα του μνημειώδους έργου του Η Δημοκρατία στην Αμερική (στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Στοχαστής), γραμμένο το 1831 μέσα σε λίγες ημέρες στην πρώτη περιήγηση του Τοκβίλ στη βόρεια Αμερική. Εδώ ο τρόπος γραφής του Τοκβίλ είναι πιο ελεύθερος δίχως να λείπουν οι πολιτικο-κοινωνιολογίζουσες αναφορές. Βασικό πλαίσιο της αφήγησης, η καταπίεση των γηγενών Ινδιάνων. Κατατοπιστικό και φορτισμένο το επίμετρο του Δημήτρη Π. Σωτηρόπουλου.
Ο Έντσο Τραβέρσο έχει κατορθώσει τα τελευταία χρόνια, και ιδιαίτερα ύστερα από τη μετακίνησή του στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ να αναδειχτεί σ’ έναν από τους σημαντικότερους στοχαστές των δεκαετιών που διανύουμε – μάρτυρας επ’ αυτού η εντυπωσιακή προσέλευση κοινού στην πρόσφατη παρουσία του στην Αθήνα. Το βιβλίο του Επανάσταση – μια διανοητική και πολιτισμική ιστορία δημοσιεύτηκε σχεδόν ταυτόχρονα στα ιταλικά και στα αγγλικά (που ήταν και η γλώσσα στην οποία πρωτογράφηκε) το 2021. Ο Τραβέρσο από τα προηγούμενα του έργα είχε μια ξεκάθαρη επιστημολογική τάση προς τη διανοητική ιστορία (intellectual history), στο παρόν βιβλίο τη συμπεριλαμβάνει πλέον και στον τίτλο: διατρέχει τις επαναστάσεις των δύο τελευταίων αιώνων δίχως να χρησιμοποιεί τη γραμμική αφήγηση/εξιστόρηση των κλασικών ιστορικών (χωρίς φυσικά να τους υποτιμά) αλλά κάνοντας χρήση της επανάστασης ως ερμηνευτικό κλειδί της νεοτερικότητας πέραν του κοινωνικοπολιτικού της χαρακτήρα και στον πολιτισμικό, φαντασιακό και εν τέλει αισθητικό. Σε αυτή του την προσπάθεια εισέρχεται και σε υλικό που αφορά ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον σχετικά νεοπαγές πεδίο, εκείνο της Δημόσιας Ιστορίας. Για παράδειγμα, μελετά τα τρένα, τα επαναστατικά σώματα (με την κυριολεκτική σημασία των σωμάτων), το τρίπτυχο συμβόλων, εννοιών και τόπων μνήμης, τη φιγούρα του επαναστάτη.
Το ενδιαφέρον για το έργο του Μισέλ Φουκώ παραμένει έντονο στη χώρα μας και διεθνώς. Το 2016 δημοσιεύτηκαν στη Γαλλία, και εν συνεχεία το 2019 στην Αμερική, οι διαλέξεις που έδωσε ο Φουκώ το Φθινόπωρο του 1983, λίγο πριν τον θάνατό του, στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϋ με τίτλο “Discourse and Truth” με επίκεντρο την έννοια της παρρησίας. Η παρρησία πρωτοεμφανίζεται στην αρχαία ελληνική γραμματεία προς τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. και έκτοτε απαντάται διαρκώς, από τις τραγωδίες έως και πατερικά κείμενα της ύστερης αρχαιότητας. Ο Φουκώ ξεκινά από μια σημασιολογική ανάλυση της λέξης, για να επεκταθεί στον ρόλο που διαδραμάτισε σε εκείνο που ονομάζει “κριτικό ήθος του δυτικού πολιτισμού”, δηλαδή η ετοιμότητα να στέκεται κανείς κριτικά έναντι της πνευματικής και πολιτικής εξουσίας. Τούτη η άρνηση, η αμφισβήτηση της “δεδομένης” αλήθειας είναι που ενεργοποιεί το φιλοσοφείν και συνιστά ό,τι ονομάζει ο Φουκώ “ιστορική οντολογία του εαυτού μας”. Οι έννοιες της αλήθειας και του εαυτού ασφαλώς επανέρχονται και σε άλλα, πρότερα κείμενα και μαθήματά του. Στις εν λόγω διαλέξεις δηλώνει πως προτίθεται να ασχοληθεί περισσότερο με το πρόβλημα του αληθολογούντος (με άλλα λόγια, του υποκειμένου/εαυτού που εκφέρει μια “αλήθεια”) παρά με την αλήθεια καθαυτή.
Εντυπωσιακή σε μέγεθος και διανοητικό βάθος μονογραφία του Γιώργου Φουρτούνη σε σημείο να δίνει την εντύπωση μιας νέας διδακτορικής διατριβής. Η επικέντρωση του συγγραφέα είναι στα κείμενα του Λουί Αλτουσέρ της δεκαετίας του 1960, όπου και αποκτά τον χαρακτηρισμό “δομιστής μαρξιστής”. Δεδομένου του θαυμασμού του Αλτουσέρ για τον Μπαρούχ Σπινόζα, ο Φουρτούνης επιχειρεί να κατασκευάσει μια συλλογιστική στην οποία οι αλτουσεριανές έννοιες της δομής, της ιδεολογίας και του υποκειμένου συναντούν τις σπινοζικές της εμμένειας και του φαντασιακού, συγκροτώντας ένα είδος ετερόδοξου “σπινοζικού δομισμού”. Προχωρώντας ακόμα παραπέρα, θα εντάξει στα επεξηγηματικά του διαβήματα και την ντερριντιανή αποδόμηση ως συγκλίνουσα με τις δύο παραπάνω ομαδοποιήσεις εννοιών του Αλτουσέρ και του Σπινόζα. Φιλόδοξο εγχείρημα, ωστόσο εξαντλητικά τεκμηριωμένο επιχειρηματολογικώς, δεδομένου ότι ότι βαίνει ενάντια στην ημιστρεβλώς διαδεδομένη εικόνα της αντίθεσης μεταξύ δομιστικής σκέψης (επιφανής εκπρόσωπος της οποίας υπήρξε στη μαρξιστική σκέψη ο Λουί Αλτουσέρ) και της μεταδομιστικής αποδομιστικής προσέγγισης του Ντερριντά – στο παρελθόν έχω συναντήσει μάλιστα αναφορές που εκπλήσσονταν από το γεγονός ότι ο τελευταίος επισκεπτόταν τον πρώτο κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του. Έργο που ανοίγει μια μεγάλη συζήτηση στους κύκλους σπινοζιστών, αλτουσεριανών και ντερριντιανών στοχαστών. Θα πρέπει να συζητηθεί και στον διεθνή ακαδημαϊκό χώρο.
Συλλογικός τόμος που ερευνά την αρχαία ελληνική τραγωδία και κωμωδία ως πηγές εξέτασης του δικαίου και των πολιτικών θεσμών της αθηναϊκής δημοκρατίας. Δημιούργημα της τελευταίας, το θέατρο ως μια υπόθεση δημόσιου χώρου και λόγου εξαπλώνεται στον ελλαδικό χώρο ταυτόχρονα με το σοφιστικό ρεύμα και την ακμή της φιλοσοφίας τον 5ο και 40 αιώνα π.Χ. Στον τόμο διαβάζουμε συνεισφορές για τον Αριστοφάνη, τους τρεις μεγάλους τραγικούς αλλά και συνδέσεις με τις αναβιώσεις της αρχαίας τραγωδίας. Όπως σημειώνουν και οι επιμελήτριες του τόμου στο εισαγωγικό σημείωμα, πέραν των διαχρονικών, πανανθρώπινων ζητημάτων που θίγει το αρχαίο δράμα, εμπεριέχει πολυσχιδείς αναφορές σε δικαϊικές ρυθμίσεις και πολιτικούς θεσμούς που εκτός από πηγές προς μελέτη λειτουργούν αποκαλυπτικά για ζητήματα όπως η σύνδεση του θεάτρου με την πολιτική πράξη, ο παιδευτικός του χαρακτήρας, η ελευθερία έκφρασης και οι λειτουργίες του λόγου στο πλαίσιο της δημοκρατίας.
Άλλο ένα κλασικό έργο που έλειπε από τη γλώσσα μας, γραμμένο κι αυτό το 1958 από τον Πίτερ Γουίντς, ο οποίος ερευνά παράλληλα τη φύση της φιλοσοφίας και των κοινωνικών επιστημών για να καταλήξει στον ορισμό μιας σχέσης αλληεπικάλυψης μεταξύ των δύο με συνέπειες για τα συγγενή τους πεδία: κοινωνιολογία, πολιτικές επιστήμες, ανθρωπολογία και ιστορία – θα προσθέταμε πλέον και την ψυχαναλυτική θεωρία και την πολιτισμική θεωρία, άλλωστε η τελευταία νοείται από πολλούς ως ο βασικός εχθρός και συνάμα υποκατάστατο της φιλοσοφίας. Η παρούσα έκδοση εμπλουτίζεται με πρόλογο του Ρέιμοντ Γκεΐτα.
Κώστας Θεολόγου, Φιλοσοφία και τεχνολογία, Ελληνοεκδοτική, σελίδες 160.
Από τους πανεπιστημιακούς της Ιστορίας και Φιλοσοφίας του Πολιτισμού με σταθερά εξελισσόμενο ερευνητικό έργο, ο Κώστας Θεολόγου μάς προσφέρει ένα περιεκτικό εγχειρίδιο – το οποίο ωστόσο διαβάζεται με άνεση και ικανοποίηση και από τους μη ακαδημαϊκούς αναγνώστες- για τους τρόπους σύνδεσης της τεχνολογίας με τη φιλοσοφία και την εφαρμοσμένη ηθική. Το βιβλίο εκκινεί από ορισμένες απαραίτητες εννοιολογήσεις (νεοτερικότητα, μοντερνισμός κ.ο.κ.) για να περάσει στη συνέχεια στον ορισμό του πεδίου της Φιλοσοφίας της Τεχνολογίας και της Τεχνητής Νοημοσύνης. Σχολιάζοντας τις ηθικοκοινωνικές πτυχές της τεχνολογίας και τα επαναλαμβανόμενα θέματά της, επικεντρώνεται στο δεύτερο μέρος στη δυνητική τεχνολογία των ζώων και γενικότερα στην έννοια του συνολικού τεχνικού έργου, κι ολοκληρώνεται σε μια παρουσίαση-τιμητική αναφορά στον σημαντικό ιστορικό και φιλόσοφο τη τεχνολογίας Arnold Pacey.
Ο ευρυμαθής αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής θεωρίας του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Σπύρος Μακρής εμπλουτίζει τη σειρά μονογραφιών του (είχαν προηγηθεί εκείνες για τον Μαρξ, τον Πόππερ, τον Μακιαβέλι και την Άρεντ η οποία πληροφορούμαστε πως θα επανακυκλοφορήσει εμπλουτισμένη αγγίζοντας τις χίλιες σελίδες) με τέσσερα κείμενα για τον Ζακ Ντερριντά, επικεντρωμένα στην ύστερη περίοδό του Γάλλου φιλοσόφου θέτοντας στο κριτικό του νυστέρι τις έννοιες της φιλοξενίας, του κοσμοπολιτισμού, του δώρου, της αποδόμησης, της σχέσης νόμου και δικαιοσύνης και της ελευσόμενης δημοκρατίας
Βασίλης Μακρυδήμας, (εισαγωγή-επιμέλεια), Όψεις του θρησκευτικού φαινομένου στη λογοτεχνική κριτική του Μεσοπολέμου 1922-1940, εκδόσεις Librofilo, σελίδες 552.
Κείμενα τεσσάρων ερευνητών υπό τον συντονισμό του Βασίλη Μακρυδήμα για το θρησκευτικό φαινόμενο στη λογοτεχνική κριτική του Μεσοπολέμου. Συμπεριλαμβάνει κείμενα για τον Κλέοντα Παράσχο, τον Κ.Θ. Δημαρά, τον Καβάφη, τη Μελισσάνθη, τον Βάρναλη αλλά και συγκριτικές θεματικές για τη σχέση θρησκείας με την επιστήμη, την πολιτική, τον σοσιαλισμό, τον υπαρξισμό. Ιδιαίτερα ενδιαφέρων τόμος, για ένα ζήτημα που ενδεχομένως να έμοιαζε ντεμοντέ αλλά επανέρχεται στα ενδιαφέροντα νεότερων ερευνητών.
(*) Ο Ιορδάνης (Δάνης) Κουμασίδης, διδάσκει στο ΕΚΠΑ και στο ΕΑΠ.