Στη Γερμανία δημοσιεύτηκε πρόσφατα ένα άρθρο στην πολύ έγκριτη εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung που δείχνει αναγνωστικές τάσεις όσον αφορά στην ελληνική λογοτεχνία στη Γερμανία. Οι φίλοι Κώστας Κοσμάς και Μίλτος Πεχλιβάνος από το Βερολίνο είχαν την καλοσύνη να μας στείλουν το άρθρο ως συμβολή στη συζήτηση που έχει ανοίξει εδώ και καιρό στο περιοδικό μας για το τι συμβαίνει με την ελληνική λογοτεχνία στο εξωτερικό.
****
Τρύπες στο μπετόν, Πόλεμος και εμφύλιος στην ελληνική λογοτεχνία (του Τομπίας Λέμκουλ)
Είναι τρελοί αυτοί οι Έλληνες! Πάντως, δεν υπάρχει άλλη πανεπιστημιακή σχολή στη Γερμανία που να είχε την τρελή ιδέα να ιδρύσει δικό της λογοτεχνικό εκδοτικό οίκο. Μονάχα οι Νεοελληνιστές του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου δημοσιεύουν με τακτική συνέπεια μυθιστορήματα, διηγήματα και ποιήματα, πολλά από τα οποία ανήκουν στα κλασικά έργα της ελληνικής λογοτεχνίας του εικοστού αιώνα, και είναι άγνωστα στη Γερμανία. Τώρα έχει κανείς τη δυνατότητα να τα διαβάσει online ή να τα παραγγείλει ως book on demand σε χαμηλές τιμές.
Μαγιά και αφετηρία του προγράμματος υπήρξε η Romiosini, ένας μικρός εκδοτικός οίκος της Κολωνίας, που από τη δεκαετία του ογδόντα είχε ως στόχο να κάνει γνωστή την ελληνική λογοτεχνία στη Γερμανία. Πλέον, στο πρόγραμμα Edition Romiosini του Κέντρου Νέου Ελληνισμού στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο δημοσιεύονται επιμελημένες επανεκδόσεις από τη back list του πρώτου εκδοτικού οίκου, καθώς και νέοι και επίκαιροι τίτλοι. Αν διατρέξει κανείς προσεκτικά τους πολυάριθμους τίτλους του εκδοτικού προγράμματος, θα εκπλαγεί με το πόσο νωρίς καθιερώθηκε η νεωτερική γραφή στην Ελλάδα – αν μάλιστα αναλογιστεί κανείς ότι η νεοελληνική εξελίχτηκε ως λογοτεχνική γλώσσα μόλις κατά τον όψιμο δέκατο ένατο αιώνα.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το αυστηρά αντικειμενικά αποστασιοποιημένο ύφος που χρησιμοποιεί ο Θανάσης Βαλτινός στην Κάθοδο των εννιά, την τελευταία απόδραση μιας ομάδας κομμουνιστών μαχητών κατά τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο, εξακολουθεί να φαίνεται σύγχρονο, όπως και ο τρόπος του ντοκιμαντέρ που χρησιμοποιεί στο Συναξάρι του Ανδρέα Κορδοπάτη, με τον οποίο περιγράφονται οι προσπάθειες ενός άντρα να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα. Και τα δύο διηγήματα περιέχονται στον τόμο Abstieg, flussaufwärts (Κάθοδος, άνοδος αντίθετα στο ρεύμα) και ανήκουν στα σημαντικότερα δείγματα της ευρωπαϊκής αφηγηματικής τέχνης του εικοστού αιώνα.
Η έκπληξη έχει να κάνει και με τις ασυνήθιστες οπτικές γωνίες με τις οποίες παρουσιάζει η ελληνική λογοτεχνία τις ανακατατάξεις της τελευταίας εκατονταετίας. Η πολυφωνική τριλογία Ακυβέρνητες πολιτείες του Στρατή Τσίρκα π.χ. εστιάζει στη βόρεια Αφρική και στον «περσικό διάδρομο» (Dan Dinner) ως το πιο κεντρικό σκηνικό του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Εύκολα ξεχνά κανείς εδώ στη Γερμανία επίσης ότι οι Έλληνες κατά τη δεκαετία του σαράντα χρειάστηκε να βιώσουν όχι απλώς μία, αλλά δύο τραυματικές εμπειρίες: πρώτα την κτηνώδη Γερμανική Κατοχή, και αργότερα τον Εμφύλιο. Τις επιπτώσεις του Εμφυλίου και τις οικογενειακές ρίξεις που προκάλεσε πραγματεύεται η νουβέλα Ιαγουάρος του Αλέξανδρου Κοτζιά, που μόλις κυκλοφόρησε στα γερμανικά σε επιμελημένη επανέκδοση. Η υπόθεση διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια μίας και μόνο μέρας και μίας νύχτας του 1958 στην Αθήνα. Η Φιλιώ προσγειώνεται από τη Βοστώνη, στο αεροδρόμιο την υποδέχεται η κουνιάδα της Δήμητρα. Και αμέσως επανέρχεται στην επιφάνεια η διαμάχη που τις χωρίζει: κληρονομικά. Μα, όπως πάντοτε σε τέτοιες περιπτώσεις, το θέμα δεν είναι απλώς τα χρήματα, αλλά παλιές ανοιχτές διαφορές, ζήλειες, παρεξηγήσεις, πληγωμένους εγωισμούς, προδοσία.
Η αφήγηση στήνεται ως εσωτερικός μονόλογος της Δήμητρας, μιας βαθιά κακιασμένης γυναίκας· δύσκολα μπορεί κανείς να διανοηθεί ότι βρίζει τόσο αχαλίνωτα κάποια άλλη φιγούρα σε βιβλίο της ελληνικής λογοτεχνίας. Η Δήμητρα σχεδόν διαλύεται, καθώς από μέσα της χύνει φαρμάκι και χωλή για την κουνιάδα της, αυτήν την «εξώλης και προώλης», την «τρύπα», όμως απ’ έξω προσπαθεί να καλοπιάσει τη Φιλιώ για να καταφέρει να της πάρει την υπογραφή που θα της εξασφαλίσει το ακίνητο.
Η ειρωνεία είναι πως το εν λόγω κτίριο βρίσκεται σε μια περιοχή, στην οποία «οι Γερμανοί εγκαταστήσαν φέτος μεσογειακή κατασκήνωση.» Και πάλι οι Γερμανοί, αυτήν τη φορά ως τουρίστες, είναι εκείνοι που πυροδοτούν το ξέσπασμα των ανοιχτών λογαριασμών του Εμφυλίου, δεκατέσσερα μόλις χρόνια αφότου εκδιώχθηκαν ως κατακτητές. Η Δήμητρα είναι ενταγμένη στους κομμουνιστές· «οι μοναρχοφασίστες» της είχαν ξεριζώσει τα νύχια στη φυλακή και εκτέλεσαν τον αδερφό της και σύζυγο της Φιλιώς, της προδότριας, που φεύγει για την Αμερική με έναν αμερικανό στρατιώτη, με τον ταξικό εχθρό. Το ότι εκεί δεν ζει μέσα στα λούσα και στην πολυτέλεια, αλλά προσπαθεί να τα βγάλει πέρα για την ίδια και τον γιο της δουλεύοντας καθαρίστρια, η Δήμητρα φυσικά αρνείται να το συνειδητοποιήσει.
Με τον Ιαγουάρο, ο Αλέξανδρος Κοτζιάς (1926 – 1992) προσφέρει ένα μονόπρακτο, όπου οι αστραπές δεν πέφτουν μόνο συμβολικά. Κάποια στιγμή, τη νύχτα, οι δύο γυναίκες περιφέρονται μέσα στη βροχή, η πόλη είναι ένας λαβύρινθος από πανομοιότυπες πολυκατοικίες – «οι πολυκατοικίες… ίδιες.» Φαίνεται πως το παρελθόν τσιμεντοποιήθηκε. Αλλά η έχθρα παραμένει.