της Μαρίζας Ντεκάστρο
Η Ρίκα Μπενβενίστε στο τελευταίο έργο της Ναυαγοί, Ιστορίες οικογενειακές και άλλες μέσα στην Ιστορία του μεταπολεμικού κόσμου μελετά την επανάκτηση και αναδιοργάνωση της ζωής στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια* των ναυαγών της εβραϊκής κοινότητας της Καβάλας, η οποία κυριολεκτικά αποδεκατίστηκε εξαιτίας της δολοφονίας των μελών της στην Τρεμπλίνκα.
Η μελέτη βασίστηκε σε ένα επιστολικό αρχείο. Πρόκειται για την αλληλογραφία των ετών 1946-1947 και εκείνης των ετών 1950- αρχές δεκαετίας ’60 (Εβραϊκό Μουσείο Θεσσαλονίκης και Ινστιτούτο Μπεν Τσβι, Ιερουσαλήμ αντίστοιχα) του καβαλιώτη καπνεμπόρου Μωρίς Μπενβενίστε προς συγγενείς, φίλους και συνεργάτες.
Επί βουλγαρικής κατοχής της Καβάλας (1941-1944), ο Μωρίς Μπενβενίστε ήταν από εκείνους που σώθηκαν και επέστρεψαν στη γενέθλια πόλη επειδή κατά τη διάρκεια των ναζιστικών εκκαθαρίσεων, έτυχε να βρίσκεται σε καταναγκαστικά έργα στη Βουλγαρία.
Ο Μωρίς Μπενβενίστε και οι ελάχιστοι που γύρισαν στην πόλη τους βρέθηκαν μπροστά σε μια εντελώς αδιανόητη κατάσταση: σπίτια κατειλημμένα, περιουσίες λεηλατημένες, επιχειρήσεις διαλυμένες, ολοκληρωτική καταστροφή των κοινοτικών και θρησκευτικών υποδομών. Το πιο δραματικό ήταν οι απώλειες των δικών τους, οι οικογένειες που σβήστηκαν, οι φιλίες και οι κοινωνικές σχέσεις που διερράγησαν ή αντίθετα συσφίχθηκαν. Απώλειες που δήλωναν ως φαντάσματα από το πολύ κοντινό παρελθόν την παρουσία των χαμένων μέσα στην απουσία τους.
Στις επιστολές (προσωπικές, οικογενειακές, φιλικές, εμπορικές) του αλληλογράφου και των παραληπτών του αποτυπώνονται καθαρά σκέψεις και προοπτικές για το μέλλον: να ξαναφτιαχτεί μια νέα κανονικότητα της ζωής με γάμο και ελπίδα ότι τα παιδιά που θα γεννιόνταν θα δημιουργούσαν τη συνέχεια και θα αναπλήρωναν τους χαμένους. Ταυτόχρονα, τον Μωρίς και τους λίγους καβαλιώτες εβραίους απασχολούσε έντονα η ανάκτηση των κατοικιών και των περιουσιών αλλά και οι δουλειές και το εμπόριο. Πώς και πού; Στην Καβάλα ή αλλού; Σε κοντινές πόλεις της χώρας ή στην άλλη άκρη του κόσμου;
Περιπλανώμενοι Ιουδαίοι ήσαν οι γνωστοί και τα μέλη της οικογένειας του Μωρίς που μετανάστευσαν σε ανεκτικές χώρες (Καναδάς, ΗΠΑ, Αυστραλία, Γαλλία, Νότια Αμερική) υποκείμενοι σε ευνοϊκούς νόμους για εκείνους που επέζησαν των ναζιστικών διωγμών, χωρίς να ξέρουν καθόλου τι τους περίμενε και πώς η καινούρια χώρα θα λογιζόταν κάποια στιγμή ως καινούρια πατρίδα.
Αφοσιώθηκα στην ανάγνωση της μελέτης, την οποία δεν αποτιμώ ως ιστορικός, αφού δεν είμαι. Σίγουρα όμως αναγνωρίζω και εκτιμώ την ευαισθησία της μελετήτριας στην ανάγνωση και την επεξεργασία αυτής της μοναδικής αλληλογραφίας στην οποία αναδεικνύει τη σημασία της σύνδεσης του προσωπικού με το συλλογικό και το αντίστροφο.
Δεν διάβασα λοιπόν το έργο Ναυαγοί επειδή με ενδιαφέρει ειδικά η μεταπολεμική πορεία της πρώην ανθηρής εβραϊκής κοινότητας της Καβάλας, ούτε αποκλειστικά επειδή οι μελέτες για τον εβραϊσμό της Ελλάδας διευρύνουν το πεδίο της έρευνας και των προβληματισμών σχετικά με τη στιγματισμένη από στερεότυπα και διωγμούς μειονοτική κοινότητα. Το διάβασα γιατί με ενδιέφερε να καταλάβω πώς οι ατομικές στάσεις και το μέλλον εκείνων των ανθρώπων αντικατοπτρίστηκαν στο ευρύτερο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο της μεταπολεμικής Ελλάδας, αλλά και πώς, και εάν, διατηρούνται στις σημερινές εβραϊκές κοινότητες. Με μια κουβέντα, τι συνδέει σε ατομικό/συλλογικό επίπεδο τους νεότερους με τους παλιούς και τι επιζεί σήμερα σε συνθήκες σχετικής ομαλότητας από το πνεύμα που διέπνεε τους προγόνους. Άλλωστε, όπως σημειώνει η συγγραφέας προς το τέλος της μελέτης, κατά τη διάρκεια της έρευνας τής ανακινήθηκαν προσωπικές μνήμες, όπως και πολλών ακόμα, συνομιλητών και αναγνωστών.
Σε δυο λεπτομέρειες του βιβλίου ανακάλυψα ότι ένα απειροελάχιστο κομμάτι της οικογενειακής μου ιστορίας συνδέεται με αναφορές στη μελέτη της Ρίκας Μπενβενίστε.
Διαβάζοντας τα χωρία περί των μεταπολεμικών εβραϊκών μεταναστεύσεων, μου χτύπησε μια επισήμανση για τη Βραζιλία ως πιθανή χώρα ευκαιριών και εγκατάστασης. Ο πατέρας μου ταξίδεψε στη Βραζιλία το 1955 με το υπερωκεάνιο Κριστόφορο Κολόμπο που απέπλευσε από τη Γένοβα για το Σάο Πάολο. Αν και ποτέ δεν ρώτησα να μάθω τον λόγο του ταξιδιού, υποπτευόμουνα ότι δεν ήταν για τουρισμό. Χάρη στο βιβλίο, μού λύθηκε μια απορία χρόνων αφού κατάλαβα ότι οι υποψίες μου ήταν βάσιμες και ότι η απόφαση για την πραγματοποίηση του ταξιδιού του δεν μπορούσε να είναι άλλη από τις τότε συζητήσεις στους κύκλους της εβραϊκής κοινότητας.
Επίσης, το απόσπασμα στο οποίο αναφέρεται η επίσκεψη της Ελέν, μέλους της ευρείας οικογένειας του Μωρίς, στην Αθήνα για να εξεταστεί από τον ωτορινολαρυγγολόγο κ. Κουένκα, μου θύμισε καθαρά εκείνον τον ηλικιωμένο ευθυτενή και στεγνό γιατρό. Στο ιατρείο του, στην οδό Πατησίων δίπλα στην ΑΣΟΕ, έσπευδαν για θεραπεία τα μέλη της κοινότητας. Ήταν γιατί υποστήριζαν τους «δικούς μας» γιατρούς ή επειδή ένιωθαν την ασφάλεια της οικειότητας; Είχα πάει κι εγώ μικρή, και όπως έμαθα πολλοί ακόμα συνομήλικοί μου.
Για τη συγγραφέα, ο γιατρός Κουένκα και η Βραζιλία ήταν κάποια από τα τεκμήρια προς διερεύνηση. Για κάποιους αναγνώστες είναι βιωμένες πραγματικότητες…
Οι Ναυαγοί της Ρίκας Μπενβενίστε είναι απόδειξη πως η Μεγάλη Ιστορία, η οποία φαίνεται μακρινή και ανοίκεια, μπορεί να αποκτήσει πρόσωπο και να αφορά σε τελική ανάλυση πολλούς που δεν το γνωρίζουν και το ανακαλύπτουν σε ανύποπτο χρόνο.
*****
Σκέφτομαι ότι οι Ναυαγοί και άλλες ανάλογες μελέτες, συνέδρια, δημοσιεύσεις και εκθέσεις για τον ελληνικό εβραϊσμό συμπλέουν/υποστηρίζουν/διασαφηνίζουν στο πεδίο της λογοτεχνίας θέματα που συναντάμε σε μαρτυρίες και έργα συγγραφέων (ενδεικτικά ανάμεσα σε πολλούς οι Ρότ, Άππελφελντ, Οζ, Ροθ, Μπέλλοου, Ζέγκερς, Μπένγιαμιν, Ζίνγκερ, Φόερ…) τα οποία συζητήθηκαν και υπό το πρίσμα της εβραϊκότητάς τους.
*Βλ. Μπένης Νατάν, Το μέλλον του ήταν στο παρελθόν του, Αλεξάνδρεια, 2021: μυθιστορηματικό χρονικό της επιστροφής του πατέρα του συγγραφέα από το Άουσβιτς και της μετέπειτα ζωής του στη Θεσσαλονίκη.